Διεθνή

Η πυραυλική επίθεση εναντίον των ΗΠΑ έπληξε τελικά το Ιράν

Το κτύπημα θεωρείται μία «αυτοκαταστροφική» κίνηση για το ιρανικό καθεστώς, που βρίσκεται σε δεινή θέση λόγω των τεράστιων προβλημάτων που αντιμετωπίζει

Από τα τέλη Οκτωβρίου σημειώθηκαν 22 επιθέσεις με ρουκέτες εναντίον αμερικανικών θέσεων ή συμφερόντων στο Ιράκ. Τελευταίο επεισόδιο υπήρξε η ομοβροντία ρουκετών της 11ης Μαρτίου, η οποία στοίχισε τη ζωή σε δύο στελέχη του στρατού των ΗΠΑ και ένα του στρατού της Βρετανίας στη βάση Τάτζι του Ιράκ, έξω από τη Βαγδάτη, στην οποία βρίσκονται δυνάμεις του διεθνούς αντιτζιχαντιστικού συνασπισμού. Από την πρώτη στιγμή η Ουάσιγκτον επέρριψε την ευθύνη σε φιλοϊρανικές ιρακινές παραστρατιωτικές δυνάμεις, ενώ εξαπέλυσε άμεσα «αναλογικά» αντίποινα. Με την επίθεση αυτή να σηματοδοτεί μια νέα κλιμάκωση της έντασης ανάμεσα στις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους από τη μια και το Ιράν και τους ιρακινούς υποστηρικτές του από την άλλη, τίθενται ερωτήματα για τη χρονική συγκυρία του φονικού αυτού κτυπήματος και την αντοχή της Τεχεράνης να προσθέσει άλλο ένα πρόβλημα στον μακρύ κατάλογο της κρίσης που την ταλανίζει.

Από αντίποινα σε αντίποινα

Η επίθεση, η οποία χαρακτηρίστηκε ως η πιο φονική που έχει καταγραφεί εδώ και χρόνια στο Ιράκ εναντίον βάσης όπου βρίσκονται Αμερικανοί, άνοιξε τον δρόμο για νέα ένταση στην περιοχή. Μετά το πλήγμα εναντίον της βάσης με 18 ρουκέτες «κατιούσα» άρχισαν οι «αναλογικές» απαντήσεις από την πλευρά των ΗΠΑ. Έτσι αμέσως μετά την επίθεση αναφέρθηκαν αεροπορικές επιδρομές εναντίον θέσεων υποστηρικτών του Ιράν στα σύνορα Ιράκ-Συρίας, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 18 Ιρακινοί παραστρατιωτικοί. Στη συνέχεια το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ επιβεβαίωσε ότι το βράδυ της Πέμπτης διεξήχθησαν νέες αεροπορικές επιδρομές με στόχο αποθήκες όπλων και πυρομαχικών πέντε φιλοϊρανικών παραστρατιωτικών οργανώσεων στο Ιράκ. Το Πεντάγωνο χαρακτήρισε τις επιδρομές αυτές «αμυντικά πλήγματα ακριβείας» και στόχο είχαν εγκαταστάσεις της Κατάεμπ Χεζμπολάχ απ’ άκρου εις άκρον του Ιράκ. Καμιά παραστρατιωτική οργάνωση δεν έχει αναλάβει την ευθύνη για την επίθεση με ρουκέτες εναντίον της αμερικανικής βάσης και το μόνο ίχνος που άφησαν πίσω τους ήταν ένα φορτηγό με εκτοξευτήρα ρουκετών που εντόπισαν οι ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας μερικά χιλιόμετρα από το στρατόπεδο Τάτζι. Από την πλευρά της η προεδρία του Ιράκ καταδίκασε την επίθεση με ανακοίνωσή της, τονίζοντας πως η ενέργεια αυτή «είχε στόχο την ασφάλεια της χώρας» και χαρακτηρίζοντας απαραίτητο να διενεργηθεί διεξοδική έρευνα. Την ίδια ώρα, ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο καταδίκασε την επίθεση, αναφέροντας ότι «οι υπεύθυνοι πρέπει να λογοδοτήσουν».

Η σημειολογία της ημερομηνίας

Από την αρχή οι υποψίες στράφηκαν στους συνήθεις υπόπτους και συγκεκριμένα στις σιιτικές παραστρατιωτικές οργανώσεις. Παρά το γεγονός ότι καμιά δεν είχε αναλάβει την ευθύνη για την επίθεση, η σημειολογία της ημερομηνίας που διεξήχθησαν τα πλήγματα «προδίδει» τους δράστες, αφού στις 11 Μαρτίου θα ήταν τα εξηντακοστά τρίτα γενέθλια του Ιρανού στρατηγού, Κασέμ Σουλεϊμανί. Στρατιωτικοί κύκλοι των ΗΠΑ στο Ιράκ επιβεβαίωσαν ότι με τη δολοφονία του Σουλεϊμανί έγινε ακόμα πιο δύσκολο για το Ιράν να ελέγξει αυτές τις παραστρατιωτικές οργανώσεις στο Ιράκ. Ουσιαστικά, αν και το Ιράν μπορεί να πλήξει στόχους απευθείας στο Ιράκ, δεν είναι βέβαιο πλέον ότι μπορεί να αποτρέψει επιθέσεις όπως αυτή της 11ης Μαρτίου, αφού χωρίς τον Σουλεϊμανί δεν υπάρχει πλέον ο συνδετικός κρίκος που κρατούσε αυτές τις οργανώσεις ενωμένες, με αποτέλεσμα να γίνει πιο δύσκολη η μεταφορά εντολών και ο έλεγχός τους. Αναλυτές επισημαίνουν ότι η αναπλήρωση της θέσης του Σουλεϊμανί δεν είναι εύκολη και ο νέος επικεφαλής της επίλεκτης ομάδας Καντς, Esmail Ghaani, φαίνεται ότι δεν μπόρεσε να ασκήσει ουσιαστικό έλεγχο στις σιιτικές οργανώσεις σε αντίθεση με τον προκάτοχό του. Το πιο πιθανό αυτό το σενάριο θα «δικαιολογήσει» την Τεχεράνη με την ελπίδα ότι σε μια κρίσιμη για τη χώρα χρονική συγκυρία, τα αντίποινα του Αμερικανού Προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, δεν θα είναι δυσβάστακτα. Από την άλλη, όμως, σε δηλώσεις του Αμερικανός στρατιωτικός σκιαγραφεί την άλλη όψη της κατάστασης που επικρατεί δύο μήνες μετά την επίθεση με βαλλιστικούς πυραύλους εναντίον Βάσεων των ΗΠΑ στο Ιράκ, η οποία έγινε σε αντίποινα στον βομβαρδισμό που σκοτώθηκε ο Ιρανός στρατηγός Κασέμ Σουλεϊμανί κι ένας από τους ηγέτες ιρακινής παραστρατιωτικής οργάνωσης προσκείμενης στην Τεχεράνη. Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι, «ενώ οι περίοδοι μειωμένης έντασης μπορεί να δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι επιστρέψαμε στην κανονικότητα, οι πληροφορίες και οι επιθέσεις καταδεικνύουν ότι το ιρανικό καθεστώς συνεχίζει τις κακόβουλες δραστηριότητες». Έτσι, δεν προκάλεσε έκπληξη ότι στόχος των νέων επιδρομών αποτέλεσαν εγκαταστάσεις της Κατάεμπ Χεζμπολάχ. Σύμφωνα με το αμερικανικό Υπουργείο Άμυνας, έγιναν επιδρομές με στόχους αποθήκες, στις οποίες ισχυρίζονται ότι βρίσκονταν «όπλα που χρησιμοποιούνται για επιθέσεις σε δυνάμεις των ΗΠΑ και του συνασπισμού», γι’ αυτό και χαρακτηρίστηκαν από την πλευρά των ΗΠΑ «αμυντικές», «αναλογικές» επιδρομές «σε αντίδραση στην απειλή που εγείρουν σιιτικές παραστρατιωτικές οργανώσεις υποστηριζόμενες από το Ιράν». Τελικός στόχος φαίνεται ότι είναι η μείωση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της Κατάεμπ Χεζμπολάχ, ώστε να την αποτρέψουν από τη διάπραξη επιθέσεων στο μέλλον.

Το οξύμωρο της επίθεσης

Αναλυτές επισημαίνουν το «οξύμωρο» της χρονικής συγκυρίας αυτής της επίθεσης, αφού θεωρείται μια «αυτοκαταστροφική» κίνηση για το ιρανικό καθεστώς που βρίσκεται σε δεινή θέση λόγω των τεράστιων προβλημάτων που αντιμετωπίζει. Μάλιστα, η κλιμάκωση της έντασης θεωρείται «απαγορευτική» για την Τεχεράνη, η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη με αλληλένδετες κρίσεις. Συγκεκριμένα, το Ιράν θεωρείται η περισσότερο πληγείσα από τον κορωνοϊό χώρα της Μέσης Ανατολής, με τους θανάτους να αυξάνονται κατά δεκάδες κάθε μέρα και τα κρούσματα να αριθμούν σε χιλιάδες. Μάλιστα, το ιρανικό καθεστώς ζήτησε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δάνειο έκτακτης ανάγκης, ύψους 5 δισ. δολαρίων, καθώς χρειάζεται οικονομική βοήθεια για να μπορέσει να θέσει υπό έλεγχο την επιδημία. Την ίδια ώρα έχει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του πετρελαϊκού πολέμου Σαουδικής Αραβίας- Ρωσίας, την αυξανόμενη λαϊκή αγανάκτηση και αμφισβήτηση των κρατικών αξιωματούχων αλλά και τη διεθνή ανησυχία για τα πυρηνικά, μετά την ανακοίνωση ότι δεν θα τηρεί πλέον την συμφωνία για το πυρηνικό του πρόγραμμα και υπαναχωρεί από τις διεθνείς δεσμεύσεις που ανέλαβε το 2015 με τη συμφωνία της Βιένης. Στο «οξύμωρο» της υπόθεσης έρχεται να προστεθεί το γεγονός ότι η επίθεση σημειώθηκε μια μέρα μετά την έκκληση του Ιράν στις ΗΠΑ να αποσύρουν τις κυρώσεις που παρεμποδίζουν τις εισαγωγές φαρμάκων και τροφίμων που είναι απαραίτητα για την καταπολέμηση μιας από τις μεγαλύτερες εξαπλώσεις του κορωνοϊού.

Ανάπτυξη πυραύλων στο Ιράκ

Η αμερικανική Κεντρική Διοίκηση (USCENTCOM), μετά τις τελευταίες εξελίξεις, ανακοίνωσε ότι θα αναπτύξει πυραυλικά αμυντικά συστήματα στο Ιράκ λόγω του φόβου για περαιτέρω κλιμάκωση της έντασης, η οποία θα οδηγήσει σε νέες επιθέσεις κατά του προσωπικού των ΗΠΑ. Ο επικεφαλής της CENTCOM, στρατηγός Kenneth McKenzie, δήλωσε κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Επιτροπής Ενόπλων Δυνάμεων της Βουλής των Αντιπροσώπων ότι βρίσκεται στη διαδικασία εισαγωγής αντιαεροπορικών συστημάτων άμυνας και βαλλιστικών πυραύλων στο Ιράκ για την προστασία από πιθανή ιρανική επίθεση. Μετά τα πυραυλικά πλήγματα του Ιανουαρίου, οι ΗΠΑ διαπραγματεύονται με τη Βαγδάτη για εισαγωγή των Patriot στο Ιράκ, αλλά φαίνεται ότι υπάρχουν δυσκολίες. Από τη μια συναντούν την άρνηση της ιρακινής κυβέρνησης ενώ δεν λείπουν διοικητικές δυσκολίες, οι οποίες προκαλούν το πάγωμα της μεταφοράς. Από την άλλη υπάρχουν φωνές που υποστηρίζουν ότι ακόμα και εάν υπήρχαν ανεπτυγμένοι οι Patriot στη Βαγδάτη δεν είναι βέβαιο ότι θα προστάτευαν τη βάση, ενώ επικαλούνται την αποτυχία τους να προστατεύσουν τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις στη Σαουδική Αραβία κατά τη διάρκεια της επίθεσης της 14ης Σεπτεμβρίου από τους Χούτις.