Ειδήσεις

54 χρόνια από την άφιξη της ΕΛΔΥΚ στην Κύπρο

Εγκαταστάθηκε στο νησί το 1960, κατόπιν της συμφωνίας Ζυρίχης - Λονδίνου
Κρυφά τα βράδια το 1962-63 παρέδιδαν μαθήματα σε Ελληνοκυπρίους για τον χειρισμό οπλισμού, ο οποίος δεν ήταν επαρκής, αλλά προετοίμαζε για την αντιμετώπιση της τουρκικής λαίλαπας...

Στις 16 τρέχοντος συμπληρώθηκαν 54 χρόνια από την άφιξη της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου (ΕΛΔΥΚ) στον νησί. Η ΕΛΔΥΚ εγκαταστάθηκε στην Κύπρο το 1960, κατόπιν της συμφωνίας Ζυρίχης - Λονδίνου, σύμφωνα με την οποία προβλεπόταν η ίδρυση τριμερούς Στρατηγείου Ελλάδος, Τουρκίας και Κύπρου. Στο Στρατηγείο αυτό υπαγόταν το Ελληνικό Στρατιωτικό Τμήμα με 950 άνδρες και το Τουρκικό (ΤΟΥΡΔΥΚ) με 650.
Η ΕΛΔΥΚ, με πρώτο διοικητή τον συνταγματάρχη τον Διονύσιο Αρμπούζη, έφτασε στις 16 Αυγούστου 1960 στο λιμάνι της Αμμοχώστου και έγινε δεκτή με πρωτοφανείς εκδηλώσεις ενθουσιασμού από τον κυπριακό λαό. Την ίδια ημέρα εγκαταστάθηκε στο στρατόπεδό της, έξω από τη Λευκωσία, στον δρόμο προς τον κατεχόμενο σήμερα Γερόλακκο.
Κατά το 1962 η κυπριακή κυβέρνηση, λαμβάνοντας πληροφορίες για επικείμενη ανταρσία των Τούρκων, άρχισε να προετοιμάζεται. Στην αρχή αξιωματικοί της Αστυνομίας πήγαιναν στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ και έπαιρναν μαθήματα για τον οπλισμό. Όταν καταρτίστηκαν άρχισαν κρυφά τα βράδια το 1962-63 να παραδίδουν μαθήματα σε Ελληνοκυπρίους για τον χειρισμό οπλισμού, ο οποίος δεν ήταν επαρκής, αλλά προετοίμαζε για την αντιμετώπιση της τουρκικής λαίλαπας.
Τον Δεκέμβριο του 1963 τελικά έγινε η τουρκοανταρσία, η οποία στην ουσία συνιστούσε πραξικόπημα κατά της νόμιμης και εκλελεγμένης κυβέρνησης. Είχε προηγηθεί, στις 30 Νοεμβρίου, η πρόταση του προέδρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου για την τροποποίηση 13 σημείων του Συντάγματος, που δημιουργούσαν ανυπέρβλητα προβλήματα για τη δημοκρατική λειτουργία και βιωσιμότητα του κράτους. Μια από τις πιο σημαντικές συνέπειες των συγκρούσεων ήταν η απόσυρση των Τουρκοκυπρίων πολιτειακών και κοινοβουλευτικών παραγόντων, αλλά και των περισσότερων δημοσίων υπαλλήλων σε περιοχές που ελέγχονταν από τουρκοκυπριακές ένοπλες ομάδες. Η γενίκευση της σύγκρουσης και η εμπλοκή των τμημάτων της ΕΛΔΥΚ και της ΤΟΥΡΔΥΚ αποφεύχθηκαν με την πυροσβεστική παρέμβαση της Βρετανίας.
Συγκρούσεις και εν ψυχρώ εκτελέσεις αξιωματικών
Σε νέα επεισόδια, τον Μάρτιο του 1964, σκοτώθηκε ο επιλοχίας της ΕΛΔΥΚ Σ. Καραγιάννης, ενώ τον Μάιο 1964 εκτελέστηκαν εν ψυχρώ στην τουρκική συνοικία της Αμμοχώστου οι Έλληνες αξιωματικοί Δ. Πούλιος και Β. Καποτάς, και ο οδηγός τους αστυνομικός Κ. Παντελίδης. Την ίδια χρονιά, ενώ οι Τούρκοι έχουν εντείνει τα προβλήματα στην Κύπρο, έρχεται εθελοντικά με ψεύτικο διαβατήριο ο ταχματάρχης Νικόλαος Ντερτιλής και οργανώνει τις ειδικές μονάδες της ΕΛΔΥΚ.
Τον Αύγουστο του 1964 οι απειλές για τουρκική επέμβαση στην Κύπρο πραγματοποιήθηκαν για πρώτη φορά, καθώς ύστερα από νέες συγκρούσεις στην περιοχή Μανσούρας-Κοκκίνων, αεροπλάνα της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας βομβάρδισαν επί τριήμερον (8-10 Αυγούστου) χωριά και στρατιωτικούς στόχους της περιοχής Τηλλυρίας και του κόλπου Ξερού, προκαλώντας δεκάδες θύματα - κυρίως αμάχους. Στην κρίσιμη μάχη της Μανσούρας και ενώ οι Τούρκοι απειλούν να βομβαρδίσουν το νησί, υπό τις διαταγές του στρατηγού Γρίβα ο ταγματάρχης Ντερτιλής επιτίθεται εφ' όπλου λόγχης και την ιαχή «Αέρα» σε ένα οχυρωμένο από Τουρκοκυπρίους και Τούρκους χωριό καταπάνω στα τουρκικά πολυβόλα, σκορπίζοντας τον θάνατο. Όπως σε κάθε στρατιωτική σύγκρουση, δυστυχώς ανάμεσα στα θύματα υπήρξαν και άμαχοι. Ο Γρίβας, φοβούμενος τουρκικά αντίποινα, του ζητά από τον ασύρματο να παύσει την επίθεση. Ο Ντερτιλής εκνευρισμένος πυροβολεί τον ασύρματο! Η επίθεση συνεχίζεται, ο αντικειμενικός σκοπός επιτυγχάνεται και οι Τούρκοι κατατροπώνονται.
Στις 15 Ιουλίου 1974 ανατρέπεται με πραξικόπημα ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος. Η ενέργεια αυτή, πέρα από την αδικαιολόγητη και τραγική αιματοχυσία αδελφικού αίματος και τη δημιουργία ψυχικού ρήγματος στον κυπριακό Ελληνισμό σε κρίσιμες ώρες, έδωσε το πρόσχημα στην Τουρκία -η οποία προετοιμαζόταν από καιρό- για τη στρατιωτική εισβολή, που πραγματοποιήθηκε στις 20 Ιουλίου 1974.
Η συμβολή της στις κρίσιμες μέρες του 1974
Η ΕΛΔΥΚ του 1974 αποτελούσε μια πάρα πολύ αξιόμαχη Μονάδα, στελεχωμένη σε επίπεδο υπομονάδων της με αξιόλογα και ικανότατα -όπως αποδείχθηκε από τα πολεμικά γεγονότα- στελέχη. Το γεγονός ότι η ΤΟΥΡΔΥΚ δεν έπαιξε σχεδόν κανένα ενεργό ρόλο στις επιχειρήσεις του Αττίλα Ι, αλλά αντίθετα είχε σαν απώλεια και τον Διοικητή της Συνταγματάρχη Βεζύρογλου, αυτό οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην αποτρεπτική παρουσία της ΕΛΔΥΚ.
Διοικητής της ήταν ο Συνταγματάρχης (ΠΖ) Νικολαΐδης, ο οποίος μόλις είχε τοποθετηθεί στη Μονάδα.
Δυστυχώς με τη σύγχυση των ημερών λόγω της αποδεδειγμένης πλέον προδοσίας, το λάθος που του καταλογίζεται είναι ότι πειθαρχούσε κατά γράμμα στις εντολές του ΓΕΕΦ. Συναίνεσε στην αποστολή... αυτοκτονίας της ΕΛΔΥΚ κατά του Κιόνελι, χωρίς προπαρασκευή Πυροβολικού, χωρίς σοβαρή υποστήριξη αρμάτων και βέβαια χωρίς να λαμβάνει υπ' όψιν ότι αυτό θα γινόταν υπό το φως της ημέρας, καθ' ήν στιγμήν η Τουρκική Αεροπορία ήταν η μοναδική παρούσα στους κυπριακούς αιθέρες, ο δε χώρος προ του Κιόνελι ήταν εξαιρετικά ακάλυπτος, αποψιλωμένος, χωρίς φυσικές οχυρές θέσεις.
Η ΕΛΔΥΚ εκ προοιμίου εθεωρείτο εξαιρετικά υπολογίσιμος αντίπαλος από τους Τούρκους. Οργανωμένη με τα πρότυπα του Ελληνικού Στρατού, στον οποίο στην ουσία ανήκε, είχε ως κύρια αποστολή την προστασία της νήσου, όπου και όταν αυτό της ζητηθεί. Γι’ αυτό και κατά τη διάρκεια της εισβολής, κάποιες υπομονάδες της αποσπάσθηκαν γι' αποστολές σε άλλα σημεία, πέραν του Στρατοπέδου της.
Ο 1ος λόχος αποσπάσθηκε στην περιοχή Καραβά, προς αναχαίτιση προσπάθειας εξάπλωσης της τουρκικής προέλασης προς δυσμάς. Όμως ο κύριος όγκος των δυνάμεών της ήταν ταγμένος πίσω από τον λόφο της Μακεδονίτισσας, όπου είναι σήμερα ο Τύμβος με τα κενοτάφια και τους τάφους των πεσόντων Ελλήνων στρατιωτικών, Ελλαδιτών και Κυπρίων. Δύο δυνάμεις λόχων είχαν οχυρωθεί ακροβολισμένοι στα χαρακώματα και ορύγματα προ του Στρατοπέδου στον Γερόλακκο. Με ορθή πρωτοβουλία του Διοικητή της, προληπτικά, το χάραμα της ημέρας της εισβολής (04.00 πμ) δόθηκε η εντολή να αναπτυχθεί όλη η Μονάδα σε χώρους διασποράς εντός και εγγύς του Στρατοπέδου της.
Έτσι δεν τους βρήκε στα καταλύματά τους η πρώτη επίθεση των τουρκικών βομβαρδιστικών με βόμβες ναπάλμ, που κυριολεκτικά δημιούργησε εικόνες κόλασης μέσα στο Στρατόπεδο.
Η ΤΟΥΡΔΥΚ είχε εγκαταλειφθεί από το βράδυ προ της εισβολής και οι άντρες της βρήκαν καταφύγιο στον τουρκοκυπριακό θύλακο του Κιόνελι.
Τελικά η ΕΛΔΥΚ τάχθηκε αμυντικά μετά την αποτυχημένη επίθεση στο Κιόνελι, σε νέα χαρακώματα και ορύγματα τα οποία σκάφτηκαν με αστραπιαία ταχύτητα.
Στις 17:00 της 22ας Ιουλίου, μια ώρα μετά την κατάπαυση πυρός, στον Β. τομέα της Λευκωσίας οι Τούρκοι προσπάθησαν να προωθηθούν καλυμμένοι πίσω από ένα κοπάδι πρόβατα!
Παρ' όλες τις προσπάθειες των Τούρκων για αιφνιδιαστική κατάληψη του Στρατοπέδου, γινόντουσαν αντιληπτοί και κατατροπώνονταν. Το ΓΕΕΦ όμως επέμενε να τηρηθεί η κατάπαυση του πυρός, με τους Τούρκους δίπλα στα συρματοπλέγματα του στρατοπέδου! Παρόλ' αυτά, ο διοικητής του Λόχου με πρωτοβουλία του, εφαρμόζοντας ό,τι διδάχθηκε στη ΣΣΕ, διέταξε αρχικά προειδοποιητικές βολές και στη συνέχεια έδωσε διαταγή πυρός, μέχρι που οι Τούρκοι απομακρύνθηκαν.
Το πρωί βρέθηκαν δίπλα στα συρματοπλέγματα αρκετοί νεκροί Τούρκοι στρατιώτες φορτωμένοι με όλμους και οπλοπολυβόλα. «Η κατάπαυση πυρός δεν ίσχυε για τους άνανδρους Τούρκους και προσπαθούσαν να την εκμεταλλευτούν όσο γίνεται καλύτερα», σύμφωνα με συνέντευξη βετεράνου της ΕΛΔΥΚ.
Βόμβες ναπάλμ, πυροβολισμοί και το χάος...
ΣΤΙΣ 23 Ιουλίου οι Τούρκοι προωθήθηκαν στη θέση του 11ου Σ.Π., ανάμεσα στην ΕΛΔΥΚ και στο Αεροδρόμιο Λευκωσίας, το οποίο προσπάθησαν να πλησιάσουν, αλλά ανακόπηκαν από την Α’ Μοίρα Καταδρομών που ήρθε με τα «Νοράτλας» από το Μάλεμε της Κρήτης, και που από το βράδυ της προηγουμένης είχε αναλάβει την υπεράσπισή του. Αργότερα το αεροδρόμιο τέθηκε υπό την προστασία του Ο.Η.Ε. και έτσι παραμένει ώς σήμερα.
Το πρωί της 14ης Αυγούστου βρήκε τους άνδρες της ΕΛΔΥΚ σε γραμμή άμυνας στο στρατόπεδό τους, στα ορύγματα και στις θέσεις διασποράς που είχαν ανακατασκευάσει.
Εκεί ήσαν όσοι είχαν απομείνει από τις προηγούμενες μάχες. Από το πρωί που ξεκίνησε ο Αττίλας ΙΙ, οι Τούρκοι άρχισαν να κτυπούν με πυρά βαρέος πυροβολικού και αεροπορίας. Όλες οι επιθέσεις αποκρούονταν υπό τα πυρά της τουρκικής αεροπορίας, αρχικά με βόμβες ναπάλμ και ακολούθως με πολυβολισμούς. Η ηρωική άμυνα του Στρατοπέδου από την ΕΛΔΥΚ αποδεικνυόταν η αποτελεσματικότερη των δυνάμεών μας.
Από το πρωί της 15ης Αυγούστου, οι Τούρκοι ξανάρχισαν να βάλλουν εναντίον της ΕΛ.ΔΥ.Κ. με πυρά πυροβολικού και αεροπορίας αδιάκοπα.
Όμως δεν τόλμησαν καμία επίθεση πεζικού και αρμάτων.
Η παντελής αποτυχία των επιθέσεών τους τη 14η Αυγούστου τούς αποθάρρυνε, έτσι έριξαν το βάρος των επιθέσεών τους κατά του άξονα Αγ. Παύλου - Αγ. Δομετίου. Όμως και εκεί απέτυχαν, διότι εκεί ήταν η ζώνη ευθύνης του γενναίου Έλληνα Ταγματάρχη Δημητρίου Αλευρομάγειρου, ο οποίος με τους άντρες του, πολεμώντας εναντίον υπεράριθμων Τούρκων και με ελλιπέστατο οπλισμό, κράτησε τη Λευκωσία ανέπαφη, ουσιαστικά στα όρια της «πράσινης γραμμής» που προϋπήρχαν της εισβολής. Ο Διοικητής της ΕΛΔΥΚ, προβλέποντας νέα ισχυρότερη επίθεση των Τούρκων, την επομένη 16η Αυγούστου, ζήτησε από το ΓΕΕΦ αντιαρματική υποστήριξη και μεγαλύτερη υποστήριξη πυρών πυροβολικού, τα οποία ουδέποτε πήρε.
Στις 08:30 το πρωί άρχισε να βάλλεται το Στρατόπεδο και τα γύρω υψώματα πάλι από την αεροπορία, και συγχρόνως άρχισαν να κινούνται προς το Στρατόπεδο και προς την περιοχή του Αγ. Παύλου δυο τουρκικοί σχηματισμοί.
Όλοι αυτοί οι σχηματισμοί αποκρούστηκαν μέχρι το μεσημέρι από τους λιγοστούς υπερασπιστές του στρατοπέδου, με τα πενιχρά οπλικά συστήματα που διέθεταν.
Όταν μετά από συνεχείς επαναλαμβανόμενες επιθέσεις οι Τούρκοι κατάφεραν να φθάσουν στα 100μ από τις τελευταίες σειρές συρματοπλεγμάτων στα αριστερά, με το πλεονέκτημα της υπεροπλίας και του δεκαπλάσιου στρατεύματος που εφορμούσε, η μάχη κατέληξε εκ του συστάδην.
Παρόλο που κάποια αραιά πυρά υποστήριξης του πυροβολικού μας έκοψαν κάπως την ορμή των αρμάτων τους, αυτοί σε λίγο θα έμπαιναν στις θέσεις του 4ου Λόχου.
Στις 13:00 διατάχτηκε απαγκίστρωση, που όμως θα έπρεπε να γίνει υπό το φως της ημέρας, με τα νώτα ακάλυπτα και σε έδαφος επικλινές, χωρίς φυσική κάλυψη. Πραγματική αυτοκτονία. Προσπάθησαν τα πρώτα τμήματα, μέχρι που τα τουρκικά άρματα και το πεζικό έπεσαν στις γραμμές τους, οπότε οι Έλληνες μαχητές ενεπλάκησαν σε μάχη σώμα με σώμα και εκτυλίχθησαν σκηνές πραγματικής αυτοθυσίας και ηρωισμού.
Οι Τούρκοι τους έκοβαν τα κεφάλια και τους... φωτογράφιζαν
ΣΤΗΝ αρχή οι Τούρκοι, λόγω σύγχυσης εξαιτίας του ιδίου χρώματος (λόγω ΝΑΤΟ) στολής εκστρατείας των Ελλήνων στρατιωτών, με αυτής των δικών τους, στην προσπάθειά τους να εκκαθαρίσουν το Στρατόπέδο από τους λιγοστούς ΕΛΔΥΚάριους, πυροβολούσαν ανεξέλεγκτα ό,τι εκινείτο. Σ' αυτήν την προσπάθειά τους αλληλοεξοντώθηκαν πολλοί Τούρκοι.
Στις 13:35 τα τουρκικά άρματα έμπαιναν πλέον απ' όλες τις μεριές στο Στρατόπεδο και προσπαθούσαν να κλείσουν σε μία λαβίδα τους υποχωρούντες Ελλαδίτες στρατιώτες.
Τότε ο Ανθυπασπιστής Κ. Κέντρας με τη Διμοιρία Πολυβόλων έμεινε εκεί να καλύπτει τους υποχωρούντες συναδέλφους του και έκτοτε θεωρείται αγνοούμενος. Με αυτή του την πράξη, έδωσε χρόνο στους συναδέλφους του να απαγκριστρωθούν προς την περιοχή Αρχαγγέλου.
Με την απαγκίστρωση μερικοί τραυματίστηκαν, λέγοντας στους άλλους να φύγουν, αφού τα τουρκικά άρματα απείχαν μόλις 50 μέτρα. Γυρίζοντας κάποιοι για τελευταία φορά το βλέμμα πίσω, τους είδαν στο όρυγμα να ρίχνουν με τα τόμσον ριπές κατά των Τούρκων που προσπαθούσαν να περάσουν το αγκαθωτό συρματόπλεγμα, καθυστερώντας όσο μπορούσαν τη διείσδυσή τους, ούτως ώστε να καλύψουν την υποχώρηση των συντρόφων τους.
Όπως έπρατταν καθ' όλην τη διάρκεια της ιστορίας τους οι Τούρκοι, έτσι και σ' αυτήν την περίπτωση μάζεψαν τους νεκρούς στον δρόμο μπροστά από το στρατόπεδο και αφού τους έκοβαν τα κεφάλια, τους... φωτογράφιζαν.
Ανάμεσα στους ηρωικώς πεσόντες Αξιωματικούς ήταν ο Λοχαγος Σταυριανάκος, που προηγουμένως διέταζε τους άνδρες του να μείνουν στα ορύγματά τους και αν χρειαστεί τα τουρκικά άρματα να περάσουν από πάνω τους! «Το Στρατόπεδο είναι Ελλάδα και θα το υπερασπιστούμε μέχρι ενός», είχε πει λίγο πριν σκοτωθεί.
Σε αυτήν τη μάχη η ΕΛΔΥΚ έχασε πάνω από το 1/3 της δύναμής της, που το ξεκίνημα της 14ης Αυγούστου αριθμούσε περίπου 300 άνδρες.
Η διαπίστωση ότι κανείς εκ των υπερασπιστών της δεν «το έβαλε στα πόδια», παρόλο το γεγονός ότι η προσπάθειά τους φαινόταν καταδικασμένη, πρώτον λόγω του όγκου των επιτιθέμενων και δεύτερον λόγω των ισχνών μέσων που διέθεταν για την απώθησή τους, δείχνει τον ηρωισμό τους και το αίσθημα του καθήκοντος που είχαν στην καρδιά τους.
Οι άνδρες της ΕΛΔΥΚ απαγκιστρώθηκαν μόνο όταν διατάχθηκαν γι' αυτό, αφού πολλοί από αυτούς είχαν καταπλακωθεί μέσα στα ορύγματά τους από τα εφορμούντα τουρκικά τανκς, έχοντας ξοδέψει πρώτα και τα τελευταία πυρομαχικά τους!
Και όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο στρατιώτης Γώγος, που δακτυλογραφούσε το Ημερολόγιο Μονάδας καθ’ υπαγόρευσιν του ταγματάρχη Καλλιώρα, διευθυντή του 3ου Ε.Γ.: «και στις Θερμοπύλες χάσαμε... όμως δεν αποτελεί μια ένδοξη στιγμή της Ελληνικής Ιστορίας;».