Διεθνή

Ο γαντζωμένος στην καρέκλα Τραμπ στήνει παγίδες

Όλα αυτά είναι περισσότερο πολιτικά παιχνίδια κατευνασμού της εκλογικής βάσης του Τραμπ, παρά μια λογική δικαστική διαδικασία

Σχεδόν δύο εβδομάδες μετά τις αμερικανικές εκλογές οι κάλπες δεν έχουν κλείσει, ενώ παραμένει υπό αμφισβήτηση, τουλάχιστον στο στρατόπεδο του Ντόναλντ Τραμπ, το ίδιο το αποτέλεσμα. Όπως είχαν προβλέψει οι ειδικοί, η μάχη της κάλπης μετατοπίστηκε στις δικαστικές αίθουσες, με την εξέλιξη αυτή να μην προοιωνίζεται καθοριστική αλλαγή του αποτελέσματος, αλλά αντίθετα μια βασανιστική παράταση της διαδικασίας. Πάντως, εάν η νίκη του Τζο Μπάιντεν χρειαζόταν την επιβεβαίωση της διεθνούς κοινότητας, τότε θα την είχε από νωρίς εξασφαλισμένη, μιας και ένας ένας οι ηγέτες, ακόμα και οι σκληροπυρηνικοί «φιλο-τραμπικοί», του έδωσαν τα συγχαρητήριά τους. Εντούτοις, ο απερχόμενος, όπως όλα δείχνουν, ένοικος του Λευκού Οίκου δεν φαίνεται να το βάζει κάτω και συνεχίζει τις νομικές διαδικασίες για να αποδείξει την «καλπονοθεία». Τι βρίσκεται όμως πίσω από αυτήν την «εμμονή» και ποιος είναι ο τελικός σκοπός του Τραμπ; Την ίδια ώρα τίθεται το ζήτημα κατά πόσον θα διαφοροποιηθεί η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ σε μια ενδεχόμενη διακυβέρνηση Μπάιντεν.

Κάθε μέρα όλο και πιο μακριά από την προεδρία ο Τραμπ

Οι προσπάθειες του Τραμπ να αμφισβητήσει το αποτέλεσμα όσο περνάνε οι μέρες φαίνεται να πέφτουν στο κενό, αφού ο αντίπαλός του έρχεται ολοένα και πιο κοντά στον Λευκό Οίκο. Με τη διαδικασία της καταμέτρησης (και κάποιες φορές της επανακαταμέτρησης) να βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη, τα στοιχεία δείχνουν ότι ο Μπάιντεν κερδίζει τόσο στη λαϊκή ψήφο όσο και στους εκλέκτορες στις πολιτείες-«κλειδιά». Σύμφωνα με αναλυτές, αναμένεται ότι Μπάιντεν θα κερδίσει τον Τραμπ με διαφορά πέραν των πέντε εκατομμυρίων ψήφων, ενώ βρίσκεται σε πορεία επικράτησης 306 εκλεκτόρων. Παράλληλα, δεν φαίνεται να υπάρχουν μεγάλες ελπίδες για ανατροπή του αποτελέσματος με την επανακαταμέτρηση των ψήφων που επιθυμεί ο Τραμπ διακαώς. Σύμφωνα έρευνα της Fairvote από τα στοιχεία επανακαταμέτρησης από το 2000, η αλλαγή που μπορεί να επιτευχθεί έχει μέσο όρο μόλις 430 ψήφους (0,02%), ενώ η μέγιστη κάρπωση ψήφων ήταν 2.600 (0.11). Αντίθετα, σύμφωνα με το CNN, ο Τραμπ χρειάζεται αλλαγή κατά την επανακαταμέτρηση της τάξεως του 0,62% ή 20.000 ψήφους. Συγκριτικά με το 2016, η διαφαινόμενη νίκη του Μπάιντεν ίσως είναι ίση ή και μεγαλύτερη από τη νίκη του Τραμπ έναντι της Χίλαρι Κλίντον. Εάν επιβεβαιωθεί το σενάριο των 306 εκλεκτόρων, τότε «ισοφαρίζει» με το σκορ του Τραμπ πριν από τέσσερα χρόνια. Σε αντίθεση με τον Μπάιντεν, ο Τραμπ το 2016 δεν κατάφερε να κερδίσει τη λαϊκή ψήφο.

Πίσω από τη στρατηγική του Τραμπ

Πού στηρίζεται, όμως, η «εμμονή» του Τραμπ στη μη αποδοχή του αποτελέσματος και σε ποια βάση στηρίζει τις καταγγελίες του; Ήδη το Ρεπουμπλικανικό κόμμα και η προεκλογική ομάδα του Τραμπ έχουν καταθέσει προσφυγές στη Δικαιοσύνη σε τουλάχιστον πέντε πολιτείες-«κλειδιά», καταγγέλλοντας νοθεία ή παρατυπίες στην εκλογική διαδικασία. Προς το παρόν η καταμέτρηση συνεχίζεται σε κάποιες από τις αμφίρροπες πολιτείες, όπως η Πενσιλβάνια, ενώ άρχισε η επανακαταμέτρηση στο χέρι, στην Τζόρτζια. Αυτό που πρέπει να σημειωθεί όμως είναι ότι η κάθε πολιτεία έχει μια καταληκτική ημερομηνία, μέχρι την οποία πρέπει να επικυρωθούν τα αποτελέσματα και οι ψήφοι που έχει λάβει κάθε υποψήφιος. Για παράδειγμα, στην Τζόρτζια η ημερομηνία αυτή είναι η 20ή Νοεμβρίου, στην Πενσιλβάνια η 23η και στην Αριζόνα η 30ή. Σύμφωνα με ειδικούς, ο Τραμπ με τις προσφυγές στην Πενσιλβάνια, το Μίσιγκαν και την Αριζόνα, οι οποίες αριθμούν 47 εκλέκτορες, επιδιώκει να μπλοκάρει την πλειοψηφία εκλεκτόρων του Μπάιντεν. Από την άλλη όμως υπάρχει και η άποψη ότι όλα αυτά είναι περισσότερο πολιτικά παιχνίδια κατευνασμού της εκλογικής βάσης του Τραμπ, παρά μια λογική δικαστική διαδικασία. Συγκεκριμένα, ο στόχος είναι περισσότερο η αμφισβήτηση της νομιμότητας της νίκης του Μπάιντεν και η «κινητοποίηση» των υποστηρικτών τού Τραμπ για τις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις. Πάντως είναι μια τακτική που φαίνεται να έχει αποτέλεσμα, τουλάχιστον στο κομμάτι της απονομιμοποίησης των εκλογικών αποτελεσμάτων, αφού σύμφωνα με την Politico, πέραν του 70% των Ρεπουμπλικάνων δεν πιστεύουν ότι οι εκλογές ήταν «καθαρές». Στο επιχείρημα των πολιτικών παιχνιδιών συνηγορεί και το γεγονός ότι η ομάδα του Τραμπ έκανε ελάχιστη πρόοδο σε σχέση με τις νομικές διαδικασίες που κινεί, ενώ δεν κέρδισε καμιά σημαντική μάχη στις πολιτείες-«κλειδιά». Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, δεν κατέθεσε αποδεικτικά στοιχεία, ενώ σε άλλες δεν έστειλε καν τα σωστά έγγραφα.

Πόση «ζημιά» μπορεί να κάνει μέχρι την αποχώρησή του;

Ένα άλλο ερώτημα που δημιουργήθηκε, πριν ακόμα βγουν τα αποτελέσματα, είναι το πώς θα γίνει η πολιτική μετάβαση σε μια ενδεχόμενη ήττα του Τραμπ. Σημειώνεται ότι, σε περίπτωση που ξεκαθαρίσει το αποτέλεσμα υπέρ του Μπάιντεν, τα καθήκοντά του αναλαμβάνει στις 20 Ιανουαρίου. Ωστόσο δημοσίευμα της Politico συνδέει την απομάκρυνση του Υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ Μαρκ Έσπερ και την τοποθέτηση έμπιστων προσώπων του Τραμπ σε θέσεις ηγεσίας στο Πεντάγωνο με μια προσπάθεια να θέσει εμπόδια σε μια ενδεχόμενη διακυβέρνηση Μπάιντεν. Συγκεκριμένα, εν ενεργεία, αλλά και πρώην κυβερνητικοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι ο Τραμπ απέπεμψε τον Έσπερ μερικώς εξαιτίας της αντίθεσής του σε μια επιταχυνόμενη μείωση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας σε ξένα μέτωπα πολεμικών συγκρούσεων και ειδικότερα στο Αφγανιστάν. Επιπρόσθετα, καταγράφηκε η παραίτηση τριών υψηλόβαθμων μη στρατιωτικών αξιωματούχων και η τοποθέτηση έμπιστων του Λευκού Οίκου, οι οποίοι υπάρχουν υποψίες ότι θα υλοποιήσουν την πολιτική ατζέντα του Τραμπ. Οι δύο αυτές κινήσεις, σύμφωνα με το δημοσίευμα, εξυπηρετούν τον Τραμπ με τους εξής τρόπους: Αρχικά, η οποιαδήποτε κίνηση για επιτάχυνση των διαδικασιών αποχώρησης των στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ θα προκαλέσει συγκρουσιακές καταστάσεις με τους στρατηγούς που ηγούνται των ενόπλων δυνάμεων, αλλά και πολιτικούς αξιωματούχους, οι οποίοι τάσσονται κατά της άμεσης αποχώρησης των Αμερικανών στρατιωτών από το Αφγανιστάν, όσο η κατάσταση ασφάλειας στη χώρα αυτή παραμένει εύθραυστη. Κατά δεύτερον, η εξέλιξη αυτή θα θέσει προσκόμματα στην υλοποίηση της δέσμευσης του Μπάιντεν για παραμονή ενός μικρού αριθμού στρατιωτών στο Αφγανιστάν, ώστε να εφαρμόζονται μέτρα αποτροπής τρομοκρατικών επιθέσεων. Από την άλλη, όμως, δεν αποκλείεται οι τακτικισμοί αυτοί να έχουν να κάνουν περισσότερο με την επιβράβευση των συμμάχων, αλλά και την τιμωρία όσων αντιστάθηκαν στην υλοποίηση της ατζέντας του Τραμπ. Πάντως, αναλυτές σημειώνουν ότι, σε κάποια άλλη χώρα, εάν ο πρόεδρος αρνείτο το αποτέλεσμα των εκλογών, θα μπορούσαμε να μιλούσαμε για απόπειρα «πραξικοπήματος».

Πώς επηρεάζεται η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ

Η τετραετία της διοίκησης Τραμπ σημαδεύτηκε με αρκετές διαφοροποιήσεις στην αμερικανική εξωτερική πολιτική. Μάλιστα, αναλυτές χρεώνουν στον πλανητάρχη μιαν «αμφιλεγόμενη σχέση θαυμασμού με πολλούς αυταρχικούς ηγέτες κρατών παγκοσμίως». Σε αυτό το πνεύμα καταλογίζουν στη «διχαστική» προσωπικότητα του Τραμπ δυσκολίες στην αμερικανική διπλωματία, με την εικόνα της χώρας να επιδεινώνεται μεταξύ των εταίρων της. Δεν λησμονείται η φιλική του στάση απέναντι στον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τα επαινετικά σχόλια στον Βλαντίμιρ Πούτιν και τα κομπλιμέντα προ κορωνοϊού προς τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ. Οι ειδικοί αποδίδουν τις τάσεις αυτές στην έλξη του Τραμπ προς την εξουσία. Σύμφωνα με τον Πίτερ Τράμπορ, καθηγητή πολιτικών επιστημών, «ζηλεύει τον τρόπο με τον οποίο διοικούν αυτοί οι ηγέτες με τη σιδηρά πυγμή. Ψυχολογικά τον τρομάζει η αδυναμία». Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, έχει ενδιαφέρον να εξεταστεί το πώς θα διαφοροποιηθεί η εξωτερική πολιτική σε μια διακυβέρνηση Μπάιντεν. Υπάρχει η άποψη ότι η διεθνής πολιτική και στρατιωτική αποδέσμευση των ΗΠΑ είχε αρχίσει δειλά από την προεδρία Μπαράκ Ομπάμα, όταν ο Τζο Μπάιντεν ήταν αντιπρόεδρος αλλά συνεχίστηκε με «βίαιο» τρόπο από τον Τραμπ. Το ερώτημα είναι κατά πόσον μπορεί ή και θέλει να αλλάξει αυτήν τη στάση ο Μπάιντεν. Η απάντηση για πολλούς αναλυτές είναι ξεκάθαρη: Δεν μπορεί να αλλάξει την προσέγγιση της Ουάσιγκτον στα διεθνή ζητήματα. Ας μην ξεχνάμε ότι η Κίνα και οι «ατελείωτοι» πόλεμοι είναι εξαιρετικής σημασίας θέματα στη χώρα και δύσκολα μπορούν να διαφοροποιηθούν. Ακόμα όμως και εάν θελήσει να πραγματοποιήσει αλλαγές, η διαφαινόμενη διατήρηση της πλειοψηφίας των Ρεπουμπλικανών στην εξουσία αναμένεται ότι θα κρατήσει σε μεγάλο βαθμό «εγκλωβισμένη» την κυβέρνηση Μπάιντεν.