Διεθνή

Το πάθημα των Ευρωπαίων στην αυλή του Ερντογάν

Η αλλαγή της στρατηγικής των ΗΠΑ θεωρείται ότι θα δημιουργήσει προσκόμματα στους σχεδιασμούς της Άγκυρας το επόμενο διάστημα

Το «οδοιπορικό» των επικεφαλής των ευρωπαϊκών θεσμών στην αυλή του Τούρκου Προέδρου, Ταγίπ Ερντογάν, έληξε ίσως με τον πιο αφυπνιστικό τρόπο, αφήνοντας στον Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, και ειδικότερα στην Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, την πικρή γεύση του αυταρχισμού του «Νεοσουλτάνου». Πέρα όμως από το «ατυχές» αυτό περιστατικό, οι δύο πλευρές είχαν την ευκαιρία να επαναλάβουν εαυτούς, επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά η μεν ΕΕ τη σχέση εξάρτησης που έχει με την Τουρκία, όσον αφορά το μεταναστευτικό, ενώ η Άγκυρα εξασφάλισε ότι οι Βρυξέλλες θα συνεχίσουν να απολαμβάνουν το αφήγημα της «θετικής ατζέντας» από μέρους της. Την ίδια ώρα η αλλαγή σκυτάλης στην προεδρία των ΗΠΑ έδειξε μια μετακίνηση της υπερδύναμης προς την ΕΕ, η οποία θέλει να έχει λόγο στην ευρωπαϊκή στρατηγική απέναντι στην Τουρκία, στο πλαίσιο πάντα της εξυπηρέτησης των δικών της συμφερόντων.

Οι Ευρωπαίοι στην αυλή του Ερντογάν

Αν και ο απρόβλεπτος χαρακτήρας του Ερντογάν τον έχει καταστήσει δύσκολο συνομιλητή για την ΕΕ, η Φον Ντερ Λάιεν και ο Μισέλ πέρασαν το κατώφλι του «παλατιού» του και επιχείρησαν να αναστήσουν τον καταστρατηγημένο ευρωτουρκικό διάλογο.

Από το προηγούμενο διάστημα οι Βρυξέλλες είχαν προλειάνει το έδαφος για την προσέγγιση του «Νεοσουλτάνου», αποφεύγοντας για πολλοστή φορά να ακολουθήσουν τον δρόμο των κυρώσεων για τις παραβιάσεις της κυπριακής ΑΟΖ, ενώ του πρόσφεραν επιπλέον δώρο την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για την Τελωνειακή Ένωση τής ΕΕ με την Τουρκία.

Σύμφωνα με αναλυτές, οι δύο Ευρωπαίοι αξιωματούχοι λειτούργησαν στο πλαίσιο ενός περίπλοκου σχεδιασμού, ο οποίος με κάποιον τρόπο έπρεπε να συγκεράσει τα στρατηγικά συμφέροντα και τις ανάγκες των 27 κρατών μελών της Ένωσης.

Στον περίπλοκο αυτό σχεδιασμό εντάσσεται και το «αγκάθι» του μεταναστευτικού προβλήματος και η σχέση εξάρτησης με την Τουρκία για την ανακοπή των ροών μεταναστών από τη Συρία, το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, το Ιράκ και το Ιράν.

Από την πλευρά της η Τουρκία, παρά τις ρητορικές «ιαχές» της, γνωρίζει πολύ καλά ότι είναι προς το συμφέρον της να έχει στενούς δεσμούς με την ΕΕ, η οποία είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός της εταίρος, ειδικά σε μια περίοδο που η τουρκική οικονομία βουλιάζει.

Η δύσκολη εξίσωση ΕΕ - ΗΠΑ - Τουρκία

Το 2015 οι σχέσεις Τουρκίας και ΕΕ πέρασαν σε άλλο επίπεδο με την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, δημιουργώντας ελπίδες για μια στροφή της Άγκυρας σε έναν πιο δυτικό προσανατολισμό, πιο κοντά στο ευρωπαϊκό μπλοκ και τις ΗΠΑ.

Ενδεικτικά του καλού κλίματος ήταν όσα έγραφε ο Τούρκος αναλυτής Ziya Onis το 2005: «Όχι μόνο οι στενότερες σχέσεις με τις ΗΠΑ θα είναι επωφελείς για την πορεία της Τουρκίας προς την ένταξη στην ΕΕ, αλλά επίσης η χώρα ως κράτος μέλος δεν θα απομονωθεί, ενώ λόγω της στρατηγικής της θέσης θα οικοδομήσει μια πιο ισορροπημένη σχέση με τις ΗΠΑ. Αυτό θα επιτρέψει στην Τουρκία να προστατεύσει τα εθνικά της συμφέροντα και να παίξει έναν πιο εποικοδομητικό ρόλο στην ευρύτερη Μέση Ανατολή ως θετική περιφερειακή δύναμη».

Δεκαέξι χρόνια μετά, δύσκολα μπορεί κάποιος να πει ότι οι εκτιμήσεις του ειδικού έχουν επιβεβαιωθεί. Αντίθετα, η Τουρκία όχι μόνο δεν έγινε κράτος μέλος της ΕΕ, αλλά οι σχέσεις της με τη Δύση βρίσκονται συνεχώς υπό αμφισβήτηση. Επίσης, σε καμιά περίπτωση δεν έγινε η «θετική περιφερειακή δύναμη», αλλά αντίθετα από το 2016 υιοθέτησε μιαν ανεξάρτητη στρατηγική, η οποία βασίζεται στη χρήση ισχύος και στρατιωτικής διπλωματίας για να επιβάλει τις θέσεις της στην περιοχή.

Τη δύσκολη εξίσωση των σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ, ΕΕ και Τουρκίας περιέπλεξε ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος με την «άτσαλη» διπλωματική του πολιτική προκάλεσε ζημιά τόσο στις σχέσεις των Βρυξελλών με την Άγκυρα, όσο και στους δεσμούς ΗΠΑ- ΕΕ και κατά συνέπειαν στις σχέσεις των μελών του ΝΑΤΟ. Ειδικότερα, υπάρχει η άποψη ότι η «αδιαφορία» του πρώην πλανητάρχη για τις πολυμερείς σχέσεις άφησε χώρο για την ανάπτυξη και την προώθηση των εθνικών συμφερόντων του κάθε κράτους μέλους της ΕΕ, τα οποία κάποιες φορές ήταν αλληλοσυγκρουόμενα. Το πιο ξεκάθαρο παράδειγμα αποτελεί η πολυφωνία της Γηραιάς Ηπείρου στο θέμα της Συρίας και της Λιβύης.

Η αλλαγή των ισορροπιών

Οι αποκλίσεις μεταξύ Τουρκίας, ΕΕ, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ μοιάζουν να μεγαλώνουν εν μέσω σημαντικών γεωπολιτικών εξελίξεων. Η πιο σημαντική όμως απόκλιση παραμένει η αγορά του συστήματος αεράμυνας S-400 από τη Ρωσία, την οποία ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ φρόντισε να «υπενθυμίσει» στον Ερντογάν με την εξειδίκευση των κυρώσεων που επιβλήθηκαν τον περασμένο Δεκέμβριο στις Τουρκικές Αμυντικές Βιομηχανίες (SSB).

Η ενέργεια αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο της μετακίνησης της αμερικανικής διπλωματίας προς τον πολυμερισμό και τη συνεργασία με κύριους άξονες το ΝΑΤΟ, την ΕΕ και τα Ηνωμένα Έθνη. Έτσι η αλλαγή της στρατηγικής των ΗΠΑ θεωρείται ότι θα δημιουργήσει προσκόμματα στους σχεδιασμούς της Άγκυρας το επόμενο διάστημα.

Ειδικότερα, σύμφωνα με αναλυτές, είναι πιθανόν ο Μπάιντεν να επιδιώξει μέσω των σχέσεων της Τουρκίας με την ΕΕ, να την φέρει πιο κοντά στη Βορειοατλαντική Συμμαχία. Παραδοσιακά οι ΗΠΑ για τα δικά τους συμφέροντα έπαιζαν κομβικό ρόλο στην ενίσχυση του ευρωτουρκικού διαλόγου. Αυτό διαφαίνεται από τη δήλωση των Βρυξελλών κατά τη Σύνοδο Κορυφής του Δεκεμβρίου, στην οποία έγινε λόγος για συντονισμό με τις ΗΠΑ για τη στρατηγική της απέναντι στην Άγκυρα.

Εντούτοις, με φόντο την αντιπαράθεση για τους S-400 και τις κινήσεις της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, κανείς δεν αναμένει ότι τα ζητήματα αυτά θα λυθούν διά μαγείας. Όμως, η μετακίνηση των ΗΠΑ προς την ΕΕ σίγουρα δεν θα πρέπει να περνάει απαρατήρητη για την Άγκυρα κατά τη διαμόρφωση της εξωτερικής της πολιτικής.

Οι προεκτάσεις ενός όχι και τόσο αθώου περιστατικού

Μπορεί στη συνάντηση των Προέδρων της Κομισιόν και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου με τον Πρόεδρο της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν να συζητήθηκαν ζητήματα υψηλής πολιτικής, κατά ειρωνικό τρόπο όμως αυτό που έμεινε ήταν η προσβολή κατά της φον ντερ Λάιεν, η οποία αναγκάσθηκε να καθίσει σε έναν απομακρυσμένο καναπέ μακριά από τους δύο άντρες.

Το γεμάτο συμβολισμούς αυτό επεισόδιο αν και επιχειρήθηκε να υποβιβαστεί από τις Βρυξέλλες, οι οποίες ξεκαθάρισαν ότι «η Πρόεδρος της Κομισιόν επικεντρώνει στην ουσία και όχι στο πρωτόκολλο της επίσκεψης στην Τουρκία», δεν έλειψε η «μπηχτή» ότι «θα πρέπει να τυγχάνει της ίδιας μεταχείρισης στο εξωτερικό με αυτήν που έχει ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου». Διπλωματική πηγή που επικαλείται η Politico, πάντως, αναφέρει ότι η Πρόεδρος δεν ήταν ευχαριστημένη με αυτήν την εξέλιξη.

Η προσβολή αυτή, όμως, η οποία δεν αποκλείεται να ήταν προμελετημένη, συνέπεσε με μια ευαίσθητη συγκυρία, στην οποία από τη μια τα δύο μέρη προσπαθούν να αποκαταστήσουν τις σχέσεις τους, αλλά από την άλλη οι Ευρωπαίοι δεν κρύβουν την ανησυχία τους απέναντι στην καταπάτηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Τουρκία, με αποκορύφωμα την πρόσφατη απόφαση του Ερντογάν για αποχώρηση της Αγκύρας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης για την πρόληψη της βίας κατά των γυναικών και των παιδιών.

Έτσι, παρά τη φτωχή σε επιχειρήματα και καθόλου τίμια δήλωση του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, στην οποία μετέθετε την ευθύνη στο πρωτόκολλο της ΕΕ, οι αντιδράσεις ήταν έντονες. «Πρώτα αποσύρονται από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και τώρα αφήνουν την Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής χωρίς κάθισμα κατά τη διάρκεια επίσημης επίσκεψης. Είναι ντροπή #WomensRights», έγραψε στο Twitter η πρόεδρος της σοσιαλιστικής ομάδας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Ισπανίδα Ιράτχε Γκαρσία Πέρες.

Η μεταχείριση της Προέδρου της Κομισιόν στην Τουρκία δεν άφησε ασυγκίνητο τον Ιταλό τεχνοκράτη πρωθυπουργό, Μάριο Ντράγκι, ο οποίος μίλησε για ταπείνωση, ενώ δεν δίστασε να χαρακτηρίσει τον Ερντογάν δικτάτορα. Ο Τσαβούσογλου, και πάλι σε ρόλο πυροσβέστη, καταδίκασε τα «άσχημα» σχόλια του Ντράγκι, ενώ κλήθηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών ο πρεσβευτής της Ιταλίας στην Τουρκία.