Πολιτισμός

«Αισθάνομαι εραστής της τέχνης του ήχου»

Θεωρώ ότι υπάρχει υπερ-παραγωγή και υπερ-πληροφόρηση στην Κύπρο, με αποτέλεσμα να ξεπέφτουν οι πιο πολλές παραγωγές σε επιφανειακά αποτελέσματα

Κάποιοι ειλικρινείς καλλιτέχνες ζουν και δημιουργούν μέσα σε μια «ησυχία». Μέσα σε μιαν «ανήσυχη ησυχία» θα μπορούσα να πω. Ο δικός μας μουσικός και συνθέτης Λάρκος Λάρκου είναι παρών, είναι χαρισματικός, ασχολείται εδώ και χρόνια με τη μουσική καθώς χαράζει το δικό του στίγμα στα μουσικά πράγματα του τόπου. Σεμνός, διακριτικός αλλά συνειδητοποιημένος στο έργο του και τον ρόλο του, προσφέρει αξιοπρεπώς την τέχνη του σε όλους εμάς. Τον συναντήσαμε, τον γνωρίσαμε από κοντά, μάθαμε για την αξιόλογη πορεία του και τα μελλοντικά του σχέδια!
Η εισβολή και τα πρώτα ακούσματα


Λάρκο, έχεις σχεδόν ίδια ηλικία με την εισβολή. Πώς αισθάνεσαι που, όσο εσύ μεγαλώνεις, μεγαλώνει -σε χρόνο- και αυτή η ιστορική στιγμή της Κύπρου;
Είναι ένα χρόνο νεότερή μου! Τη βίωσα σε όλη μου τη ζωή δηλαδή. Στα πρώτα χρόνια είχα συναισθηματική σχέση μαζί της - με ταλαιπωρούσε η φαντασία για το άγνωστο απέναντι. Μετά ο πόθος απομυθοποιήθηκε και τα οδοφράγματα τον μετέτρεψαν σε απαξίωση των συνθηκών που ζούμε σε αυτόν τον τόπο, αλλά και του τρόπου αντιμετώπισής τους από τον ξένο παράγοντα αλλά και από εμάς τους ίδιους. Η ηλικία, όμως, δεν συνιστά απαραίτητα ωριμότητα μιας κατάστασης ή ενός ατόμου. Πιο πολύ έχει να κάνει με τον νόστο. Προσωπικά με απασχολεί η στιγμή που ζω...
Με ποια μουσικά ακούσματα μεγάλωσες; Τι σε ώθησε να ακολουθήσεις τον δρόμο της μουσικής;


Η μουσική με βρήκε από παιδί οκτώ χρονών, με ένα φτηνό σχολικό μαντολίνο και μια δανεική κιθάρα. Ο δρόμος ήταν μονόδρομος και απροσποίητα γενναιόδωρος με μένα. Μεγάλωσα ακούγοντας τον σταθμό ραδιοφώνου του μοναδικού καναλιού (τότε) του ΡΙΚ να παίζει ασταμάτητα από ένα τρανζιστοράκι πάνω από το ψυγείο της κουζίνας και τη μάνα μου να τραγουδά είτε μαζί του είτε μόνη της ό,τι της ερχόταν στο μυαλό, σε έναν κόσμο εντελώς δικό της, ο οποίος είχε τελικά επιρροή και στον δικό μου κόσμο.


Ήμουν «κλειστός» στον εαυτό μου, στο υπνοδωμάτιό μου, όπου με απόλυτο μυστικισμό ηχογραφούσα ό,τι με ενδιέφερε από το ραδιόφωνο σε απαρχαιωμένες κασέτες. Άκουγα Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Σαββόπουλο, ρεμπέτικο, Julio Inglesias, Chris de Burgh...


Γέμιζα τετράδια με τραγούδια και έβαζα από πάνω τις συγχορδίες όπως τις ανακάλυπτα μόνος μου. Κάθε τετράδιο είχε ξεχωριστό χαρακτήρα, διαφορετική αισθητική γραφής, ειδικά χρώματα και σχήματα.


Ήμουν (και είμαι) ένα συνειδητά απομονωμένο άτομο. Επέστρεφα από το Γυμνάσιο και με έβρισκε ο ύπνος με αγκαλιά την κιθάρα που απέκτησα με τις οικονομίες μου.


Είχα δύο μουσικούς κόσμους, αυτόν του Ωδείου, που σπάνια με εξέφραζε, και αυτόν που ανακάλυπτα κάθε μέρα μόνος μου. Ως εκ τούτου νιώθω αυτοδίδακτος...
Στα χρόνια του Πανεπιστημίου ανακάλυψα τον Astor Piazzolla του tango, τον Miles Davis της jazz, τον Ingor Stravinski της δυτικοκλασικής πρωτοπορίας, τον Frederico Garcia Lorca του ισπανικού duente, τον George Crumb των ανατροπών του 20ού αιώνα και σε συνδυασμό με τον πάντοτε λατρεμένο μου Μάνο Χατζιδάκι αποτέλεσαν την προσωπική μου μυθολογία! Μετά ήρθε ο Βασίλης Μιχαηλίδης...
«Ευλογία να ‘σαι καθηγητής μουσικής»


Παράλληλα με τις μουσικές σου δραστηριότητες, τυχαίνει να ασκείς το επάγγελμα του καθηγητή της μουσικής σε σχολεία της Κύπρου. Ποια είναι η εμπειρία σου με τα νέα παιδιά που αναζητούν τρόπους να εκφραστούν μέσα από τη μουσική;


Θεωρώ ευλογία το επάγγελμα αυτό, που είναι και λειτούργημα. Ό,τι με απασχολεί σε καλλιτεχνικό επίπεδο το παρουσιάζω σε συνεργασία με μαθητές αλλά και συναδέλφους, με εκπληκτικά αποτελέσματα! Είχα την τιμή να είμαι εμψυχωτής σε σεμινάρια και παραστάσεις και συμμετείχα ως κριτής σε πολλούς διαγωνισμούς, εμπειρίες που μου άφησαν σπουδαίες αναμνήσεις.


Τα νέα παιδιά έχουν ευκαιρίες σήμερα, αλλά καραδοκούν και κίνδυνοι παραπληροφόρησής τους, που ίσως τα οδηγήσουν σε λανθασμένα μονοπάτια, λόγω της ασυδοσίας στη μουσική (παρα-)παιδεία του τόπου μας. Είναι μεγάλο το θέμα. Το έχω βιώσει τραυματικά στα εφηβικά μου χρόνια, όταν, χωρίς να θέλω να ομογενοποιήσω καταστάσεις, ένιωθα ότι μόνος μου εμβάθυνα στη μουσική και δεν με εξέφραζε το κυπριακό μουσικό τοπίο, ούτε και το Ωδείο...


Τα νέα παιδιά, όμως, μέσα από την επαφή που έχω με πολλούς μαθητές και μαθήτριες, βλέπω ότι μεταφέρουν τα γενικότερα συμπτώματα της κυπριακής κοινωνίας, δηλαδή μια δόση επιφανειακής αντιμετώπισης των πραγμάτων και εύκολης επιβράβευσης με, ευτυχώς, μεμονωμένες εξαιρέσεις!
Αισθάνεσαι περισσότερο μουσικός ή συνθέτης;


Εραστής της τέχνης του ήχου και της αληθινής τέχνης γενικότερα. Όσο για μένα, οι τίτλοι ποτέ δεν με αντιπροσώπευαν. Αν πρέπει όμως να διαβαθμίσω τον ρόλο του ερμηνευτή με του συνθέτη μουσικής, θα έβαζα πρώτα το δεύτερο, παρόλο που και οι δύο ρόλοι μου είναι άκρως δημιουργικοί και συνδέονται άμεσα με τις προσωπικές και υπαρξιακές μου αναζητήσεις.
Υπερ-παραγωγή και υπερ-πληροφόρηση


Δώσε μας την άποψή σου για τα μουσικά πράγματα της Κύπρου, όπως επίσης και τις εισηγήσεις σου, ώστε να καταλάβουμε πώς αντιλαμβάνεσαι μουσικά και πολιτιστικά την Κύπρο.


Θεωρώ ότι υπάρχει υπερ-παραγωγή και υπερ-πληροφόρηση, με αποτέλεσμα να ξεπέφτουν οι πιο πολλές παραγωγές σε επιφανειακά αποτελέσματα. Θεωρώ ότι ο τόπος μας είναι πολύ μικρός για να αντέξει τόση «δημιουργία», που στην ουσία μετατρέπει τον «καλλιτέχνη» από δημιουργικό φορέα σε «entertainer». Καλοί είναι και οι διασκεδαστές, αλλά ας μην παρουσιάζονται ως δημιουργικοί φορείς σε πολιτιστικές ή πολιτισμικές εκδηλώσεις. Εισηγούμαι εμβάθυνση στα πράγματα και πολιτική προώθηση της παιδείας προς ουσιαστική πνευματική καλλιέργεια, η οποία να ξεκινά από την οικογένεια και να εκτείνεται στην κοινωνία, όχι μόνο στις τέχνες, αλλά και σε κάθε είδους έκφραση και συμπεριφορά.
Η σύντροφος της ζωής σου είναι Τουρκοκύπρια, με την οποία φαίνεται ότι σας ενώνει η μουσική. Πώς βιώνεται μια σχέση όπως η δική σου, ειδικά αυτήν τη χρονική στιγμή, με όσες δυσκολίες υπάρχουν μπροστά μας λόγω όσων έχουν συμβεί το 1974; Πέρα από τη μουσική, τι άλλο σας ενώνει Λάρκο;


Μας θεωρούν ξεχωριστό ζευγάρι. Νομίζω είμαστε ξεχωριστοί με τη μουσική μας. Η καταγωγή μας μάς συνδέει πολύ βαθιά, με μια δόση... εξωτικότητας, λόγω του ότι και οι δύο είμαστε Κύπριοι, με κοινά βιώματα, κοινά αρώματα, κοινές γεύσεις και αναμνήσεις. Στον τρόπο επικοινωνίας μας, βέβαια, δεν υπάρχει η κοινή μητρική γλώσσα και ομιλία, πράγμα το οποίο μας οδηγεί σε άλλους τρόπους έκφρασης, που έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για δύο άτομα που γεννήθηκαν και έζησαν στην ίδια μικρή γεωγραφική περιοχή. Πέρα από τη μουσική, μας ενώνει η μέγιστη έκφρασης της δημιουργίας, ο γιος μας Αρίων!
Μελοποιώντας τον Βασίλη Μιχαηλίδη


Κατάφερες να μελοποιήσεις τον μεγάλο Κύπριο ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη. Πες μας γι' αυτό το μεγάλο και ευαίσθητο εγχείρημά σου.


Μελοποίησα μεγάλο μέρος της ποίησης του Ελληνοκύπριου θρυλικού ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη και το παρουσίασα σε συναυλίες και στον ψηφιακό δίσκο (CD) και βιβλίο με τίτλο «Το Πρώτο ‘δώ βασίλειο είχαν θεοί το κτίσει», όπου συνεργάστηκα με τους Πέτρο Γαϊτάνο, Χρήστο Θηβαίο, Αλκίνοο Ιωαννίδη, Γιάννη Κότσιρα, Βασίλη Λέκκα, Μανώλη Μητσιά, Βασίλη Παπακωνσταντίνου, Κυριακού Πελαγία, Χρήστο Σίκκη, Μιχάλη Ττερλικκά, Κώστα Χατζή και άλλους.


Το έργο το παρουσίασα ολόκληρο σε πέντε συναυλίες το 2009, πριν από την έκδοσή του. Στις 13 Οκτωβρίου 2017 είχα την ευκαιρία να το ξαναπαρουσιάσω ολόκληρο και αναθεωρημένο (μετά την έκδοσή του) σε μια εξαιρετικά επιτυχημένη εμβληματική συναυλία για τα 100 χρόνια από τον θάνατο του Βασίλη Μιχαηλίδη, στο Δημοτικό θέατρο Στροβόλου, σε συνεργασία με την Ι.Μ. Ταμασσού και Ορεινής και τον Δήμο Στροβόλου, τους οποίους και ευχαριστώ βαθύτατα.
Η πολιτική και τα επόμενα βήματα


Ασχολείσαι με την πολιτική; Τι σε θυμώνει στις μέρες μας όσον αφορά την πορεία μας σε σχέση με όσα ο τόπος αντιμετωπίζει;


Η πολιτική με απασχολεί ως ιδεολογία που ασχολείται με υπαρξιακά θέματα, αλλά ελάχιστα ως δραστηριότητα των πολιτικών, συνυφασμένη με τη δύναμη της εξουσίας. Θα ήθελα ο τομέας αυτός στην Κύπρο να ήταν σε πολύ πιο υψηλά επίπεδα, αναγόμενος σε επιστήμη αλλά και τέχνη, με κοινή γραμμή για το εθνικό θέμα, κάτι το οποίο αμφιβάλλω ότι υπήρξε ποτέ. Πιο πολύ νιώθω απαξίωση αντί για θυμό.


Έγραψα μάλιστα ένα τραγούδι, το «Η δράτζαινα», επηρεασμένο από την ποίηση του Βασίλη Μιχαηλίδη, όπου ως μόνη («πολιτική») λύση για το θέμα των μνηστήρων του τόπου μέσα από τους αιώνες, βρίσκω το να πάρει εκδίκηση ο τόπος από μόνος του, όσο ουτοπικό κι αν ακούγεται. Η Κύπρος μετατρέπεται σε μυθικό θεριό (δράτζαινα) και απαλλάσσεται από τους μνηστήρες και κυβερνήτες της. Έτσι το αναφέρω: «...τζ’ όσοι περνούν τζιαι τζυβερνούν τζ’ ορίζουσιν την γην σου/ να τρέμουν μόλις σε γροικούν, τζιαι ξένοι τζαι δικοί σου» και εδώ αποτυπώνεται όλη η ιδεολογία μου για το θέμα.
Αισθάνομαι ότι κάτι νέο δρομολογείς καλλιτεχνικά. Μίλησέ μας γι' αυτό.


Σε επίπεδο εκδόσεων ετοιμάζω το δεύτερό μου έργο με τίτλο «Κυπρογένεια», που θα παρουσιάσω διασκευές και συνθέσεις μου με βάση την κυπριακή μουσική παράδοση, εντάσσοντάς την στο διεθνές κλίμα διαπολιτισμικότητας και ανάμειξης ακουσμάτων καθώς και ένα μεγαλεπήβολο έργο που το επεξεργάζομαι από το 2009, με τις μελοποιήσεις μου σε 64 ολόκληρα ποιήματα του Δημήτρη Λιπέρτη.


Ξεκίνησα εμφανίσεις με τη σύζυγό μου και στενότερή μου συνεργάτιδα, την τραγουδίστρια Ατύς, που τραγουδά διεθνές ρεπερτόριο σε περισσότερες από δεκαπέντε γλώσσες και διαλέκτους, με ειδίκευση στα τσιγγάνικα τραγούδια. Μαζί τα διασκευάζουμε και εγώ τα ενορχηστρώνω. Την συνοδεύω, επίσης, με διάφορα νυκτά έγχορδα (κιθάρα, λαούτο, μαντόλα και άλλα). Το πλούσιο ρεπερτόριο της Ατύς θα παίρνει διάφορες μορφές μέσα από τις ενορχηστρώσεις και τις συνεργασίες με σολίστες μουσικούς και θα οργανώσουμε περιοδείες στην Κύπρο και στο εξωτερικό.


Η επόμενη παράστασή μας θα είναι σε έναν μικρό και υπέροχο χώρο, το Ζaatar Food Arts στη Λευκωσία, την Παρασκευή, 23 Μαρτίου 2018, όπου κάναμε και τη πρώτη μας, εξαιρετικά επιτυχημένη εμφάνιση, τον Φεβρουάριο φέτος.