Αναλύσεις

Ερωτήματα για τις θέσεις του Προέδρου

Αφού η λύση του Κυπριακού είναι μια δύσκολη υπόθεση, κάθε μας κίνηση ή πρόταση πρέπει να στοχεύει σε κάποια συγκεκριμένη βελτίωση του μοντέλου που συζητάμε, εδώ και δεκαετίες. Οι θέσεις του Προέδρου, όμως, δεν φαίνεται να οδηγούν σε κάποιο ουσιαστικό κέρδος

Ομολογουμένως η προσφώνηση του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας στην πρόσφατη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ άφησε καλές εντυπώσεις. Θα κερδίσουμε, όμως, κάτι ουσιαστικό πέρα από τις εντυπώσεις;

Στο άρθρο αυτό επιχειρηματολογώ πως αφού η λύση του Κυπριακού είναι μια δύσκολη υπόθεση, κάθε μας κίνηση ή πρόταση πρέπει να στοχεύει σε κάποια συγκεκριμένη βελτίωση του μοντέλου που συζητάμε, εδώ και δεκαετίες. Έτσι που να φτάσουμε σε ένα αποτέλεσμα αποδεκτό, έστω και αν όχι τέλειο, για να προλάβουμε χειρότερες εξελίξεις (π.χ. να κατακλυστεί η Κύπρος με εποίκους).

Με βάση το κριτήριο των συνεχών βελτιώσεων, οι θέσεις του Προέδρου δεν φαίνεται να οδηγούν σε κάποιο ουσιαστικό κέρδος, όπως αναλύω στη συνέχεια.

Η Δικοινοτική, Διζωνική, Ομοσπονδία (ΔΔΟ)

Το γεγονός ότι τρέχουμε να πείσουμε τα κράτη όλου του πλανήτη ότι η τουρκική πλευρά οφείλει να παραμείνει στο πλαίσιο των αποφάσεων των Ηνωμένων Εθνών, δείχνει πόσο ουτοπικό είναι να συζητάμε λύσεις εκτός του συγκεκριμένου πλαισίου. Η Τουρκία, απείρως ισχυρότερη, έχει ίσως την άνεση να πειραματίζεται - αλλά ακόμα και εκείνη δεν θα πάει μακριά με την απομάκρυνσή της από τα συμφωνηθέντα. Εμείς δεν έχουμε κανένα λόγο να το κάνουμε. Και, όμως, τρέχουμε τώρα γιατί, όπως ο Πρόεδρος μάς ομολόγησε, πειραματίστηκε με την τουρκική πλευρά, ενθαρρύνοντας μια “ιδεοθύελλα” προς αναζήτηση άλλης μορφής λύσης: δεν μίλησε, λέει, για δύο κράτη, αλλά για συνομοσπονδία - η οποία, όμως, αποτελεί σύμφωνο συνεργασίας ξεχωριστών κρατών! Προφανώς αναγνωρισμένων (αφού οι διεθνείς συμφωνίες γίνονται μεταξύ αναγνωρισμένων κρατών)!

Για να επαναλάβουμε τα αυτονόητα. Δύο είδη πολιτικών συστημάτων υπάρχουν στον σημερινό κόσμο, τα ενιαία κράτη και οι ομοσπονδίες. Όταν τα ενιαία κράτη δεν είναι εφικτά, επειδή για παράδειγμα κάποιος από τους εταίρους δεν θέλει να αποτελεί μειοψηφία, υπάρχουν δύο λύσεις: να επιβάλει ο πιο δυνατός τη θέλησή του για ενιαίο (όπως προσπαθήσαμε να κάνουμε εμείς τη δεκαετία του ‘60). Ή να γίνει αποδεκτή κάποια μορφή ομοσπονδίας για να παραμείνουν ενωμένα τα μέρη, διατηρώντας όμως αρκετή αυτονομία το καθένα σε διάφορα θέματα.

Οι ομοσπονδίες χαρακτηρίζονται από αυτήν τη μόνιμη ένταση, μεταξύ των τάσεων για περισσότερη ενότητα του συνόλου και των τάσεων για περισσότερη αυτονομία των μερών. Η δική μας περίπτωση είναι πιο δύσκολη γιατί υπάρχει ήδη μια βαθιά διαίρεση των μερών, στη βάση της εθνικότητας. Και ακόμα πιο δύσκολη γιατί είμαστε δύο μόνο μέρη, οπόταν όποτε διαφωνούμε θα υπάρχει δυσκολία συγκερασμού των απόψεων και πιθανό αδιέξοδο. Από την άλλη, υπάρχουν πράγματα που μπορούν να γίνουν για να μειώσουμε τις πιθανές εντάσεις και τα αδιέξοδα. Σε αυτό θα έπρεπε να επικεντρωθούμε, αντί να πελαγοδρομούμε για πενήντα τόσα χρόνια και ο ένας να λέει πως δεν συμφωνεί με τη διζωνική, ο άλλος ότι προτιμάει το σύστημα της Αμερικής που δεν είναι ρατσιστικό, κ.ο.κ. Ξεχνάμε ότι το σύστημα της Αμερικής δεν μπόρεσε να αποτρέψει τον εμφύλιο, με εφτακόσιες χιλιάδες νεκρούς - γιατί δεν είναι τα τέλεια συστήματα ή συντάγματα από μόνα τους που φτιάχνουν μια πολιτεία, αλλά η ωριμότητα των πολιτών της.

Σωστή, λοιπόν, η επαναβεβαίωση της προσήλωσης του Προέδρου στη ΔΔΟ - για να επουλώσει, όμως, πληγές που ο ίδιος άνοιξε.

Η πρόταση για αποκεντρωμένη ομοσπονδία

Θα έλεγε κανείς ότι η έμφαση που δίνει εδώ και κάποιο διάστημα ο Πρόεδρός μας στην αποκεντρωμένη ομοσπονδία αποτελεί μια σωστή κίνηση: αφού είναι βαθιές οι διάφορες μας με τους ΤΚ, οπότε και είναι πιθανόν να ερχόμαστε σε συνεχή σύγκρουση μαζί τους στα όσα θα συζητάμε για να συναποφασίσουμε, ας μειώσουμε τα θέματα για τα οποία θα χρειάζεται να συναποφασίσουμε. Σωστό, σαν θεωρητική αρχή.

Όμως ποια είναι αυτά που προτείνει ο Πρόεδρος να αποφασίζουμε ξεχωριστά και ποια εκείνα τα λίγα που θα συναποφασίζουμε; Δεν γνωρίζουμε. Και γιατί δεν γνωρίζουμε; Γιατί δεν μας λέει! Επαναλαμβάνει, απλώς, την ιδέα, χωρίς να συγκεκριμενοποιεί το περιεχόμενό της. Μάλιστα είναι γνωστό πως στο παρελθόν ο ίδιος είχε πιέσει για να αυξηθούν τα θέματα που θα συναποφασίζαμε με την άλλη πλευρά, για να έχουμε έτσι μια “ισχυρή κεντρική κυβέρνηση” - μια πάγια, διαχρονική θέση της πλευράς μας. Από την οποία ο Πρόεδρος φαίνεται να έχει μετακινηθεί, αλλά δεν μας εξηγεί ποιες ακριβώς εξουσίες θέλει τώρα να αποκεντρωθούν και ποιες να παραμείνουν στο κέντρο. Δεν θεωρεί σημαντική την επεξήγηση αυτή; Δεν είναι αυτός ο ρόλος του πολιτικού διαλόγου; Νομιμοποιείται ένας Πρόεδρος να ρίχνει απλώς έναν όρο και να μην επεξηγεί τι ακριβώς εννοεί με αυτόν, τι περιεχόμενο του δίνει - τη στιγμή μάλιστα που ο διαχωρισμός εξουσιών μεταξύ κέντρου και συστατικών μερών είναι ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα σε μια ομοσπονδία;

Κοινοβουλευτική Δημοκρατία

Είμαστε το μόνο κράτος στην Ευρώπη που διατηρούμε προεδρικό σύστημα. Η εισήγηση λοιπόν για κοινοβουλευτική δημοκρατία, φαίνεται εκ πρώτης όψεως να είναι καλή. Αλλά ποια σχέση έχει με το Κυπριακό; Η μόνη, επιγραμματική εξήγηση που έχει δώσει ο Πρόεδρος, είναι πως με την αλλαγή αυτή η πολιτική ζωή θα περιστρέφεται περισσότερο γύρω από τα πολιτικά κόμματα και τις ιδεολογικές τους διάφορες, μειώνοντας έτσι την υπερβολική έμφαση στις εθνικές διαφορές.

Σωστό, σε κάποιο βαθμό. Αλλά δύσκολο να επιτευχθεί αυτό που λέει ο Πρόεδρος, αφού τα πολιτικά κόμματα στην Κύπρο είναι οργανωμένα σε εθνική βάση. Και δεν μπήκε ποτέ θέμα να είναι ενιαία, να μην χωρίζονται σε ε/κ και ε/κ κόμματα. Στην Αμερική, για παράδειγμα, το γεγονός πως τα πολιτικά κόμματα δεν είναι χωρισμένα σε αυτά των λευκών ή των μαύρων, ή σε αυτά του βορρά ή του νότου, αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά ενοποιητικά στοιχεία του συστήματος. Στην Κύπρο οι πολιτικοί που θέλουν ενιαίο κράτος ή που προτιμούν το “καλύτερο” ομοσπονδιακό σύστημα της Αμερικής, δεν φαίνεται να ενδιαφέρθηκαν ποτέ να ξεκινήσουν από τον εαυτό τους, μετατρέποντας το κόμμα τους αναλόγως.

Το μόνο άλλο ενδιαφέρον στοιχείο στην εισήγηση του Προέδρου περί κοινοβουλευτικού συστήματος, είναι η αναφορά του στην ύπαρξη “τελετουργικού” Πρόεδρου, χωρίς οποιεσδήποτε εξουσίες (όπως στην Ελλάδα), σε συνδυασμό με έναν ισχυρό, εκ περιτροπής Πρωθυπουργό. Όμως αυτά σημαίνουν πως δεν εισάγεται κάποια βελτίωση στην ιδέα του εκ περιτροπής Προέδρου της μελλοντικής ΔΔΟ, που συζητάμε εδώ και αρκετό καιρό, και η οποία φαίνεται να δημιουργεί σημαντικό πρόβλημα για την πλειοψηφία των ΕΚ - το οποίο θα έπρεπε να αντιμετωπίσουμε.

Και όμως μια άλλη εισήγηση που έγινε από κάποιους, συμπεριλαμβανομένου και του γράφοντος, είναι εκείνη του Ημι-Προεδρικού συστήματος. Αυτό το σύστημα μοιράζει τις εξουσίες μεταξύ Προέδρου και Πρωθυπουργού (δεν τις μεταθέτει απλώς από τον ένα στον άλλο). Στην περίπτωση της Κύπρου θα μπορούσε ο Πρόεδρος με τον Αντιπρόεδρο ή Συμπρόεδρο να επικεντρώνονται στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και εσωτερικής ασφάλειας - τις βασικές συνισταμένες του Κυπριακού. Πράγμα λογικό, αφού αυτό απορροφά και θα συνεχίσει να απορροφά στο μέλλον, τον περισσότερο χρόνο και προσοχή του αρχηγού του κράτους. Και είναι λογικό τα θέματα αυτά να συναποφασίζονται από τους ΕΚ και ΤΚ, οπότε και θα είχε μια σημαντική δικαιολόγηση η εκ περιτροπής Προεδρία. Ενώ ο Πρωθυπουργός, ο αρχηγός της εκάστοτε κυβέρνησης, θα μπορούσε απερίσπαστος να επικεντρώνεται στα θέματα της οικονομίας και της διακυβέρνησης, οπότε και δεν θα ήταν απαραίτητη η εκ περιτροπής αλλαγή, στη βάση της εθνικότητας - αλλά μόνο στη βάση των ιδεολογικο-πολιτικών θέσεων και των εκάστοτε συμμαχιών.

Επιστροφή στην Κυπριακή Δημοκρατία

Προφανώς ο Πρόεδρός μας ανέσυρε το θέμα της Κυπριακής Δημοκρατίας για να αντιμετωπίσει τη μετακίνηση της τουρκικής πλευράς από την “πολιτική ισότητα” στην “κυριαρχική ισότητα”. Ιδέα που είχαν χρησιμοποιήσει και οι Γαλλόφωνοι του Κεμπέκ πριν από μερικές δεκαετίες, όταν πίεζαν για δημοψήφισμα με στόχο την αυτονόμησή τους από τον Καναδά. Και στις δύο περιπτώσεις το αίτημα για “κυριαρχική ισότητα’’ στοχεύει στο να τονίσει πως το πολιτικό σύστημα (η ομοσπονδία) στο οποίο συμβιώνουν οι εταίροι, δεν αφορά μια πλειοψηφία και μια μειοψηφία, αλλά δύο ισότιμες οντότητες, συνδημιουργούς του συστήματος. Στην περίπτωση διαζυγίου, οι δύο εταίροι θα μπορούν να διεκδικήσουν ξεχωριστή κρατική αναγνώριση.

Κατανοητή η αντίδραση του Προέδρου. Να προλάβουμε την κυριαρχική ισότητα και την πιθανότητα μελλοντικής απόσχισης και δημιουργίας δύο κρατών. Πλην, όμως, αυτός είναι ο ίδιος Πρόεδρος που κουβέντιαζε με την τουρκική πλευρά την “ιδέα” της συνομοσπονδίας, η οποία συνεπάγεται πρώτα την ύπαρξη ξεχωριστών κρατών, τα οποία στη συνέχεια προχωρούν σε συνθήκη ενοποίησής τους - όπως στην περίπτωση της ΕΕ! Ενθαρρύνουμε λοιπόν τον αντίπαλο να σκεφτεί κάτι και στη συνέχεια τρέχουμε να το αναιρέσουμε! Επαναφέροντας το μοντέλο της δικοινοτικής Κυπριακής Δημοκρατίας, το οποίο κατέρρευσε και από το οποίο οι ΤΚ αποχώρησαν, έχοντας φτιάξει ένα δικό τους “κράτος”, το οποίο έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός “κανονικού” κράτους - πλην της διεθνούς πολιτικής αναγνώρισης. Με το οποίο έχουν ταυτιστεί και το οποίο θεωρούν πως τους προστατεύει μέχρι να βρεθεί μια καλύτερη λύση - αλλά εμείς τους ζητούμε να το ξεχάσουν και να κοπιάσουν στο κράτος που ελέγχουμε εξολοκλήρου εμείς, από καιρό. Το θεωρούμε εύκολο, ή έστω εφικτό κάτι τέτοιο;

Συμπερασματικά, δεν φαίνεται ούτε και αυτή η πρόταση να βελτιώνει οτιδήποτε - σύγχυση μάλλον είναι που δημιουργεί.

Τα δύο βασικά σενάρια

Σαν ΕΚ καλούμαστε να σταθμίσουμε τα εξής δύο βασικά σενάρια: από τη μια, να παραμείνουν τα πράγματα ως έχουν σήμερα, χωρίς να έχουμε επιστροφή εδαφών (π.χ. Αμμόχωστο), χωρίς κατάργηση των εγγυήσεων, με παραμονή των τουρκικών στρατευμάτων, με τους ΤΚ εκτός ΕΕ και ολοένα πιο εξαρτημένους από την Τουρκία, και με τον αριθμό των εποίκων να αυξάνεται συνεχώς. Από την άλλη, μια λύση ΔΔΟ με όσο πιο βελτιωμένους όρους είναι δυνατό να πετύχουμε, με τους ΤΚ εντός της ΕΕ και μείωση της εξάρτησής τους από την Τουρκία, με ελέγχους της ΕΕ για την είσοδο ξένων στη χώρα, και με τη γνώση ότι η Ένωση απεχθάνεται τα διαζύγια.

Αν λογικά επιλέγαμε το δεύτερο σενάριο, τότε η προσοχή μας θα έπρεπε να επικεντρώνεται στην όσο το δυνατόν μεγαλύτερη βελτίωση των όρων της ΔΔΟ. Πιο πάνω αναφέρθηκα σε μερικές τέτοιες βελτιώσεις, αλλά υπάρχουν οπωσδήποτε αρκετές άλλες.