Συνεντεύξεις

«Ομερτά» από συναδέλφους του Θανάση

Υπόθεση Θανάση Νικολάου: Ο ποινικός ανακριτής Σάββας Μάτσας μιλά για όλους και για όλα στη «Σημερινή»

Για τη δολοφονία του Θανάση Νικολάου, το πόρισμα βάσει του οποίου θα προχωρήσει η υπόθεση, την εξέλιξη των ερευνών και την πιθανή κατάληξη της τραγικής αυτής ιστορίας, μίλησε στη «Σημερινή» ο ποινικός ανακριτής, Σάββας Μάτσας.

Ο κ. Μάτσας, στην εκτενή συνέντευξη που μας παραχώρησε, αναφέρθηκε σε «ύποπτους στρατιώτες, συναδέλφους του Θανάση Νικολάου», που επιμένουν να κρύβουν την αλήθεια. Απαντά, επίσης, σε όσα του καταλογίζουν περί «αποκαλύψεων» που μπορεί να επηρεάσουν την πορεία τον ερευνών. Δεν διστάζει να μιλήσει για όσους αρνήθηκαν ν’ απαντήσουν σε ερωτήσεις και να βοηθήσουν στη διαμόρφωση του πορίσματος. Εκτενή αναφορά κάνει και για το ζήτημα της απομάκρυνσής του από τη συνέχεια των ερευνών, ενώ αφήνει να νοηθεί ότι η απομάκρυνση αυτή δεν αποκλείεται να σχετίζεται με αλλότρια κίνητρα, αφού, όπως λέγει, δεν έχει κάποια λογική βάση. Τέλος, αναφέρεται στους δύο λόγους για τους οποίους παραμένει επιφυλακτικός και απαισιόδοξος, για την τελική έκβαση της υπόθεσης.

Ποια ήταν εκείνα τα ευρήματα στην έρευνά σας που κατέδειξαν ότι ο θάνατος του Θανάση ήταν προϊόν εγκληματικής ενέργειας;

Από τη στιγμή που τα στοιχεία αυτά δεν δόθηκαν στη δημοσιότητα από τον Γενικό Εισαγγελέα στον οποίον παρέδωσα το πόρισμα, ή από τον δικηγόρο της οικογένειας που παρέλαβε το πόρισμα, δεν νομίζω ότι είναι σωστό να αναφερθώ σε λεπτομέρειες για τα ευρήματά μας. Μπορώ όμως να πω, πως προκύπτει ότι ήταν προϊόν εγκληματικής ενέργειας, από το σύνολο του μαρτυρικού υλικού σε συνδυασμό με τις εκθέσεις των ιατροδικαστών, παθολογοανατόμων και λοιπών εμπειρογνωμόνων που διοριστήκαν από την οικογένεια.

Υπάρχει σε ό,τι αφορά τη δημόσια συζήτηση ένα «θολό σημείο» για το αν πήρατε ή όχι καταθέσεις από στρατιώτες που υπηρετούσαν με τον Θανάση ή από αξιωματικούς που ήταν στη μονάδα του. Πήρατε καταθέσεις από το περιβάλλον του στην Εθνική Φρουρά; Αν όχι, γιατί δεν πήρατε;

Πήραμε καταθέσεις, αφού μελετήσαμε πρώτα το σύνολο του μαρτυρικού υλικού, που ήταν 6 ογκώδεις φάκελοι, 4.000 και πλέον σελίδων, για να έχουμε μια πλήρη εικόνα. Πήραμε καταθέσεις από το στενό περιβάλλον του Θανάση εντός στρατοπέδου. Δηλαδή από τους στρατιώτες που ήταν στον ίδιο λόχο και που έμεναν μαζί στον ίδιο θάλαμο. Ωστόσο σε αυτό το στρατόπεδο που υπηρετούσε ο Θανάσης υπήρχαν και άλλοι πολλοί στρατιώτες σε άλλους λόχους. Απ’ αυτούς δεν μπορέσαμε να πάρουμε καταθέσεις, επειδή το χρονικό περιθώριο που μας δόθηκε ήταν σύντομο και έληγε στις 15 Σεπτεμβρίου. Το ίδιο και σε ό,τι αφορά τους αξιωματικούς. Πήραμε δηλαδή καταθέσεις από αξιωματικούς που ήταν στο άμεσο περιβάλλον του Θανάση.

Από όλους όσους ερευνήσατε υπήρξαν άτομα που κλήθηκαν να απαντήσουν και να βοηθήσουν στην έρευνα και αρνήθηκαν; Και γιατί πιστεύετε ότι δεν μίλησαν;

Άρνηση να απαντήσει σε 40 ερωτήσεις που του υποβάλαμε, είχε μόνον ο ιατροδικαστής της υπόθεσης. Οι υπόλοιποι μάς απαντούσαν, αλλά σε πολλές περιπτώσεις ήταν έκδηλη η προσπάθεια να επαναλάβουν όσα είπαν σε προηγούμενες καταθέσεις. Εμείς στις ερωτήσεις που τους υποβάλλαμε, τους υπενθυμίζαμε τι είχαν απαντήσει στις προηγούμενές τους καταθέσεις και τους ρωτούσαμε τι έχουν να πουν τώρα. Ήμασταν μάλιστα υποχρεωμένοι να τους δίνουμε αυτούσιες τις προηγούμενες καταθέσεις τους για να φρεσκάρουν τη μνήμη τους. Από τη σύγκριση που κάναμε, είδαμε πως οι απαντήσεις που μας έδιναν, βασίζονταν στις προηγούμενές τους καταθέσεις.

Θέλετε να πείτε ότι αυτό συνέβαινε επειδή ήθελαν να συγκαλύψουν κάτι; Διακρίνετε κάποιο δόλιο σκοπό στο γεγονός ότι επέμειναν στις προηγούμενές τους καταθέσεις;

Κοιτάξετε, όπως διαπιστώσαμε, τις καταθέσεις τις πήρε ένας άπειρος αστυνομικός του Αστυνομικού Σταθμού Λάνιας και μεταγενέστερα ένας άλλος αστυνομικός πάλι του Σταθμού Λάνιας, όταν ο πρώτος πήρε μετάθεση. Οι καταθέσεις αυτές λήφθηκαν -αν είναι δυνατόν- μέσα στο στρατόπεδο και παρουσία αξιωματικών. Οπότε πιστεύουμε ότι αυτά που είπαν και επανέλαβαν σε εμάς δεν ήταν η αλήθεια. Δεν μπορεί οι αξιωματικοί και οι στρατιώτες -πλην δύο εξαιρέσεων- να μην είδαν ούτε να ήξεραν για διακίνηση και χρήση ναρκωτικών εντός του στρατοπέδου, όταν έχουμε μαρτυρία από στρατιώτη που λέει ότι από την πρώτη μέρα που μπήκε στο στρατόπεδο το συγκεκριμένο είδε στρατιώτες που έκαναν χρήση ναρκωτικών απροκάλυπτα.

Είναι κατανοητό πως στις προηγούμενές τους καταθέσεις υπό την παρουσία αξιωματικών οι τότε στρατιώτες μπορεί να μην έλεγαν την αλήθεια. Στις καταθέσεις όμως που έδωσαν σε εσάς και έχοντας την ευκαιρία να αναθεωρήσουν, γιατί θεωρείτε ότι συνέχισαν να μην αποκαλύπτουν την πραγματικότητα;

Τι να πω… Αναθεωρείς εύκολα όταν λες κάτι για μια τόσο σοβαρή υπόθεση στις πρώτες σου καταθέσεις; Και ιδίως εάν πράγματι πίσω υποκρύπτεται κάτι που το γνώριζαν όλοι ότι ήταν παράνομο;

Αυτό που μας λέτε, συνεπάγεται πως όσοι εθνοφρουροί συνάδελφοι του Θανάση έδωσαν κατάθεση, συγκαλύπτουν ή συσκοτίζουν εκούσια ή ακούσια την υπόθεση.

Δεν πήραν καταθέσεις από πολλούς. Από πέντε - έξι στρατιώτες είχαμε καταθέσεις. Τους τρεις τους θεωρούμε ύποπτους.

Επειδή επέμειναν υπό τον φόβο της ενοχής της συγκάλυψης στις αρχικές τους καταθέσεις;

Ναι, ακριβώς. Για πράγματα μάλιστα έκδηλα, τα οποία, όπως διαπιστώσαμε, έπρεπε και δεν μπορεί να μην τα γνώριζαν.

Κατά τη διάρκεια της διερεύνησης δεχθήκατε απειλές ή πιέσεις από οποιονδήποτε και για οποιονδήποτε λόγο;

Εγώ προσωπικά όχι.

Η επιστολή- απάντηση στον ΓΕ

Είδαμε ότι αντιδράσατε έντονα στην απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα, Γιώργου Σαββίδη, να σας αποκλείσει από την εξέλιξη της έρευνας. Θεωρείτε ότι παραβήκατε τους όρους εχεμύθειας όσον αφορά την συγκεκριμένη υπόθεση ή βλέπετε άλλες σκοπιμότητες πίσω από την κίνηση αυτή του ΓΕ;

Όχι, όχι και με κανέναν τρόπο. Μάλιστα του έστειλα επιστολή (σ.σ. του Γενικού Εισαγγελέα) με ημερομηνία 7.10.2022, στην οποία ζητώ να μάθω συγκεκριμένα, και όχι γενικά και αόριστα, «τι ακριβώς ανέφερα πέραν του γεγονότος ότι διαπιστώσαμε πως πρόκειται για δολοφονία και όχι αυτοκτονία και πέραν των όσων αναφέρονται στην Απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου με ημερομηνία 28.1.2020», στην οποία, όπως ξέρετε, καταδικάστηκε η Κύπρος για πλημμελή, πρόχειρη, αντιεπιστημονική κ.λπ διερεύνηση της υπόθεσης τόσο ιατροδικαστικά, όσο και από την Αστυνομία, αλλά και πέραν των όσων ανέφερε η μητέρα του Θανάση Νικολάου, ώστε να αποτελούν λόγο για να με αποκλείσουν από την περαιτέρω έρευνα, χωρίς καν να μου ζητήσουν τις απόψεις μου.

Και γράφω στην επιστολή: «Αν έχω γραπτώς και με στοιχεία αυτά που αναφέρατε, τότε θα αποδεχτώ την απόφασή σας να μη λάβω μέρος στην έρευνα. Αν όχι, τότε δεν θα υπάρχει κανένας λόγος να αποκλειστώ».

Και τι ανέφερα εγώ απ’ αυτά που λέγει ότι δημοσιεύθηκαν την προηγούμενη απ’ τη μέρα που παρέδωσα το πόρισμά μου; Γενικά πράματα είπα.

Έστειλα την επιστολή εδώ και τόσες μέρες και δεν έχω λάβει ακόμα καμία απάντηση. Ενώ παράλληλα βγαίνει (σ.σ. ο Γενικός Εισαγγελέας) και λέγει ότι δήθεν άφησα να διαρρεύσουν στοιχεία που πιθανόν να επηρεάσουν τις έρευνες… Πού ώς πού; Επειδή λέγω ότι είναι φόνος και δεν είναι αυτοκτονία;

Ωστόσο ας πάρουμε παράδειγμα την περίπτωση του ιατροδικαστή, από την οποία προκύπτουν δύο ζητήματα: 1ον, εδώ και ένα μήνα έχει στοχοποιηθεί, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται, και θεωρείται ήδη καταδικασμένος από την κοινή γνώμη, κάτι που συνεπάγεται και κινδύνους για την ασφάλειά του. 2ον, η γνωστοποίηση του ονόματος του ιατροδικαστή (όπως και άλλων εμπλεκομένων) αλλά και του γεγονότος πως είναι βασικός ύποπτος για εγκληματικές παραλείψεις κ.λπ, παρέχει τη δυνατότητα να στηθεί ισχυρή υπερασπιστική γραμμή ή ακόμη να αναδιαμορφωθούν στοιχεία και μαρτυρικό υλικό αλλοιώνοντας την πραγματικότητα της υπόθεσης. Ως προς αυτά δεν θεωρείτε ότι φέρετε μερίδιο ευθύνης με τις δημόσιες αναφορές σας;

Όχι. Όχι, διότι αυτά τα πράγματα τα έλεγε για δεκαεφτά ολόκληρα χρόνια η κυρία Ανδριάνα Νικολάου και τα αναρτούσε στο facebook… Και για τον ιατροδικαστή, και για τον υπεύθυνο της Αστυνομίας που ήταν εκεί, και για όλους που ήταν εκεί, αφού πήγε η ίδια στον τόπο της αυτοψίας. Και τους έλεγε ότι το παιδί της δεν είχε λόγο να αυτοκτονήσει και πολλά άλλα…

Καταλαβαίνετε όμως ότι έχει άλλη βαρύτητα να γίνονται ονομαστικές αναφορές από τη μάνα του Θανάση, και άλλο από τον ποινικό ανακριτή, που έχει θεσμικό ρόλο και διεξάγει μια επιστημονική έρευνα.

Ναι, αλλά και η κυρία Ανδριάνα έλεγε αυτά που έβλεπε η ίδια με τα μάτια της. Δεν αναπαρήγαγε πληροφορίες. Εξάλλου, εγώ δεν είπα ονόματα. Ούτε έκανα αναφορές για οτιδήποτε δεν ήταν ήδη γνωστό από την απόφαση του ΕΔΑΔ που ήταν δημοσιευμένη από τον Γενάρη του 2020, και για τον ιατροδικαστή και για την Αστυνομία. Αυτό και για ό,τι αφορά τη βαρύτητα αναφορών που πηγάζουν μέσα από επιστημονική έρευνα, πέρα από τις αναφορές της κυρίας Ανδριάνας. Όσα είπα, δηλαδή, αναφέρονται στην επιστημονική άποψη της Απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, που προέκυψε μετά από μια διεξοδική Δίκη, ενώπιόν του. Στην οποία Δίκη, αντιπροσωπεύθηκε και η Κυπριακή Δημοκρατία και αμφισβητούσε όλα αυτά τα αυτονόητα, τα πασίδηλα και πασίγνωστα γεγονότα.

Μια εξόφθαλμη υπόθεση δολοφονίας για 17 χρόνια, τη βαφτίζουν αυτοκτονία

Πέραν του ιατροδικαστή, στο πόρισμα εισηγείστε ποινικές διώξεις και για τρεις αξιωματικούς της Αστυνομίας. Θεωρείτε πως η Αστυνομία θα διερευνήσει αποτελεσματικά τον «εαυτό» της;

Εάν με ρωτάτε γενικά, επειδή είχα αρκετή εμπειρία με την Αστυνομία, λόγω της υπηρεσίας μου στη Νομική Υπηρεσία, πιστεύω πως η πλειοψηφία των αξιωματικών και Αστυνομικών είναι έντιμοι και κάνουν τη δουλειά τους σωστά. Όμως υπάρχει θεωρώ και μια μειοψηφία, που δεν κάνει τη δουλειά της όπως πρέπει και είναι αυτοί οι λίγοι που προκαλούν τη μεγάλη ζημιά σε ένα Σώμα που έχει την πολύ σοβαρή αποστολή να παρέχει ασφάλεια στον κόσμο και να διερευνά τα αδικήματα για την προστασία του κόσμου…

Έχει επανειλημμένως αναφερθεί πως από την αρχή της υπόθεσης υπάρχουν προσπάθειες κουκουλώματος και συγκάλυψης. Επιμένω πως έχει άλλη βαρύτητα όταν αυτό λέγεται από έναν ποινικό ανακριτή. Με δεδομένο ότι στις έρευνες όλα αυτά τα χρόνια έχουν εμπλακεί πολλοί επαγγελματίες από πολλές Υπηρεσίες, δημιουργείται η εντύπωση πως υπάρχει ένας ολόκληρος μηχανισμός συγκάλυψης, που εκτείνεται σε όλες αυτές τις Υπηρεσίες. Είναι έτσι τα πράγματα; Γι’ αυτήν τη συγκάλυψη ευθύνονται όλοι οι εκπρόσωποι των θεσμών που εμπλέκονται στην έρευνα ή συγκεκριμένα πρόσωπα; Και, εν τέλει, ποια είναι αυτά;

Πρώτα απ’ όλα δεν πιστεύω ότι όλοι οι εκπρόσωποι των Θεσμών που συμμετείχαν στις έρευνες έχουν εμπλακεί (σ.σ. στη συγκάλυψη). Δεν θέλω να πιστεύω και δεν πιστεύω τέτοιο πράγμα. Ωστόσο κάποιοι απ’ αυτούς έχουν εμπλακεί είτε ενσυνείδητα είτε επειδή αυτά παρέλαβαν κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους σε κάποιο στάδιο της υπόθεσης.

Όμως θα αναφερθώ σε κάτι που με αφορά προσωπικά. Επικαλέστηκε η Νομική Υπηρεσία για την απομάκρυνσή μου από την υπόθεση, λόγους αρχής και λόγους που δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια, ότι εγώ δήθεν άφησα να διαρρεύσουν πράγματα -που φαίνεται τι είπα και δεν μπορεί κανείς να τα αμφισβητήσει-, σε δηλώσεις μου στα Μέσα Ενημέρωσης… Προχθές, όμως, επικαλέστηκαν άλλο λόγο και είπαν ότι αποκλείστηκα επειδή θεωρούν πως πρόσφερα ό,τι είχα να προσφέρω και δεν έχω τίποτε άλλο να προσφέρω. Αυτό ουδεμία σχέση έχει με την προηγούμενη δικαιολογία τους.

Γιατί, λοιπόν, λένε ψέματα; Γιατί προσπαθούν να με εκθέσουν εμένα, ενώ οι ίδιοι έχουν εκτεθεί για 17 ολόκληρα χρόνια; Χωρίς αμφιβολία, μέσα από τα έγγραφα προκύπτει, και το επιβεβαίωσε και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, ότι λειτούργησαν αμελώς, πλημμελώς, πρόχειρα, αναποτελεσματικά με αποτέλεσμα μια εξόφθαλμη υπόθεση δολοφονίας για 17 χρόνια να υποστηρίζουν ότι είναι αυτοκτονία. Γιατί πήγαν στις δύο ανακρίσεις και υποστήριζαν ότι πρόκειται για αυτοκτονία; Γιατί όταν έγινε αίτηση για εκταφή έφεραν ένσταση, λέγοντας, τάχα, πως δεν θα προέκυπτε τίποτα το χρήσιμο και το ωφέλιμο;

Γιατί;

Δεν ξέρω. Ας βγάλει ο καθένας τα συμπεράσματά του. Γιατί λέγουν ψέματα για μένα και τη μία φορά με αποκλείουν για τον έναν λόγο και μετά λέγουν ότι με αποκλείουν για τον άλλον λόγο; Γιατί ο Αρχηγός της Αστυνομίας βγαίνει και λέει πως δεν πιστεύει ότι αξιωματικός της Αστυνομίας είναι δυνατόν να έβλεπε ότι πρόκειται για φόνο και τον ανέθεσε σαν μικροπαράβαση σε έναν άπειρο αστυνομικό… Δεν πιστεύει, λέει! Με αυτές τις νοοτροπίες… Εσείς με το μυαλό σας τι σκέφτεστε;

Μάλλον δύο τινά. Το ένα είναι η εγκληματική αμέλεια που πηγάζει από την επίσης εγκληματική νοοτροπία της πλημμελούς και πρόχειρης εκτέλεσης καθήκοντος, τύπου να «κάνουμε τη δουλειά μας και να σχολάσουμε». Και τώρα όσοι συμμετείχαν σε αυτές τις εγκληματικά επιπόλαιες έρευνες, είναι εκτεθειμένοι. Το άλλο αφορά τη συντονισμένη προσπάθεια συγκάλυψης προσώπων και καταστάσεων που σχετίζονται με τη δολοφονία αυτή καθαυτή. Εσείς τι πιστεύετε;

Όντως αυτά τα δύο μπορεί να συμβαίνουν. Είτε το ένα είτε το άλλο. Αλλά και τα δύο, είναι επιλήψιμα. Ωστόσο δεν μπορώ, ούτε μου αρέσει να κάνω υποθέσεις αν δεν είμαι σε έναν μεγάλο βαθμό βέβαιος. Γιατί μετά μπορεί ν’ αδικηθούν πρόσωπα και δεν θα ήθελα να συμβεί αυτό. Όμως λέω και εγώ ότι ένας από αυτούς τους δύο λόγους συμβαίνουν.

«Δύο λόγοι δεν μου επιτρέπουν να είμαι αισιόδοξος»

Πώς πιστεύετε ότι θα εξελιχθεί η υπόθεση; Θεωρείτε πως θα υπάρξει δικαίωση στο τέλος της διαδρομής αυτής;

Εγώ εύχομαι ολόψυχα να γίνει μια δίκαιη, μια ολοκληρωμένη, επιστημονική διερεύνηση της υπόθεσης έστω και τώρα, που λέω ότι είναι πολύ αργά για να αποκαλυφθεί η αλήθεια και αυτές οι υπηρεσίες να επιτελέσουν το έργο το οποίο τους ανέθεσε η πολιτεία, για το οποίο είναι ταγμένοι και το οποίο προσδοκά και ο κόσμος. Ας μην ξεχνάμε ότι αυτή η υπόθεση αφορά πολύ κόσμο. Δεν έχει οικογένεια που δεν στέλνει το παιδί της στον στρατό. Στέλνει το παιδί της στον στρατό εν γνώσει της η κάθε οικογένεια ότι μπορεί να το χάσει, αλλά εν καιρώ πολέμου για την πατρίδα του. Όχι να το βρίσκει νεκρό μέσα στους ποταμούς εν καιρώ ειρήνης. Μακάρι, επειδή αφορά πολύ κόσμο, να διερευνηθεί η υπόθεση και πληρώσουν έστω και τώρα για τις εγκληματικές τους πράξει αυτοί που διέπραξαν αυτό το έγκλημα.

Είστε αισιόδοξος ότι αυτό θα γίνει;

Πέραν του ευσεβοποθισμού, υπάρχουν δύο λόγοι, που δεν μου επιτρέπουν να είμαι τόσο αισιόδοξος. Ο πρώτος λόγος είναι ότι δεν έγινε σωστή διερεύνηση από την αρχή της υπόθεσης. Και επειδή γνωρίζω τη σημασία της έγκαιρης ολοκληρωμένης διερεύνησης σε τέτοιες περιπτώσεις που είναι πολύ σημαντική. Ο δεύτερος λόγος είναι διότι η παρέλευση του χρόνου στερεί από τις ανακριτικές Αρχές τη δυνατότητα να εντοπίσουν στοιχεία που να δικαιολογούν σε βαθμό καταδίκης τη δίωξη κάποιου.