Εξ Αφορμής

Στα μικρά γράμματα της Ιστορίας

Αυτό το άρθρο άρχισε να γράφεται στο μυαλό μου στις 18 Ιανουαρίου 2014, όταν ο νευρολόγος - ψυχίατρος από τη Θεσσαλονίκη, Κλεάνθης Γρίβας, βασικός ομιλητής στην ημερίδα που οργάνωσαν οι νεολαίες των Οικολόγων και της ΕΔΕΚ για τις χρήσεις της κάνναβης στην ιατρική και τη βιομηχανία, ξεκίνησε την τοποθέτησή του με μιαν εκπληκτική αμφισβήτηση της ίδιας της επιστήμης του!
«Θα σας μιλήσω», είπε, «αφενός ως επιστήμονας, δηλαδή ως νευρολόγος, αφετέρου δε ως δαιμονολόγος, δηλαδή ως ψυχίατρος, αφού η ψυχιατρική δεν μπορεί να αποτελεί κλάδο της ιατρικής επιστήμης, απ ́ αφορμή το γεγονός ότι είναι ο μόνος δήθεν κλάδος που δεν δεσμεύεται από την υποχρέωση της απόδειξης. Δηλαδή, με άλλα λόγια, στο επίπεδο της ιατρικής, ισχύει ό,τι εκβάλλεται από το γεμάτο ή άδειο κεφάλι του ψυχίατρου...».
Σήκωσα το κεφάλι και κοίταξα καλύτερα αυτόν τον 70χρονο άντρα και ήξερα πως είχα μπροστά μου έναν ξεχωριστό άνθρωπο, αποφασισμένο να κάνει τη διαφορά.
Το άρθρο συνέχισε να γράφεται στο μυαλό μου στις 13 Φεβρουαρίου 2014, όταν άκουγα στο τηλέφωνο τον 37χρονο δικηγόρο από τη Λευκωσία Μιχάλη Παρασκευά να μου μιλά για τη συγκέντρωση πολιτών την προηγούμενη νύχτα στη Λεμεσό, όπου τους ανέπτυξε την απόφασή του να επιδείξει πολιτική ανυπακοή απέναντι στο κράτος, ρισκάροντας να χάσει ακόμα και τη δουλειά του, μη καταβάλλοντας τις εισφορές του στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τον τρόπο διαχείρισης του Ταμείου από την Κυβέρνηση.
«Ρώτησα τους παρευρισκομένους κατά πόσον ήξεραν τι έγινε στην Καταλονία το 1936, αλλά δεν επεκτάθηκα σε αυτό», μου είπε γελώντας ο Μιχάλης.
Ένιωσα την ίδια στιγμή ότι μιλούσα με έναν ακόμα ξεχωριστό άνθρωπο, αποφασισμένο να κάνει τη διαφορά. Που επίσης αμφισβητεί, έμπρακτα, το κατεστημένο του δικού του επαγγελματικού χώρου, ολόκληρο το νομικό σύστημα, με όραμα την επαναστατική επιδίωξη της αυτοδιαχείρισης και της ελευθερίας - ατομικής και κοινωνικής.
Και αναπόφευκτα το ενδιαφέρον μου γι’ αυτούς τους δύο σύγχρονους αντικομφορμιστές, τον Μιχάλη Παρασκευά και τον Κλεάνθη Γρίβα, με οδήγησε σε δύο παλιούς Εμφύλιους Πολέμους και σε δύο παλιούς επαναστάτες που έχω την εντύπωση ότι τους εμπνέουν: στον μηχανικό σιδηροδρόμων Μπουεναβεντούρα Ντουρούτι (Buenaventura Durruti), δολοφονημένο στα 40 του στον Ισπανικό Εμφύλιο το 1936, και στον γιατρό Δημοσθένη Γρίβα (πατέρα του Κλεάνθη), δολοφονημένο στα 35 του στον Ελληνικό Εμφύλιο το 1947.
Γιατί, βέβαια, ηγετική μορφή της «Καταλονίας του 1936» που ο Μιχάλης Παρασκευάς ανέφερε στη συγκέντρωση της Λεμεσού, ήταν ο φλογερός ηγέτης της αναρχοσυνδικαλιστικής Εθνικής Συνομοσπονδίας Εργασίας της Ισπανίας, της θρυλικής Confederacion Nacional del Trabajo (CNT), σκοτωμένος από σφαίρα φασιστών του Φράνκο, σε οδόφραγμα στη Μαδρίτη.
Η μοναδική περιουσία που είχε όταν πέθανε, ήταν «δύο αλλαξιές, δύο πιστόλια, ένα ζευγάρι γυαλιά ηλίου κι ένα ζευγάρι κιάλια».
Ο Δημοσθένης Γρίβας από την Καρδίτσα, γιατρός του αριστερού ΕΛΑΣ στη διάρκεια της Αντίστασης και στη συνέχεια του κομμουνιστικού Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, είχε αναγκαστεί να βγει αντάρτης στο βουνό λόγω της «λευκής τρομοκρατίας» των εθνικιστών, που μετά την αποχώρηση των Γερμανών οργίαζε στη χώρα, απέναντι στην «κόκκινη τρομοκρατία» των κομμουνιστών, παρά το ότι διαφώνησε με την απόφαση του ΚΚΕ για Εμφύλιο Πόλεμο.
Πιάστηκε αιχμάλωτος από τον κυβερνητικό στρατό, πέρασε έκτακτο στρατοδικείο και εκτελέστηκε με συνοπτικές διαδικασίες τον Ιούνιο 1947 (Ο γιος του, Κλεάνθης, ήταν τότε μωρό τριών χρόνων). Οδηγήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα με τις πιτζάμες του, γιατί είχε χαρίσει το κοστούμι και το πανωφόρι του σε συγκρατούμενούς του. Δύο αποσπάσματα με στρατιώτες από την Καρδίτσα, που τον γνώριζαν και τον σέβονταν για την εντιμότητά του, αρνήθηκαν να πυροβολήσουν και αντικαταστάθηκαν από στρατιώτες από άλλα μέρη της Ελλάδας.
Η μοναδική περιουσία που είχε όταν πέθανε, ήταν τα γυαλιά του, το δακτυλίδι, η ταυτότητα, η βέρα, το ρολόι, η τσιγαροθήκη, ο αναπτήρας, τα ξυριστικά εργαλεία, το πουλόβερ, το στυλό του και ένα χειροποίητο σκάκι.
Μπουεναβεντούρα Ντουρούτι και Δημοσθένης Γρίβας. Γραμμένα με μικρά γράμματα τα ονόματά τους στην Ιστορία, όμως εμείς τους θυμόμαστε με εγκαρδίωση, είτε συμφωνούμε είτε διαφωνούμε με τις ιδέες που τους οδήγησαν στον θάνατο.