Έσκισε το «manual» της οικονομίας ο Ερντογάν και παίζει πόκερ με τη λίρα και την ανάπτυξη
Η δεινή οικονομική θέση των Τ/κ και η άρση της «απομόνωσης» μέσω της Κυπριακής Δημοκρατίας - Πώς αντιλαμβάνεται ο Τούρκος Πρόεδρος το IMF, τα «capital controls» και τη θηλιά γύρω από το λαιμό του, αλλά και πώς ψάχνει διέξοδο μέσω των χαμηλών επιτοκίων
Η λίρα όντως καταρρέει στην Τουρκία και ο Ταγίπ Ερντογάν σκίζει το εγχειρίδιο («manual») των συμβατικών κανόνων των αγορών και του τραπεζικού συστήματος, επιμένοντας στο αντίδοτο της ανάπτυξης ως σανίδας σωτηρίας.
Το στοίχημα του Ερντογάν
Το ερώτημα είναι κατά πόσον, μαζί με τη λίρα, θα καταρρεύσει και ο ίδιος, καθώς και το τραπεζικό και οικονομικό σύστημα της χώρας ή όχι. Επί του παρόντος έχουμε την εξής σχέση, όπως ο Τούρκος Πρόεδρος την καθορίζει: Χαμηλότερα απ’ ό,τι του εισηγούνται επιτόκια και ανάπτυξη εναντίον υψηλών επιτοκίων ως θεραπεία για την αύξηση του πληθωρισμού και την πτώση της λίρας. Σύμφωνα, πάντως, με το IMF και τους Moody's, η ανάπτυξη αναμένεται να φτάσει έως και 9% επί του ΑΕΠ το 2021. Ακόμη και να μείνει στο 6% -όπως έδειχναν κάποιες αρχικές προβλέψεις- για τον Ερντογάν συνιστά υψηλό στατιστικό δείκτη. Κάτω, δε, από προϋποθέσεις προσδοκά ότι μπορεί να καταστεί άγκυρα για τη σταθεροποίηση της λίρας και να οδηγήσει σε πτώση του πληθωρισμού. Η αλήθεια είναι ότι, εφόσον υπάρχει υψηλός πληθωρισμός, από το 9% επί του ΑΕΠ που ενδέχεται να φτάσει η ανάπτυξη -εάν φτάσει-, μόνο το 3% περίπου θα είναι πραγματικό. Άλλωστε, δεν αναφερόμαστε σε μια κανονική οικονομία, αλλά σε ένα σύστημα, εντός του οποίου το χρήμα, όπως και η ανάπτυξη, είναι σε αυτήν τη φάση προνόμιο των ολίγων. Έχουμε, δηλαδή, την Ολιγαρχία του Σουλτάνου.
Γιατί ο Ερντογάν επιμένει στην οικονομική του πολιτική
Επηρεάζει, και πώς, η νομισματική κρίση στην Τουρκία το Κυπριακό
Τι σημαίνει μια νέα ηγεσία στην Άγκυρα και στροφή προς τις ΗΠΑ
Οι αιτίες του προβλήματος
Ερώτημα: Είναι, τελικά, εφτάψυχη η οικονομία της Τουρκίας και ο Ερντογάν; Και τι προσδοκά ο Τούρκος Πρόεδρος; Όντως, η τουρκική λίρα έχασε μέσα σε 10 χρόνια το 40% της αξίας της. Και ο πληθωρισμός καλπάζει. Έχει φτάσει το 20%. Και το κράτος, καθώς και οι πολίτες του γίνονται φτωχότεροι. Βασικές αιτίες του φαινομένου αυτού είναι:
- Η σμίκρυνση των αποθεματικών σε ξένο συνάλλαγμα στην Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, γεγονός που δεν της επιτρέπει να συγκρατήσει την πτώση της λίρας.
- Αύξηση του χρέους. Με βάση τα επίσημα στοιχεία του Αυγούστου του 2021, το 57% του τουρκικού χρέους είναι σε ξένο νόμισμα. Και προφανώς κάθε φορά που παρατηρείται υποτίμηση της λίρας, το χρέος σε ξένο νόμισμα αυξάνεται. Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι το χρέος της χώρας φτάνει στο 60% επί του ΑΕΠ, αλλά το χρέος σε ξένους οφειλέτες επί του ΑΕΠ υπολογίζεται στο 40%. Η ερμηνεία που δίνεται επί τούτου είναι οι εσωτερικοί δανεισμοί.
- Αύξηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών.
- H ανορθόδοξη πολιτική του Ερντογάν, ο οποίος, αντί να αυξάνει τα επιτόκια προκειμένου να καταπολεμήσει τον πληθωρισμό, τα μειώνει, διότι με τη δική του λογική, θέλει να συνεχίσει την ανάπτυξη και να βοηθήσει στην ανάκαμψη της οικονομίας. Βρίσκεται ήδη μέσα στη δίνη του στασιμοπληθωρισμού και εκτιμά ότι αυτός είναι ο δικός του τρόπος αντίδρασης, διότι αυτός είναι που θα του προσφέρει σταδιακά και μακροπρόθεσμα οφέλη. Αυτή όμως η πρακτική του Τούρκου Προέδρου και η επέμβασή του στην Κεντρική Τράπεζα της χώρας αναγκάζει τις αγορές να ξεφορτώνονται τη λίρα, η οποία χάνει την αξία της. Η διαδικασία αυτή δεν έχει μόνο οικονομικό αλλά και πολιτικό χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι, κατόπιν οδηγιών, κάθε φορά που ρίχνει ο Ερντογάν τα επιτόκια, είναι μια δικαιολογημένη ευκαιρία για ξεφόρτωμα της τουρκικής λίρας και περαιτέρω πτώση του νομίσματος, που σημαίνει αύξηση του χρέους σε ξένο νόμισμα και εσωτερικές πολιτικές πιέσεις, αφού οι Τούρκοι πολίτες γίνονται φτωχότεροι. Και συμβαίνει αυτό διότι οι τιμές ανεβαίνουν και η λίρα πέφτει. Ως εκ τούτου την ίδια πορεία των τιμών, δηλαδή της αύξησης, ακολουθεί και ο πληθωρισμός, διότι, εκτός των άλλων, οι εισαγωγές πρώτων υλών και δη πετρελαίου είναι ακριβότερες. Το γεγονός αυτό ενεργεί ως πίεση πάνω στον σχεδιασμό του Τούρκου Προέδρου για αυξημένους ρυθμούς ανάπτυξης και ανάκαμψης της οικονομίας, διά της οποίας προσδοκά να σταθεροποιήσει το τουρκικό νόμισμα.
IMF και «capital controls»
Η κίνηση του Ερντογάν με τα Ην. Αραβικά Εμιράτα μόνο τυχαία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Ανακοινώθηκε πακέτο επενδύσεων της τάξης των 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η επένδυση των Εμιράτων μπορεί να ιδωθεί ως μία έμμεση μορφή δανείου προς την Τουρκία, η οποία προσδοκά βεβαίως και σε άλλο υποστηρικτικό δάνειο είτε από τα Εμιράτα είτε και από άλλους, ως εναλλακτική επιλογή στην προσφυγή της Άγκυρας προς το ΙΜF ή στην επιβολή "capıtal controls", που θα σήμαινε επιπλοκές, αναξιοπιστία και αδυναμία προσέλκυσης επενδύσεων. Τόσο το IMF όσο και τα "capıtal controls" μεταφράζονται από τον Ερντογάν ως ταφόπετρα της "Ανεξάρτητης", όπως την ονομάζει, "Οικονομίας" της χώρας του.
Το τελευταίο χαρτί…
Άρα, λοιπόν, ο Ερντογάν, ευρισκόμενος μέσα στη δίνη του στασιμοπληθωρισμού, επιλέγει το χαμηλό επιτόκιο και την ανάπτυξη, με την προσδοκία να ανακάμψει σταδιακά και η λίρα, η οποία στην παρούσα φάση κατρακυλά, δημιουργώντας σοβαρά εσωτερικά προβλήματα, με τον Τούρκο Πρόεδρο να βρίσκεται μονίμως κάτω από τα πυρά της αντιπολίτευσης ακόμη και πρώην δικών του ανθρώπων, όπως είναι οι Αλί Μπαμπατσάν και Αχμέτ Νταβούτογλου. Στην πραγματικότητα, ο Τούρκος Πρόεδρος έχει πετάξει το «manual» της Δυτικής αγοράς, των τραπεζών και της οικονομίας και βγήκε έξω από το κουτί, θεωρώντας ότι, εάν ακολουθήσει την πεπατημένη, είναι ως να βάζει θηλιά στον δικό του λαιμό, καθώς και σε αυτόν των φιλοδοξιών του, καθότι σε αντίθεση περίπτωση θα τεθεί υπό την εξάρτηση του IMF και Δυτικών χωρών, που θα σπεύσουν σε βοήθεια μεν, με το αζημίωτο δε. Εάν συμβεί κάτι τέτοιο, χάνει και την οικονομική και την πολιτική και πολιτειακή του ανεξαρτησία. Βεβαίως, αν χάσει το στοίχημα που έχει ως ορίζοντα την ανάκαμψη πριν από τις προεδρικές εκλογές του 2023, διατρέχει τον κίνδυνο να απολέσει την εξουσία και να βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο. Οι αντίπαλοί του τον περιμένουν στη γωνία για να του καταλογίσουν πολιτικές, ακόμη και ποινικές ευθύνες, αφού η χώρα έχει μετατραπεί σε πλυντήριο βρόμικου χρήματος με την εμπλοκή των συνεργατών και της οικογενείας του Τούρκου Προέδρου. Παίζει το τελευταίο του χαρτί. Και θέλει να το παίξει με τον δικό του τρόπο.
Κοινός τόπος Κεμαλιστών και Ερντογάν
Είτε κερδίσει είτε χάσει ο Ερντογάν τις εκλογές το 2023, η Τουρκία θα συνεχίσει να συμπεριφέρεται ως Περιφερειακή Δύναμη. Εάν χάσει τις εκλογές ο Ερντογάν, η νέα κατάσταση, δηλαδή οι Κεμαλιστές, μαζί με τους συνεργάτες και συμμάχους τους, για να βγουν από τα οικονομικά προβλήματα, ενδέχεται να στραφούν προς τις ΗΠΑ και την ΕΕ. Δεν υπάρχουν όμως ενδείξεις ότι θα εγκαταλείψουν την αυτοκρατορική πολιτική του Τούρκου Προέδρου είτε στην Κύπρο είτε στο Αιγαίο. Το αντίθετο. Είτε η πολιτική τους θα είναι παρόμοια είτε θα είναι ακόμη και πιο σκληρή και δόλια. Είναι πιθανό να βρεθούμε σε δύσκολη θέση. Διότι, μέσα στα ανταλλάγματα που θα ζητήσει η Άγκυρα για τη βελτίωση των σχέσεών τους από τις ΗΠΑ θα είναι και το Κυπριακό, αφού συνιστά αναπόσπαστο τμήμα της αυτοκρατορικής της πολιτικής. Επειδή η Τουρκία είναι μεγάλη δύναμη, και επειδή χάνουμε κάθε μέρα όλο και πιο πολύ την ευκαιρία να εκμεταλλευτούμε τη ρήξη μεταξύ Ουάσιγκτον - Άγκυρας, οι πιέσεις στην περίπτωση επανέναρξης συνομιλιών για διευθέτηση του προβλήματος, πολύ πιθανόν είναι ότι θα στραφούν προς τη δική μας και όχι προς την άλλη πλευρά. Είναι δηλαδή ψευδαίσθηση να πιστεύει από τώρα κάποιος ότι η αλλαγή φρουράς στην Τουρκία θα είναι προς δικό μας όφελος. Αυτό ήθελαν κάποιοι να πιστεύουν για τον Ερντογάν, όταν ερχόταν αυτός στην εξουσία σε βάρος του Στρατού και των Κεμαλιστών.
Το πτώμα του Κραν Μοντανά
Το πρόβλημα για μας δεν είναι εάν πάει καλά ή όχι η τουρκική οικονομία, αλλά εάν ο Ερντογάν και εκείνοι που θα τον διαδεχθούν -εάν το διαδεχθούν στην εξουσία- θα συνεχίσουν -και όπως φαίνεται αυτό επιθυμούν- την ίδια επεκτατική αυτοκρατορική πολιτική. Το συναφές ερώτημα έχει ως εξής: Οι Τούρκοι, είτε ο Ερντογάν είναι στην εξουσία είτε οι Κεμαλιστές είτε κάποιοι άλλοι, κάνουν τη δουλειά τους, όπως αυτοί την αντιλαμβάνονται. Εμείς τι κάνουμε; Ο καβγάς επί του πτώματος του Κραν Μοντανά και η ψευδαίσθηση ότι ο ΓΓ του ΟΗΕ μπορεί να βοηθήσει σε δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού, αποτελούν συνταγές νέων αδιεξόδων. Εκτός κι αν γίνει δεκτή η αντίληψη ότι ο ρεαλισμός είναι συναφής με την αποδοχή όλων των τουρκικών θέσεων. Σε μια τέτοια περίπτωση αποκαλύπτεται ότι η ρεαλιστική λεγόμενη πολιτική, που υιοθετήθηκε τόσα χρόνια, είναι συνώνυμη με την υποταγή. Και, ως εκ τούτου, το μόνο που απομένει είναι με ποιον τρόπο οι διάφοροι πλασιέδες θα πείσουν τον λαό -διά της προβολής λανθανουσών παραστάσεων- ότι πρόκειται περί λύσης, παρότι στην πραγματικότητα θα προκύψει διάλυση. Και στην καλύτερη περίπτωση νομιμοποίηση του υφιστάμενου ψευδοκράτους ως ισότιμου συνιστώντος κράτους των ελεύθερων περιοχών της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία θα διαλυθεί.
Τα συμπεράσματα των εγγράφων του ΟΗΕ…
Είτε οικονομικά ευημερούσα είναι η Τουρκία είτε οικονομικά αδύναμη, υιοθετεί την ίδια επεκτατική εξωτερική πολιτική, που εκδηλώθηκε και πριν και μετά το Κραν Μοντανά. Την κλιμακώνουν στη λογική των δύο κρατών με τη βοήθεια των δικών μας λανθασμένων πολιτικών επιλογών και της στάσης του ΓΓ του ΟΗΕ. Τι αποκαλύπτουν τα έγγραφα των Ην. Εθνών όπως αυτά τηρήθηκαν στο Κραν Μοντανά;
- Η Τουρκία δεν έχει πρόθεση να αποσύρει πλήρως τα στρατεύματά της από την Κύπρο, ούτε να τερματίσει τα εγγυητικά της δικαιώματα, παρά μόνο να αλλάξει την επικεφαλίδα. Αυτή είναι θέση και των Κεμαλιστών και του Ερντογάν. Συνιστά πολιτική κουλτούρα, που έχει καταστεί εθνική στρατηγική και κόκκινη γραμμή.
- Ο ΓΓ του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, επί του οποίου πολλά επενδύθηκαν, αποδείχθηκε ένας «πολιτικός αναξιόπιστος». Γιατί; Διότι εψεύδετο. Παραπλανούσε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας έχοντας πλήρη συνείδηση των πράξεών του, εξυπηρετώντας τα τουρκικά συμφέροντα, αντί να εφαρμόσει, ως θεματοφύλακας που είναι, όσα ο Χάρτης του ΟΗΕ καθορίζει. Επιδίωξε, δηλαδή, να εφαρμόσει τους κανόνες των τουρκικών τανκς στην πράξη. Ανακήρυξε εαυτόν αναξιόπιστο, ακόμη και εχθρικό. Διερωτάται, δε, το ΑΚΕΛ, όπως κι άλλοι, γιατί δεν κατήγγειλε την Τουρκία; Πώς ο ΓΓ του ΟΗΕ να επιρρίψει ευθύνες στην Άγκυρα, όταν οι ηγεσίες του ΑΚΕΛ και του ΔΗΣΥ φλερτάρουν μαζί της υιοθετώντας την εξευμενιστική πολιτική και όταν πλέκουν το εγκώμιο του κ. Γκουτέρες για τον τρόπο δράσης του; Και ποιος ήταν ο τρόπος δράσης του; Μας εξαπάτησε!
Ας αφήσουμε λοιπόν τη μικροπολιτική στο πλάι. Ας την βάλουμε στο ράφι. Κι ας μην έχουμε την ψευδαίσθηση ότι επειδή ενδέχεται να καταρρεύσει η τουρκική οικονομία θα υπάρξουν θετικές εξελίξεις στο Κυπριακό. Πώς να υπάρξουν όταν η ηγεσία μας, ακόμη και αν διαλυθεί η Τουρκία, θα σπεύσει ξανά προς τον αναξιόπιστο Αντόνιο Γκουτέρες για να του ζητήσει να φέρει τους Τούρκους στις συνομιλίες προκειμένου να υπογράψουν μία λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας διχοτομικού χαρακτήρα... Και μετά διερωτώνται γιατί η Άγκυρα αξιώνει τη λύση των δύο χωριστών κρατών; Το πράττει, διότι αντιλαμβάνεται το αυτονόητο: Είτε έχει είτε όχι οικονομικά προβλήματα, είτε είναι ο Ερντογάν είτε οι Κεμαλιστές είτε άλλοι στην εξουσία, η Λευκωσία αδυνατεί να αντιδράσει. Και εφόσον έχει ήδη προσφέρει τη λύση των δύο ισότιμων συνιστώντων κρατών με πολιτική ισότητα, οι Τούρκοι προβάλλουν τον εξής ισχυρισμό: Δώστε και τα υπόλοιπα να τελειώνουμε...
Κίνητρα προς τους Τουρκοκυπρίους
Το δίλημμα δεν είναι μόνο αν θα καταρρεύσει η οικονομία της Τουρκίας, αλλά εάν θα αντικατασταθεί η δική μας καταρρέουσα ομοσπονδιακή πολιτική στο Κυπριακό από μια άλλη, που θα στηρίζεται στη μοναδική ρεαλιστική επιλογή, αυτήν δηλαδή της Κυπριακής Δημοκρατίας και της επανενσωμάτωσης των Τουρκοκυπρίων. Πρόκειται για κράτος μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ. Όλα τα δικαιώματά μας και η ύπαρξή μας ως Ελληνισμού, ως πολιτών και κράτους της ΕΕ, αρχίζουν και τελειώνουν με το νομικό καθεστώς της Κυπριακής Δημοκρατίας, που παραβιάστηκε το 1974 από την Τουρκία. Αυτήν την παρανομία είναι που η Άγκυρα προσπαθεί να νομιμοποιήσει μέσω μιας ομοσπονδίας συνομοσπονδιακού χαρακτήρα και σήμερα μέσω της αντίληψης των δύο κρατών. Στο πλαίσιο λοιπόν μιας πολιτικής που θα έχει βάση το αυτονόητο, δηλαδή την επανενσωμάτωση των Τουρκοκυπρίων στην Κυπριακή Δημοκρατία, θα μπορούσαν να επισημανθούν τα εξής βήματα - κίνητρα προς την άλλη πλευρά:
- Η διεθνής εκπροσώπηση των Τουρκοκυπρίων και το τέλος της λεγόμενης απομόνωσης που προκάλεσε η εισβολή της Άγκυρας στην Κύπρο περνά μέσω της αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία και τους Τουρκοκυπρίους.
- Τα οφέλη από το φυσικό αέριο περνούν μέσω της αναγνώρισης των θεσμών και της ίδιας της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς και της δημιουργίας κοινής επιτροπής για συνεκμετάλλευση.
- Η οικονομική και νομισματική απομόνωση των Τουρκοκυπρίων, ως αποτέλεσμα της εισβολής, περνά μέσα από την επανενσωμάτωσή τους στην Κυπριακή Δημοκρατία και την πλήρη εφαρμογή του κεκτημένου στο βόρειο κατεχόμενο σήμερα τμήμα του νησιού. Η απαγκίστρωση του τραπεζικού συστήματος και της οικονομίας των κατεχομένων από την Τουρκία είναι στοίχημα για τους Τουρκοκυπρίους. Συνεπώς, πρέπει να αποφασίσουν οι ίδιοι τι θέλουν. Εάν σήμερα επηρεάζονται αρνητικά από τις εξελίξεις στην Τουρκία και αν δυσπραγούν, είναι η συνέπεια των δικών τους επιλογών. Υπάρχει, όμως, διέξοδος. Αφορά αρχικά στην αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία και τους Τουρκοκυπρίους, όπως η αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005 καθορίζει, η ενσωμάτωσή τους στο νόμιμο κράτος και η εφαρμογή του κεκτημένου στο βόρειο κατεχόμενο σήμερα τμήμα του νησιού.
- Η ειρηνική επίλυση των διαφορών με την Τουρκία στο θέμα της υφαλοκρηπίδας μπορεί να γίνει με την Κυπριακή Δημοκρατία. Έτσι θα οδηγηθούμε στην πρακτική του αμοιβαίου οφέλους, όπως μας συστήνουν ΟΗΕ και ΕΕ.
Αποκατάσταση εννόμου τάξεως
Αυτές είναι μερικές επιλογές που διαθέτουμε, ανεξαρτήτως εάν θα καταρρεύσει ή όχι η τουρκική οικονομία. Αλλά ακόμη και αν καταρρεύσει, και ως εκ τούτου ισχυριστεί κάποιος ότι επειδή θα είναι πιο αδύναμη θα είναι και πιο ευάλωτη, λογικό είναι να ζητήσουμε αποκατάσταση της παραβιασθείσας εννόμου τάξεως της Κυπριακής Δημοκρατίας επί τη βάσει των αρχών και αξιών της ΕΕ και όχι στη βάση των τουρκικών τανκς, όπως συμβαίνει από το’74 ώς σήμερα.
*Δρ των Διεθνών Σχέσεων