Με την ενασχόληση του αιμοσταγούς δικτάτορα Αδόλφου Χίτλερ στη ζωγραφική, στα νεανικά του χρόνια, πριν αφοσιωθεί στην πολιτική δημαγωγία, καταπιάστηκε το χθεσινό άρθρο στη στήλη, μετά την πώληση σχεδίων και άλλων μικρών ζωγραφικών έργων του, για πολύ μεγάλα χρηματικά ποσά, πριν από λίγες μέρες, σε δημοπρασία στη Γερμανία.
Η είδηση αυτή, μου έδωσε την ευκαιρία να κάνω αναφορά στην «καλλιτεχνική» περίοδο της ζωής του, σε σχέση με την καταστροφική του φύση, όπως την περιγράφει στο αποκαλυπτικό του βιβλίο «Η ανατομία της ανθρώπινης καταστροφικότητας», ο Γερμανός κοινωνικός ψυχολόγος και ψυχαναλυτής, Έριχ Φρομ (Erich Fromm, 1900-1980).
Σε αυτή την αναλυτική, ψυχοβιογραφική μελέτη του Χίτλερ, στο κεφάλαιο με τίτλο «Κακοήθης επιθετικότητα, μια κλινική περίπτωση νεκροφιλίας», ο Έριχ Φρομ επικαλείται τον Άλμπερτ Σπέερ (Albert Speer, 1905-1981), τον Γερμανό αρχιτέκτονα και εθνικοσοσιαλιστή πολιτικό που ήταν κοντύτερα στον Χίτλερ από οποιοδήποτε άλλο στέλεχος των Ναζί, για να εξηγήσει ότι, ο δικτάτορας, στην πραγματικότητα αγαπούσε την αρχιτεκτονική και όχι τη ζωγραφική, στην οποία έτσι κι αλλιώς είχε ελάχιστο ταλέντο - μια άψυχη και νεκρή προέκταση της ψυχής του ήταν τα ζωγραφικά του σχέδια που, σήμερα, εκατό χρόνια μετά, πωλούνται πανάκριβα σε ανώνυμους, πλούσιους συλλέκτες, για λόγους που υποθέτω μπορούν να εξηγηθούν μόνο με ψυχαναλυτικούς όρους. Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά ο Έριχ Φρομ, «η βασική έλλειψη παιδείας του Χίτλερ τον ωθούσε ν’ αποφεύγει συστηματικά να προσκαλεί στο γραφείο ή στο σπίτι του Γερμανούς ακαδημαϊκούς και άλλους μορφωμένους ανθρώπους. Ένιωθε αμήχανος με ανθρώπους ίσους ή ανώτερούς του από κάθε άποψη, όπως συμβαίνει συχνά με τους ναρκισσιστικούς ή αυταρχικούς χαρακτήρες. Έπρεπε να κρατά πάντα μια θέση που να του επιτρέπει να παίζει τον ρόλο του παντογνώστη και του αλάθητου. Αν δεν μπορούσε να το κάνει αυτό, τότε μια συζήτηση με πολύ καλλιεργημένους ανθρώπους θ’ απειλούσε ολόκληρο το οικοδόμημα της ρηχής γνώσης του. Σύμφωνα με τον Άλμπερτ Σπέερ, η μόνη εξαίρεση σε αυτή τη στάση του Χίτλερ ήταν η σχέση του με τους αρχιτέκτονες και ιδιαίτερα με τον καθηγητή P. L. Troost, που δεν φέρθηκε ποτέ δουλικά στον Χίτλερ. Όταν ο Φύρερ πήγαινε να τον επισκεφθεί στο διαμέρισμά του, ο Troost δεν έβγαινε ποτέ να τον προϋπαντήσει, ούτε και τον συνόδευε στη σκάλα όταν έφευγε.
Παρ' όλ' αυτά, ο θαυμασμός του Χίτλερ για τον Troost ήταν μεγάλος. Ποτέ δεν του φερόταν αλαζονικά, ούτε προέβαλλε αντιρρήσεις, αλλά τον αντιμετώπιζε σαν μαθητής, γιατί απλούστατα, του άρεσε πολύ η αρχιτεκτονική, που φαίνεται να ήταν το μοναδικό, γνήσιο ενδιαφέρον στη ζωή του, έξω από τον εαυτό του, που δεν ήταν ναρκισσιστικό, δεν ήταν έκφραση καταστροφικότητας. Μέσα από το ενδιαφέρον του για την αρχιτεκτονική, αυτός ο αναίσθητος και καταστροφικός άνθρωπος αποκτούσε, για πρώτη φορά, ζωή. Ήταν στην πραγματικότητα το μόνο δημιουργικό στοιχείο στον χαρακτήρα του - ίσως η γέφυρα που τον ένωνε με τη ζωή».