Αλαλούμ και κρατική ασυνεννοησία για τη φονική πυρκαγιά
Σοβαρά κενά, έλλειψη συντονισμού και αποποίηση ευθυνών
Η φονική πυρκαγιά, που έπληξε την ορεινή Λεμεσό τον Ιούλιο και στέρησε τη ζωή σε δύο συνανθρώπους μας, ανέδειξε με τον πιο έντονο τρόπο τις δομικές αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού. Η κοινή συνεδρίαση στην Ολομέλεια της Βουλής ήρθε να επιβεβαιώσει το βάθος των προβλημάτων, τα σοβαρά κενά, την έλλειψη συντονισμού και την αποποίηση ευθυνών για τα τραγικά αποτελέσματα.
Παρά την παρουσία 79 προσκεκλημένων, ανάμεσά τους τέσσερεις υπουργοί και πολλοί εμπλεκόμενοι παράγοντες, οι σχεδόν οκτάωρες τοποθετήσεις δεν απέδωσαν ουσιαστικά συμπεράσματα. Όπως πληροφορείται η «Σ», οι βουλευτές, διαπιστώνοντας το αδιέξοδο, κατέθεσαν γραπτώς τις ερωτήσεις τους, οι οποίες θα συζητηθούν σε νέα συνεδρία στο τέλος Αυγούστου.
Τα δύο καίρια ερωτήματα, που κυριάρχησαν στη συζήτηση και παρέμειναν αναπάντητα, ήταν, ποιος ενέκρινε το ταξίδι του Ανδρέα Γρηγορίου, υπεύθυνου για τον συντονισμό των πυρκαγιών, στο εξωτερικό εκείνες τις κρίσιμες ημέρες και ποιος ήταν αρμόδιος να διακόψει την κυκλοφορία στον δρόμο Άλασσας - Μοναγρίου, όπου βρήκε τραγικό θάνατο το ζεύγος Φιλιππίδη.
Οι τόνοι ανέβηκαν ήδη από την αρχή της συνεδρίασης, καθώς η πλευρά της Κυβέρνησης προσπάθησε να υπερασπιστεί τη διαχείριση της κρίσης, όμως οι ασάφειες, οι αλληλοαναιρούμενες δηλώσεις και η εμφανής έλλειψη κεντρικού συντονισμού πυροδότησαν τις αντιδράσεις των βουλευτών.
Αντιφάσεις για τον συντονιστή
Η Υπουργός Γεωργίας Μαρία Παναγιώτου παραδέχθηκε ότι υπήρχαν σοβαρές αδυναμίες στον κρατικό σχεδιασμό, ωστόσο υπογράμμισε πως οι ακραίες καιρικές συνθήκες, όπως οι άνεμοι εντάσεως έως και 9 μποφόρ και η γειτνίαση της φωτιάς με κατοικημένες περιοχές, περιόρισαν τις επιλογές των Αρχών.
Σοβαρές εντάσεις και αντιπαραθέσεις προκάλεσε και η συζήτηση για τον ρόλο και, κυρίως, την απουσία του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Ανδρέα Γρηγορίου, ο οποίος, αν και είχε οριστεί από το Υπουργικό Συμβούλιο ως ο συντονιστής για την πρόληψη και αντιμετώπιση πυρκαγιών το 2023, την κρίσιμη περίοδο των γεγονότων βρισκόταν σε αποστολή στην Αυστραλία.
Η Υπουργός Γεωργίας προσπάθησε να υπερασπιστεί την απουσία του κ. Γρηγορίου, αναφέροντας πως είχε επιλέξει ο ίδιος να εκπροσωπήσει την Κύπρο στο εξωτερικό και ότι πριν από την αναχώρησή του είχε ορίσει αναπληρωτές και είχε συνεννοηθεί με τους επικεφαλής των αρμόδιων υπηρεσιών. Τόνισε, επίσης, ότι η μετάβασή του δεν απαιτούσε έγκριση ή άδεια.
Ωστόσο, οι εξηγήσεις της δεν έπεισαν τους βουλευτές, ιδιαίτερα της αντιπολίτευσης, με αποτέλεσμα να υπάρξει έντονη λεκτική αντιπαράθεση. Οι βουλευτές ζήτησαν διευκρινίσεις για το ποιος είχε αναλάβει τον ρόλο του συντονιστή κατά την απουσία του κ. Γρηγορίου και γιατί δεν υλοποιήθηκε η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Η Υπουργός επανέλαβε ότι ο ρόλος του κ. Γρηγορίου ήταν κατά κύριο λόγο ο συντονισμός της προετοιμασίας, όχι η επιχειρησιακή διαχείριση, η οποία ανήκει αποκλειστικά στον Αρχιπύραρχο και στον Διευθυντή του Τμήματος Δασών.
Η Υπουργός αναφέρθηκε ακόμη στην ενίσχυση του Τμήματος Δασών, το οποίο από το 2024 διαθέτει 702 δασοπυροσβέστες, 108 περισσότερους σε σχέση με το 2021. Το Τμήμα εξοπλίστηκε επίσης με 108 νέα πυροσβεστικά οχήματα, ενώ αυξήθηκαν και τα πτητικά μέσα. Από έξι το 2021, σήμερα φτάνουν τα 14, με στόχο να ξεπεράσουν τις 1000 ώρες πτήσης το 2025.
Αναφέρθηκε, επίσης, στην αυστηροποίηση του νομικού πλαισίου για την ευθύνη καθαρισμού γης από ιδιώτες και κοινότητες, καθώς και σε χρηματοδοτήσεις για καθαριότητα περιοχών με σκυβαλότοπους.
Ο ίδιος ο Ανδρέας Γρηγορίου, όταν του δόθηκε ο λόγος, υπερασπίστηκε τον εαυτό του, δηλώνοντας ότι η απουσία του δεν επηρέασε την επιχειρησιακή ανταπόκριση, καθώς ο ρόλος του δεν περιλαμβάνει εμπλοκή στις επιχειρήσεις. Ανέφερε ότι, πριν αναχωρήσει, είχε δώσει σαφείς οδηγίες και είχε συγκαλέσει συντονιστικές συναντήσεις με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Υπογράμμισε, τέλος, ότι εκπροσωπούσε την Κυπριακή Δημοκρατία σε προγραμματισμένη διεθνή αποστολή, όπως συμβαίνει κάθε χρόνο.
Διαψεύδει ο Λογγίνος
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, ο Αρχιπύραρχος της Πυροσβεστικής ανέφερε ότι, όταν ενημερώθηκε για την πυρκαγιά στις 23 Ιουλίου, μετέβη άμεσα στη Λεμεσό, ενώ παράλληλα ενημέρωνε τους Υπουργούς Δικαιοσύνης και Γεωργίας και ζήτησε από τον Αρχηγό της Αστυνομίας να στηθεί επιχειρησιακό κέντρο στην περιοχή. Όπως είπε, εκεί, κάθε εμπλεκόμενη Υπηρεσία διόρισε έναν εκπρόσωπο.
Ο ίδιος, όπως τόνισε, συντόνισε την παρουσία των Υπηρεσιών στο κέντρο αυτό, ενώ απ’ εκεί και πέρα, κάθε εκπρόσωπος είχε την ευθύνη του συντονισμού της δικής του Υπηρεσίας, υπογραμμίζοντας ότι είχε τη γενική επίβλεψη, όμως δεν είχε τη δυνατότητα να δώσει εντολές στους λειτουργούς του Τμήματος Δασών.
Οι δηλώσεις αυτές προκάλεσαν αντιδράσεις από βουλευτές, ενώ ο κ. Λογγίνος επεσήμανε ότι ο κ. Γρηγορίου είχε συγκαλέσει σύσκεψη, ενημερώνοντας τους παρευρισκομένους πως επρόκειτο να αναχωρήσει για την Αυστραλία και είχαν δοθεί συγκεκριμένες οδηγίες. Σύμφωνα με τον ίδιο, όταν ενημερώθηκε για την πυρκαγιά, ανέλαβε την ευθύνη του συντονισμού των Υπηρεσιών, χωρίς ωστόσο να έχει την εξουσία να αναιρέσει αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου.
Οι τοποθετήσεις του κ. Λογγίνου ήταν αντίθετες με όσα είχαν δηλώσει νωρίτερα τόσο η Υπουργός Γεωργίας, Μαρία Παναγιώτου, όσο και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου, Ανδρέας Γρηγορίου, οι οποίοι ανέφεραν ότι ο Aρχιπύραρχος λειτουργούσε ως αναπληρωτής συντονιστής για τις πυρκαγιές κατά την απουσία του κ. Γρηγορίου στο εξωτερικό. Αυτό προκάλεσε αντιδράσεις από βουλευτές, που υποστήριξαν πως η Βουλή έχει παραπληροφορηθεί από την Υπουργό και τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας.
Αντικρουόμενες απόψεις για εμπρησμό
Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Μάριος Χαρτσιώτης, από την πλευρά του, υποστήριξε ότι δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για εμπρησμό. Ωστόσο, η δήλωσή του ήρθε σε αντίθεση με την Πυροσβεστική Υπηρεσία, η οποία εμμένει στη θέση περί εσκεμμένης πρόκλησης πυρκαγιάς. Ο ίδιος απολογήθηκε για τη δήλωση ότι «πέρα από το ατυχές περιστατικό με τους δύο συνανθρώπους μας, δεν είχαμε άλλες απώλειες», διευκρινίζοντας πως δεν είχε πρόθεση να υποβαθμίσει την τραγωδία.
Ο Αρχηγός της Αστυνομίας, Θεμιστός Αρναούτης, ανέφερε ότι έχουν ήδη ληφθεί 65 καταθέσεις και διεξάγεται ποινική έρευνα, ενώ εκκρεμεί η θανατική ανάκριση για τα δύο θύματα. Επισήμανε πως μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ενδείξεις για κακόβουλη ενέργεια. Αναφερόμενος στο τραγικό περιστατικό με το ζευγάρι που έχασε τη ζωή του, προσπαθώντας να διαφύγει, ανέφερε ότι δεν έχει εξακριβωθεί ακόμη από ποιο δρόμο προσπάθησαν να διαφύγουν.
Με τη σειρά του, ο Υπουργός Εσωτερικών, Κωνσταντίνος Ιωάννου, αναγνώρισε κρατικές ευθύνες και αναφέρθηκε στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου για τη μετεξέλιξη της Πολιτικής Άμυνας σε Γενική Διεύθυνση Πολιτικής Προστασίας, με διευρυμένες αρμοδιότητες. Ανακοίνωσε επίσης τη δημιουργία Εθνικού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας και υπογράμμισε ότι θ’ αξιοποιηθεί και η σχετική μελέτη για την αναδιάρθρωση της διαχείρισης κρίσεων.
Ο Διευθυντής του Τμήματος Δασών, Σάββας Ιεζεκιήλ, χαρακτήρισε την πυρκαγιά ως «φάντασμα», υπογραμμίζοντας την ταχύτητα εξάπλωσής της και την ασυνήθιστη έντασή της. Όπως είπε, η υπηρεσία του κινητοποιήθηκε πλήρως, προκειμένου να διασωθούν ανθρώπινες ζωές.
Ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς, Γεώργιος Τσιτσικώστας, σημείωσε ότι τέτοιου είδους καταστροφές αναδεικνύουν την ανάγκη για άριστο συντονισμό. Υπογράμμισε τη σημασία της έγκαιρης παρέμβασης στην πρώτη εστία και υποστήριξε πως φέτος η ετοιμότητα ήταν καλύτερη από πέρσι. Αναφορικά με τα εναέρια μέσα, διέψευσε φήμες περί αδράνειας, λέγοντας πως όλα τα πτητικά μέσα επιχειρούσαν κανονικά.
Η Διοικήτρια της Πολιτικής Άμυνας, Μαρία Παπά, παραδέχθηκε ότι καταγράφηκαν επιχειρησιακές αδυναμίες στο πεδίο, ειδικά κατά τον έλεγχο κατοικιών για εγκλωβισμένους, κάτι που προκάλεσε καθυστερήσεις. Υπογράμμισε, επίσης, την έλλειψη νομικού πλαισίου για τις κατασκηνώσεις, θέμα που έθεσε και η Πρόεδρος της Βουλής, Αννίτα Δημητρίου, καλώντας για νομοθετική ρύθμιση.
Ιδιαίτερα σοβαρή ήταν η τοποθέτηση του κοινοτάρχη Κοιλανίου, Κυριάκου Κυριάκου, ο οποίος ισχυρίστηκε πως η Πολιτική Άμυνα καθοδηγούσε τον κόσμο προς τη φωτιά. Όπως ανέφερε, χρειάστηκε να λάβει μόνος του την απόφαση εκκένωσης, βλέποντας τη φωτιά να πλησιάζει, την ώρα που με βάση τις οδηγίες που ελάμβανε θα μπορούσαμε να θρηνήσουμε κι άλλα θύματα.
Έπιασαν δουλειά οι Αμερικανοί εμπειρογνώμονες
Πάντως, η αρχική εστία της πυρκαγιάς στην ορεινή Λεμεσό χαρακτηρίζεται από την ομάδα των Αμερικανών εμπειρογνωμόνων ως τόπος εγκληματικής ενέργειας, όπως πληροφορείται η «Σ».
Η ομάδα, που αποτελείται από δέκα ειδικούς, θεωρείται από τις πιο εξειδικευμένες παγκοσμίως στην ανάλυση πυρκαγιών και υποθέσεων εμπρησμού και έχει προσκληθεί από την Κυβέρνηση με σκοπό να διεξαγάγει έρευνα, να αξιολογήσει την κατάσταση και να δώσει σχετικές εισηγήσεις.
Οι Αμερικανοί έπιασαν δουλειά την περασμένη Πέμπτη, ενώ διαθέτουν ήδη τα δικά τους δεδομένα, τα οποία περιλαμβάνουν και πληροφορίες που έχουν συλλέξει μέσω αμερικανικών δορυφόρων.
Κατά την παραμονή τους, οι δέκα εμπειρογνώμονες θα παρουσιάσουν τα αρχικά τους συμπεράσματα, ενώ αργότερα θα αποστείλουν επίσημη γραπτή αναφορά. Η δεύτερη φάση της διαδικασίας θα εστιάσει στη διαχείριση της πυρκαγιάς και στην οργανωμένη απομάκρυνση των πολιτών από τις πληγείσες περιοχές.
Στο πλαίσιο της έρευνάς τους, πραγματοποιήθηκε αυτοψία στην περιοχή της πυρκαγιάς, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στο σημείο όπου εντοπίστηκαν οι πρώτες ενδείξεις καπνού. Υπολογίζεται ότι, με την ολοκλήρωση της παραμονής τους, θα προβούν σε έναν αρχικό απολογισμό για τα ευρήματά τους, ενώ η τελική τους έκθεση θα παραδοθεί στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.