Έγραψα ξανά ότι το πραξικόπημα ακόμα με αναστατώνει, σαν ένα επώδυνο οικογενειακό μυστικό που δεν είμαι διατεθειμένος να το μοιραστώ με κανέναν.
Ότι ολόκληρη η ύπαρξή μου αντιστέκεται και δεν με θέλει να ασχοληθώ με το θέμα. Έστω κι αν έτυχε να βρεθώ με τους μακαριακούς, στη «σωστή» πλευρά της Ιστορίας. Έστω κι αν, παρά το νεαρό της ηλικίας μου, ήμουν θύμα σύλληψης, μάλλον απαγωγής (σαν σήμερα, 16 Ιουλίου ́74), ξυλοδαρμού και εικονικών εκτελέσεων, από πραξικοπηματίες της ΕΟΚΑ Β ́. Έστω κι αν είχα όλο τον καιρό, για να φιλτράρω, μέσα μου, την εμβληματική εμπειρία της κακοποίησής μου, για πολιτικούς λόγους. Παρ' όλα τα πολλά «έστω», κάθε χρόνο τέτοιες μέρες, νιώθω αβοήθητος και ανήμπορος να καταλάβω αυτή την τεράστια δύναμη που μέσα της περιδινίθηκα και χάθηκα κι εγώ και οι παιδικοί μου φίλοι στην Κάτω Δερύνεια και αυτοί που τότε θεωρούσαμε εχθρούς μας. Δεν ξέρω τι γίνεται με εκείνους που ήταν φίλοι μου και με εκείνους που ήταν εχθροί μου - ή μάλλον ξέρω, γιατί τους βλέπω σήμερα, μέσα στον φανατισμό τους, να εξακολουθούν να είναι τόσο πολύ βέβαιοι για τις πεποιθήσεις τους, τόσο πολύ βέβαιοι για το δικό τους δίκιο, τόσο πολύ βέβαιοι για το άδικο των άλλων. Άσπρο εκείνοι, μαύρο οι άλλοι. Εύκολο και εύπεπτο, έτσι δεν είναι; Εγώ ακόμα αμφιβάλλω... Το έκανα από τότε, παρόλο που είχα βρεθεί από νωρίς, στην αριστερή παράταξη, το κάνω και σήμερα, που απέρριψα -εδώ και πολύ καιρό- κάθε ιδέα παραταξιακής ταύτισης. Προφανώς η ζωή δεν είναι μαύρο άσπρο. Η απαγωγή μου δεν είχε να κάνει με το ότι ήμουν αριστερός, αλλά με το ότι ήμουν παρορμητικός. Αριστεροί ήταν και οι καμιά δεκαπενταριά φίλοι μου, που ήταν μαζί μου εκείνη την ώρα, αλλά κανένας από αυτούς δεν απήχθη. Η δειλία, η γενναιότητα, η παρορμητικότητα δεν είναι ζήτημα ιδεολογίας. Οι αριστεροί και οι δεξιοί και οι αναρχικοί και οι άλλοι δεν είναι εξ ορισμού γενναίοι ή δειλοί, είναι αυτοί που καθορίζει η γενετική τους προϊστορία, ο χαρακτήρας, το περιβάλλον και βεβαίως η έμπνευσή τους. Θέλω να πω ότι, σε τέτοιες στιγμές, δεν παίζει ρόλο ποιαν ιδεολογία έχεις στο μυαλό σου, αλλά ποιαν έμπνευση έχεις στην καρδιά σου. Οι μακαριακοί και το ΑΚΕΛ θα χαρακτήριζαν προδότες, δειλούς και τιποτένιους, εκείνους που με συνέλαβαν. Ένας απ’ αυτούς μού συμπεριφέρθηκε ιδιαίτερα άσχημα. Ήμουν ένα παιδί του Γυμνασίου, που δεν του είχα φταίξει σε τίποτα. Ήταν ο πρώτος που με κτύπησε. Ήταν συνοδηγός στο αυτοκίνητο που με έπαιρναν για ανάκριση, στο Λιοπέτρι. Γύρισε και μου την έφερε στο πρόσωπο, με τη λαβή του πιστολιού του, εξοργισμένος, γιατί διέκρινε μια υποψία ειρωνείας, σε μιαν από τις απαντήσεις μου. Οι είρωνες και οι αθώοι έχουν κάτι κοινό - δίνουν την εντύπωση ότι δεν φοβούνται τίποτε και κανέναν. Προφανώς, παρεξήγησε την αθωότητά μου και την πήρε για ειρωνεία. Έμαθα αργότερα ότι σκοτώθηκε στην εισβολή, πολεμώντας στην Κερύνεια. Ούτε προδότης ήταν, ούτε δειλός, ούτε τιποτένιος. Γιατί προφανώς η ζωή δεν είναι μαύρο άσπρο, είναι κομμάτι από το καταπληκτικό γκρίζο της μείξης.