Αναλύσεις

Συστατικά «τέλειας καταιγίδας»

Οι επιδόσεις της κυπριακής οικονομίας είναι αξιοσημείωτες, ειδικά για μια χώρα που «εξαναγκάστηκε» να υιοθετήσει το «κούρεμα» καταθέσεων. Το ζητούμενο αυτήν τη στιγμή είναι αν, ως εξωγενής οικονομία, έχει τις αντοχές και τη δυνατότητα να απορροφήσει τον οικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας

Στην οικονομική θεωρία όλες οι οικονομίες παρουσιάζουν κυκλικότητα, με περιόδους ανάπτυξης, διόρθωσης και ύφεσης. Υπό μια έννοια, μπορεί κανείς να προσομοιάσει αυτή την κυκλικότητα με τις τέσσερεις εποχές του χρόνου, με το ζητούμενο η περίοδος ύφεσης να είναι μια «μπόρα» και όχι «βαρυχειμωνιά». Σε κάθε περίπτωση, αυτή την περίοδο, παρά τις «κίτρινες προειδοποιήσεις για ζέστη», τα «οικονομικά σύννεφα» πυκνώνουν.

Το ζητούμενο για κάθε οικονομία είναι πόσο προετοιμασμένη είναι στην περίπτωση ύφεσης και η ανθεκτικότητα που έχει σε περίπτωση αρνητικών εξελίξεων. Σε ένα διαφοροποιημένο πολιτικό και οικονομικό διεθνές περιβάλλον, όλες οι οικονομίες αναμένεται να επηρεαστούν από ενδεχόμενη ύφεση, ανάλογα του πόσο εξωγενής είναι. Αν σε αυτό προστεθούν και οι αρνητικές εξελίξεις που έφερε η πανδημία, οι προκλήσεις γίνονται ακόμη μεγαλύτερες.

Στις αρχές του έτους αναλυτές τόνιζαν ότι η καθοδική πορεία ήταν αναπόφευκτη, με το ζητούμενο να είναι η έντασή της, όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε να προβλεφθεί αυτό που έγινε με τα περιοριστικά μέτρα, λόγω του κορωνοϊού.

Η πανδημία ήρθε να προστεθεί στις πολιτικές προστατευτισμού των ΗΠΑ (που προκαλούν τριγμούς με άλλες οικονομικές δυνάμεις όπως η Κίνα), ενώ την ίδια στιγμή υπάρχουν ανοικτά μέτωπα σε Ουκρανία, Συρία και άλλες περιοχές. Οι εμπορικοί πόλεμοι αυξάνουν την αβεβαιότητα στην οικονομία, με τους επενδυτές και τις επιχειρήσεις να είναι επιφυλακτικοί, επιδεινώνοντας έτσι τις καθοδικές τάσεις.

Τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης των τραπεζών δεν κατάφεραν να επιτύχουν την οικονομική ανάπτυξη που αναμενόταν τα προηγούμενα χρόνια, ενώ αυτά ενισχύθηκαν για να μπορέσουν οι οικονομίες να αντέξουν στον αρνητικό αντίκτυπο του κορωνοϊού.

Η έξοδος της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση αναμένεται να επηρεάσει την ευρωπαϊκή και ενδεχομένως την παγκόσμια οικονομία. Το Brexit αναμένεται να προκαλέσει οικονομικές και πολιτικές αναταράξεις, ειδικά στην ευρωπαϊκή οικονομία, η οποία, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, θα παρουσιάσει τα μεγαλύτερα ποσοστά ύφεσης.

Η ανομοιόμορφη πορεία που παρουσιάζουν οι οικονομίες των χωρών της Ευρωζώνης καταδεικνύει την ανομοιογένεια που υπάρχει, εφόσον ακόμη βρισκόμαστε πολύ μακριά από τη δημοσιονομική ενοποίηση και τη λήψη τέτοιων μέτρων που θα ενισχύουν τόσο την οικονομία τη Ευρωζώνης, όσο και των κρατών μελών.

Το μοντέλο ανάπτυξης της Γερμανίας (με την ανάπτυξη της βιομηχανίας και την ενίσχυση των εξαγωγών) αντιμετωπίζει σημαντικές δοκιμασίες, καθώς πέρα από τις προοπτικές του παγκόσμιου εμπορίου με τις τάσεις προστατευτισμού, έχει τώρα να αντιμετωπίσει και την κάθετη μείωση της παγκόσμιας κατανάλωσης και ζήτησης. Η Ιταλία συνεχίζει να ταλανίζεται από το υψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) να αποτελούν γάγγραινα, ενώ η χώρα βγαίνει, εκτός κι αν υπάρξει δεύτερο κύμα, «σοβαρά λαβωμένη» από την κατάσταση με τον κορωνοϊό. Παρόμοια είναι και η κατάσταση με τη Γαλλία.

Και ενώ απέχουμε πολύ από την ευρωπαϊκή ενοποίηση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προετοιμάζει το έδαφος (μέσα από το άρθρο 116 της συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης που παρέχει τη δυνατότητα διόρθωσης στρεβλώσεων - ποτέ δεν έχει χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν) για την επιβολή κανόνων φορολογίας σε όλα τα κράτη μέλη, μόνο με ενισχυμένη πλειοψηφία, αποφεύγοντας το δικαίωμα αρνησικυρίας που έχουν τα κράτη μέλη σε ό,τι αφορά τα φορολογικά τους θέματα. Φυσικά η τελευταία απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου σε σχέση με την Apple επιβεβαιώνει ότι τα θέματα φορολογίας αποτελούν κυρίαρχο δικαίωμα κάθε χώρας και εταιρείες μπορούν να προβαίνουν σε φορολογικούς σχεδιασμούς.

Αυτό έρχεται να συμπληρώσει την πρόθεση της Γερμανικής Προεδρίας να υιοθετήσει την ενιαία εταιρική φορολογική βάση. Γίνεται αντιληπτόν ότι τα πιο πάνω αναμένεται να επηρεάσουν τον τομέα των υπηρεσιών, ο οποίος ήδη αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις.

Η κυπριακή οικονομία το 2020 επανέρχεται σε αρνητικά ποσοστά ανάπτυξης, απόρροια των περιοριστικών μέτρων. Η επιβράδυνση ήταν αναμενόμενη στις αρχές του έτους, όμως οι εξελίξεις καταδεικνύουν ότι διανύουμε μια περίοδο που θα κλείσει με σημαντικά αυξημένο αρνητικό πρόσημο.

Η κυπριακή οικονομία το 2020 επανέρχεται σε αρνητικά ποσοστά ανάπτυξης, απόρροια των περιοριστικών μέτρων. Η επιβράδυνση ήταν αναμενόμενη στις αρχές του έτους, όμως οι εξελίξεις καταδεικνύουν ότι διανύουμε μια περίοδο που θα κλείσει με σημαντικά αυξημένο αρνητικό πρόσημο.

Αύξηση δημόσιου χρέους

Πολλές είναι οι συζητήσεις που αναπτύσσονται σε σχέση με την πορεία του τουρισμού φέτος, εφόσον διαφαίνεται ότι οι κρατήσεις και οι αφίξεις τουριστών ίσως να κινηθούν σε ποσοστά χαμηλότερα του 25% σε σύγκριση με πέρσι. Αυτό θα έχει αλυσιδωτές συνέπειες στην απασχόληση, στα έσοδα του κράτους και φυσικά στη δυνατότητα των επιχειρήσεων του κλάδου να αποπληρώσουν τα δάνειά τους.

Όπως ήταν αναμενόμενο, για το 2020 καταγράφεται σημαντική αύξηση του ποσοστού του δημόσιου χρέους προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ), το οποίο για το έτος αναμένεται να φτάσει σχεδόν το 117% (το 2020 και οι δύο συνιστώσες του ποσοστού δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ δρουν αρνητικά, εφόσον το δημόσιο χρέος αυξήθηκε και το ΑΕΠ της χώρας μειώνεται). To 2021 το δημόσιο χρέος αναμένεται να μειωθεί στο 103% του ΑΕΠ, εφόσον αναμένεται να υπάρξει ανάκαμψη στο ΑΕΠ της χώρας.

Σε σημείωμα των Moody’s αναφέρεται ότι η αύξηση στο δημόσιο χρέος είναι προσωρινή και τονίζονται οι πολύ καλές δημοσιονομικές αποδόσεις στην προ κορωνοϊού εποχή. Την ίδια στιγμή, γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι ενδεχομένως να χρειαστεί περισσότερος χρόνος για να καταγράψει η κυπριακή οικονομία και πάλι ισχυρά πλεονάσματα. Αναφορά γίνεται, όπως και στις πλείστες εκθέσεις, για μείωση του ποσοστού των ΜΕΔ, ενώ ενδεχόμενη κατάληξη των συζητήσεων χρηματοπιστωτικού ιδρύματος για πώληση σημαντικού μέρους του δανειακού του χαρτοφυλακίου, θα επιδράσει θετικά στον τομέα.

Οι εξαγωγές και η εξωτερική ζήτηση έχουν πληγεί σημαντικά από τα περιοριστικά μέτρα που εφαρμόστηκαν, τα οποία βρίσκονται ακόμη μερικώς σε ισχύ. Η μεγάλη μείωση του αριθμού των τουριστών για το τρέχον έτος και της εξωτερικής ζήτησης για επενδύσεις σε ακίνητα επιδρούν αρνητικά στο ΑΕΠ της χώρας (τα στοιχεία του Τμήματος Κτηματολογίου για τον μήνα Ιούνιο καταδεικνύουν σημαντική εξομάλυνση της κατάστασης, μετά τις μεγάλες μειώσεις στον αριθμό των πωλητηρίων εγγράφων που κατατέθηκαν τους περασμένους δύο μήνες, αλλά σημαντική μείωση στο συνολικό της περιόδου), με το μεγάλο στοίχημα να είναι το πόσο έδαφος μπορεί να καλυφθεί την επόμενη χρονιά.

Οι επιδόσεις της κυπριακής οικονομίας τα τελευταία χρόνια είναι αξιοσημείωτες, ειδικά για μια χώρα που «εξαναγκάστηκε» να υιοθετήσει το «κούρεμα» καταθέσεων. Το ζητούμενο αυτήν τη στιγμή είναι αν, ως εξωγενής οικονομία, έχει τις αντοχές και τη δυνατότητα να απορροφήσει τον οικονομικό αντίκτυπο της πανδημίας.

Την ίδια στιγμή, κύριο χαρακτηριστικό του διεθνούς οικονομικού περιβάλλοντος είναι η αβεβαιότητα και, ως εκ τούτου, οποιεσδήποτε εκτιμήσεις μπορούν να ανατραπούν προς το αρνητικό, αν, για παράδειγμα, υπάρξει ένα νέο κύμα εξάπλωσης του κορωνοϊού (διαφαίνεται ότι σε κάποιες χώρες αυξάνεται ο αριθμός των νέων κρουσμάτων).

Όταν αρχίζει να συννεφιάζει και ο αέρας «σηκώνεται» δημιουργώντας σκόνη, αν και καλοκαιριάτικα, θα πρέπει να είσαι προετοιμασμένος για τα χειρότερα, ειδικά αν οι συνθήκες είναι τέτοιες που να δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μια «τέλεια καταιγίδα».