Ανακατανομή εθνικού πλούτου, η μόνη λύση στην ακρίβεια

Ο πλούτος και η φτώχια χαρακτηρίζουν τις δυο ακραίες κοινωνικές ομάδες στην Κύπρο. Έχουμε την τάξη των πλουσίων με τα μεγάλα εισοδήματα και τα περιουσιακά στοιχεία που αβγατίζουν κάθε χρόνο. Η δραστηριότητα και η προβολή του πλούτου είναι εμφανής στην Κύπρο. Εκδηλώνεται με την αγορά ακινήτων, ακριβών αυτοκινήτων, ειδών πολυτελείας, ταξιδίων και άλλων δαπανηρών εκδηλώσεων.

Από την άλλη έχουμε την τάξη των φτωχών, των πολυτέκνων, των χαμηλοσυνταξιούχων, των ληπτών του ΕΕΥ, που μετρούν τα ευρώ, που δυσκολεύονται να βγάλουν τον μήνα, να πληρώσουν τους λογαριασμούς του ρεύματος και των καυσίμων και στις υπεραγορές περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα.

Η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο. Η ακρίβεια και ο πληθωρισμός καλπάζουν. Η Κυβέρνηση προσπαθεί να πάρει στοχευμένα μέτρα, για να δώσει μιαν ανάσα στους χαμηλόμισθους και τους χαμηλοσυνταξιούχους.

Τα μέτρα αυτά δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα της ακρίβειας και της φτώχιας. Ο πληθωρισμός και η ακρίβεια καλπάζουν. Οι μισθοί συρρικνώνονται και δεν μπορούν να καλύψουν τις μόνιμες και ανελαστικές υποχρεώσεις και την προμήθεια των αναγκαίων ειδών διατροφής. Φυσικά το κράτος δεν μπορεί να αφαιρέσει από κάποιες τάξεις εισοδήματα ή να μειώσει τους υψηλούς μισθούς και να ενισχύσει τους χαμηλόμισθους και τους χαμηλοσυνταξιούχους. Ούτε μπορεί να μειώσει τις τιμές ή να μειώσει για όλα τον ΦΠΑ για να ανασάνουν οι φτωχοί. Τότε θα αντιμετωπίσει τον κίνδυνο της πτώχευσης του κράτους και των δυσπραγούντων πολιτών.

Η λύση είναι μια σταδιακή ανακατανομή του εθνικού πλούτου. Και φυσικά αυτή δεν μπορεί να είναι «παίρνω από τους πλούσιους και δίνω στους φτωχούς, αυξάνοντας τα εισοδήματά τους». Πρέπει να είναι κάποια άλλα μέτρα, που να έχουν σχέση με τη δομή του κοινωνικού συστήματος.

Το κράτος μπορεί να αυξήσει τις δαπάνες για όσους κολυμπούν μέσα στον πλούτο και να μειώσει τις δαπάνες στα φτωχά νοικοκυριά. Πώς μπορεί να γίνει αυτό;

Μπορούν και πρέπει να αυξηθούν δραστικά οι φόροι και ο ΦΠΑ για τα πολυτελή αυτοκίνητα, για όλα τα είδη πολυτελείας, για όλες τις εκδηλώσεις και τις δραστηριότητες που σηματοδοτούν τον πλούτο, όπως ακριβά ταξίδια αναψυχής στο εξωτερικό, διακοπές σε ξενοδοχεία πολυτελείας για τους ντόπιους, φορολογία στα πολυτελή εστιατόρια και κέντρα αναψυχής και πάλι για τους ντόπιους.

Μπορεί να φορολογηθεί η αγορά εξοχικών σπιτιών και ιδιαίτερα πολυτελών επαύλεων. Μπορεί να φορολογηθούν τα ακατοίκητα σπίτια και διαμερίσματα, ιδιαίτερα τα πολυτελή διαμερίσματα των πύργων, που έχουν αγοραστεί για απόκτηση της κυπριακής υπηκοότητας.

Από τις φορολογίες αυτές δεν θα επηρεαστούν τα εισοδήματα των πτωχών, ούτε θα αυξηθούν οι τιμές προϊόντων, εφόσον δεν θα αυξηθεί το κόστος . Το κράτος όμως θα μαζέψει πολλά εκατομμύρια, τα οποία θα χρησιμοποιήσει για την ανακατανομή του πλούτου. Δεν θα τα μετατρέψει φυσικά σε επιδόματα ή αυξήσεις μισθών, που θα αυξήσουν το κόστος παραγωγής και θα αυξήσουν τις τιμές και τον πληθωρισμό.

Το κράτος μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτά τα εκατομμύρια για να μειώσει τις δαπάνες των φτωχών νοικοκυριών, όπως έκαμε για παράδειγμα με το Γε.Σ.Υ. Μπορεί να μειώσει την τιμή του ηλεκτρισμού, οπότε θα επωφεληθούν και οι επιχειρήσεις και να μειώσουν τις τιμές των προϊόντων τους, να μειώσει τις τιμές των καυσίμων, να προσφέρει δωρεάν μετακίνηση με τις δημόσιες μεταφορές, να επιχορηγήσει τα δίδακτρα και τα ενοίκια τα φοιτητών, που προέρχονται από οικογένειες χαμηλών εισοδημάτων και να επιχορηγεί τους τόκους στεγαστικών δανείων για νέες χαμηλόμισθες οικογένειες.

Η στέγη, η υγεία, η παιδεία και η ενέργεια αποτελούν τον μεγάλο βραχνά των φτωχών νοικοκυριών. Όταν το κράτος μειώσει αισθητά αυτές τις δαπάνες, στην ουσία θα αυξήσει τα διαθέσιμα ποσά για άλλες ανάγκες των νοικοκυριών. Αυτό είναι μια αύξηση των εισοδημάτων και μια ανακατανομή του εθνικού πλούτου.

Μια ομάδα οικονομολόγων με κοινωνικές ευαισθησίες μπορούν να καταρτίσουν ένα μακροχρόνιο πρόγραμμα και να εισηγηθούν νομοθεσίες και μέτρα, ώστε να γίνει μια πρώτη ανακατανομή του εθνικού εισοδήματος. Η αύξηση των μισθών και των συντάξεων πρέπει φυσικά να αποτελεί πάντα έναν άμεσο στόχο κάθε κυβέρνησης.