Αναλύσεις

Παύση στην αύξηση των επιτοκίων

Η ΕΚΤ θα αξιολογεί την κατάσταση και τα στατιστικά στοιχεία όπως αυτά ανακοινώνονται και θα λαμβάνονται οι ανάλογες αποφάσεις

Μετά από ένα σερί αυξήσεων των επιτοκίων το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) αποφάσισε στην τελευταία συνεδρία του την εβδομάδα που πέρασε να τα αφήσει αμετάβλητα. Φυσικά, με τις δηλώσεις της η κ. Λαγκάρντ έσπευσε να διευκρινίσει ότι αυτό δεν σημαίνει πως η ΕΚΤ δεν θα προχωρήσει σε νέες αυξήσεις στο μέλλον. Θα αξιολογεί την κατάσταση και τα στατιστικά στοιχεία όπως αυτά ανακοινώνονται και θα λαμβάνονται οι ανάλογες αποφάσεις.

Οι κεντρικές τράπεζες καλούνται να ισορροπήσουν μεταξύ των υψηλών ποσοστών του πληθωρισμού και της επιβράδυνσης που δημιουργεί στις οικονομίες η σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής. O πληθωρισμός αν και παρουσιάζει κάμψη παραμένει σε υψηλά επίπεδα, τροφοδοτούμενος περισσότερο από τα προβλήματα που υπάρχουν από την πλευρά της προσφοράς.

Πληθωρισμός και ακρίβεια

Πρέπει να διαχωρίσουμε την έννοια του πληθωρισμού και της ακρίβειας. Πληθωρισμός είναι η ποσοστιαία μεταβολή των τιμών σε ένα χρονικό διάστημα που διαβρώνει την αγοραστική δύναμη των πολιτών και των επιχειρήσεων και μειώνει την αξία του χρήματος. Αυτό μετριέται με βάση τη μεταβολή στον δείκτη τιμών καταναλωτή. Άρα οι τιμές μπορούν να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα (ακρίβεια) χωρίς να υπάρχει μεταβολή μέσα σε μια περίοδο και το ποσοστό του πληθωρισμού να φαίνεται χαμηλό (για να υπάρξει πληθωρισμός πρέπει να υπάρχει μεταβολή προς τα πάνω των τιμών). Οπότε μπορεί ο πληθωρισμός, στατιστικά, να υποχωρεί, όμως παραμένει θετικός και επιβαρύνει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.

Οι τιμές διαμορφώνονται από τις δυνάμεις της προσφοράς και της ζήτησης, οπότε οτιδήποτε επηρεάζει αυτά τα δύο επηρεάζει και τον πληθωρισμό. Η ενισχυμένη ρευστότητα, η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, η αντίληψη/ψυχολογία των καταναλωτών και η λεγόμενη εισαγόμενη ζήτηση επηρεάζουν τη ζήτηση των προϊόντων. Στην Κύπρο η ζήτηση ενισχύεται σημαντικά τους καλοκαιρινούς μήνες λόγω της αύξησης των αφίξεων των τουριστών στη χώρα. Φυσικά θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και η οικονομική επιφάνεια των επισκεπτών, δηλαδή τα ποσά που ξοδεύουν κατά την παραμονή τους στη χώρα μας.

Αυξημένη ζήτηση

Την ίδια στιγμή οι αυξημένες δαπάνες σε έναν κρατικό προϋπολογισμό αυξάνουν τη ζήτηση σε προϊόντα και υπηρεσίες. Οπότε, πέρα από τις κεντρικές τράπεζες, και η δημοσιονομική πολιτική επηρεάζει τον πληθωρισμό. Είναι γι’ αυτόν τον λόγο που ΕΚΤ, Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οίκοι αξιολόγησης δεν ευνοούν οριζόντια μέτρα σε σχέση με την ακρίβεια, διότι, έμμεσα, ενισχύουν τη ζήτηση και τον πληθωρισμό.

Η αυξημένη ζήτηση δεν αποτελεί πάντοτε κακό φαινόμενο. Αντίθετα, μπορεί ν’ αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης. Για παράδειγμα, η αυξημένη ζήτηση να αντιμετωπιζόταν με ενίσχυση της προσφοράς μέσα από αυξημένες επενδύσεις, επιχειρηματικές δραστηριότητες και παραγωγικές διαδικασίες (αυξάνοντας την προσφορά των προϊόντων, κάτι που προσπαθεί να κάνει το Υπουργείο Εσωτερικών με τις πολιτικές που αποφάσισε για τη στεγαστική πολιτική, δηλαδή, να ενισχύσει τα αποθέματα σε ακίνητα ώστε να πιεστούν οι τιμές).

Δυστυχώς, παρουσιάζονται σημαντικά προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα, ενώ ενισχύονται πολιτικές προστατευτισμού. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η επιβολή των κυρώσεων και των αντικυρώσεων δημιούργησε νέα δεδομένα στο διεθνές εμπόριο και ενίσχυσε τις τιμές στα προϊόντα ενέργειας. Είδαμε νέες συμμαχίες να διαμορφώνονται και τον ΟΠΕΚ να διαδραματίζει ρόλο πρωταγωνιστή στις αγορές πετρελαίου.

Η μεταβλητότητα ενισχύεται περαιτέρω με τις συγκρούσεις στη Γάζα, οι οποίες αναμένεται να κρατήσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα, σε σχέση με παρόμοια προηγούμενα περιστατικά στην περιοχή. Επιπλέον φαίνεται να ενισχύεται η εμπλοκή και άλλων χωρών στη διαμάχη. Αν η ένταση στο Ισραήλ κλιμακωθεί, τότε ενδεχομένως να δούμε αρνητική αντίδραση από τις αγορές.

Πληθωρισμός της προσφοράς

Ο πληθωρισμός της προσφοράς επηρεάζεται και από άλλους παράγοντες, όπως το κόστος δανειοδότησης και η αύξηση των μισθών και άλλων ωφελημάτων με μεγαλύτερο ρυθμό από την παραγωγικότητα. Οπότε, όλα τα πιο πάνω θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής.

Είναι ξεκάθαρο από τις πιο πολλές αναλύσεις ότι ο πληθωρισμός, αν και παρουσιάζει πτωτική τάση, θα παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το ίδιο και τα υψηλά επιτόκια, εκτός και αν οι οικονομίες παρουσιάσουν μεγάλα ποσοστά ύφεσης όπως την περίοδο της μεγάλης χρηματοπιστωτικής ή της εξάπλωσης του κορωνοϊού (δεν υπάρχουν προς το παρόν τέτοιες εκτιμήσεις). Και όταν προς το τέλος του επόμενου έτους ενδεχομένως να δούμε κάποιες μειώσεις στα επιτόκια, σίγουρα δεν θα είναι με τον ρυθμό που είδαμε τις αυξήσεις.

Οι κεντρικές τράπεζες είναι μέρος του προβλήματος, ή τουλάχιστον ήταν συμμέτοχες στην αύξηση του πληθωρισμού. Η παραχώρηση άπλετης ρευστότητας για μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς καμιά στόχευση, μέσα από τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, ενίσχυσε μεν την οικονομική δραστηριότητα από τη μια, από την άλλη, όμως, οδήγησε σε αύξηση των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών.

Το ίδιο έγινε και στην Κύπρο. Την περίοδο του κορωνοϊού επιδοτήθηκε το επιτόκιο για την αγορά μόνιμης κατοικίας και πολλοί ήταν αυτοί που προχώρησαν στη σύναψη δανείου. Το μέτρο προφανώς είχε αποφασιστεί για τη διατήρηση της οικοδομικής δραστηριότητας, αλλά με την αύξηση των επιτοκίων πολλοί συμπολίτες μας αντιμετωπίζουν προβλήματα με τις δόσεις. Σημειώνεται, δε, ότι οποιαδήποτε αναδιάρθρωση οδηγεί σε παύση της επιχορήγησης, κάτι για το οποίο γίνεται προσπάθεια τροποποίησης σε συνεννόηση Υπουργείου Οικονομικών και θεσμών.

Ο προϋπολογισμός κάθε νοικοκυριού και επιχείρησης, ο οποίος διασφαλίζει το ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης για τα άτομα και για τις επιχειρήσεις, τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξή τους, προσαρμόζεται στα δεδομένα που επικρατούν στην αγορά αλλά και στο γενικότερο οικονομικό και πολιτικό κλίμα. Είναι αναμενόμενο ότι, σε περιόδους αστάθειας, μεταβλητότητας και ύφεσης οι καταναλωτές θα είναι πιο επιφυλακτικοί αναφορικά με τις δαπάνες τους, ενώ σε περιόδους ευφορίας συμβαίνει το αντίθετο. Θα πρέπει να σημειωθεί, επίσης, ότι σταδιακά οι νοοτροπίες των οικογενειών έχουν αλλάξει, καθώς αντιλαμβάνονται την αξία του σωστού οικονομικού σχεδιασμού.

Οι συνεχείς αυξήσεις των επιτοκίων οδήγησαν μεν στην επιβράδυνση του πληθωρισμού, αλλά όχι στον ρυθμό που ανέμεναν οι αναλυτές και ενδεχομένως οι κεντρικές τράπεζες. Η παγκόσμια οικονομία έγινε πολύ περίπλοκη, οι πολιτικές που εφαρμόζονται όχι πάντοτε ορθολογιστικές, καθώς ζούμε σε έναν κόσμο με αυξημένες εντάσεις, που, δυστυχώς, καταλήγουν σε πολεμικές συρράξεις.