Αναλύσεις

Αρχιεπισκοπικά παιχνίδια γεωπολιτικής

Αιφνιδίασε ο Χρυσόστομος με την αναγνώριση του αυτοκέφαλου της Ουκρανίας

Η αναστάτωση που έχει προκληθεί εδώ και μέρες μετά την απόφαση του Αρχιεπισκόπου Κύπρου Χρυσόστομου Β’ να μνημονεύσει για πρώτη φορά τον Μητροπολίτη Κιέβου και Πάσης Ουκρανίας, Επιφάνιο, κατά τη διάρκεια της χειροτονίας του νέου Επισκόπου Αρσινόης στη Μονή Χρυσορρογιατίσσης, άνοιξε έναν σπασμωδικό χορό γεμάτο αντιδράσεις, αντιπαραθέσεις, αναλύσεις, εικασίες, σενάρια και εν τέλει πόλωση στους κόλπους της Ορθοδοξίας.

Μπορεί μόλις το 2018 ο Προκαθήμενος να είχε διαβεβαιώσει μέσω επιστολής τον

Πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών Κύριλλο ότι “η Εκκλησία της Κύπρου

ουδέποτε θα αποστεί από της θέσεως την οποία πολλάκις Σας έχουμε εκθέσει, ότι δηλαδή θα στηρίξει με όλες της τις δυνάμεις τη θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας ως προς το λεγόμενο ζήτημα της Αυτοκεφαλίας στην Ουκρανία καθώς θεωρεί τη θέση αυτή δίκαιη και κατά πάντα δικαιολογημένη”, ωστόσο οι καιροί φαίνεται ότι έχουν αλλάξει άρδην.

Ρωσική καταδυνάστευση;

Μιλώντας στη “Σημερινή” (και όχι πάντα σε χαμηλούς τόνους…) πηγές από το στενό περιβάλλον του Αρχιεπισκόπου προτάσσουν αφενός το δικαίωμα του ιδίου να προχωρήσει αυτοβούλως σε μια τέτοια κίνηση και χωρίς τη συγκατάθεση της Ιεράς Συνόδου, παραπέμποντας σε άλλες Συνόδους της Ορθοδοξίας, αφετέρου βάζουν στο τραπέζι το ζήτημα της “αντίστασης” απέναντι στην “καταδυνάστευση” την οποία επιχειρεί το Πατριαρχείο Μόσχας. Κάνουν δε λόγο για θέσεις της Εκκλησίας Ρωσίας, οι οποίες δεν έχουν βάση στην ορθόδοξη εκκλησιολογία.

Δεν είναι λίγες οι φορές που οι “παρά τω Μακαριότατω” αναφέρονται στην τάση που έχει η Ρωσική Εκκλησία να φέρεται αλαζονικά απέναντι στους πάντες, να επιχειρεί να κατευθύνει τις καταστάσεις προς το δικό της συμφέρον και να προσπαθεί να παρεισφρήσει σε μηχανισμούς για τους εν πολλοίς οποίους ούτε λόγος της πέφτει, ούτε επισήμως έχει έρεισμα.

Αυτό γίνεται εμφανές με τη συσπείρωση γύρω από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, ο οποίος θεωρεί ότι, κάθε φορά που υπάρχει αναγνώριση του Αυτοκέφαλου της Εκκλησίας της Ουκρανίας, επιβεβαιώνεται η δικαιοδοσία του να απονέμει τα Αυτοκέφαλα εκεί όπου παρίσταται ανάγκη.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η σιωπή του Μακαριοτάτου και η αποφυγή δημοσίων δηλώσεων σε σχέση με τις προθέσεις και τα κίνητρά του έχουν τοποθετήσει τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ σε “αναμμένα κάρβουνα”, οδηγώντας τους σε σενάρια τα οποία έχουν προεκτάσεις, τόσο πολιτικές και γεωστρατηγικές, όσο και οικονομικές και ζητήματα διαδοχής.

Το γεωπολιτικό σενάριο

Παρά το γεγονός ότι οι επίσημες θέσεις των αξιωματούχων θέλουν το κράτος και την Εκκλησία της Κύπρου να μην έχουν οργανική σύνδεση και να λαμβάνουν ανεξάρτητες αποφάσεις για τους (ξεχωριστούς;) σκοπούς τους, η κατά παράδοση ταύτισή τους στην Κύπρο και η συμπόρευση στις πλείστες των περιπτώσεων σχεδόν σε όλα τα ζητήματα πολιτικής, είναι πέρα από προφανής. Η κοινή αυτή παραδοχή και οι άριστες σχέσεις που επιβεβαιώνει σε κάθε ευκαιρία το Προεδρικό με την Αρχιεπισκοπή, συνειρμικά οδηγούν στο εξής ερώτημα: είναι δυνατόν μια τέτοια αιφνιδιαστική κίνηση εκ μέρους του Αρχιεπισκόπου να γίνεται χωρίς να έχει την έγκριση της Κυβέρνησης και του Προέδρου της Δημοκρατίας;

Οι πολιτικές προεκτάσεις σε θέματα διπλωματίας και σχέσεων με τη Ρωσία είναι ζήτημα που χρήζει ειδικών χειρισμών. Πόσω μάλλον σε μια περίοδο κατά την οποία η τουρκική προκλητικότητα στην περιοχή βρίσκεται στο ζενίθ, οι συζητήσεις για το Κυριακό είναι έτοιμες να επανεκκινήσουν και η φαινομενική απουσία των ΗΠΑ από τα δρώμενα της Ανατολικής Μεσογείου τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργήσει κενά ισχύος, που οφείλουν να καλυφθούν. Αν βάλει κανείς στην εξίσωση και τους πολύ ανεπτυγμένους οικονομικούς δεσμούς που έχει η Κυπριακή Δημοκρατία με τη

Ρωσία και τον μεγάλο πληθυσμό ρωσικής καταγωγής που διαμένει μόνιμα, εργάζεται στις ελεύθερες περιοχές και συγκροτεί ένα από τα δυνατότερα “λόμπι” επιρροής, τότε έχει μια πρώτης τάξεως συμμαχία ενός γίγαντα με έναν χρήσιμο νάνο, την οποία κανείς δεν θα ήθελε υπό κανονικές συνθήκες να διαταράξει. Είναι λοιπόν δυνατόν να μην υπήρχε προσυνεννόηση;

Δύση και Ανατολή

Μιλώντας στη “Σημερινή” ανώτερες διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι ο εκνευρισμός του ρωσικού παράγοντα για τις έντονες κινήσεις των ΗΠΑ το τελευταίο διάστημα στον κυπρο-ελλαδικό άξονα, σε μια προσπάθεια να καλύψουν τον δρόμο που άφησαν πίσω τα τελευταία χρόνια, ήταν εμφανής από την αρχή. Οι δηλώσεις αξιωματούχων όπως ο Ρώσος Υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ και ο Πρέσβης της χώρας στη Λευκωσία Στανισλάβ Οσάτσι για τη φερόμενη προσπάθεια του αμερικανικού παράγοντα να προκαλέσει ζημιά στις σχέσεις Κύπρου-Ρωσίας έδιναν τον τόνο και κινούνταν στον ρυθμό των αντίστοιχων αμερικανικών αιχμηρών αναφορών περί ξεπλύματος ρωσικού μαύρου χρήματος και ελλιμενισμού πολεμικών πλοίων του ρωσικού ναυτικού. Το ψυχροπολεμικό κλίμα αναβιώνει ξεκάθαρα πάνω από την περιοχή και η σκιά του πέφτει στα κυπριακά χώματα.

Η αναβάθμιση του γεωπολιτικού ρόλου των “συμμάχων” στην Ανατολή Μεσόγειο και δη της Κύπρου, της Ελλάδας και της Αιγύπτου, μετά την κλιμάκωση της τουρκικής προκλητικότητας κατά πάντων, την αποσταθεροποίηση στην περιοχή, αλλά και το μακρύ χέρι της πανίσχυρης πλέον Κίνας, που αρχίζει και απλώνεται μέχρι τα μέρη μας, ήταν κάτι που έπρεπε να ενεργοποιηθεί και να επικαιροποιηθεί εκ μέρους των ΗΠΑ. Κι αυτό δεν γίνεται μόνο με επισκέψεις αξιωματούχων και ανταλλαγή μηνυμάτων στο twitter.

Πώς συνδέονται οι τελείες

Με την υπογραφή του προϋπολογισμού της Γενικής Κυβέρνησης των ΗΠΑ τον Δεκέμβριο του 2019 εκ μέρους του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, η άρση του εμπάργκο όπλων το οποίο είχε επιβληθεί το 1987 και το περιβόητο δικομματικό νομοσχέδιο Ρούμπιο-Μενέντεζ ή επισήμως “Νομοσχέδιο για την εταιρική σχέση ασφάλειας και ενέργειας της Ανατολικής Μεσογείου 2019 - EastMed Act” έπαιρναν τον δρόμο της υλοποίησης. Το πρώτο ανακοινώθηκε επισήμως με το “καλημέρα” του περασμένου Σεπτεμβρίου από τον Αμερικανό Υπουργό Εξωτερικών στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Το δεύτερο έγινε νόμος του κράτους με την υπογραφή του πλανητάρχη.

Ο έντονα αντι-ρωσικός τόνος του EastMed Act επί της ουσίας προϊδεάζει για την πολιτική επιρροής που σκοπεύει να ασκήσει η ηγέτιδα δύναμη του ΝΑΤΟ προς τις σύμμαχες χώρες (είτε είναι είτε δεν είναι μέλη της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας) και δη της Μέσης Ανατολής προκειμένου να αναχαιτιστεί η συνεχώς αυξανόμενη και ιδιαιτέρως ανησυχητική για τη Δύση ρωσική επιρροή. Προς εκπλήρωση τούτου, το νομοσχέδιο προβλέπει κινήσεις ενίσχυσης σχέσεων, ανταλλαγή τεχνογνωσίας και ποικίλων υποδομών, από τον τομέα της ενέργειας μέχρι την ανταλλαγή ευαίσθητων πληροφοριών. Πώς εμπλέκεται όμως σε όλο αυτό η Εκκλησία της Κύπρου;

Ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες

Σύμφωνα με το Κεφάλαιο 11 του νομοσχεδίου, το Υπουργείο Εξωτερικών ανέλαβε να καταρτίσει ειδική έκθεση για την “επιζήμια επιρροή της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Κύπρο, την Ελλάδα και το Ισραήλ από την 1η Ιανουαρίου 2017”. Στο δε σημείο Β (6) αναφέρεται ρητώς ότι θα πρέπει να γίνει άμεση “εκτίμηση των προσπαθειών της Κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας να προκαλέσει και να επηρεάσει την απόφαση του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, ηγέτη των 300.000.000 Ορθοδόξων Χριστιανών παγκοσμίως, στην παραχώρηση του Αυτοκέφαλου στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία”.

Διεθνείς διπλωματικές πηγές εκτιμούν μιλώντας στην “Σ” ότι η -υπό άλλες συνθήκες- ασύνδετη αναφορά στα εκκλησιαστικά δρώμενα της Ορθοδοξίας φωτογραφίζει εκ των πραγμάτων ένα μεγάλο κομμάτι του παζλ της αμερικανικής παρέμβασης στους συναισθηματικούς δεσμούς των χωρών του πάλαι ποτέ λεγόμενου “ορθόδοξου” άξονα της Ανατολικής Ευρώπης, σε μια προσπάθεια να αποδυναμωθούν παραδοσιακές “άτυπες” συμμαχίες, οι οποίες υπό την σκέπη της ορθόδοξης πίστης διατηρούνται εδώ και αιώνες, κάτι που περισσότερο σχετίζεται με τις γεωπολιτικές σκοπιμότητες και λιγότερο με ζητήματα πίστης. Η χρήσιμη επισήμανση δε ότι πρόκειται για μια υπόθεση που αφορά, ούτε λίγο ούτε πολύ, 300 εκ. κόσμου, αποτελεί έναν αστερίσκο, ο οποίος δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να αγνοηθεί.

“Μετά την αναγνώριση του Αυτοκέφαλου της Ουκρανικής Εκκλησίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, την Ιερά Σύνοδο της Ελλάδας και το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, ήταν η σειρά της Κύπρου να δείξει καλή πρόθεση και να συμβάλει στη σύσφιγξη των σχέσεων των συμμάχων. Εξάλλου, πολιτικά και διπλωματικά η κυπριακή Κυβέρνηση την τελευταία πενταετία έχει πάρει σαφή δυτικό προσανατολισμό, δεδομένης και της στενής σχέσης με το Ισραήλ αλλά και των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για εμάς ήταν ένα βήμα που δεν θα έπρεπε να ξαφνιάζει τόσο, δεδομένου ότι ο νυν Αρχιεπίσκοπος σύντομα δεν θα είναι στην θέση του”, εξηγούν οι ίδιες πηγές, προδικάζοντας κατά κάποιο τρόπο και μια πτυχή του μέλλοντος.

Γιατί έτσι και γιατί τώρα;

Μιλώντας κανείς με θεολόγους, Επισκόπους και ανθρώπους που σχετίζονται άμεσα με τα της Εκκλησίας της Κύπρου, έρχεται σε επαφή και με διαφορετικές από τις ανωτέρω ανησυχίες. Οι περισσότεροι απ’ όσους στάθηκαν πρόθυμοι να μοιραστούν τις σκέψεις τους μαζί μας θέλησαν να βάλουν στην άκρη για λίγο το γεωπολιτικό διακύβευμα και έφεραν τη συζήτηση στο εκκλησιαστικό πεδίο.

Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, ο Μακαριότατος νιώθει ότι δεν έχει τίποτα να χάσει σε προσωπικό επίπεδο αυτήν τη χρονική στιγμή, αλλά αντιθέτως φέρει την αίσθηση του καθήκοντος να αναλάβει δράσεις οι οποίες είναι απαραίτητες για τη συνέχιση της διοίκησης της Εκκλησίας στο πνεύμα που επιθυμεί και προκρίνει ο ίδιος. Εξάλλου, δεν είναι μυστικό εδώ και χρόνια, ότι τα στρατόπεδα εντός της Ιεράς Συνόδου είναι πολύ συγκεκριμένα και βρίσκονται σε ευθεία αντιπαράθεση για κρίσιμα ζητήματα, τα οποία τις περισσότερες φορές παίρνουν και προσωπικές προεκτάσεις. Αυτό έγινε για άλλη μια φορά φανερό από την κοινή επιστολή που συνυπέγραψαν οι Μητροπολίτες Κύκκου, Ταμασσού και Ορεινής και ο Επίσκοπος Αμαθούντος, τη σιωπή άλλων, καθώς και τις μεμονωμένες δηλώσεις τρίτων.

Παράλληλα, σύμφωνα με αντίστοιχους κύκλους, ο ίδιος δεν νιώθει ότι συμβάλλει στη διεύρυνση οποιουδήποτε, αλλά ότι έχει την ευχή και τη στήριξη σε όλα τα επίπεδα του Οικουμενικού Πατριάρχη, αλλά και την σύμφωνο γνώμη του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος.

Είναι (και) ζήτημα διαδοχής

Με τις φήμες περί παραίτησης του ιδίου από το Αρχιεπισκοπικό αξίωμα αμέσως μετά τη γιορτή του Απόστολου Βαρνάβα στις 11 Ιουνίου του 2021, το κλίμα για την διαδοχή, το οποίο καλλιεργείτο εδώ και κάποια χρόνια από “αντίπαλα δέη”, έχει πάρει φωτιά.

Εκκλησιαστικοί κύκλοι, που έχουν γνώσιν των ζυμώσεων που γίνονται ανάμεσα στους επίδοξους διαδόχους για τον θρόνο, αναφέρουν στη “Σ” ότι η Αναγνώριση του Αυτοκέφαλου της Ουκρανικής Εκκλησίας είχε μέγιστη χρησιμότητα στη συγκεκριμένη περίπτωση, καθώς “άδειασε” τους φιλορώσους Μητροπολίτες.

“Μπορεί ο Μακαριότατος να προέβη αιφνιδιαστικά στην αναγνώριση για μια σειρά από λόγους, όμως σίγουρα ανάμεσα σε αυτούς βρίσκεται και το ζήτημα της διαδοχής. Είναι γνωστό ότι οι διαφορές που τον χωρίζουν από άλλους Μητροπολίτες είναι τεράστιες και σε προσωπικό επίπεδο και σε ζητήματα διοίκησης. Επί της ουσίας, δόθηκε μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να τονιστούν οι διαφορές και να πολωθεί το κλίμα. Και ξέρετε ποιος επωφελείται κάθε φορά που πολώνεται το κλίμα: όσοι ακολουθούν τις πιο σκληρές γραμμές”, αναφέρουν με νόημα οι ίδιοι κύκλοι.

Τι θα γίνει με την Ιερά Σύνοδο;

Σε κάθε περίπτωση, αργά ή γρήγορα η Ιερά Σύνοδος θα συνέλθει σε μια προσπάθεια να επικυρωθεί η επιστολή που απέστειλε ο Αρχιεπίσκοπος στον Οικουμενικό Πατριάρχη, με την οποία να ενημερώνει για τη μνημόνευση του Μητροπολίτη Κιέβου, με τον ίδιο να εκτιμά ότι έστω και κατά πλειοψηφία θα δοθεί εκ των υστέρων το “πράσινο φως”. Όσον αφορά τις σκέψεις για μη προσέλευση των αντιδρούντων μητροπολιτών, όλα δείχνουν ότι μια τέτοια κίνηση δεν θα είχε ιδιαίτερη σημασία.

Εκκλησιαστικές πηγές από διάφορες Μητροπόλεις αναφέρουν ότι εκείνο που κατά πάσα πιθανότητα θα συμβεί, είναι ακόμα και οι διαφωνούντες να ανταποκριθούν σε έκτακτη σύγκληση, αλλά να συμμετάσχουν “υπό διαμαρτυρία”, μια δήλωση η οποία θα γίνει εξ αρχής προκειμένου να δηλωθεί μεν η έντονη αντίδραση στις μονομερείς κινήσεις, χωρίς να τίθεται σε αμφισβήτηση ή να υποβαθμίζεται ο θεσμός της Ιεράς Συνόδου, τον οποίο εξάλλου επικαλούνται.