Εξ Αφορμής

Ο Σενέρ έλειπε, αλλά ήταν εκεί

Έδειξα στην Έφη τις φωτογραφίες από τη συνάντηση της περασμένης Δευτέρας, (28 Μαρτίου 2016), έτσι όπως οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι δημοσιογράφοι καθόμασταν ανάμικτοι στο Σπίτι της Συνεργασίας στη Λευκωσία, και της ζήτησα να μου ξεχωρίσει ποιοι είναι... εκείνοι και ποιοι είμαστε... εμείς. Απέτυχε σχεδόν ολοκληρωτικά! Μου έδειχνε τους Ελληνοκύπριους για Τουρκοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους για Ελληνοκύπριους...
Όμως, στη διάρκεια της συζήτησης, διαπίστωσα ότι ενώ εξωτερικά είμαστε... ίδιοι, εντούτοις ζούμε εσωτερικά σε διαφορετικό χρόνο, αν μπορούσα να αποδώσω έτσι την επίδραση της πολιτικής κατάστασης, στη δημοσιογραφία της κατεχόμενης Κύπρου από τη μια και της ελεύθερης Κύπρου από την άλλη. (Και εδώ, οι έννοιες «κατεχόμενη» και «ελεύθερη» έχουν μια κυριολεκτική σημασία, αφού περιγράφουν την τραυματισμένη δημοσιογραφία σε μια στρατοκρατούμενη περιοχή και την υγιή δημοσιογραφία σε μια δημοκρατική χώρα μέλος της ενωμένης Ευρώπης).
Θέλω να πω ότι φάνηκε στη συζήτηση, πιο ξεκάθαρα από κάθε άλλη φορά, ότι οι Τουρκοκύπριοι συνάδελφοι μόλις τώρα αρχίζουν ν’ απελευθερώνονται από τα δεσμά του πολιτικού αυταρχισμού και του εθνικισμού των δεκαετιών 1960-70, ενώ οι Ελληνοκύπριοι έχουμε απελευθερωθεί από αυτά, ήδη, από τη δεκαετία 1980 και πολύ περισσότερο με την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ.
Ο Sami Ozuslu, εκπρόσωπος της Ένωσης Τουρκοκυπρίων Δημοσιογράφων (KTGB), είπε χαρακτηριστικά ότι «οι τουρκοκυπριακές εφημερίδες που επικρατούσαν τα προηγούμενα χρόνια υποστήριζαν το 'εθνικό ζήτημα' και στοχοποιούσαν όσους ήταν εναντίον. Υπήρχε περίπτωση, όσοι αγόραζαν, διένειμαν, ή ακόμα και όσοι διάβαζαν τις εφημερίδες της 'αντιπολίτευσης' και ιδιαίτερα αυτές που υποστήριζαν την ειρήνη στην Κύπρο, να χαρακτηριστούν ως προδότες. Αυτή η κατάσταση άλλαξε κατά πολύ, στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Μετά τις κατασταλτικές περιόδους του παρελθόντος, σήμερα δεν υπάρχει σχεδόν κανένα θέμα το οποίο μπορεί να θεωρηθεί 'ταμπού' στον τουρκοκυπριακό Τύπο. Ακόμη και στους 'κρατικούς' ραδιοτηλεοπτικούς φορείς, κυριαρχούν δημοσιεύσεις με ρητορική υπέρ της λύσης, κάτι που ήταν αδιανόητο στο παρελθόν».
Να θυμίσω ότι ο κρίσιμος σταθμός για την αλλαγή που περιγράφει ο Sami Ozuslu υπήρξε το αντιτουρκικό κίνημα που ξέσπασε στα κατεχόμενα τον Γενάρη 2011, με μια διαδήλωση που εξελίχθηκε σε υπαρξιακή επανάσταση και με τα εκπληκτικά άρθρα ενός ατρόμητου δημοσιογράφου, του Σενέρ Λεβέντ στην «Αφρίκα».


«Άγκυρα, δεν θέλουμε ούτε τα λεφτά σου, ούτε το πακέτο σου, ούτε τους υπαλλήλους σου», έγραφε ένα από τα πανό της εκδήλωσης στην πλατεία Ινονού της Λευκωσίας. «Σωθήκαμε; Άϊ σιχτίρ», έγραφε ένα άλλο. Αυτό το δεύτερο, του «σιχτιρίσματος» της Τουρκίας, ήταν έμπνευση του Σενέρ Λεβέντ και ήταν αυτό που σκύλιασε τον τότε πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν, που έβγαλε από μέσα του όλα τα σαδιστικά και αλαζονικά του απωθημένα, ουρλιάζοντας ότι οι Τουρκοκύπριοι πρέπει να σκάσουν, γιατί ούτε λίγο ούτε πολύ, είναι ασήμαντοι χαραμοφάηδες που τους ταΐζει και τους ποτίζει η «μητέρα-πατρίδα».
Από τη σημαντική βραδιά της περασμένης Δευτέρας έλειπε ο Σενέρ Λεβέντ, εκεί ήταν όμως η αύρα του και η θετική του ενέργεια. Συγκρατώ περισσότερο τη διατύπωση του Κωστή Διογένους, εκπροσώπου της Ένωσης Συντακτών Κύπρου, έτσι όπως απευθύνθηκε στους Τουρκοκύπριους συναδέλφους: «Καθυστερήσαμε πολύ αυτήν τη γνωριμία, αλλά ευτυχώς φαίνεται πως ήρθε η στιγμή να κοιταχτούμε κατάματα, να πούμε τις αλήθειες μας, τον πόνο μας και να επιχειρήσουμε να στηριχθούμε ο ένας στον ώμο του άλλου»...