Εξ Αφορμής

Το χάσμα για τη γονική αποξένωση

Το χάσμα που χωρίζει τις απόψεις του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου στο θέμα της γονικής αποξένωσης παιδιών, στις περιπτώσεις χωρισμένων γονιών, από εκείνες όλων των άλλων εμπλεκομένων φορέων, διαφάνηκε γι’ ακόμα μια φορά, χθες (4 Απριλίου 2016), στη διάρκεια συζήτησης στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Βουλής. (Το θέμα, που θ’ αναδειχτεί με εκτεταμένο ρεπορτάζ στην έκδοση της ερχόμενης Κυριακής, ξανασυζητήθηκε στην Επιτροπή, στις 29 Ιουνίου 2015 και 7 Δεκεμβρίου 2015).
Σε υπόμνημα που υπέβαλε για τον Σύνδεσμο Κοινωνιολόγων Κύπρου ο Πρόεδρός του, Νεκτάριος Παρτασίδης, αναφέρεται ρητά ότι «τακτικά παρατηρείται το φαινόμενο της γονικής αποξένωσης, όπου τα τέκνα ωθούνται στην αποστροφή και απόρριψη ενός γονέα από τον άλλο γονέα. Τούτο ενδεχομένως να είναι απότοκο της συνειδητής ή και σκόπιμης επίρριψης ευθυνών από τον ένα γονέα έναντι του άλλου, προκειμένου να εξασφαλίσει ανάληψη κηδεμονίας των τέκνων, κοινωνικο-οικονομικά, ή άλλης φύσεως οφέλη. Σε καμία περίπτωση όμως, δεν πρέπει τα τέκνα ν’ αφήνονται έρμαια στη διαμάχη, ή να χρησιμοποιούνται ως μοχλός πίεσης από οιονδήποτε γονέα, ή άλλα εμπλεκόμενα πρόσωπα».
Σε σημείωμα εξάλλου που ανέγνωσε η εκπρόσωπος της Ομάδας Κατά της Γονικής Αποξένωσης, Μάρλα Θεοχαρίδη, επισημαίνεται μεταξύ άλλων ότι «ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος εκφράζεται πολύ έντονα κατά της αντιμετώπισης/επίλυσης του προβλήματος της γονικής αποξένωσης και είναι προφανείς οι λόγοι για τους οποίους αντιτίθεται, αφού ενδεχόμενη επίλυση του προβλήματος της γονικής αποξένωσης, ενδεχόμενη εφαρμογή των Διαταγμάτων του Οικογενειακού Δικαστηρίου Κύπρου, θα επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τα έσοδα κάποιων δικηγόρων».
Αντίθετα, ο δικηγόρος Λάρης Βραχίμης, εκ μέρους του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, επανέλαβε τις τοποθετήσεις του, στη γραμμή που εδραίωσε σε συνεδρία της ίδιας κοινοβουλευτικής Επιτροπής, στις 8 Φεβρουαρίου 2016, όταν είχε χαρακτηρίσει το σύνδρομο γονικής αποξένωσης, «μια γραμμή υπεράσπισης που έχει επιβληθεί για προστασία παιδεραστών». Στη χθεσινή παρέμβασή του, ουσιαστικά απάλλαξε από κάθε ευθύνη για τη γονική αποξένωση τον γονέα με τον οποίο διαμένει το παιδί και απέδωσε αυτή την ευθύνη στον αποξενωμένο γονέα.
«Υπάρχει», είπε, «μια προκατάληψη - θεωρούμε υπαίτιο, αυτών των καταστάσεων, τη μητέρα που έχει τη φροντίδα των παιδιών. Στην πραγματικότητα, οι λόγοι που οδηγούν ένα παιδί να μην επιθυμεί να έχει σχέση με τον άλλο γονέα είναι πάρα πολλοί - σπάνια μπορεί κάποιος να αποδώσει αυτή τη συμπεριφορά, αποκλειστικά στην κακόβουλη στάση ενός γονιού. Κατά κανόνα, έχει να κάνει με τη συμπεριφορά του άλλου γονιού, με κακές σχέσεις που προϋπήρχαν μεταξύ παιδιού και γονιού πριν από τη διάσταση, με τις συνέπειες που έχει στο παιδί, με το γεγονός της τεράστιας σύγκρουσης μεταξύ των γονιών και πώς μέσα στο πλαίσιο του διαζυγίου επηρεάζει τη συμπεριφορά του παιδιού και με τις φυσιολογικές ταυτίσεις που έχει ένα παιδί με τον ένα γονιό, αντί με τον άλλο. Οι παράγοντες είναι σύνθετοι και οδηγούν σε μικρό αριθμό περιπτώσεων, σε μια κατάσταση που να έχουν τα παιδιά τέτοια αρνητικά συναισθήματα, που να καθίσταται αδύνατη η εφαρμογή της επικοινωνίας.
»Οποιαδήποτε συνέχιση της προσπάθειας να επιβάλεις στο παιδί να βλέπει τον γονιό για τον οποίο δεν τρέφει θετικά συναισθήματα, είναι εντελώς αρνητική για το παιδί, με αποτέλεσμα να έχουμε ουσιαστικά ένα σύστημα, το οποίο κακοποιεί το ίδιο το παιδί, στην προσπάθειά του να ικανοποιήσει τον ένα γονιό που δεν έχει την επικοινωνία και ν’ αποφύγει τις κατηγορίες από πλευράς του».