Οι δημοσιογράφοι είναι… επικίνδυνοι για εξουσίες, όχι για την ασφάλεια του κράτους
Αν υπάρχουν κάποιοι που πρέπει να παρακολουθούνται και να ελέγχονται ασταμάτητα είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όλοι οι Υπουργοί, όλοι οι αρχηγοί κομμάτων, όλοι οι βουλευτές. Αυτοί αποφασίζουν, αυτοί νομοθετούν και συχνά αυτοί προκαλούν ζημιά στο κράτος. Γιατί ειδικά οι δημοσιογράφοι να παρακολουθούνται; Επειδή αποκαλύπτουν ψεύδη, εξαπατήσεις, ανεπάρκειες και ανευθυνότητές τους που, ναι, βλάπτουν το κράτος και την ασφάλειά του;
Το διαβάσαμε κι αυτό με οργή: Η Κυπριακή Δημοκρατία και η Ελλάδα, μεταξύ άλλων ευρωπαϊκών χωρών, υποστηρίζουν παρακολούθηση των δημοσιογράφων για λόγους «κρατικής ασφάλειας»! Αν αναφερόμασταν σε αυταρχικά, απολυταρχικά ή και δεσποτικά καθεστώτα, θα υπήρχε κάποια δικαιολογία. Αλλά η δημοκρατική Ευρωπαϊκή Ένωση; Ο εκλεκτός συνάδελφος Φάνης Μακρίδης αποκάλυψε («Φιλελεύθερος», 12/12/2023) ότι η Κύπρος στηρίζει κανονισμό που απασχολεί ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και προνοεί την παρακολούθηση δημοσιογράφων, για λόγους ασφαλείας, από κυβερνητικές υπηρεσίες πληροφοριών.
Πρόκειται για κανονισμό που ρυθμίζει την ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης της Ευρώπης, το κείμενο του οποίου είναι στο τελικό στάδιο των διαπραγματεύσεων μεταξύ των τριών αρμόδιων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης - του Συμβουλίου της Ευρώπης, του Ευρωκοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. «Το επίμαχο άρθρο», γράφει ο συνάδελφος, «είναι το υπ. αριθμόν 4, το οποίο επιτρέπει την παρακολούθηση ηλεκτρονικών συσκευών δημοσιογράφων (υπολογιστές, προσωπικές τηλεφωνικές συσκευές) για λόγους εθνικής ασφαλείας και εφόσον οι κυβερνητικές υπηρεσίες που κάνουν τις υποκλοπές πληρούν κάποιες βασικές προϋποθέσεις». Η Κύπρος συγκαταλέγεται μεταξύ των επτά κρατών-μελών της ΕΕ «που δεν τάσσονται με σθένος υπέρ των δημοσιογράφων».
Συγκεκριμένα, «οι κυβερνήσεις της Γαλλίας, της Φινλανδίας, της Ελλάδας, της Ιταλίας, της Μάλτας, της Σουηδίας και της Κύπρου, στις διαπραγματεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προσπαθούν να αποδυναμώσουν τον εδραιωμένο νόμο της Ε.Ε. για την προστασία της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης στην Ευρώπη. Οι επτά κυβερνήσεις επιδιώκουν να νομιμοποιήσουν την παρακολούθηση των δημοσιογράφων, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης κακόβουλου λογισμικού στους υπολογιστές και τα τηλέφωνά τους, αν οι Αρχές ασφαλείας κηρύξουν αυτό ως μέτρο για την “προστασία της εθνικής ασφάλειας”».
Πρόκειται για καταφανώς αντιδημοκρατική, εξωφρενική και πρωτοφανή προσπάθεια κρατών-μελών της ΕΕ να εκφοβίσουν και να ελέγξουν τους δημοσιογράφους και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης στο όνομα, δήθεν, της κρατικής ασφάλειας. Από ποιους απειλείται η ασφάλεια των κρατών; Όχι από τους δημοσιογράφους! Η ασφάλεια των κρατών απειλείται πρώτιστα από την ανεπάρκεια, την ανικανότητα, τη διαφθορά, την αναξιότητα και απατεωνιές των κατά καιρούς κρατούντων. Η κρατική ασφάλεια απειλείται από τις κοινωνικές ανισότητες, την τρομοκρατία, την εγκληματικότητα, τα ναρκωτικά, την εμπορία προσώπων, την παράνομη μετανάστευση, τα εγκλήματα του λευκού κολάρου, κ.λπ. Επειδή οι δημοσιογράφοι τα αποκαλύπτουν, είναι ύποπτοι τρομοκρατικών ή άλλων υπονομευτικών ενεργειών;
Να ξεκαθαρίσουμε ξανά προς την Κυβέρνηση της κατεχόμενης Κυπριακής Δημοκρατίας: Αποστολή, καθήκον και υποχρέωση κάθε σοβαρού δημοσιογράφου είναι να λέγει την αλήθεια προς τα πάνω και προς τα κάτω. Να ενημερώνει σε βάθος και με αξιόπιστη τεκμηρίωση τους πολίτες. Με ταυτόχρονο αυστηρό, κριτικό ή και επικριτικό έλεγχο της εξουσίας. Με επικεφαλής τη Γαλλία και με συμπαραστάτη τη διεκδικούσα την ελευθερία της, Κύπρο, αυτός ο ρόλος επιχειρείται να καθυποταχθεί σε κανονισμούς περί «κρατικής ασφάλειας». Ποιους ενοχλούν οι δημοσιογράφοι; Τις εκάστοτε εξουσίες, διότι αποκαλύπτουν αποφάσεις ή ενέργειές τους που είναι βλαπτικές και συχνά καταστροφικές για το κράτος και την ασφάλειά του.
Γιατί τώρα επιχειρείται παρακολούθηση των ΜΜΕ και των δημοσιογράφων; Για να μην ασκείται κριτική, να μην αποκαλύπτονται τα άπλυτα της εξουσίας και να μην ενημερώνεται ο πολίτης πόσο διεφθαρμένοι, εξαρτημένοι είναι πολιτικοί σε ντόπια ή και ξένα συμφέροντα, που αυτά και αν υπονομεύουν την ασφάλεια του κράτους. Ο Alber Camus, Γάλλος συγγραφέας, τιμηθείς με το βραβείο Νόμπελ, είπε: «Ο ελεύθερος Τύπος μπορεί να είναι είτε καλός είτε κακός, αλλά χωρίς ελευθερία, είναι απόλυτα βέβαιο ότι ο Τύπος δεν μπορεί να είναι οτιδήποτε άλλο από κακός». Αυτόν τον Τύπο και τέτοιου είδους ΜΜΕ θέλουν, προφανώς, τα εφτά κράτη-μέλη της ΕΕ, μεταξύ αυτών η Κύπρος και η Ελλάδα;
Θα καταθέσω προσωπικές μαρτυρίες: Ο μ. Σπ. Κυπριανού δεν άντεχε την τεκμηριωμένη κριτική που του ασκούσα, ώστε, μεταξύ άλλων περιστατικών, τόλμησε κάποτε να απαιτήσει από τον συνάδελφο, Γιαννάκη Καρεκλά, να με αποκλείσει από συζήτηση μαζί του, στο ΡΙΚ. Προς τιμήν του, ο Γ. Καρεκλάς δεν υπέκυψε στον εκβιασμό. Ο Δ. Χριστόφιας τρεις φορές μού επιτέθηκε φραστικά δημόσια, επειδή τον επέκρινα σκληρά. Ο τέως Πρόεδρος, Ν. Αναστασιάδης, κατ’ επανάληψιν απαίτησε από τον εκ των ιδρυτών της «Σημερινής», Διευθυντή μας, Κώστα Ν. Χατζηκωστή, να φιμώσει εμένα, και δύο άλλους συναδέλφους. Στο βιβλίο του, «Εφτά προεδρικά πορτραίτα. Τι συζήτησα με τους εφτά Προέδρους της Κύπρου», ο κ. Χατζηκωστής γράφει (σελ. 296):
«Τις επικριτικές επιθέσεις των Σάββα Ιακωβίδη, Κωστάκη Αντωνίου και λιγότερο του Λάζαρου Μαύρου (πολιτικών αρθρογράφων της «Σημερινής») τις συζητήσαμε ευρύτατα. Πάντοτε, όταν με συναντούσε ο Πρόεδρος, μου ανέφερε με πικρία και οργή ότι τον ενοχλούσαν. Του επανέλαβα, όχι με σκωπτική διάθεση, ότι, αν δεν υπήρχαν αυτοί οι συγκεκριμένοι δημοσιογράφοι και η κριτική τους, θα έπρεπε να τους είχε κατασκευάσει ο ίδιος, γιατί οι θέσεις τους τον βοηθούν στη διαπραγμάτευση. Παρατήρησα ότι μπορεί να υπερβάλλουν σε χαρακτηρισμούς, αλλά αν θεωρεί ότι οι ειρημένοι επικριτές του υπερβαίνουν το σχετικό μέτρο, γιατί δεν τους καλεί να συζητήσει μαζί τους και να τους πείσει για την ορθότητα των θέσεών του;». Ουδέποτε μας κάλεσε, ουδέποτε συζήτησε, ουδέποτε μας άκουσε. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Ν. Αναστασιάδης απαιτούσε τη φίμωσή μου, διότι δεν άντεχε καθόλου σε κριτική.
Το 2015, π.χ., έφτασε στο θλιβερό σημείο να μην παραστεί στο μνημόσυνο του μ. Άντη Χατζηκωστή, επειδή ο γράφων την ίδια μέρα είχα δημοσιεύσει στη «Σημερινή» επικριτικό άρθρο για την ολέθρια πολιτική του στο Κυπριακό. Τρεις γνωστοί διακεκριμένοι πολίτες, άγνωστοι μεταξύ τους αλλά συνομιλητές του Ν. Αναστασιάδη, μου μετέφεραν κάποτε ότι κάθε μέρα ρωτούσε «τι του έγραφε ο Ιακωβίδης». Προκλητική, όμως, είναι και η αντίδραση της Κυβέρνησης Χριστοδουλίδη. Μετά τις αποκαλύψεις του «Φιλελευθέρου», ο Κυβ. Εκπρόσωπος επιχείρησε να διαψεύσει-διασκεδάσει τα τεκμηριωμένα αδιάψευστα. Όπως ακριβώς η Κυβέρνηση έπραξε στην περίπτωση της Πύλας, της Δερύνειας και του Αγίου Δομετίου.
Αν υπάρχουν κάποιοι που πρέπει να παρακολουθούνται και να ελέγχονται ασταμάτητα είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όλοι οι Υπουργοί, όλοι οι αρχηγοί κομμάτων, όλοι οι βουλευτές. Αυτοί αποφασίζουν, αυτοί νομοθετούν και συχνά αυτοί προκαλούν ζημιά στο κράτος. Γιατί ειδικά οι δημοσιογράφοι να παρακολουθούνται; Επειδή αποκαλύπτουν ψεύδη, εξαπατήσεις, ανεπάρκειες και ανευθυνότητές τους που, ναι, βλάπτουν το κράτος και την ασφάλειά του; Οι δημοσιογράφοι ΔΕΝ είναι η «συτζιά του μαύρου» για όλες τις αναξιότητες, τις αμετροέπειες, τις ολέθριες πολιτικές και αποφάσεις πολιτικών.