Συνεντεύξεις

Τρέχουν για συσπείρωση: Τα δεδομένα και οι δυσκολίες

Ο Γιάννος Κατσουρίδης, Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, μιλά στη «Σ» για τις επερχόμενες εκλογές και εκτιμά πως «η εκλογική γεωγραφία και η εκλογική συμπεριφορά στην Κύπρο έχουν αλλάξει»

Για τα καλά στο παιχνίδι της συσπείρωσης μπήκαν κόμματα και επιτελεία, υπό μια ιδιαίτερη συνθήκη γενικευμένου μαρασμού της κομματικής δυνατότητας να καθορίζει και να επενεργεί στο εκλογικό σώμα. Ο Γιάννος Κατσουρίδης, Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, μιλώντας στη «Σημερινή» και εξηγώντας αυτό που ονομάζει «μείωση των κομματικών ταυτίσεων», εκτιμά πως «η εκλογική γεωγραφία και η εκλογική συμπεριφορά στην Κύπρο έχουν αλλάξει. Θα πρέπει λοιπόν να αναμένεται δυσκολία σε όλα τα κόμματα να πετύχουν πολύ υψηλές συσπειρώσεις σε ένα τόσο διαφοροποιημένο περιβάλλον». Κληθείς να σχολιάσει ποιο κόμμα θα έχει το δυσκολότερο έργο, απάντησε ο ΔΗΣΥ, καθώς «δύο εκ των τριών βασικών υποψηφιοτήτων προέρχονται από τους κόλπους του».

Οι δυσκολίες Αβέρωφ Νεοφύτου και Ανδρέα Μαυρογιάννη, η δημοφιλία Νίκου Χριστοδουλίδη σε μια αρκετά ευρεία γκάμα ψηφοφόρων, η συμβολή της «ψυχολογίας του νικητή», αλλά και οι προοπτικές των μικρών, δεδομένης της θεωρίας της «χαμένης ψήφου», δημιουργούν μια ιδιαίτερα σύνθετη προεκλογική εικόνα, που τα επιτελεία καλούνται να επεξεργαστούν.

ΓΙΑΝΝΟΣ ΚΑΤΣΟΥΡΙΔΗΣ.jpg


Θα μπορέσει ο Αβέρωφ Νεοφύτου να κεφαλαιοποίησει ενδεχόμενες απώλειες του Νίκου Χριστοδουλίδη; Ή αυτές θα διοχετευτούν σε άλλους υποψηφίους;

Με όσα δεδομένα έχουμε αυτήν τη στιγμή φαίνεται ότι η προσπάθεια του κ. Νεοφύτου δεν θα είναι εύκολη. Παρόλο που η εκστρατεία του τρέχει εδώ και μήνες, εξακολουθεί να έχει πολύ σημαντικές διαρροές προς τον κ. Χριστοδουλίδη. Όπως έδειξαν και οι πρόσφατες μετρήσεις, δεν φαίνεται να έχει κεφαλαιοποιήσει κατά τρόπο σημαντικό τις απώλειες του Νίκου Χριστουδουλίδη, όπως ούτε κάποιος άλλος υποψήφιος. Επίσης, πρέπει να επισημάνουμε ότι οι απώλειες του κ. Χριστοδουλίδη αφενός δεν ήταν ιδιαίτερα μεγάλες και αφετέρου μετακινήθηκαν κυρίως στη δεξαμενή των αναποφάσιστων. Επιπλέον, αυτοί που μετακινήθηκαν από τον κ. Χριστοδουλίδη στους αναποφάσιστους δεν προέρχονται μόνο από τη δεξαμενή των ψηφοφόρων του ΔΗΣΥ. Αυτό δημιουργεί συνθήκες που μπορούν να διεκδικηθούν και από τον Ν. Χριστοδουλίδη και τον κ. Νεοφύτου, αλλά και από άλλους υποψηφίους. Υπάρχει όμως ακόμα ένα στοιχείο στην εξίσωση που πρέπει να λάβουμε υπόψη και που ενδεχομένως να οδηγήσει σε «επαναπατρισμό» των ψηφοφόρων αυτών στον κ. Χριστοδουλίδη. Αυτό που λέμε «ψυχολογία του νικητή». Αν ο κ. Χριστοδουλίδης συνεχίσει να έχει τη δυναμική και την παράσταση νίκης είναι πιθανόν αυτοί οι ψηφοφόροι να επιλέξουν αυτόν που εκτιμούν ως τον πιθανότερο νικητή και άρα να επιστρέψουν σε αυτόν.

Ο Ανδρέας Μαυρογιάννης φαίνεται να ανεβάζει τους τόνους, όπως εξάλλου ήταν και οι προτροπές του ΑΚΕΛ. Θα καταφέρει να αγγίξει τις ευαίσθητες χορδές των ΑΚΕΛιστών; Ή υπάρχουν κάποια στοιχεία που εκ των πραγμάτων τον θέτουν εκτός;

Αυτά όλα είναι πράγματα που θα φανούν στην πορεία. Υπάρχουν θέματα που προφανώς ο υποψήφιος ικανοποιεί και στα οποία υπάρχει ευαισθησία στο ΑΚΕΛικό ακροατήριο, όπως τα θέματα εντιμότητας. Υπάρχουν βέβαια και στον αντίποδα σημαντικές δυσκολίες.

Η πρώτη μεγάλη δυσκολία που αντιμετωπίζει ο κ. Μαυρογιάννης είναι ότι το ΑΚΕΛ βρίσκεται σε ιστορικό εκλογικό χαμηλό, κάτι που αντικειμενικά δυσχεραίνει τη συγκέντρωση του απαραίτητου εκείνου ποσοστού που θα μεταφέρει τον υποψήφιο στον β’ γύρο με σχετική ασφάλεια, όπως γινόταν στο παρελθόν. Ξεκινά, δηλαδή, με σχετικό μειονέκτημα και αυτό δεν οφείλεται στον υποψήφιο.

Η δεύτερη δυσκολία του κ. Μαυρογιάννη αφορά σε ένα ακροατήριο με συγκεκριμένη ευαισθησία και με συγκεκριμένη προσέγγιση στο Κυπριακό και που τα τελευταία χρόνια δημιούργησε στενή σχέση με το ΑΚΕΛ, είτε ήταν εντός του κόμματος είτε πέριξ του, λόγω της όλης πολιτικής παρουσίας του ΑΚΕΛ στην περίοδο αυτή. Μερίδα αυτού του ακροατηρίου δεν φαίνεται να πείθεται, τουλάχιστον μέχρι τώρα, από τον υποψήφιο που επέλεξε το κόμμα, είτε λόγω των διαφορετικών απόψεων κόμματος και υποψηφίου σε σημαντικά διαδραματισθέντα στο Κυπριακό στο παρελθόν (π.χ. Κραν Μοντανά, Σχέδιο Ανάν, σε ποιον αποδίδονται οι ευθύνες για τη μη επίλυση του Κυπριακού, κ.λπ.) είτε διότι ήταν μέχρι πρότινος διαπραγματευτής του Προέδρου Αναστασιάδη. Αυτοί οι ψηφοφόροι μπορεί να μην είναι μεγάλη μάζα, αλλά είναι κρίσιμη μάζα και ενδεχομένως να αποδειχθούν κρίσιμοι και καθοριστικοί στη μάχη του περάσματος στον β’ γύρο. Ενδεχόμενη αλλαγή ρητορικής από τον κ. Μαυρογιάννη για να ικανοποιήσει αυτό το ακροατήριο, όμως, πιθανότατα θα στοιχίσει σε προσωπική αξιοπιστία και συμμαχίες στον β’ γύρο, ακόμα και ψήφους στον α’ γύρο. Άρα είναι ένα δίκοπο μαχαίρι η επιλογή στρατηγικής σε αυτό το πεδίο.

Το τρίτο πρόβλημα είναι η δυναμική της υποψηφιότητας που ακόμα υπολείπεται ίσως διότι οι προσδοκίες που υπήρχαν ή που δημιουργήθηκαν στο αριστερό ακροατήριο ήταν διαφορετικές, ή διότι δεν δημιουργείται δυναμική νίκης στον β’ γύρο, που για πολλούς είναι το βασικό ζητούμενο. Αυτό όμως μπορεί να αλλάξει στους 4 μήνες που απομένουν.

Η πρόθεση συνεργασίας των τεσσάρων μικρών, πώς μπορεί να επηρεάσει το σκηνικό; Είθισται «οι μικροί» να χάνουν ποσοστά κατά την περίοδο της «τελικής ευθείας». Κυρίως, λόγω της θέσης περί χαμένης ψήφου. Αυτήν τη φορά, υπάρχει δυνατότητα να κεφαλαιοποιήσουν ψήφους αντίδρασης;

Μπορούν να ισχύσουν και τα δύο σενάρια. Και να εισπράξουν ψήφο αντίδρασης αλλά και να βρεθούν αντιμέτωποι με τη θεωρία της χαμένης ψήφου και άρα να απολέσουν στήριξη. Αν τα δεδομένα του κυπριακού εκλογικού σώματος ήταν αυτά πριν από 10-15 χρόνια, θα έλεγα ότι το πιθανότερο θα ήταν να μειώνεται η απήχησή τους όσο κοντεύουμε στη μέρα της κάλπης. Η μεγάλη διαφοροποίηση όμως που συντελέστηκε τα τελευταία χρόνια στο εκλογικό σώμα δεν μας επιτρέπει να κάνουμε ασφαλή πρόβλεψη. Η ψήφος διαμαρτυρίας είναι πολυκερματισμένη και δεν μπορούμε να πούμε με σιγουριά προς τα πού θα κατευθυνθεί. Προς το παρόν φαίνεται να καρπώνεται το μεγαλύτερό της μέρος ο κ. Χριστοδουλίδης και λιγότερο οι «μικροί».

Ως προς την ενδεχόμενη συνεργασία των λεγόμενων τεσσάρων «μικρών», πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι η πολιτική δεν είναι μαθηματικά. Στην πολιτική δεν ισχύουν οι μαθηματικοί κανόνες του 1 και 1 κάνουν 2. Άρα δεν είναι σε καμιά περίπτωση δεδομένο ότι ακόμα και η ενδεχόμενη συνεργασία τους (που ακόμα δεν ξέρουμε αν θα τελεσφορήσει) θα δημιουργήσει την όποια δυναμική. Αν τελικά καταστεί εφικτή και αν καταφέρει να δημιουργήσει κάποια δυναμική ίσως επηρεάσει τη μάχη τού ποιος θα περάσει στον β’ γύρο μεταξύ των κ.κ. Νεοφύτου και Μαυρογιάννη. Αλλά πολύ δύσκολα θα δημιουργήσει προοπτικές στον «κοινό» υποψήφιο να περάσει αυτός στον β’ γύρο. Προσωπική μου εκτίμηση είναι ότι αν αποκτήσει δυναμική μια τέτοια κοινή υποψηφιότητα είναι πιθανόν ότι θα αφαιρεί περισσότερο από τον κ. Μαυρογιάννη παρά από τον κ. Νεοφύτου.

ΔΗΠΑ: «Δεν τσακωθούμε για δύο ξένους»

Διάθεση για υπερπήδηση των ενδεχομένων διαφωνιών που προέκυψαν στο κόμμα της ΔΗΠΑ, με αφορμή τη στήριξη Αβέρωφ ή Χριστοδουλίδη, δείχνουν στελέχη του κόμματος, με τα οποία ήρθε σε επικοινωνία η «Σημερινή». Η άποψη που κυριαρχεί είναι πως το κάθε στέλεχος μπορεί να αποφασίσει τον βαθμό εμπλοκής του στην προεκλογική ή αν θα εμπλακεί. Όπως ενδεικτικά αναφέρεται, «κανένας εκ των δύο δεν είναι υποψήφιος του κόμματός μας. Δεν θα τσακωθούμε για δύο ξένους». Σε σχέση με την απόφαση για εισήγηση Χριστοδουλίδη, αναφέρθηκε πως πέραν των προγραμματικών θέσεων και της εγγύτητας της εν λόγω υποψηφιότητας με τη θέση του κόμματος για κυβέρνηση ευρείας αποδοχής, λήφθηκε υπόψη και η επόμενη ημέρα του ΔΗΣΥ. Μια πιθανή αντιπολιτευτική σύμπλευση με ένα κόμμα που θα βάλλεται από εσωκομματικές τριβές, θα καθιστούσε το εγχείρημα δύσκολο, εξήγησαν. Σίγουρα, όμως, ρόλο έπαιξε και η πεποίθηση πως το κόμμα της κεντροδεξιάς μπορεί να απορροφήσει αρκετούς δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του ΔΗΣΥ σε μετέπειτα εκλογικές αναμετρήσεις.