Προεκλογικά «καμπανάκια» επτά μήνες πριν από την κάλπη
Τα κρίσιμα συμπεράσματα των δημοσκοπήσεων για Χριστοδουλίδη, Αβέρωφ και Μαυρογιάννη
Αυτό που πρέπει να προβληματίζει τον κ. Χριστοδουλίδη και τους υποστηρικτές του, εξίσου με το πώς θα καταφέρει να κερδίσει τις εκλογές, είναι ότι όντως μπορεί να τις κερδίσει και τότε θα πρέπει να κυβερνήσει.
Αυτό που πρέπει να προβληματίζει τον κ. Αβέρωφ και τον ΔΗΣΥ, είναι η ορατή πλέον πιθανότητα ιστορικής καταβαράθρωσης του κόμματος.
Αυτό που πρέπει να προβληματίσει το ΑΚΕΛ είναι πως από κόμμα εξουσίας μετατρέπεται σε κόμμα «ρυθμιστικό» και μόνο από «σπόντα» μπορεί να του ανατεθεί ρόλος με ψήγματα κυβερνησιμότητας.
Φυσικά ο δρόμος για τις προεδρικές εκλογές είναι ακόμη μακρύς και στους επτά περίπου μήνες που μας χωρίζουν από την εκλογική αναμέτρηση, πολλά μπορούν να αλλάξουν.
Ωστόσο οι δημοσκοπήσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας αποτυπώνουν τάσεις και δυναμικές, που κανένα επιτελείο και κανένας υποψήφιος δεν μπορεί να αγνοήσει.
Ο Χριστοδουλίδης και η «καμπάνα» της εκλογής
Ο Νίκος Χριστοδουλίδης καταφέρνει να διατηρεί ένα σοβαρό προβάδισμα έναντι των κύριων αντιπάλων του, Αβέρωφ Νεοφύτου και Ανδρέα Μαυρογιάννη. Σύμφωνα μάλιστα και με τη 2η μεγάλη δημοσκόπηση του ΣΙΓΜΑ, που παρουσιάστηκε την Πέμπτη, 7.7.2022, ο κ. Χριστοδουλίδης σε περίπτωση που βρεθεί στον β’ γύρο κερδίζει με 25% διαφορά τον κ. Νεοφύτου και 33% τον κ. Μαυρογιάννη.
Όσο περνά ο καιρός και η δημοσκοπική διαφορά του Νίκου Χριστοδουλίδη από τους αντιπάλους του παραμένει πάνω από 20%, τόσο επαληθεύονται οι προσεγγίσεις που θέλουν να μην είναι σφυγμομετρική «φούσκα» τα ποσοστά του. Κάτι που φαίνεται πως αρχίζει και το εκλογικό σώμα να πιστεύει ευρύτερα, αφού στην παράσταση νίκης -στο ποιος δηλαδή πιστεύουν οι ψηφοφόροι πως θα είναι ο επόμενος Πρόεδρος, ανεξαρτήτως του ποιον θα ψηφίσουν-, κατάφερε να πάρει την πρωτιά από τον Αβέρωφ Νεοφύτου, καταγράφοντας ποσοστό 41% έναντι 26% του συναγερμικού υποψηφίου.
Η δημοσκοπική δυναμική του κ. Χριστοδουλίδη -η οποία, παρεμπιπτόντως, δεν φαίνεται να επηρεάζεται ούτε από τη στήριξη του ΔΗΚΟ, που υποθετικά θα του αφαιρούσε τους συναγερμικούς ψηφοφόρους (40% των συναγερμικών υποστηρίζουν Χριστοδουλίδη έναντι 47% Αβέρωφ)- διατηρεί ή/και αυξάνει όσο περνά ο καιρός, τις πιθανότητες ο τέως ΥΠΕΞ να κερδίσει τις εκλογές.
Και εκεί ακριβώς είναι το θέμα για τον ίδιο, το επιτελείο του αλλά και τους υποστηρικτές του. Γιατί πέρα από την επικοινωνιακή του επικράτηση, που μπορεί να τον οδηγήσει στο Προεδρικό, θα κληθεί να διαχειριστεί το Κυπριακό, για το οποίο ανοίγει ένας νέος ιστορικός κύκλος, που είτε το συνειδητοποιούμε είτε όχι, αφορά στην ύπαρξη του κυπριακού Ελληνισμού. Επιπλέον θα κληθεί να διαχειριστεί μια συνεχώς επιδεινούμενη οικονομική κατάσταση, θα κληθεί να διαχειριστεί μια σειρά ιστορικών μεταρρυθμίσεων που μόνο με κοινοβουλευτική στήριξη μπορεί να πετύχουν. Ζητήματα δηλαδή καθοριστικά για τον τόπο, που η διαχείρισή τους ξεπερνά τις επικοινωνιακές δεξιότητες και σχετίζεται με πολιτική ουσίας, προγραμματισμό, στέρεες αντιλήψεις, θέσεις και σοβαρούς συνεργάτες. Κάτι που τουλάχιστον προσώρας δεν εντοπίζεται σε ικανοποιητικό βαθμό στο επιτελείο Χριστοδουλίδη.
Ο Αβέρωφ και οι «υπαρξιακές ατραποί» του ΔΗΣΥ
Στην Πινδάρου είναι εμφανής η διάθεση υποτίμησης των δημοκοπικών ευρημάτων και η ερμηνεία ότι πρόκειται απλώς για «τάσεις της στιγμής». Κάτι που εν πολλοίς ισχύει. Ωστόσο, στην περίπτωση του Αβέρωφ Νεοφύτου, ο προβληματισμός είναι έντονος και πλέον έχει, ή θα έπρεπε να έχει, «υπαρξιακές» διαστάσεις.
Ο Αβέρωφ Νεοφύτου εμφανίζεται μονίμως κάτω από 20%, ενώ υπάρχουν δημοσκοπήσεις που τον δείχνουν να μην περνά καν στον β’ γύρο. Σε περίπτωση που βρεθεί στον β’ γύρο με τον υποψήφιο του ΑΚΕΛ, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν… «ντέρμπι», ενώ σε περίπτωση που έχει αντίπαλο τον κ. Χριστοδουλίδη ηττάται με μεγάλη διαφορά.
Η πεποίθηση ότι «όλοι ξέρουν πως στο τέλος θα καταφέρει να κερδίσει ο Αβέρωφ», εξανεμίζεται. Στις δύο τελευταίες δημοσκοπήσεις οι ερωτηθέντες δίνουν για πρώτη φορά την πρωτιά στην «Παράσταση Νίκης», στον Νίκο Χριστοδουλίδη, αφαιρώντας την από τον Αβέρωφ Νεοφύτου.
Ο Πρόεδρος του ΔΗΣΥ φαίνεται δημοσκοπικά ότι δεν πείθει ούτε τους ίδιους τους συναγερμικούς, οι οποίοι στηρίζουν κατά 40% τον Νίκο Χριστοδουλίδη. Πλήγμα «βαρύ» αν προσμετρηθεί και η προεκλογική «μεγαμηχανή» που έχει στήσει ο κ. Νεοφύτου εδώ και μήνες…
Οι υπόνοιες για διαγραφές και «σκληρή» αντιμετώπιση των αντιφρονούντων, που δεν στηρίζουν δηλαδή την υποψηφιότητα Αβέρωφ, πέραν του ότι δεν αποφέρουν αποτελέσματα, υπονομεύουν και τη συνοχή του ΔΗΣΥ την επαύριον των εκλογών.
Οι επτά περίπου μήνες, που απομένουν μέχρι τις εκλογές, είναι όντως χρονικό διάστημα στο οποίο μπορούν να ανατραπούν πολλά. Ωστόσο στην Πινδάρου πρέπει να σκεφτούν πως η ανατροπή των δεδομένων δεν συνεπάγεται απαραίτητα βελτίωση της τωρινής κατάστασης. Δηλαδή τα πράγματα για το κόμμα της Δεξιάς και τον κ. Νεοφύτου στους επόμενους επτά μήνες μπορεί να γίνουν καλύτερα, αλλά μπορούν να γίνουν και χειρότερα. Κάτι εξάλλου που επισημαίνεται και από τις δημοσκοπήσεις.
Ο Μαυρογιάννης και η «προσπέραση» θεμελιωδών συμπερασμάτων
Στο ΑΚΕΛ και το επιτελείο Μαυρογιάννη, αυτό που κρατούν από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις είναι η αύξηση της συσπείρωσης των ΑΚΕΛικών ψηφοφόρων. Από 60%, που ήταν στα μέσα Μαΐου, τώρα μετά και την επισημοποίηση της συνεργασίας ΑΚΕΛ – Μαυρογιάννη, έχει ανέβει στο 65%.
Οι επιτελείς του κ. Μαυρογιάννη και τα στελέχη του ΑΚΕΛ θεωρούν ότι η συσπείρωση αυτή θα αυξηθεί το επόμενο διάστημα, όταν ξεκινήσει να περιοδεύει και να έρχεται ο ίδιος σε επαφή με τη βάση του κόμματος.
Κάτι που ακόμη και αν συμβεί, δεν είναι αρκετό από μόνο του για να δώσει τη νίκη στον κ. Μαυρογιάννη όπως φαίνεται στις δημοσκοπήσεις.
Στο ΑΚΕΛ, ποντάρουν στην πρόκριση στον β’ γύρο και εκεί θεωρούν ότι όλα είναι ανοιχτά. Ξέρουν πως αν θα είναι αντίπαλος ο Αβέρωφ Νεοφύτου τότε η νίκη είναι πιθανότερη.
Ωστόσο, το θεμελιώδες συμπέρασμα που φαίνεται να «προσπερνούν» στην Εζεκία Παπαϊωάννου, είναι πως όλες οι υποθέσεις πρόκρισης στον β’ γύρο ή ακόμη και επικράτησης σε αυτόν, έχουν έντονο το στοιχείο του ετεροκαθορισμού: Αν, δηλαδή, περάσει ο κ. Μαυρογιάννης στον β’ γύρο ή ακόμη και αν κερδίσει σε αυτόν, δεν είναι λόγω της δικής του δυναμικής, αλλά λόγω της μειωμένης δυναμικής των αντιπάλων του.
Για τον ίδιο τον κ. Μαυρογιάννη αυτό σημαίνει πως ακόμη και να πάρει τις εκλογές, οι κομματικές, πολιτικές και κοινωνικές συναινέσεις που θα χρειαστούν για να κυβερνήσει, κάθε άλλο παρά δεδομένες θα είναι.
Για το ΑΚΕΛ, το «θεμελιώδες» πλέον πρόβλημα, που εκτείνεται πέρα από τη συγκυρία των εκλογών, έγκειται στο γεγονός ότι η όποια προοπτική κυβερνησιμότητάς του εντοπίζεται πλέον στο «κενό» των αντιπάλων του και όχι σε μια αυτόφωτη ικανότητά του να πείσει πως μπορεί να κυβερνήσει. Κάτι που συνεπάγεται πως ο ιστορικός του ρόλος στο πολιτικοκομματικό γίγνεσθαι έχει υποτιμηθεί.