Ενέργεια

ΡΙΝΓΚ ΤΗΣ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑΣ Η αναφορά του νόμου από τον πρόεδρο

Νέος κύκλος αντιπαραθέσεων ξεσπασε αυτήν τη βδομάδα με αφορμή την απόφαση του Προέδρου Αναστασιάδη να στείλει τον Νόμο στο Ανώτατο Δικαστήριο, ούτως ώστε να διαφανεί κατά πόσον αυτός είναι αντισυνταγματικός. Για το συγκεκριμένο ζήτημα στο Ρίνγκ αυτής της βδομάδας φιλοξενούμε τον Εκπρόσωπο Τύπου του ΔΗΣΥ Πρόδρομο Προδρόμου και τον Βουλευτή του ΑΚΕΛ Άντρο Καυκαλιά.

Ερωτήσεις

1) Η κοινή γνώμη βλέπει πως, ενώ το θέμα του Ενωτικού Δημοψηφίσματος αφορούσε αρχικά εκπαιδευτικούς σκοπούς, στην πορεία διασυνδέθηκε με τις διαπραγματεύσεις στο Κυπριακό και τελικά κατέληξε να εξυπηρετεί προεκλογικές σκοπιμότητες; Ποια η άποψή σας;

2) Θεωρείτε ότι η κατάθεση Νόμου από τον ΔΗΣΥ λειτούργησε υποστηρικτικά στην κάμψη της τουρκικής αδιαλλαξίας ή έφερε τα αντίθετα αποτελέσματα, διχάζοντας παράλληλα την πλευρά μας;

3) Τι πιστεύετε θα ήταν σωστό να πράξει ο Πρόεδρος στην περίπτωση που το Ανώτατο Δικαστήριο κρίνει ως αντισυνταγματικό τον Νόμο;

Απαντήσεις Προδρόμου


1) Είναι πολύ ανησυχητικό όλο αυτό το σκηνικό που δημιουργήθηκε. Κάτι σαν... εικονική πραγματικότητα! Όλοι το ξέρουμε πως δεν είναι καθόλου αληθινά αυτά που συμβαίνουν. Ξεκίνησε πράγματι ένα πολύ μικρής σημασίας σημείο μέσα σε κανονισμούς των σχολείων, για να γίνεται μια ολιγόλεπτη αναφορά στην επέτειο του Ενωτικού Δημοψηφίσματος. Αφήνω το ότι μπορεί από την αρχή να υπήρχε θέμα συνταγματικότητας αφού, σύμφωνα με παλαιότερη γνώμη του Γενικού Εισαγγελέως, όταν έχουμε κανονιστική νομοθεσία η Βουλή δεν έχει την ευχέρεια να «αυτοσχεδιάζει» και θα πρέπει λίγο-πολύ είτε να εγκρίνει είτε να απορρίπτει, όχι να αλλάζει συλλήβδην τους Κανονισμούς.



Εν πάση περιπτώσει, εκείνο που όλοι συμφωνήσαμε ότι επρόκειτο για απλές «αφορμές» και για μια χονδροειδή τουρκική προπαγάνδα, αφού βρήκαν ως πρόσχημα τους σχολικούς κανονισμούς για να πουν ότι η ελλληνική πλευρά «γύρισε σε πολιτική Ένωσης», τελικά παρασυρθήκαμε να το δεχτούμε περίπου σαν πραγματικότητα! Απίστευτο, αλλά συνέβη. Και το ΑΚΕΛ βρήκε την ευκαιρία να βγάλει τον... μετρητή της δημοκρατικότητας σαν να ανακάλυψαν μόλις τον Φεβρουάριο ότι το ΕΛΑΜ βρισκόταν στη Βουλή και ψήφιζε και νομοθετούσε (συχνά μάλιστα στις ίδιες αντιπολιτευτικές γραμμές με τους ίδιους!). Και κάποια άλλα κόμματα με επικεφαλής το ΔΗΚΟ έβγαλαν τον μετρητή εθνικοφροσύνης για την ιστορική μνήμη μας! Προέκυψαν όχι απλά σκηνές διχασμού, αλλά και ακραίας έντασης πολιτικές συμπεριφορές. Για ποιον λόγο; Διότι σχεδόν όλοι πάτησαν την μπανανόφλουδα της τουρκικής προπαγάνδας.

2) Η πρόταση νόμου είχε μια θεσμική λογική, εντελώς άσχετα από τις αιτιάσεις που εφηύρε ο κ. Ακιντζί και η τουρκική πλευρά. Ότι δηλαδή την αρμοδιότητα για τέτοια ζητήματα έπρεπε να την έχει η εκτελεστική εξουσία και συγκεκριμένα το Υπουργείο Παιδείας. Από την ώρα, όμως, που αυτό δεν μπορούσε να γίνει δεκτό ή και δεν ήθελαν άλλα κόμματα να το καταλάβουν, υπήρχε πρόβλημα. Μπορεί στην πράξη να βοηθούσε παράλληλα και στην εκτόνωση της τεχνητής κρίσης που δημιούργησε ο κ.Ακιντζί. Δυστυχώς όμως μετά την ψήφιση, τον νόμο αυτόν τον πήρε στα χέρια του ξανά ο Τουρκοκύπριος ηγέτης και τον χρησιμοποίησε προπαγανδιστικά.



Αυτά που είπε ο κ.Μπουρτζιού, εκ μέρους του Μ. Ακιντζί, αφού ψηφίστηκε ο νόμος, ήταν πολύ προσβλητικά και ουσιαστικά ήταν σαν πρόσκληση κατά πρόσωπο στον Πρόεδρο Αναστασιάδη. Με δυο λόγια του είπε ότι «αφού δεν το διόρθωσες εσύ, ο Ακιντζί φρόντισε και έφερε πρώτα τον ηγέτη του ΑΚΕΛ και μετά τον πρόεδρο του ΔΗΣΥ και τους έβαλε μαζί να διορθώσουν το λάθος». Εδώ υπάρχει ένα θέμα. Ίσως μάλιστα μέσα σε αυτό το πολύ ηλεκτρισμένο πολιτικό κλίμα να είχε αποφευχθεί η νομοθετική πρωτοβουλία στη συγκεκριμένη στιγμή. Φυσικά και δεν άλλαξε κάτι στην τουρκική αδιαλλαξία. Φαίνεται να συνέβαλε πάντως στη συνέχεια των συνομιλιών. Όμως, από την πρώτη στιγμή το κλίμα τους ήταν δηλητηριασμένο και από την προσέγγιση του θέματος από τον κ. Ακιντζί, αλλά και από την έξαλλα προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας στις κυπριακές θάλασσες

3) Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπροστά σε μια τόσο διαφιλονικούμενη νομοθεσία και αφού είχε ακούσει ήδη πριν από την ψήφιση ισχυρισμούς περί αντισυνταγματικής ακυρότητας, νομίζω ήταν επόμενο να ακούσει τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέως και έτσι ανέφερε τον νόμο για εξέταση στο Ανώτατο Δικαστήριο. Εάν το Δικαστήριο αποφανθεί ότι ο νόμος αντίκειται στο Σύνταγμα, δεν υπάρχει ερώτημα. Έτσι είναι. Οι αποφάσεις του Ανωτάτου είναι σεβαστές. Ο νόμος αυτός δεν μπορεί να ισχύει. Υπάρχουν άλλοι τρόποι, όμως, για να φτάσουμε στο ίδιο αποτέλεσμα. Προσωπικά όμως διερωτώμαι...



Από τη στιγμή που το αντισυνταγματικό στοιχείο είναι τόσο προφανές και είναι η ανάγκη διαβούλευσης του Υπουργού με την κοινοβουλευτική επιτροπή, γιατί δεν έγινε μια απλή επισήμανση εκείνες τις τόσο τραγικές στιγμές που χρειάστηκε η Αστυνομία να μπει μέσα στη Βουλή και που πολιτικός αρχηγός έσπευσε να καταγγείλει στον Γενικό Εισαγγελέα άλλον αρχηγό για «ρητορική μίσους». Δεν μπορούσε από τότε να δοθεί το στίγμα «μη σκοτώνεστε για κάτι τέτοιο, είναι ούτως ή άλλως άκυρο»; Ή και ακόμα πιο πριν, μήπως δεν έπρεπε να επισημανθεί από τις 10 Φεβρουαρίου ότι ήταν αντισυνταγματικό να περάσει τόσες αλλαγές σε Κανονισμούς η Βουλή; Δεν ξέρω. Δεν είμαι βέβαια συνταγματολόγος. Διερωτώμαι απλώς. Διότι όλα αυτά που έγιναν, εκτός από θλιβερά ήταν και εντελώς αχρείαστα.

Απαντήσεις Καυκαλιά

1) Θα διαφωνήσω μαζί σας ότι το θέμα αφορούσε αρχικά εκπαιδευτικούς σκοπούς, για να διασυνδεθεί στη συνέχεια με τις διαπραγματεύσεις και στο τέλος να υπηρετεί προεκλογικές σκοπιμότητες. Το ζήτημα είναι εξόχως πολιτικό και ως τέτοιο αντιμετωπίζεται. Οι εκπαιδευτικοί σκοποί ούτως ή άλλως εξυπηρετούνται, με την ένταξη του θέματος στην εκπαιδευτική ύλη. Το Ενωτικό Δημοψήφισμα είναι μέρος της νεότερης ιστορίας της πατρίδας μας και ορθώς διδάσκεται στα σχολεία. Αλλά ο σχολικός εορτασμός του ουδόλως υπηρετεί τις σύγχρονες ανάγκες -και προπαντός τις προοπτικές του τόπου μας και του λαού στο σύνολό του.



Γιορτάζουμε επετείους ιστορικών γεγονότων που το μήνυμά τους έχει διαχρονική σημασία. Η επέτειος του ενωτικού δημοψηφίσματος, αλήθεια, ποια διαχρονική σημασία υπηρετεί; Τους μόνους που εξυπηρετούσε η κατάσταση, ήταν τους αρνητές της προοπτικής επανένωσης της πατρίδας μας τόσο στη μια όσο και στην άλλη πλευρά. Σε ό,τι αφορά εμάς στο ΑΚΕΛ, καμιά προεκλογική σκοπιμότητα δεν εξυπηρετείται. Αυτά που λέγαμε πριν τα λέμε και σήμερα.

2) Η τουρκική αδιαλλαξία είναι δεδομένη. Καθώς επίσης και η κλιμακούμενη τουρκική προκλητικότητα. Και κανείς δεν απαλλάσσει την Τουρκία από τις ευθύνες της. Και πολύ περισσότερο η κατάθεση της συγκεκριμένης τροπολογίας δεν απαλλάσσει κανέναν από τις ευθύνες του. Το ΑΚΕΛ στήριξε την πρόταση ΔΗΣΥ, έχοντας ως πρωταρχικό μέλημά του την εξεύρεση τρόπων που θα οδηγούσαν στην επανάληψη της διαπραγματευτικής διαδικασίας, η οποία ήταν φανερό πως οδηγείτο σε ναυάγιο.



Σε όλο αυτό το διάστημα απαράδεκτη ήταν η στάση και του κ. Ακιντζί, ο οποίος καλείται να επιβεβαιώσει πως παραμένει σταθερός σε όσα διακηρύττει για τη λύση και επανένωση του τόπου μας. Με το να έχει το βλέμμα στραμμένο προς τη Μεγάλη Πύλη, δεν βοηθά την κατάσταση. Από την άλλη, είναι ηλίου φαεινότερο πως ο Πρόεδρος Αναστασιάδης έχει άλλες προτεραιότητες πια. Το δικό του βλέμμα είναι στραμμένο στις προεδρικές του 2018. Εκεί παραπέμπουν όλες οι πράξεις και ενέργειές του και προπάντων η ρητορική του. Και οι δύο ηγέτες καλούνται να σκεφτούν τις συνέπειες ενός πισωγυρίσματος κι ενός ναυαγίου στο Κυπριακό.

3) Το ζήτημα είναι άλλο. Γιατί να παραπέμψει τον Νόμο ο Πρόεδρος; Ο ίδιος δεν μίλησε για «ανοησία» ή για «λάθος»; Αυτό το λάθος δεν έπρεπε να διορθωθεί; Ο ίδιος, έστω και αργά, δεν επιχείρησε με δηλώσεις του να κάνει κινήσεις προσέγγισης στον κ. Ακιντζί; Γιατί προχώρησε στην αναφορά, αν όχι για να χαϊδέψει τα αφτιά όλων όσοι του ασκούσαν κριτική τόσους μήνες τώρα, ότι διαπραγματεύεται το λάθος περιεχόμενο της λύσης ή ότι τα έδωσε όλα στην άλλη πλευρά; Είναι φανερό πως ο Πρόεδρος επιλέγει να είναι «αρεστός» και όχι «ωφέλιμος».