Στη… «σπηλιά»

*** Κυριακή πρωί… Στο βάθος, αχνοφαινόταν το χωριό, απ' όπου έφτανε ο υπόκωφος ήχος της Θείας Λειτουργίας. Αν και Θεοσεβούμενος, δεν το 'χε καθεβδομαδιάτικο να πηγαίνει στην Εκκλησία. Ειδικά αυτήν την Κυριακή… Θα κόλαζε και τους Αγίους.

*** Κάθισε στη ρίζα μιας τεράστιας καρυδιάς, που τα φύλλα της είχαν αρχίσει να αποδυναμώνονται, καθώς εξέπνεε ο κύκλος των εποχών. Ήταν πάνω στο έμπα του ο Οκτώβρης.

*** Έμεινε αποσβολωμένος να κοιτάζει τις σχεδόν αιωνόβιες ρίζες του αμπελιού, που -αν και απεριποίητο- ήταν φορτωμένο σταφύλι. Το αμπέλι που του 'χαν κληροδοτήσει οι γονείς, μα που χρόνια τώρα δεν το 'χε και σε μεγάλη υπόληψη, καθώς καταπιανόταν με τα τάχατες μεγάλα και σπουδαία της δουλειάς του.

*** Κι όμως… Να, που ένας ανέσπερος παράδεισος ξεπρόβαλλε μπροστά του και στάθηκε ικανός να του αποσπάσει τις σκέψεις από τα όσα του καλλιεργούν αβίαστα το συμπέρασμα πως τούτος ο τόπος, σε συλλογικό και ατομικό επίπεδο, δεν μπορεί πια να ελπίζει σε μέλλον.

*** Κι αυτό, καθώς βιώνει ίσως τη μεγαλύτερη ηθική παρακμή στην ιστορία του. Ο σύγχρονος Λεβιάθαν (θνητός Θεός κατά τον Thomas Hobbes, ο ίδιος ο διάβολος κατά άλλους) κυριαρχεί σε κάθε επίπεδο. Στον πολιτικό βίο, στην επαγγελματική ζωή, στην καθημερινότητα.

*** Δεν ήταν η πρώτη φορά το τελευταίο διάστημα που σκεφτόταν πως θα ήθελε μιαν άλλη ζωή. Μια ζωή, που αν και κάποτε αποκήρυσσε, τώρα φάνταζε η σανίδα της δικής του προσωπικής σωτηρίας. Ονειρευόταν πια να κάνει το περιβολάκι του, να ζει λιτά -πλην όμως ελεύθερα- από αυτά που θα του έδινε η γη του.

*** Ονειρευόταν… Δεν είχε πάρει ακόμα απόφαση. Βρισκόταν ενώπιον του διλήμματος. Ήθελε να αποξενώσει όλα εκείνα τα στοιχεία, που μοιραία μέσα σ' όλον αυτόν τον Κυκεώνα του ηθικού ξεπεσμού, οδηγούσαν και τον ίδιο σε μιαν άνευ ορίων αλλοτρίωση, καταργούσαν κάθε έννοια της εσωτερικής του ελευθερίας και καθιστούσαν ρακένδυτη την ίδια του τη συνείδηση.

*** Ήθελε να επιστρέψει στη «σπηλιά» του (όχι κατά τον τρόπο που την εννοεί ο Πλάτωνας με τον αλληγορικό του μύθο) και να πάψει να ματαιοπονεί σ’ έναν προαναγγελθέντα χαμένο πόλεμο κατά της συλλογικής αλλοτρίωσης.

*** Είναι άραγε αυτό παραίτηση; Παραίτηση από το καλό της πατρίδας;

*** Όχι. Είναι διαφορετικός και μη συγκρινόμενος ο αγώνας για την προάσπιση της πατρίδας. Είναι τιμή και γεννά ελπίδες ο θάνατος για την πατρίδα, έστω και αν είναι δεδομένος και προαναγγελθείς. Σ’ αυτόν τον θάνατο θα δήλωνε πάντα παρών. Η πάλη κατά της ατομικής αλλοτρίωσης, όμως, είναι υπόθεση προσωπική και ένας τέτοιος εσωτερικός θάνατος είναι απευκταίος..

Παρεμπιπτόντως, καμία νομολογία δεν μπορεί να εκφυλίσει και προπάντων να τερματίσει την ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης.

Και το άσχετον, η αξία όσων σε περιβάλλουν, κρίνεται από τον τρόπο που συγχωρούν τις στιγμές αδυναμίας σου.