Διεθνή

Ισραηλινό χτύπημα στο Κατάρ: «Μιλούν» τα όπλα, σωπαίνουν οι συνομιλίες

Οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι αποφάσισαν ότι δεν υπάρχουν ταμπού

Η ισραηλινή αεροπορική επιδρομή στην Ντόχα σηματοδότησε μιαν από τις πιο δραματικές καμπές στον πόλεμο του Ισραήλ με τη Χαμάς, ανατρέποντας τις ισορροπίες στη Μέση Ανατολή και στέλνοντας μήνυμα πως η κυβέρνηση Νετανιάχου δεν αναγνωρίζει πλέον ούτε κόκκινες γραμμές ούτε διπλωματικούς περιορισμούς. Η επιχείρηση, που έπληξε ηγετικά στελέχη της Χαμάς σε καταριανό έδαφος, ήρθε να επιβεβαιώσει το τέλος των συνομιλιών και να εγκαινιάσει μια περίοδο πιο επιθετικής στρατηγικής, η οποία φέρνει το Τελ Αβίβ σε ανοιχτή σύγκρουση όχι μόνο με την Οργάνωση αλλά και με αραβικές χώρες - συμμάχους των ΗΠΑ. Το χτύπημα, πέρα από το στρατιωτικό του σκέλος, έχει ήδη βαρύτατες διπλωματικές συνέπειες.

Το μήνυμα της επίθεσης

Παρά τις κατά καιρούς διαβεβαιώσεις του Τελ Αβίβ ότι θα εντοπίσει και θα εξοντώσει κάθε εμπλεκόμενο στις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου, οι ηγέτες της Χαμάς στο Κατάρ θεωρούνταν μέχρι πρότινος εκτός της «λίστας θανάτου». Η χώρα του Κόλπου αποτελεί βασικό σύμμαχο των ΗΠΑ και μια επίθεση εκεί θα έθετε υπό δοκιμασία την εύθραυστη ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή.

Εντούτοις, οι Ισραηλινοί αξιωματούχοι αποφάσισαν ότι δεν υπάρχουν ταμπού. Το μεσημέρι της Τρίτης, ο Νετανιάχου έδωσε το πράσινο φως για μια τολμηρή επιχείρηση στο καταριανό έδαφος. Στόχος ήταν μια κατοικία στα βόρεια προάστια της Ντόχα, που χρησιμοποιούσαν στελέχη της Χαμάς και θεωρείται το ίδιο μέρος, όπου είχαν πανηγυρίσει τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου.

Ουσιαστικά, η επίθεση σηματοδότησε μιαν άνευ προηγουμένου κλιμάκωση, αφού για πρώτη φορά το Ισραήλ χτύπησε τη Χαμάς σε κυρίαρχο κράτος που φιλοξενεί τις ειρηνευτικές συνομιλίες για τη Γάζα και παράλληλα την πιο σημαντική αμερικανική αεροπορική βάση της περιοχής.

Μεταξύ των στόχων ήταν ο Χαλίλ Αλ-Χάγια και ο Ζάχερ Τζαμπαρέν, πολιτικά στελέχη που χειρίζονται τις διεθνείς σχέσεις και τη χρηματοδότηση της Χαμάς, αλλά δεν μετέχουν στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γάζα. Σύμφωνα με την Οργάνωση, οι ηγέτες τους επέζησαν, ενώ χαμηλότερης βαθμίδας μέλη σκοτώθηκαν.

Σύμφωνα με αναλυτές, ακόμα κι αν το πλήγμα δεν είχε το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο. Για την ασφάλειά του, το Ισραήλ δεν λογαριάζει ούτε κόκκινες γραμμές ούτε διπλωματικό κόστος.

Η ισραηλινή επιχείρηση σχεδιάστηκε, ώστε να χτυπήσει τη στιγμή που οι ηγέτες θα συγκεντρώνονταν όλοι μαζί, με στόχο τη μέγιστη εξόντωση και τον περιορισμό παράπλευρων απωλειών. Τα αεροσκάφη, χωρίς να χρειαστεί να εισέλθουν στον ευαίσθητο εναέριο χώρο της Σαουδικής Αραβίας ή των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, αξιοποίησαν πυραύλους που καλύπτουν αποστάσεις άνω των 1.000 μιλίων.

Σε αντίθεση με επιθέσεις στη Συρία, τον Λίβανο ή το Ιράν, όπου το Ισραήλ συνήθως τηρούσε σιγήν ιχθύος, αυτήν τη φορά ανέλαβε αμέσως την ευθύνη με επίσημη ανακοίνωση του στρατού, μια ακόμη ένδειξη ότι οι παλιές ισορροπίες αλλάζουν.

Τέλος οι συνομιλίες

Ειδικοί εξηγούν ότι η ισραηλινή επίθεση κατά της ηγεσίας της Χαμάς στο Κατάρ κατέδειξε με τον πιο σαφή τρόπο αυτό που ο Νετανιάχου διακήρυττε εδώ και εβδομάδες, ότι δηλαδή η ώρα των συνομιλιών έχει τελειώσει.

Η επιχείρηση ήρθε ως φυσική συνέχεια της στάσης που κρατά ο Νετανιάχου, ο οποίος έχει αφήσει να εννοηθεί πως δεν υπάρχει πλέον περιθώριο για διαπραγματεύσεις, απαιτώντας την πλήρη παράδοση της Χαμάς και την απελευθέρωση όλων των ομήρων. Τον Ιούλιο, το Ισραήλ αποχώρησε από τις συνομιλίες για εκεχειρία, αιφνιδιάζοντας ορισμένους μεσολαβητές που θεωρούσαν πως η Χαμάς ήταν κοντά στο να δεχθεί μια προσωρινή συμφωνία για την απελευθέρωση περίπου των μισών ομήρων. Όμως τον Αύγουστο, όταν η Χαμάς ανακοίνωσε ότι αποδεχόταν αυτό το σχέδιο, το Τελ Αβίβ απάντησε ότι δεν ενδιαφέρεται πλέον για «αποσπασματικές λύσεις».

Το χτύπημα στην Ντόχα αποτελεί, στην πράξη, την επιβεβαίωση της θέσης Νετανιάχου ότι μόνο η στρατιωτική πίεση μπορεί να κάμψει τη Χαμάς και να οδηγήσει στην απελευθέρωση των ομήρων. Με την κίνηση αυτή, το σαφές μήνυμα ήταν ότι η διπλωματία περνά σε δεύτερη μοίρα.

Σύμφωνα με τον αναλυτή του think tank Foundation for the Defense of Democracies, Jonathan Conricus, «ο απώτερος στόχος είναι να αναγκαστεί η Χαμάς να δεχθεί τους όρους του Ισραήλ. Αυτό που κάνει τώρα είναι μια ολοκληρωμένη εκστρατεία πίεσης».

Η επίθεση σε καταριανό έδαφος θεωρήθηκε υπέρβαση κόκκινων γραμμών, ωστόσο εντάσσεται στη νέα, πιο επιθετική στρατηγική που ακολουθεί το Ισραήλ μετά την επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου. Έκτοτε, ο ισραηλινός στρατός έχει εξαπολύσει εκστρατείες όχι μόνο στη Γάζα αλλά και σε Λίβανο, Συρία, Ιράν και Υεμένη, θεωρώντας ότι δεν υπάρχει πλέον χρόνος για αναμονή απέναντι στις απειλές.

Ωστόσο, η στρατηγική αυτή έχει κόστος, αφού καθυστερεί την εξομάλυνση των σχέσεων με αραβικές χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, επιβαρύνει τη διεθνή εικόνα του Ισραήλ και θέτει σε δοκιμασία τις συμμαχίες του με τη Δύση. Η άρνηση του Νετανιάχου να ενδώσει στις αυξανόμενες πιέσεις για τερματισμό του πολέμου συμπίπτει με κινήσεις από βασικούς συμμάχους. Η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και ο Καναδάς έχουν ανακοινώσει ότι θα αναγνωρίσουν παλαιστινιακό κράτος στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση απειλεί με κυρώσεις. Την ίδια ώρα, οι δημοσκοπήσεις σε ΗΠΑ και Ευρώπη καταγράφουν ιστορικά χαμηλή στήριξη προς το Ισραήλ, σε αντιδιαστολή με την αυξανόμενη υποστήριξη προς τους Παλαιστινίους. Το διεθνές περιθώριο στένεψε ακόμη περισσότερο, με την αύξηση αντισημιτικών περιστατικών να πλήττει τόσο τους Ισραηλινούς στο εξωτερικό όσο και τις εβραϊκές κοινότητες της διασποράς.

«Το μεγαλύτερο στρατηγικό πρόβλημα είναι ότι η επίθεση καταστρέφει το μοναδικό αποτελεσματικό κανάλι για την επιστροφή των ομήρων», προειδοποίησε ο απόστρατος στρατηγός Ισραέλ Ζιβ. «Όταν εξοντώνεις εκείνους που μπορούν να διαπραγματευτούν, με ποιους θα μιλήσεις μετά;».

Οι σχέσεις με τις χώρες της Μέσης Ανατολής

Σε κάθε περίπτωση, η ισραηλινή αεροπορική επιδρομή στο Κατάρ έρχεται να προσθέσει νέα ένταση στις σχέσεις του Τελ Αβίβ με τα κράτη του Περσικού Κόλπου, χώρες που μέχρι πριν από λίγα χρόνια αποτελούσαν το θεμέλιο της στρατηγικής του Ισραήλ να εξασφαλίσει το μέλλον του μέσω διπλωματικής αποδοχής στη Μέση Ανατολή.

Οι αραβικές πρωτεύουσες αντέδρασαν με οργή. Σαουδική Αραβία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Κατάρ καταδίκασαν την επίθεση ως κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, ενώ ο πρώην ΥΠΕΞ των Εμιράτων, Άνουαρ Γκαργκάς, έκανε λόγο για «προδοτική» ενέργεια.

Πέρα από τον πόλεμο δηλώσεων που ακολούθησε, τα κράτη του Κόλπου καλούνται να επανεξετάσουν τη στάση τους απέναντι στο Ισραήλ, διχασμένα αν θα πρέπει να το αντιμετωπίζουν ως εταίρο ή ως πηγή κινδύνου ή και τα δύο. Πρόκειται για μια ουσιαστική ανατροπή σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, όταν τα ΗΑΕ και το Μπαχρέιν είχαν υπογράψει τις Συμφωνίες του Αβραάμ για την εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ, ενώ και το Ριάντ εξέταζε ανάλογες κινήσεις. Σύμφωνα με αναλυτές, ο στόχος τότε ήταν να ενταχθεί το Ισραήλ ως ισότιμος εταίρος στην περιοχή, αλλά, αντί γι’ αυτό, συμπεριφέρεται ως ηγεμόνας.

Η επίθεση στην Ντόχα έρχεται έπειτα από μήνες αυξανόμενης έντασης στις σχέσεις Ισραήλ - Κόλπου. Η δυναμική για εξομάλυνση πάγωσε λόγω της εκτίναξης των απωλειών αμάχων στη Γάζα και της συρρίκνωσης των πιθανοτήτων δημιουργίας παλαιστινιακού κράτους. Όταν το Ισραήλ έπληξε το Ιράν τον Ιούνιο, οι αραβικές κυβερνήσεις ωφελήθηκαν από την αποδυνάμωση της Τεχεράνης, ωστόσο ανησύχησαν για την αχαλίνωτη χρήση της ισραηλινής στρατιωτικής υπεροχής.

Μετά την επίθεση στην Ντόχα, το ερώτημα που πλανάται είναι αν υπάρχουν πλέον «κόκκινες γραμμές», αφού υπάρχει η ανησυχία ότι το Ισραήλ έχει γίνει υπερβολικά ισχυρό στρατιωτικά και ανεξέλεγκτο, κάτι που μπορεί να οδηγήσει σε νέες συγκρούσεις και αποσταθεροποίηση. Ο πολιτικός αναλυτής Αμπντουλχάλεκ Αμπντουλάχ ανέφερε στη Wall Street Journal ότι «πρόκειται για μια μεγάλη κλιμάκωση. Απ’ εδώ και στο εξής μπορούμε να χαρακτηρίζουμε το Ισραήλ κύρια αποσταθεροποιητική δύναμη στην περιοχή».

Οι χώρες του Κόλπου εμφανίζονται διχασμένες ως προς την αντίδρασή τους. Διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι βρίσκονται σε διαβουλεύσεις για μια συντονισμένη απάντηση, χωρίς, ωστόσο, να έχουν καταλήξει σε συγκεκριμένα μέτρα. Σαουδάραβες αξιωματούχοι φέρονται αποφασισμένοι να καταστήσουν σαφές στην Ουάσιγκτον ότι η αμερικανική στρατηγική για ειρήνη μέσω περιφερειακής ολοκλήρωσης τίθεται πλέον σε σοβαρό κίνδυνο.

Την ίδια ώρα, το πλήγμα στην Ντόχα δημιούργησε επίσης ερωτήματα για το κατά πόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να επιβάλουν αυτοσυγκράτηση ή να παρέχουν ασπίδα προστασίας στους συμμάχους τους, τη στιγμή μάλιστα που οι ίδιες οι μοναρχίες του Κόλπου αισθάνονται ότι μπαίνουν στο στόχαστρο. Από την Ουάσιγκτον, ο Ντόναλντ Τραμπ καταδίκασε μεν το πλήγμα, εκφράζοντας τη λύπη του που συνέβη στο Κατάρ και δεσμευόμενος ότι δεν θα επαναληφθεί, ωστόσο έσπευσε να επαινέσει την εξόντωση μελών της Χαμάς, ακόμα και εάν αυτό το χτύπημα έγινε στην Ντόχα.