Αναλύσεις

Τουρκία: Στροφή 180 μοιρών στη νομισματική πολιτική

Ο διορισμός του νέου Υπουργού Οικονομικών, Μεχμέτ Σιμσέκ, πιθανότατα σηματοδοτεί την επιστροφή σε μια πιο συμβατική οικονομική πολιτική μετά από χρόνια ανορθόδοξης προσέγγισης του Ερντογάν

Στις εβδομάδες που ακολούθησαν την επανεκλογή του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις 28 του Μάη η τουρκική λίρα προχώρησε σε νέα ιστορική βουτιά έναντι του αμερικανικού δολαρίου. Ο Τούρκος Πρόεδρος διόρισε νέο Υπουργό Οικονομικών τον Μεχμέτ Σιμσέκ, άτομο που διετέλεσε ξανά στη συγκεκριμένη θέση μεταξύ 2009 και 2015. Η κίνηση αυτή πιθανότατα σηματοδοτεί την επιστροφή σε μια πιο συμβατική οικονομική πολιτική μετά από χρόνια ανορθόδοξης προσέγγισης του Ερντογάν, όταν εν μέσω υψηλού πληθωρισμού αυτός επέλεγε τη μείωση των επιτοκίων. Παρά το γεγονός της ανασυγκρότησης της οικονομικής του ομάδας, την οποία είδαν από καλό μάτι οι ξένοι επενδυτές και παρατηρητές, ο Ερντογάν είδε την αξία της τουρκικής λίρας να συνεχίζει να βυθίζεται και αυτό οφείλεται σε μια σειρά παραγόντων.

Πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι η λίρα εξακολουθεί να είναι υπερτιμημένη, πιστεύοντας ότι πέφτει ξανά σε ένα πιο «δίκαιο» και αντιπροσωπευτικό επίπεδο. Μέχρι τώρα η Τουρκία είχε υπερασπιστεί το εθνικό της νόμισμα βάζοντας χέρι στα αποθέματα ξένου νομίσματος, τα οποία ως αποτέλεσμα έχουν πια εξαντληθεί. Ο επίσημος ετήσιος πληθωρισμός στην Τουρκία έπιασε κορυφή τον Οκτώβριο του περασμένου έτους αγγίζοντας το 85,5%, ενώ έκτοτε μειώθηκε στο 40% τον περασμένο Μάιο. Σύμφωνα με υπολογισμούς, οι τιμές στη χώρα έχουν αυξηθεί κατά περίπου 150% τα τελευταία δύο χρόνια, με ανεπίσημες πηγές να εκτιμούν μεγαλύτερα νούμερα.

Η τουρκική κυβέρνηση έχει δοκιμάσει διάφορους τρόπους για να μειώσει τον πληθωρισμό, με πρώτο μέτρο τα capital controls, τα οποία ουσιαστικά έκαναν πιο δύσκολο για τους Τούρκους πολίτες και τις επιχειρήσεις να πουλήσουν τις λίρες τους για ξένο νόμισμα. Παράλληλα, οι μεγάλοι εξαγωγείς αναγκάστηκαν να μετατρέψουν τουλάχιστον το 25% των εσόδων από ξένο συνάλλαγμα σε τουρκικές λίρες.

Σε μια προσπάθεια σταθεροποίησης του νομίσματος και αναζήτησης κεφαλαίου παρουσιάστηκαν αρκετά προγράμματα, με ένα από αυτά να περιλαμβάνει την κατάθεση του χρυσού που διαθέτουν οι Τούρκοι πολίτες «κάτω από τα στρώματά τους» έναντι κουπονιών ή ομολόγων του τουρκικού Δημοσίου συνδεδεμένων με την αξία του χρυσού.

Παρά τις όποιες προσπάθειες από πλευράς της τουρκικής κυβέρνησης, η λίρα συνέχισε την κάθοδο, γεγονός που ανάγκασε την κεντρική τράπεζα να παρέμβει. Για να διατηρήσει τη λίρα ζωντανή, η κεντρική τράπεζα άρχισε να αγοράζει η ίδια λίρες με τα συναλλαγματικά της αποθέματα, τα οποία είχαν διογκώσει τεχνητά την αξία της και κρατούσαν, όσο γίνεται, τον πληθωρισμό σε πιο χαμηλά επίπεδα.

Η συγκεκριμένη πρακτική ακολουθήθηκε στο διάστημα λίγο πριν από τις πρόσφατες εκλογές, ώστε να προστατευθεί ο Ερντογάν από μια πιο έντονη οικονομική κρίση, που θα μείωνε ακόμη περισσότερο τις πιθανότητες επανεκλογής του. Η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας «έκαψε» 25 δισεκατομμύρια δολάρια μόνο τον Μάιο και σχεδόν 8 δισεκατομμύρια δολάρια μόλις μια εβδομάδα πριν από τις εκλογές. Εξαντλώντας τα δικά της αποθέματα, η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας άρχισε να αναζητά τη βοήθεια φιλικών χωρών, επιτυγχάνοντας «ένεση» 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων μετά την υπογραφή συμφωνίας με τη Σαουδική Αραβία τον Μάρτιο μέσω του Σαουδαραβικού Ταμείου για την Ανάπτυξη. Η τουρκική κεντρική τράπεζα πέτυχε επίσης γενναιόδωρες συναλλαγματικές ισοτιμίες με τα ΗΑΕ, το Κατάρ, την Κίνα και τη Νότια Κορέα.

Με όλα τα πιο πάνω μέτρα να αποδεικνύονται απλώς προσωρινές ανάσες, άρχισε να ανοίγει πλέον ο δρόμος για την αύξηση των επιτοκίων. Η στροφή 180 μοιρών έγινε πια αναπόφευκτη αλλά και προβλέψιμη, ειδικά αν ληφθούν υπόψη τα ονόματα που διορίστηκαν στις θέσεις κλειδιά του Υπουργείου Οικονομικών και του προεδρείου της κεντρικής τράπεζας. Αυτή η στροφή θα είναι μεν λίγο ντροπιαστική για τον Ερντογάν, ακίνδυνη δε για τη θέση του αφού μόλις έχει αναδειχθεί κυρίαρχος στη χώρα για άλλα πέντε χρόνια. Οι διορισμοί του Μεχμέτ Σιμσέκ στο Υπουργείο Οικονομικών και της Χαφιζέ Γκαγιέ Ερκάν στη διοίκηση της κεντρικής τράπεζας, της πρώτης γυναίκας στη συγκεκριμένη θέση, μιλούν από μόνοι τους. Και οι δύο κατέστησαν σαφές ότι διαφωνούν με τις ανορθόδοξες νομισματικές πολιτικές του Ερντογάν. Πέρασαν μεγάλο μέρος της καριέρας τους σε γνωστές δυτικές τράπεζες, με την Ερκάν να εργαζόταν στην Goldman Sachs προτού γίνει μέσα στο 2021 Συνδιευθύνων Σύμβουλος της First Republic Bank, η οποία πτώχευσε το 2023. Ο Σιμσέκ, ο οποίος σύμφωνα με δημοσιεύματα κατέχει τη βρετανική υπηκοότητα, ήταν επικεφαλής του τμήματος αναδυόμενων αγορών στη Merrill Lynch και ανώτερος οικονομολόγος στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Άγκυρα πριν ενταχθεί στην κυβέρνηση Ερντογάν.

Οι διορισμοί αυτοί λειτούργησαν ως σημάδια για την αγορά ότι μια στροφή θα ερχόταν, με την τουρκική λίρα να σταθεροποιείται στα 24 δολάρια πριν από την ανακοίνωση ότι τελικά τα επιτόκια θα αυξηθούν από το 8,5% στο 15% με ανοικτό το ενδεχόμενο για περαιτέρω αύξηση. Ωστόσο, παρά την αύξηση αυτή, η λίρα έκτοτε έφτασε στο νέο χαμηλό των 26 ανά δολάριο. Αυτό διότι οι αγορές περίμεναν μεγαλύτερη αύξηση δεδομένου ότι ο πληθωρισμός εξακολουθεί να είναι στο 40%. Η Goldman Sachs, για παράδειγμα, προέβλεψε ένα άλμα των επιτοκίων στο 40%, ενώ δημοσκόπηση του Bloomberg έδειξε μέση εκτίμηση στο 20%, ασκώντας τεράστιες πιέσεις στον Ερντογάν και τη νέα του ομάδα.

Το μόνο σίγουρο είναι πως οι απότομες αυξήσεις επιτοκίων θα προκαλέσουν καταστροφική ζημιά στην οικονομία της Τουρκίας. Πάρτε για παράδειγμα την τουρκική αγορά κατοικίας. Οι τιμές των τουρκικών ακινήτων έχουν εκτοξευθεί καθώς οι Τούρκοι αναζητούσαν μέχρι τώρα ένα ασφαλέστερο μέρος για να «φυλάξουν» την αξία της υποτιμημένης λίρας τους. Οι αναπόφευκτες και αναγκαίες απότομες αυξήσεις των επιτοκίων θα θέσουν την αγορά ακινήτων σε κίνδυνο κατάρρευσης προκαλώντας αλυσιδωτές επιπτώσεις, όπως χρηματοπιστωτικές δυσκολίες που ενδέχεται να δημιουργήσουν προβλήματα ρευστότητας και επικινδύνευσης για τις τράπεζες και μείωση της κατασκευαστικής δραστηριότητας. Δηλαδή, μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.

*MSc Economics and Business