Εξ Αφορμής

Όταν τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται

Εντάξει λοιπόν, ο αεροπειρατής δεν ήταν ακριβώς... αεροπειρατής και δεν ήταν, σίγουρα, τρομοκράτης. «Από την αρχή διαπιστώθηκε ότι δεν επρόκειτο περί εκδήλωσης περιπτώσεως τρομοκρατίας και παρόλο που δεν έδειχνε ότι αυτό το άτομο ήταν επικίνδυνο, υπό την έννοια της συμπεριφοράς του, διαπιστώσαμε ότι επρόκειτο περί προσώπου ψυχολογικά ασταθούς», εξήγησε μετά τη λήξη της αεροπειρατείας ο Υπουργός, λες και οι τρομοκράτες είναι οπωσδήποτε τύποι ψυχολογικά σταθεροί κι ατράνταχτοι.
Εντάξει λοιπόν, τα εκρηκτικά που κουβαλούσε δεν ήταν εκρηκτικά, ήταν φερόμενα εκρηκτικά. «Εξετάστηκαν τα φερόμενα εκρηκτικά που βρέθηκαν πάνω του», είπε ο Υπουργός «και δεν πρόκειται για εκρηκτικά, αλλά περί καλυμμάτων τηλεφώνου, τα οποία έδιναν την εντύπωση, ή ήθελε να δώσει την εντύπωση, ότι πρόκειται περί εκρηκτικών. Εμείς, ενώ είχαμε την υποψία ότι δεν επρόκειτο περί εκρηκτικών, δεν θέλαμε να πάρουμε το ρίσκο και χειριστήκαμε με σύνεση το θέμα, ωσάν να επρόκειτο περί εκρηκτικών. Τώρα γίνεται έρευνα στο αεροπλάνο, για να διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχουν άλλα εκρηκτικά ή οτιδήποτε. Δεν αναμένεται να υπάρχουν, αλλά οφείλουμε να το ερευνήσουμε και προσεχώς θα επαναλειτουργήσει και το αεροδρόμιο Λάρνακας».
Εντάξει λοιπόν, σε αυτή τη φοβερή υπόθεση όπου ο αεροπειρατής δεν ήταν αεροπειρατής και όπου τα εκρηκτικά ήταν καλύμματα τηλεφώνου, οι επιβάτες δεν ήταν καν όμηροι, γιατί όπως ανέφερε ο Υπουργός, «πρώτιστη μέριμνα όλων ήταν η ασφάλεια των επιβατών, θεωρουμένων και ως ομήρων».
Και εντάξει λοιπόν, μέσα σε αυτό το... ελαφρώς στρεβλωμένο πλαίσιο, όπου όλα είναι στο περίπου, δεν υπήρχαν καν κίνητρα στην ενέργεια του δράστη. Τουλάχιστον, «πρόκειται περί κινήτρων που δεν στηρίζονταν πάνω σε λογικά επιχειρήματα», όπως το διατύπωσε ο Υπουργός, που επεκτάθηκε περαιτέρω: «Από τη μια, ήθελε να παραδώσει φάκελο στην τέως σύζυγό του, κυπριακής καταγωγής, την οποία κατονόμασε και η οποία με αίτημα της Αστυνομίας μετέβη στο αεροδρόμιο για να έχει συνομιλία μαζί του. Μετά άρχισε να ζητά εκπροσώπους της ΕΕ για να τον διαβεβαιώσουν για θέματα τα οποία δεν είχαν λογική βάση. Τελικά, δέχτηκε να πάει εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών για να του δώσει αυτές τις διαβεβαιώσεις, αλλά μέχρι να φτάσει εκεί ο Πρέσβης κύριος Παντελίδης, υπήρξε και η ευτυχής κατάληξη».
Και τελικά εντάξει λοιπόν, στην ιστορία αυτή, με τον αεροπειρατή που δεν ήταν αεροπειρατής, με τα εκρηκτικά που δεν ήταν εκρηκτικά, με τους ομήρους που δεν ήταν όμηροι, με τα κίνητρα που δεν ήταν κίνητρα, ήταν φυσικό και αναμενόμενο να μην υπάρχουν ούτε όροι, ούτε αιτήματα του δράστη. Σύμφωνα με τον Υπουργό, «κατά διαστήματα έθετε αιτήματα, μεταξύ αυτών και το αίτημα για απελευθέρωση γυναικών κρατουμένων, αλλά το έθετε και μετά το άφηνε και έθετε άλλο και ούτω καθεξής. Δεν είχαν λογική, ούτε συνοχή τα αιτήματα που έθετε, για να ληφθούν σοβαρά υπόψη».
Γιατί, όπως θα συμπλήρωνε η στήλη, τίποτα δεν μπορεί να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη, όταν η ζωή γίνεται φάρσα και όταν τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται.