Διεθνή

Κλίμα Φόβου: Η Τρομοκρατία ως «αυτοδιαφήμιση» του φόβου

Ο φόβος είναι εδώ. Με νέο, πιο απρόσωπο πρόσωπο. Αδιόρατος, απροσδιόριστος, ακατανόητος. Στον ανεξιχνίαστο χώρο του «μεταξύ»: ανάμεσα στον φανατισμό του φανατικού και την αλαζονεία των πολιτικών ηγετών, στην πράξη της ανεξέλεγκτης βίας και την βία της ανεξέλεγκτης πράξης, ο νέος φόβος αναδιατυπώνει τους όρους της σύγκρουσης ανάμεσα σε δύναμη κι ελευθερία, την υποταγή και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, τον σκόπιμο νου πίσω από το αδιανόητο και το άσκοπο, τον κρύφιο λόγο πίσω από το άλλο του λόγου

Πριν από λίγες δεκαετίες, ο συλλογικός φόβος είχε ένα άμεσα αναγνωρίσιμο πρόσωπο. Ο πυρηνικός όλεθρος, η ανθρωπότητα αυτοκαταστρεφόμενη: το μισό φοβούμενοι το άλλο μισό, συμφωνώντας να καταστρέψουν το όλο.

Τώρα ο φόβος διαχέεται, διαχειριζόμενος επί σκοπώ, σαν μήνυμα μιας τυραννίας, πολιτικής και οικονομικής που τον δημιουργεί για να εκβιάσει συμμόρφωση, ή ως η υπόρρητη και αόρατη δύναμη της βίας: των οιονεί κρατών, των πολεμάρχων της εξουσιάζουσας «αντιεξουσίας», της τυφλής βίας που αυτοδιαφημίζεται ως «τρόμος», με σκοπό, ακριβώς, την τρομοκρατούσα αυτοδιαφήμισή του, πρωταγωνιστική η τρομοκρατία.

Ένα κλίμα φόβου που αγκαλιάζει τον πλανήτη, τρεφόμενος από την συνειδητοποίηση ότι είναι αδιάκριτος, δεν ξεχωρίζει ανάμεσα σε εμπλεκομένους και μη εμπλεκομένους. Είναι ακατανίκητος στον παραλογισμό του, μη επιτρέποντας έλλογη, όσο ανήθικη κι ανεπίτρεπτη, καταφυγή. Σαν τέτοιος, ο φόβος, τρέφει όσο και τρέφεται από την εξουσία, επιτρέποντας την όλο και πιο εκ-βιαστική άσκησή της σαν «προστασία» από την βία που η ίδια βοηθεί να υπάρξει, δημιουργώντας γι' αυτήν τον χώρο για τον άλογο αντίλογό της στην «βία της εξουσίας», κρατικής, διακρατικής, άκρατης.

Ο φόβος είναι εδώ. Με νέο, πιο απρόσωπο πρόσωπο. Αδιόρατος, απροσδιόριστος, ακατανόητος. Στον ανεξιχνίαστο χώρο του «μεταξύ»: ανάμεσα στον φανατισμό του φανατικού και την αλαζονεία των πολιτικών ηγετών, στην πράξη της ανεξέλεγκτης βίας και την βία της ανεξέλεγκτης πράξης, ο νέος φόβος αναδιατυπώνει τους όρους της σύγκρουσης ανάμεσα σε δύναμη κι ελευθερία, την υποταγή και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, τον σκόπιμο νου πίσω από το αδιανόητο και το άσκοπο, τον κρύφιο λόγο πίσω από το άλλο του λόγου.

Παγίδα και σαγήνη μαζί, άφευκτη διότι... συνώνυμη, οι υποψίες για τον «λόγο» του αλόγου φόβου καταλήγουν να τον εξυπηρετούν, τροφοδοτούν κι ενισχύουν. Όταν η απουσία μέλλοντος, έντεχνα επιβαλλόμενη για να στερήσει από την δυναμική οργάνωση αντίστασης, μεταφράζεται αδήριτα σε φόβο, δηλαδή την αδιόρατη προαίσθηση του μέλλοντος μιας απουσίας.... Είτε σαν φόβος της βίας είτε σαν βία του φόβου, η γλώσσα του φόβου είναι μία και αυτή. Πείτε την... πολιτική.

Η πολιτική του φόβου

Με την χαρακτηριστική των συνταξιούχων κι αποστράτων, ετεροχρονισμένη, παρρησία του, ο πρώην Σύμβουλος Ασφαλείας των ΗΠΑ Zbigniew Brzezinski εξηγούσε ότι η επιλογή και τυποποίηση στο πολιτικό λεξιλόγιο του όρου «Πόλεμος κατά της Τρομοκρατίας» (War on Terror) αποσκοπούσε ακριβώς στην δημιουργία ενός κλίματος φόβου που αρδεύει από την συσκότιση του λόγου, την ένταση του θυμικού και την διευκόλυνση έτσι δημαγωγών πολιτικών στην κινητοποίηση του κοινού υπέρ των προωθούμενων πολιτικών τους.

Εμβαθύνοντας στον όρο «Πολιτική του Φόβου» («Culture of Fear»), ο πρώην ακαδημαϊκός κοινωνιολόγος Frank Furedi υπεδείκνυε ότι η πολιτική αυτή του φόβου (culture of fear) δεν ξεκίνησε με την πτώση των Διδύμων Πύργων. Και δεν τελείωσε εκεί, αντίθετα άνοιξε ένα «διάλογο τρόμου», αφού άμεσα απήντησε η «άνωθεν» βροχή των βομβών, με την… «pax americana» να βομβίζει την δική της δυναμική του «schock and awe», όπως έτριζαν τους οδόντες των ο πατήρ και ο υιός Μπους. Και συνεχίζει το ριζοσπαστικοποιημένο Ισλάμ, διαφημίζοντας ότι ο πόλεμός του, το «τζιχάντ», ναι, εννοείται όπως τον προέβλεπε η περί Τρόμου «ακαδημία», οι Huntington, ως «Πόλεμος των Πολιτισμών».

Εντείνοντας, αυτά, ένα ήδη γνώριμο και διαδεδομένο «κλίμα φόβου», γενικευμένων πανικών, πέραν κι έξω από την Τρομοκρατία των Βομβών. Οι «γενικοί πανικοί» (public panics) κι ανάμεσά τους οι λεγόμενοι «ηθικοί πανικοί», οι προσφιλείς στα ΜΜΕ «moral panics», αντλούν την κινδυνολογία τους από καινοφανή αλλά αδιευκρίνιστα στο κοινό διαδεδομένα φαινόμενα της σύγχρονης ζωής, του περιβάλλοντος και της τεχνολογίας, όπως τα μεταλλαγμένα τρόφιμα, η ακτινοβολία των κινητών, το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η ασθένεια των τρελών αγελάδων, η φθορίωση του νερού, οι «ιοί», η παιδεραστία αίφνης και τόσα άλλα σύγχρονα περιβάλλοντα και χρήσεις στα οποία ο άνθρωπος είναι αναπόφευκτα εκτεθειμένος κι ανοικτός σε «καταστροφικές» (ή… καταστροφολογικές) συνέπειες, που αδυνατεί να εννοήσει, προβλέψει ή εκτιμήσει.

Ο Furedi επιχειρηματολογούσε ότι η αντίληψη των κινδύνων αυτών που αποικίζουν την αίσθηση της δημόσιας σφαίρας με φόβους για την δημόσια και την προσωπική ασφάλεια, ελάχιστα έχει να κάνει με την επιστήμη και την εμπειρική τεκμηρίωση, διαμορφούμενη από βαθιές πολιτισμικές υποθέσεις και πεποιθήσεις για το ευάλωτο του ανθρώπου. Κυβερνητικές υπηρεσίες, έτσι, επιχειρηματολογούσαν ακαδημαϊκοί, όπως οι Βρετανοί Gabe Mythen και Sandra Walklate βρήκαν εύφορο έδαφος στην γενική κι αόριστη ανασφάλεια του κοινού για να κτίσουν πάνω στις τρομοκρατικές επιθέσεις στην Νέα Υόρκη, το Πεντάγωνο, το Μπάλι, την Μαδρίτη, το Λονδίνο και, τώρα, το Παρίσι, και για να αναπτύξουν ένα γλωσσικό πεδίο, ένα «discourse» της τρομοκρατίας ώστε να εμπεδώσουν ένα πολιτισμικό κλίμα φόβου κι αβεβαιότητας.

Αντλώντας, έτσι, από τις διαδικασίες κλονισμού της αίσθησης δημόσιας ασφάλειας, κτίζεται μια απλοϊκή εικόνα του «μη λευκού» ή «μη Δυτικού», βαρβάρου, τρομοκράτη «Άλλου», η απανθρωποποίησή του, ώστε να διευκολύνεται και μια αντίστοιχη «ασυμμετρικά» υποτονική αντίδραση στην τεχνολογικά αναβαθμισμένη στην αποτελεσματικότητά της βία της Δύσης κατά αυτών που ο ερευνητικός δημοσιογράφος Adam Kurtis χαρακτηριστικά ονόμασε «unpeople», μετρώντας τα θύματα, και μόνο της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής στον Τρίτο Κόσμο, στα 14 εκατομμύρια.

Το 2004, ο Adam Kurtis δημιούργησε για το BBC το ντοκιμαντέρ The Power of Nightmares (Η Δύναμη των Εφιαλτών), με τον υπότιτλο «The Rise of the Politics of Fear» (Η Άνοδος της Πολιτικής του Φόβου), προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι οι πολιτικοί έχουν χρησιμοποιήσει την διάδοση του φόβου στις (δυτικές κοινωνίες) για να αυξήσουν τον έλεγχο και την δύναμή τους πάνω στις κοινωνίες τους. Ο Kurtis δεν φτάνει στο να ισχυριστεί, βέβαια, ότι ο κίνδυνος της τρομοκρατίας είναι φανταστικός κι ανύπαρκτος. Υποδεικνύεται, ωστόσο, η εύλογη εκτίμηση για την εγκαθιδρυθείσα συμβιωτική σχέση ανάμεσα στις μεθόδους των ορκισμένων αντιπάλων, σε μια εγελιανή διαλεκτική του Αφέντη και του Δούλου, των Δυτικών Ηγεμόνων και των «απανθρωποποιημένων» - κι απανθρακούμενων από τις βόμβες των - εχθρών τους, πιο τυπικά, του Ισλάμ, «ριζοσπαστικοποιημένου» τώρα κι επιχαίροντος στους κρότους των βομβών του «Μέγα Τρόμου», βομβίζουσα άρνηση της ανεπαυμένης φιλήδονης ευμάρειας της Δύσης, στην ίδια την πόλη του Φωτός.

Χαρακτηριζόμενη, ως «δημοσιογραφία της βίας», η τρομοκρατία παρασιτεί γκροτέσκα στην ανταγωνιστική ανάγκη των Δυτικών ΜΜΕ για αιματηρές εντυπωσιοθηρικές εικόνες ώστε να διαφημίζει τα μηνύματα των φρικαλεοτήτων της μέσα από τις οθόνες και τις σελίδες των Δυτικών ΜΜΕ: μια ευνόητη συμβιωτική σχέση των ιδεολογικών αντιπάλων με κοινό τους λίπασμα τον φόβο των δυτικών κοινωνιών.

Το παράδοξο του φόβου

Αν η «πολιτική του φόβου» έχει την δομική, πολιτική στους σκοπούς της λογική, η διάδοση της «κουλτούρας του φόβου», άλογη και θυμική στους τρόπους της διάδοσης κι επιβολής της, κρύβει κι ένα όμοια παράλογο παράδοξο, έναν εκφοβιστικά αρρωστημένο παραλογισμό. Αν ο φόβος, για φιλοσόφους όπως ο Thomas Hobbes ήταν ένα ουσιαστικό, εκλογικευτικό στοιχείο για την πολιτισμική και κοινωνική πραγμάτωση του ανθρώπου σαν λογική, θετική απάντηση σε κινδύνους και δραστικές αλλαγές, έχει τώρα μετατραπεί σε παθητική αντίδραση σε απροσδιόριστο κι ανεξέλεγκτο περιβάλλον, σε ό,τι η ψυχολόγος Joanna Bourke ονομάζει «άγχος του φόβου» (2005), αποδίδοντάς το σε μια κουλτούρα κι «επανάσταση» της (ψυχο)θεραπείας, που ερμηνεύοντας του κινδύνους ως παθογένειες, εντείνει την παθητικότητα και το ευάλωτο των ανθρώπων.

Ζούμε, λοιπόν, το παράδοξο, σε μια εποχή εντυπωσιακά αυξημένης γνώσης κι (επιστημονικού) ελέγχου του (τόσον πια ασφαλούς) περιβάλλοντος και των όποιων απειλών του, να είμαστε παθητικά παραδομένοι στο άγχος των τρόμων για νέους, άγνωστους, μεταλλαγμένους κινδύνους για την υγεία και την ασφάλειά μας. Ειδικά, μάλιστα, και παράδοξα, συνδέοντας τους φόβους αυτούς με τις επιστημονικές επιτυχίες που θα μπορούσαν να ερμηνεύονται ότι αποβλέπουν στην υγεία κι ευημερία μας.

Στα βιβλία του για την κοινωνιολογία του φόβου ο Furedi προειδοποιεί ότι ο πραγματικός φόβος είναι ο ίδιος ο φόβος, αφού «κινδυνεύουμε» να παύσουμε να προβληματιζόμαστε για τους παλιούς, παραδοσιακούς φόβους που ανέκαθεν απειλούσαν τον άνθρωπο και τις κοινωνίες τους. Κι όπως υποδεικνύει στο «Επιστροφή της Πολιτικής» ο κοινωνιολόγος Ziegfrid Bauman, να ξεγελαστούμε από την παραιτημένη από το ήθος της αποστολής και νομιμοποίησής της πολιτική, να δεχθούμε αντί του καθήκοντος για την ευημερία και ευδαιμονία των πολιτών την «ασφάλεια», πολεμική κι αστυνομική, από «κινδύνους» που η ίδια κάνει τόσα για να ενισχύσει ή δημιουργήσει και να προβάλλει.