Εξ Αφορμής

Ένα απόγευμα με τη Marie Dorigny

Από την τριήμερη επίσκεψη στις Βρυξέλλες (1-4 Μαρτίου 2016), κρατώ πιο πολύ τη συγκλονιστική έκθεση φωτογραφίας για το επικίνδυνο ταξίδι των γυναικών προσφύγων της Συρίας στην Ευρώπη, που εγκαινιάστηκε την περασμένη Τετάρτη στο κέντρο επισκεπτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τη γνωριμία μου με τη δημιουργό τους, τη βραβευμένη Γαλλίδα φωτορεπόρτερ Marie Dorigny. Λίγη ώρα πριν από τα εγκαίνια, της πήραμε συνέντευξη με τη συνάδελφο του «Ρεπόρτερ» Αμάντα Αγκαστινιώτου και είχαμε τη σπάνια ευχαρίστηση να κουβεντιάσουμε με μια γυναίκα που κοσμεί τη δημοσιογραφία σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο με το ταλέντο και το επαγγελματικό της ήθος - αυτό που μέτρησε στην απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να της αναθέσει τον Νοέμβριο 2015, ν’ αναδείξει με τις φωτογραφίες της τα δεινά των γυναικών προσφύγων, καθώς ταξιδεύουν με τα παιδιά τους στην Ελλάδα και στην υπόλοιπη Ευρώπη, φεύγοντας από την εμπόλεμη ζώνη της Συρίας και του Ιράκ.
Απαντώντας σε ερώτηση της Αμάντας, αν ξεχώρισε κάτι στην αποστολή της αυτή, η Marie Dorigny είπε ότι «κάθε προσωπική περίπτωση πρόσφυγα είναι συγκινητική» και ότι «όλες αφορούν σκληρές ιστορίες, έστω και αν δεν έχουν χρόνο να σου πουν πολλά πράγματα. Βλέπεις μια γυναίκα με παιδιά τρομαγμένα και άρρωστα, στη διαδρομή μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας... βλέπεις τις μητέρες να κρατούν στην αγκαλιά τους τα παιδιά τους και να μην ξέρουν πού πάνε... να μετακινούνται σαν κοπάδι από το ένα μέρος στο άλλο, από το ένα σύνορο στο άλλο... να θέλουν να πάνε στη Γερμανία, αλλά να μην ξέρουν πού βρίσκονται, να μην έχουν έλεγχο της ζωής τους... Είναι θύματα πολέμου, κι όμως συχνά τυγχάνουν αντιμετώπισης εγκληματιών. Όμως δεν είναι εγκληματίες, είναι γενναίοι άνθρωποι που φεύγουν από τον πόλεμο, που έχουν το θάρρος και τη δύναμη να δραπετεύσουν από την κόλαση της πατρίδας τους, ελπίζοντας σε κάτι καλύτερο».
Η Marie Dorigny άρχισε την αποστολή της στις αρχές Δεκεμβρίου 2015, από την Ελλάδα και τη Λέσβο και την τέλειωσε στα μέσα Ιανουαρίου 2016 στη Γερμανία. Ενδιάμεσα, πέρασε από τα βόρεια σύνορα Ελλάδας-Σκοπίων, μεταξύ της Ειδομένης (ελληνικό χωριό) και της Γευγελής (πόλη των Σκοπίων), από τα σύνορα Σκοπίων-Σερβίας και στη συνέχεια από τα σύνορα Αυστρίας-Γερμανίας, στη γερμανική πόλη Passau. Κατέληξε σε προσφυγικό κέντρο στο Μόναχο της Γερμανίας, αποτυπώνοντας στον φακό της την ίδια απόγνωση που αποτύπωσε σε πολλές προηγούμενες ανθρωπιστικές αποστολές της με θέμα τη βία κατά των γυναικών και των παιδιών, ή την εκμετάλλευση φτωχών αγροτών, σε χώρες όπως το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, το Νεπάλ, την Ινδία, την Καμποτία, τη Μοζαμβίκη και τη Γουατεμάλα.
«Με τις φωτογραφίες μου», μας είπε, «δίνω όνομα και πρόσωπο στις στατιστικές και στους αριθμούς... Έχω τη φωτογραφία μιας γυναίκας Γεζίντι από το Ιράκ, 80 χρονών, που είναι στον δρόμο σε αυτήν την ηλικία... Θα μπορούσε να ήταν η γιαγιά σου... μια άλλη πρόσφυγας, θα μπορούσε να ήταν η κόρη σου, ή η μητέρα σου... Έτσι βλέπω τη δουλειά μου... δεν βλέπω τους ανθρώπους αυτούς, λες και έρχονται από άλλον πλανήτη... είμαστε όλοι ίδιοι, εκτός από το ότι εμείς είμαστε τυχεροί που γεννηθήκαμε στην Ευρώπη, ενώ αυτοί γεννήθηκαν αλλού...».