Αναλύσεις

Νεύμα για σταδιακή απόσυρση των μέτρων

Το μεγάλο ζητούμενο για την κυπριακή οικονομία είναι αν μπορεί να προσαρμοστεί γρήγορα στα νέα δεδομένα, ιδιαίτερα όσον αφορά το κόστος δανεισμού, εφόσον αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων στις διεθνείς αγορές και αρνητικές εξελίξεις στην πιστοληπτική διαβάθμιση της χώρας θα έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην αναχρηματοδότηση του δημόσιου χρέους

Το τελευταίο διάστημα αναπτύσσεται πιο έντονα η συζήτηση για την αύξηση του πληθωρισμού, την εκτίναξη των τιμών των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών μεταφοράς λόγω έλλειψης εμπορευματοκιβωτίων, καθώς και τις σκέψεις των Κεντρικών Τραπεζών για σταδιακή απόσυρση των μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης (το λεγόμενο “tapering”).

Το νεύμα φαίνεται να δίνει η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), η οποία αν και διατήρησε το ύψος των επιτοκίων αναλλοίωτο (θεωρώντας την αύξηση του πληθωρισμού προσωρινή), άφησε να νοηθεί ότι θα προχωρήσει σε δύο αυξήσεις μέχρι το 2023, νωρίτερα απ’ ό,τι είχε προβλεφθεί προηγουμένως.

Οι αγορές μετοχών αντέδρασαν αρνητικά στην ανακοίνωση, σε αντίθεση με τις αγορές ομολόγων, ενώ το δολάριο κινήθηκε ανοδικά, μετά από μια περίοδο διολίσθησης. Οπότε γίνεται αντιληπτό ότι οι οικονομίες θα πρέπει να είναι έτοιμες για την επόμενη μέρα, παρουσιάζοντας ανθεκτικότητα κατά την απόσυρση των έκτακτων μέτρων που εφαρμόζονται.

Ένα σημαντικό στατιστικό στοιχείο κατά τη διάρκεια της έξαρσης της πανδημίας παγκοσμίως ήταν μεν οι αποπληθωριστικές τάσεις σε όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες (ενδεχομένως αυτό να ήταν φαινόμενο του πρώτου κύματος της πανδημίας), υπήρχε όμως μια σημαντική μετατόπιση της ζήτησης προς τα προϊόντα έναντι των υπηρεσιών.

Τους τελευταίους μήνες παρουσιάζεται μια σημαντική αύξηση στην αξία των εμπορευμάτων (commodities), συμπεριλαμβανομένου και του πετρελαίου, κάτι που άρχισε να φαίνεται, με την αύξηση των υλικών οικοδομής και την εκτίναξη του κόστους κατασκευής. Σε αυτό βοήθησε η αδρανοποίηση πολλών πλοίων και η έλλειψη σε εμπορευματοκιβώτια, φαινόμενα που ίσως να είναι προσωρινά εφόσον η κατάσταση θα βελτιώνεται με τη σταδιακή επαναφορά των εργασιών στον τομέα της ναυτιλίας και των μεταφορών.

Αυτά φαίνεται να λήφθηκαν υπόψη κατά την απόφαση της FED, ενώ η βελτίωση των οικονομικών δεικτών ενδεχομένως να επισπεύσει το tapering. Σίγουρα τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης είναι έκτακτα και η διατήρησή τους για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν είναι βιώσιμη. Ούτε όμως και η απότομη απόσυρση τους ενδείκνυται εφόσον θα δημιουργήσει κραδασμούς στις αγορές και αλυσιδωτά προβλήματα σε αρκετές οικονομίες, όπως οι αναδυόμενες.

Οπότε το μεγάλο ζητούμενο για την κυπριακή οικονομία είναι αν μπορεί να προσαρμοστεί γρήγορα στα νέα δεδομένα που δημιουργούνται και ιδιαίτερα όσον αφορά το κόστος δανεισμού, εφόσον αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων στις διεθνείς αγορές και αρνητικές εξελίξεις στην πιστοληπτική διαβάθμιση της χώρας θα έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην αναχρηματοδότηση του δημόσιου χρέους, το οποίο τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί σημαντικά (κάτι το οποίο ήταν αναμενόμενο εφόσον θα έπρεπε να χρηματοδοτηθούν τα προγράμματα στήριξης) και καταγράφεται ως ένας από τους εν δυνάμει κινδύνους για την κυπριακή οικονομία στην πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).

Αναδεικνύεται η αναγκαιότητα αναδιοργάνωσης και εκσυγχρονισμού της κυπριακής οικονομίας, κάτι το οποίο έπρεπε να είχαμε ήδη τροχοδρομήσει, όμως η εξάπλωση της πανδημίας το επισπεύδει. Η τωρινή κατάσταση, σε συνδυασμό με άλλα γεγονότα που επηρέασαν συγκεκριμένους τομείς όπως τις κατασκευές και τον τομέα των υπηρεσιών, την καθιστά ακόμα πιο επιτακτική. Άλλωστε οι κίνδυνοι και οι προκλήσεις καταγράφονται στην τελευταία έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Μια τέτοια διαδικασία σημαίνει τρία ουσιαστικά πράγματα: πρώτο, είναι η υιοθέτηση οριζόντιων αλλαγών που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα της χώρας ως επιχειρηματικού κέντρου, θα διευκολύνουν την οικονομική δραστηριότητα και θα μειώσουν το διοικητικό κόστος, δεύτερο, είναι η αναδιάρθρωση των παραδοσιακών τομέων της οικονομίας ώστε να συνεχιστεί η προσφορά τους στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας και τρίτο, είναι η ανάπτυξη νέων οικονομικών δραστηριοτήτων. Στα πιο πάνω πάντοτε θα πρέπει να υπάρχει σχεδιασμός που να αφορά την πράσινη ανάπτυξη και την τεχνολογική αναβάθμιση, ζητήματα που αποτελούν προτεραιότητες όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και το παγκόσμιο επιχειρείν.

Γίνεται αντιληπτό ότι τέτοιες αλλαγές δεν γίνονται από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά απαιτείται λεπτομερής σχεδιασμός, εμπειρογνωμοσύνη και ένα υλοποιήσιμο πλάνο. Πολλές ιδέες χωρίς συνοχή και έλεγχο στην υλοποίησή τους ουσιαστικά θα προκαλέσουν σύγχυση και σίγουρα όχι το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ως πρώτο βήμα, είναι απαραίτητο να καθοριστούν οι οικονομικοί τομείς (ενδεχομένως να υπάρχουν και άλλοι εκτός από τους πιο κάτω) που αποτελούν προτεραιότητες για την κυπριακή κυβέρνηση αλλά και την πολιτεία στο σύνολό της.

Η χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης

Είναι εδώ που σημαντικό ρόλο έχει να διαδραματίσει η χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης (το οποίο προβάλλεται εκτενώς στα μέσα μαζικής επικοινωνίας), εφόσον η υλοποίησή του θα οδηγήσει σε ανασχηματισμό της ευρωπαϊκής και της κυπριακής οικονομίας. Και είναι πολύ καλύτερα να ενεργείς προληπτικά παρά εκ των υστέρων εφόσον αν και η τελευταία φορολογική μεταρρύθμιση έγινε πριν από είκοσι χρόνια, έπρεπε να υιοθετηθεί από τις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου ο ελάχιστος φορολογικός συντελεστής για να ενεργήσουμε.

Σε μια κυβέρνησης οικουμενικής ή ευρύτερης αποδοχής ή ενδεχομένως στη «χώρα των θαυμάτων», σοβαρά ζητήματα θα έπρεπε να λύνονται μέσα από τον διάλογο Κυβέρνησης, πολιτικών δυνάμεων και θεσμών. Μεγάλο ερωτηματικό παραμένει με ποιον τρόπο θα μπορούν να υιοθετηθούν οι μεταρρυθμίσεις, εφόσον μεγάλος είναι ο αριθμός νομοθετημάτων που πρέπει να περάσουν από το Κοινοβούλιο.

Σημαντική σε αυτήν την προσπάθεια είναι η αφομοίωση των οποιοδήποτε αλλαγών από την κοινωνία και τους πολίτες, ώστε να στηρίξουν τις μεταρρυθμίσεις. Πέραν της τοπικής κοινωνίας, η δημιουργία ενός ευέλικτου επιχειρηματικού περιβάλλοντος και η ενίσχυση των δημόσιων υπηρεσιών αναμένεται να προσελκύσει ξένους επιχειρηματίες, οι οποίοι είτε θέλουν να δραστηριοποιηθούν μέσω Κύπρου ή να δημιουργήσουν την έδρα τους στη χώρα.

Είναι σημαντικό να υπάρξει μακροχρόνιος σχεδιασμός, λεπτομερής για κάθε τομέα, ενεργοποιώντας όσο το δυνατόν μεγαλύτερο ποσό ιδιωτικών κεφαλαίων, έτσι ώστε να υπάρξει πλήρης αξιοποίηση των παραγωγικών μονάδων του τόπου και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, κάτι που θα οδηγήσει σε μείωση της ανεργίας.

Αυτό απαιτεί την ενίσχυση των μεταρρυθμίσεων που θα στοχεύουν στην ενίσχυση των επενδύσεων και στη δημιουργία ενός φιλικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος, πέρα από τις αλλαγές για καλύτερη λειτουργία της δημόσιας υπηρεσίας και μείωση του κόστους λειτουργίας της.

Χρειάζεται ένα πλάνο που να δίνει ευκαιρίες στους νέους να ανελιχθούν, να αναπτύξουν τις ιδέες τους. Ας προβληματιστούμε ως προς το πόσο εύκολο είναι για κάποιο να δημιουργήσει και να αναπτύξει τη δική του επιχείρηση και κατά πόσον οι ικανότεροι είναι αυτοί που προάγονται και ανελίσσονται ή αν οι γενιές που δημιουργούμε απλώς πάνε με το ρεύμα ή έχουν τις δικές τους απόψεις, τα θέλω και τα όνειρά τους.

Οπότε το πρώτο μεγάλο ερωτηματικό είναι αν μπορούμε να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα, ειδικά με την απόσυρση των μέτρων στήριξης. Διότι η κυπριακή οικονομία παρουσίαζε σημάδια επιβράδυνσης και πριν από τη εξάπλωση της πανδημίας. Το δεύτερο είναι αν όλοι οι εμπλεκόμενοι μπορούν να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων (το γεγονός ότι έρχονται δύο διαδοχικές εκλογικές διαδικασίες δεν βοηθά), ώστε όπως λέει και ο αξέχαστος Δημήτρης Μητροπάνος να «μη χάσουμε το αυγουστιάτικο φεγγάρι και έρθει ο Σεπτέμβρης πιο νωρίς».