Τα γραμμένα

*** Τα πράγματα στη ζωή δεν είναι προγραμματισμένα. Είναι, όμως, ορισμένα (γραμμένα). Τα φέρνει ο άνεμος στις ορισμένες στιγμές και ο άνθρωπος είτε δράττεται των ευκαιριών, είτε τις αφήνει να διασκορπίζονται με το πέρασμα του ανέμου.

*** Το δεδομένο είναι μόνον ένα. Ο χρόνος. Ο χρόνος που άλλοτε αδυσώπητα περνά και χάνεται, κι άλλοτε μένει βασανιστικά «κολλημένος» στις δοκιμασίες. Τα όμορφα και τα δύσκολα, κομματάκια ενός αταίριαστου, πολλές φορές, παζλ, που στην τελική συνθέτει τον απολογισμό της ζωής του καθενός.

*** Η αξία του απολογισμού της ζωής γίνεται, όμως, αντιληπτή όταν ο άνθρωπος φτάνει στα μισά ή και περισσότερο της διαδρομής.

*** Θέλω να πω πως έζησα. Αυτό. Στα 60, στα 70, θέλω να πω πως έζησα. Όχι καλά. Μα πως έζησα ώς το τέρμα, τα καλά και τα κακά. Στην τελική, άμα το σκεφτεί κανείς, δεν υπάρχουν κακά. Αυτά, έρχονται απλώς για να μας μάθουν κάτι ή για να μας υπομνήσουν την αξία των καλών.

*** Και η αξία των καλών κρύβεται στα απλά, στα καθημερινά. Δεν υπονοώ ότι τα καλά δεν υπάρχουν και στα σπουδαία. Το έχω, όμως, πάρει απόφαση: Δεν γεννηθήκαμε όλοι για τα σπουδαία. Ή, για να το θέσω πιο ρεαλιστικά, τα σπουδαία του καθενός διαφέρουν ανάλογα με τον τρόπο που μεγάλωσε, τις εμπειρίες και τα βιώματά του.

*** Σπουδαίο για παράδειγμα, είναι για μένα και η καθημερινή μάχη των βιοπαλαιστών να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Και στην προκειμένη, η σπουδαιότητα δεν κρύβεται έτσι αβασάνιστα στο μεγάλωμα των παιδιών, μα στο ότι έγινε κατορθωτό αυτό το μεγάλωμα μέσα στη σαθρότητα του κόσμου τούτου, χωρίς να μοιχευτούν ιδανικά, αρχές και αξίες.*** Μπορεί να φαίνονται κοινότυπα τα γραφτά μου σήμερα. Αυτονόητα για μερικούς, ξεπερασμένα και ρομαντικά -υπό την ειρωνική έννοια- για άλλους.*** Όμως, χοντρά – χοντρά, τι μένει στον άνθρωπο; Ο δρόμος, ο τερματισμός και η μετά θάνατον συνέχεια του, που δεν είναι τίποτα άλλο από τα παιδιά και τα έργα του. Παρεμπιπτόντως, παραμονές της Παναγιάς, παραμονές της δεύτερης πράξης της τραγωδίας, παραμονή που μας υφάρπαξαν την Αμμόχωστο.«Περπατώ του δρόμου η άκρη είναι μακριά θολωμένο δάκρυ, αίμα στάζει η καρδιά μοναξιά είσαι απέραντη σαν λίμνη έρημος χωρίς σκιά μάνα εσύ έχεις τη λύπη τη σιωπή για συντροφιά» (Στίχοι – μουσική: Στέλιος Χιώτης) Και το άσχετον, επιλέγω στη θάλασσα, όπως και στη ζωή να βάζω μια άνω και κάτω τελεία.