Συνεντεύξεις

«Το μεγαλύτερο έργο της Κύπρου»

«Από την κατάσταση του ‘οργανωμένου χάους’ που επικρατεί σήμερα στα δημόσια κέντρα υγείας, μέχρι το σημείο όπου θα μπορούμε να μιλάμε για σύγχρονες διοικούμενες μονάδες, θα χρειαστεί πολύς χρόνος και κόπος. Μέχρι τότε, όμως, ποιος θα τα συντηρεί;»

Για τα σωστά στάδια εφαρμογής του νέου συστήματος, τα εμπόδια που πρέπει εκ προοιμίου να προσπελαστούν, τις εναλλακτικές επιλογές, αλλά και τον κίνδυνο που διατρέχουν τα νοσοκομεία, καταθέτει τις απόψεις του στη «Σημερινή» ο σύμβουλος σε θέματα υγείας και πρώην πρόεδρος της Τεχνικής Επιτροπής ΓεΣΥ, δρ Ανδρέας Πολυνείκης. Μεταξύ άλλων, αναφέρεται σε σειρά μέτρων που έπρεπε να προηγηθούν της εφαρμογής του νέου συστήματος, όπως η μηχανογράφηση των δεδομένων στις υπηρεσίες υγείας, ενώ σημειώνει χαρακτηριστικά ότι «είναι μεγάλο το ρίσκο να ρίξεις τα νοσοκομεία στον ανταγωνισμό χωρίς να είναι έτοιμα».
Η αυτονόμηση των δημόσιων νοσοκομείων θα έπρεπε να είχε προηγηθεί οποιασδήποτε άλλης ενέργειας για το ΓεΣΥ;


Όταν λέμε ΓεΣΥ, στην ουσία αναφερόμαστε στο σύστημα υγείας που επικρατεί σε μια χώρα και όχι στις μεταρρυθμίσεις. Στην περίπτωση της Κύπρου το παρόν σύστημα έχει πολλαπλά προβλήματα και δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες των πολιτών, γι’ αυτό και αποφασίστηκε από το 1991 να γίνουν μεταρρυθμίσεις. Στην πράξη ιδρύθηκε ένας Οργανισμός Ασφάλισης Υγείας (ΟΑΥ) με τη δικαιοδοσία να αγοράζει υπηρεσίες υγείας για τους ασφαλισμένους του, με τα χρήματα που θα καταβάλλουν σε κοινό ταμείο οι τρεις κοινωνικοί εταίροι.


Ασφαλισμένοι του ΟΑΥ, στο τέλος της ημέρας, είναι όλος ο κυπριακός πληθυσμός. Επί της ουσίας, το νέο σύστημα φέρνει τον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα να ανταγωνίζονται για ασθενείς επί ίσοις όροις. Δηλαδή, ο ασθενής έχει δικαίωμα να επισκεφθεί όποιον γιατρό θέλει και την επίσκεψη θα την πληρώσει ο ΟΑΥ. Το ίδιο ισχύει αν επισκεφθεί ένα νοσοκομείο ή μια ιδιωτική κλινική. Άρα η απάντηση στην ερώτηση δεν ενδιαφέρει στη ουσία τον ΟΑΥ, διότι είναι αγοραστής υπηρεσιών υγείας.


Κατά πόσον θα έπρεπε να προηγηθεί η αυτονόμηση οποιασδήποτε άλλης ενέργειας, θα το αποφασίσει ο ιδιοκτήτης των δημόσιων νοσηλευτηρίων, που είναι το κράτος. Αν τα νοσοκομεία δεν καταστούν ανταγωνίσιμα ώστε να προσελκύουν ασθενείς, τότε θα υπολειτουργούν και το κράτος είτε θα τα κλείσει είτε θα τα χρηματοδοτεί εις βάρος των φορολογουμένων. Είναι μεγάλο το ρίσκο να ρίξεις τα νοσοκομεία στον ανταγωνισμό χωρίς να είναι έτοιμα.
Με αυτό κατά νουν, ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, τα σωστά στάδια εφαρμογής του ΓεΣΥ;


Για ένα τόσο μεγάλο έργο, όπως είναι το ΓεΣΥ, θα έπρεπε να υπάρχει λεπτομερής σχεδιασμός, με όλες τις παραμέτρους που χρειάζονται στη θέση τους. Ας μην ξεχνάμε ότι το ΓεΣΥ είναι το μεγαλύτερο έργο που θα εκτελεστεί στην Κύπρο. Ποια στάδια εφαρμογής να αναφέρουμε όταν σημαντικά βήματα που έπρεπε να προηγηθούν, όπως η αναδιοργάνωση του ιδίου του Υπουργείου Υγείας, η μηχανογράφηση των υπηρεσιών υγείας, η εισαγωγή medical audit, η εκπαίδευση σημαντικού αριθμού ειδικών σε θέματα οικονομικών της υγείας, διαχείρισης νοσοκομείων και η εκπαίδευση των οικογενειακών ιατρών δεν έχουν γίνει; Ο σχεδιασμός είναι ένα πράγμα και τα χρονοδιαγράμματα άλλο θέμα. Εύχομαι, πάντως, ο σχεδιασμός που εφαρμόζεται σήμερα στο ΓεΣΥ να είναι ο σωστός και να τηρηθούν τα χρονοδιαγράμματα.
Ποια σοβαρά προβλήματα πρέπει να επιλυθούν, ώστε να είναι ομαλή η εφαρμογή;


Ομαλή εφαρμογή του ΓεΣΥ σημαίνει παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στον πολίτη τη στιγμή που την χρειάζεται και στο επίπεδο που απαιτείται. Το κύριο πρόβλημα για να λειτουργήσει το ΓεΣΥ είναι να εφαρμοστεί στην ώρα του το μηχανογραφικό σύστημα. Αλίμονο αν δεν εφαρμοστεί! Κανείς δεν θα ξέρει τι γίνεται μέσα στο σύστημα παροχής υπηρεσιών. Τονίζω ότι η μηχανογράφηση δεν είναι εύκολη υπόθεση.


Χρειάζεται αρκετός χρόνος για να εμπεδωθεί και δεν είναι τυχαίο που πολλοί την θεωρούν το κεντρικό νευρικό σύστημα του ΟΑΥ. Νοείται, παράλληλα, ότι μεγάλα προβλήματα, όπως η αποζημίωση των γιατρών και των άλλων προμηθευτών, θα έχει συμφωνηθεί, η συμμετοχή των γιατρών θα είναι βέβαιη και η εκπαίδευση των οικογενειακών γιατρών θα γίνει έγκαιρα.


Το πρόβλημα, όμως, είναι τα κρατικά νοσοκομεία, που διατρέχουν τον κίνδυνο να μην τα επιλέξει ο πολίτης γιατί θα έχει δίπλα του ιδιώτες γιατρούς, οι οποίοι θα τον εξυπηρετούν καλύτερα. Άλλωστε, ο οικογενειακός γιατρός θα έχει στη διάθεσή του όλα τα φάρμακα και φαρμακεία που θα συμβληθούν με τον ΟΑΥ, καθώς επίσης και όλα τα κλινικά εργαστήρια, που θα είναι δωρεάν στο σημείο παροχής.


Εν ολίγοις, τα δημόσια κέντρα υγείας θα είναι σε μειονεκτική θέση έναντι των ιδιωτικών κλινικών διότι φέρουν μαζί τους πολλά βαρίδια, που δεν θα τους επιτρέψουν σε σύντομο χρονικό διάστημα να ανταγωνιστούν τα ιδιωτικά. Θυμίζω ότι, πριν από 20 περίπου χρόνια, ξένοι εμπειρογνώμονες σημείωσαν ότι επικρατεί σ’ αυτά οργανωμένο χάος. Από αυτήν, λοιπόν, την κατάσταση μέχρι το σημείο όπου θα μπορούμε να μιλάμε για σύγχρονες διοικούμενες μονάδες, στελεχωμένες με το κατάλληλο προσωπικό, θα χρειαστεί πολύς χρόνος και κόπος. Μέχρι τότε, όμως, ποιος θα τα συντηρεί;
Είναι, δηλαδή, ουτοπικό να πιστεύει κανείς ότι τα δημόσια νοσηλευτήρια μπορούν να λειτουργήσουν σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον;


Μπορούν, αν ο ΟΚυΠΥ προωθήσει άμεσα τη διαπίστευσή τους με έναν αναγνωρισμένο οργανισμό. Τι σημαίνει αυτό; Ότι θα μπουν στη θέση τους όλα όσα χρειάζονται για να λειτουργήσει ένα νοσοκομείο - αν είναι διαπιστευμένο, σημαίνει ότι προσφέρει υπηρεσίες στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Αυτό προσπαθήσαμε κάποτε να εφαρμόσουμε στα δημόσια νοσηλευτήρια. Δυστυχώς, όμως, άλλες οι βουλές των θεών και άλλες των ανθρώπων. Σήμερα πιστεύω ότι, για να είναι ανταγωνιστικά, θα πρέπει να στοχεύσουν στη διαπίστευση. Σε αντίθετη περίπτωση, τα νοσοκομεία δεν θα αντέξουν τον ανταγωνισμό και, αργά ή γρήγορα, θα οδηγηθούν στο κλείσιμο, πράγμα που το απευχόμεθα όλοι.
Υπάρχει εναλλακτική, σε περίπτωση αποτυχίας εφαρμογής του νέου συστήματος;


Κατ’ αρχήν πιστεύω ότι με μεγάλη προσπάθεια απ' όλους, το ΓεΣΥ θα πρέπει να εφαρμοστεί με τα πολλά ή τα λίγα προβλήματα που υπάρχουν και άλλα που θα παρουσιαστούν. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για να έχει ο κυπριακός λαός σωστή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Αν όμως δεν εφαρμοστεί ή η εφαρμογή του αποτύχει, δύο τινά μπορούν να συμβούν: Είτε θα εμπλακούν οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, ενδεχόμενο το οποίο απεύχομαι, είτε θα πρέπει το κράτος να αναλάβει τις ευθύνες του και να βελτιώσει τα κρατικά νοσοκομεία σε τέτοιο βαθμό, που να ικανοποιούνται όλες οι ανάγκες των δικαιούχων του σημερινού κρατικού συστήματος.
Σε ποιο στάδιο της εφαρμογής εκτιμάτε ότι θα αρχίσει να αντιλαμβάνεται ο πολίτης τα οφέλη του ΓεΣΥ;


Από την πρώτη στιγμή! Θα εξαφανιστούν οι ουρές από τα κέντρα υγείας και τα κρατικά φαρμακεία, θα μηδενιστεί ο χρόνος για ακτινογραφίες και άλλες παρακλινικές εξετάσεις και όλοι οι πολίτες θα έχουν ίση πρόσβαση στο πρωτοβάθμιο επίπεδο.
Χρειάζεται επικαιροποίηση της μελέτης Ξιάο
Εκτιμάτε ότι η απόσταση που χωρίζει γιατρούς και Υπουργείο Υγείας μπορεί να γεφυρωθεί σύντομα και με ποια φόρμουλα;


Το κύριο πρόβλημα που τους χωρίζει είναι το ύψος του σφαιρικού προϋπολογισμού. Αν ο ΟΑΥ πείσει τους γιατρούς ότι ο προϋπολογισμός του ενός δισεκατομμυρίου είναι οι δαπάνες υγείας που ξοδεύονται τα τελευταία δύο χρόνια στην Κύπρο, τότε ναι, θα υπάρξει γεφύρωση. Πρέπει, όμως, να το αποδείξει γιατί στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε πόσα ξοδεύει ο ιδιωτικός τομέας. Η μέθοδος που χρησιμοποίησαν οι αναλογιστές δεν αμφισβητείται. Αμφισβητείται η βάση των δεδομένων, πάνω στα οποία στηρίχθηκαν και η οποία έπρεπε να επικαιροποιείται κάθε δύο χρόνια από την εποχή που την υπολόγισε ο Ξιάο.


Πιστεύω ότι θα πρέπει να γίνει επικαιροποίηση της μελέτης του Ξιάο για να γνωρίζουμε το ύψος του σφαιρικού προϋπολογισμού. Αυτό ζήτησε να γίνει και το Υπουργείο Οικονομικών και όχι τυχαία, αλλά για άγνωστους λόγους δεν υλοποιήθηκε. Ασφαλώς, για να γίνει γεφύρωση των διαφορών θα πρέπει να γίνουν και οι κατάλληλες συναντήσεις, στις οποίες θα λάβουν μέρος άτομα που γνωρίζουν σε βάθος τα θέματα για να έχουν κοινή γλώσσα.


* Ο Δρ Ανδρέας Πολυνείκης (MD, MPH, PHD) είναι πρώην Πρόεδρος της Τεχνικής Επιτροπής ΓεΣΥ και της Ομάδας Δράσης για το ΓεΣΥ, πρώην Εκτελεστικός Διευθυντής ΝΓΝΛ, ενώ υπηρέτησε και ως Πρώτος Ιατρικός Λειτουργός του Υπ. Υγείας. Επίσης, ο κ. Πολυνείκης διετέλεσε Πρόεδρος της Ιατρικής Εταιρείας Προσωπικών και Οικογενειακών Ιατρών.