Πολιτισμός

Γιατί οι Τούρκοι θέλουν να κτίσουν τζαμί στον Απόστολο Ανδρέα - Η αναφορά του al-Harawī

Η θέση για ανέγερση μουσουλμανικού τεμένους στην περιοχή, στηρίχθηκε στους ισχυρισμούς δύο Τούρκων καθηγητών, οι οποίοι διδάσκουν σε «πανεπιστήμια» των κατεχομένων, ότι η τιμή που αποδίδεται από τους μουσουλμάνους της Κύπρου στο συγκεκριμένο χριστιανικό μοναστήρι οφείλεται τάχα σε παράδοση περί ταφής εκεί ενός Sahabe, δηλαδή συνοδού του προφήτη Μωάμεθ, και όχι στη χριστιανική παράδοση για τον Απόστολο Ανδρέα

Τον λόγο για τον οποίο οι κατοχικές «αρχές» σχεδιάζουν να κτίσουν τζαμί στον Απόστολο Ανδρέα, αναλύσει σε δημοσίευσή του ο Βυζαντινολόγος Ανδρέας Φούλιας, στην έκδοση «Η Ιερά Μονή του Αποστόλου Ανδρέα στην Καρπασία» (Πρώτη έκδοση: Ιούλιος 2020), σελ. 93.

Αυτούσιο το κείμενο:

«Πρόσφατα, από τουρκικούς κύκλους, ηγέρθη ζήτημα ανέγερσης μουσουλμανικού τεμένους στον Απόστολο Ανδρέα. Η θέση αυτή στηρίχθηκε στους ισχυρισμούς δύο Τούρκων καθηγητών, οι οποίοι διδάσκουν σε «πανεπιστήμια» των κατεχομένων, ότι η τιμή που αποδίδεται από τους μουσουλμάνους της Κύπρου στο συγκεκριμένο χριστιανικό μοναστήρι οφείλεται τάχα σε παράδοση περί ταφής εκεί ενός Sahabe, δηλαδή συνοδού του προφήτη Μωάμεθ, και όχι στη χριστιανική παράδοση για τον Απόστολο Ανδρέα. Τον ισχυρισμό αυτόν διατύπωσαν στηριζόμενοι σε κείμενο του μεσαιωνικού μουσουλμάνου συγγραφέα al-Harawī (απεβίωσε το 1215), ο οποίος, όταν επισκέφθηκε την Κύπρο, αναφέρει ότι είδε εντοιχισμένη στην «ανατολική εκκλησία» (al-Kanīsah al-Sharqiyyah) μια αραβική ταφική επιγραφή για τον ʽUrwa ibn Thābit. Πιο κάτω παραθέτουμε σε φωτοτυπία αυτούσιο το αραβικό κείμενο:

26.7 αναφορα αλ χαλαουι .png

Αγγλική μετάφραση:

"…when I went out from this island (i.e. Sicily), the ship was sunk and I rode with Greek people (Rūm) to Cyprus.

Island of Cyprus

In Cyprus, I watched a stone on which the following is written: After al-Basmalah (: In The Name of Allah Most Gracious Most Merciful) and sūrat al-Ikhlāṣ (: sūra 112, Holy Quran). This is the tomb of ʽUrwa ibn Thābit, died in Ramaḍān, year of 29 AH. This stone is fixed in the wall of the Eastern Church. There is the tomb of Om Ḥarām, daughter of Melḥān, sister of Om Salīm, may Allah be pleased with her, and Allah Knows".

Στην ελληνική, το δεύτερο μέρος του αποσπάσματος θα μπορούσε να αποδοθεί ως εξής:

«Στην Κύπρο είδα ένα λίθο, πάνω στον οποίο έγραφε τα εξής: στο όνομα του Αλλάχ του Πανάγαθου και Ελεήμονος και σύμφωνα με το κεφάλαιο 112 του Ιερού Κορανίου, αυτός ο τάφος ανήκει στον ʽUrwa ibn Thābit που πέθανε τον μήνα Ραματάν (Μάιο), το έτος 29 (Hijri A.H. Στη χριστιανική χρονολόγηση αντιστοιχεί στο έτος 650 μ.Χ.). Αυτός ο λίθος είναι στερεωμένος πάνω στον τοίχο της ανατολικής εκκλησίας. Εκεί υπάρχει και ο τάφος της Om Ḥarām, κόρης του Melḥān, αδελφής του Om Salīm, ας είναι ο Αλλάχ ευχαριστημένος με αυτήν, και ο Αλλάχ γνωρίζει».

Από την παράθεση του πρωτότυπου κειμένου και της μετάφρασής του συνάγεται αβίαστα το συμπέρασμα ότι η αναφορά είναι γενική και δεν καταγράφεται ονομαστικά ναός ή περιοχή. O προσδιορισμός «ανατολική εκκλησία» θα μπορούσε να ισχύει για κάθε εκκλησία που βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της Κύπρου και δεν ταυτίζεται με το Μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα, το οποίο σε καμιά περίπτωση δεν αναφέρεται ότι προσέγγισε ή επισκέφθηκε ο Harawī. Στο υποθετικό ερώτημα αν ο Harawī, γράφοντας για εκκλησία, εννοεί και μοναστήρι, την απάντηση δίνει έμμεσα ο ίδιος σε κείμενό του, όταν, σε άλλη περίπτωση, διαχωρίζει τα δύο, περιγράφοντας το Baʽlback (Μπάαλμπεκ) και τη Sahl al-Biqāʽ (Κοιλάδα Μπεκάα) στον Λίβανο, αναφέροντας: «…εκεί υπήρχε το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, ειρήνη σ’ αυτόν, και σε αυτό το μοναστήρι ήταν αιχμάλωτος…».

Σε άλλο σημείο γράφει για ένα μοναστήρι στη Miafarqīn, το οποίο ονομαζόταν του ʽAbbād (ή ʽUbbād;). Είναι λοιπόν φανερό από τα παραπάνω ότι, όπως και άλλοι Άραβες περιηγητές, έτσι και ο Harawī, ο οποίος έδινε ιδιαίτερη σημασία στα θρησκευτικά μνημεία, γνώριζε τη διαφορά μεταξύ εκκλησίας και μοναστηριού. Ως εκ τούτου, όταν εδώ αναφέρεται στην «ανατολική εκκλησία» (στα αραβικά, al-Kanīsah al-Sharqiyyah και, στα τουρκικά, Şark Kilisesi), χρησιμοποιώντας μάλιστα το πρόθεμα al-, τότε πρέπει να υποθέσουμε με βεβαιότητα ότι αναφέρεται σε συγκεκριμένο ναό και όχι σε μοναστήρι.

Η αναφορά που κάνει στη συνέχεια ο Harawī, ότι: «Εκεί υπάρχει και ο τάφος της Om Ḥarām…», εννοώντας προφανώς το τέμενος Χαλά Σουλτάν τεκκέ, το οποίο, ως γνωστόν, βρίσκεται στην Αλυκή της Λάρνακας, γεννά εύλογα ερωτήματα. Λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι ο μεγαλιθικός τάφος είναι ένα προχριστιανικό μνημείο, παρόμοιο ή και σύγχρονο με τη φυλακή της Αγίας Αικατερίνης στη Σαλαμίνα και τη Φανερωμένη στη Λάρνακα, θα μπορούσαμε εύλογα να διερωτηθούμε μήπως η αναφορά αυτή σχετίζεται με τις προφορικές παραδόσεις των κατοίκων της Λάρνακας περί προϋπάρξεως στον χώρο του Χαλά Σουλτάν τεκκέ βυζαντινού ναού της Αγίας Αικατερίνης. Εν πάση περιπτώσει, μόνο η συστηματική αρχαιολογική έρευνα στον χώρο θα μπορούσε να δώσει οριστικές απαντήσεις.

O V. Christides θεωρεί ότι οι διαδοχικές αναφορές στο κείμενο του Harawī περί της επιτάφιας πλάκας του ʽUrwa ibn Thābit, αφενός, και του τάφου της Om Ḥarām, αφετέρου, υποδηλώνουν ότι και τα δύο βρίσκονταν στο ίδιο σημείο. Ο Christides προβάλλει το επιχείρημα ότι ο θάνατος της δεύτερης επήλθε πιθανότατα στη Σαλαμίνα/Κωνσταντία, όπου βρίσκεται το λιμάνι στο οποίο επιτέθηκαν πρώτα οι Άραβες. Για τον τάφο της Ουμ Χαράμ στη Λάρνακα ο Christides εικάζει ότι είναι κενοτάφιο. Η J. Sourdel-Thomine, η οποία μετέφρασε και εξέδωσε το έργο του Harawī, θεωρεί ότι ο τάφος του ʽUrwa ibn Thābit βρισκόταν αναμφίβολα στην Αμμόχωστο (“sans doute à Famagouste, le port de l’île au moyen âge”).

Χωρίς να υπεισερχόμαστε σε ζητήματα, τα οποία δεν αφορούν στην παρούσα έρευνα, θεωρούμε ότι, σε κάθε περίπτωση, οι δύο εξέχοντες ιστορικοί/ισλαμολόγοι (V. Christides και J. Sourdel-Thomine) υποδεικνύουν τη Σαλαμίνα/Αμμόχωστο ως το πιθανότερο σημείο όπου βρισκόταν η επιγραφή. Ακόμη και αν θεωρηθούν είτε η Λάρνακα είτε η Πάφος ως ο αρχικός τόπος ταφής της Ουμ Χαράμ, σε καμιά περίπτωση δεν ταυτίζεται με άλλο τόπο, πόσον μάλλον με το ακρωτήριο του Αποστόλου Ανδρέα ή το μοναστήρι του. Εφόσον θεωρήσουμε ότι η αναφορά του Harawī είναι αξιόπιστη από ιστορικής πλευράς και ότι ο ʽUrwa ibn Thābit σκοτώθηκε κατά ή αμέσως μετά την πρώτη αραβική επιδρομή στο νησί (649),95 πρέπει να προκριθεί η άποψη ότι η αναφορά αυτή σχετίζεται με το τέμενος της Ουμ Χαράμ στην Αλυκή της Λάρνακας ή με την –ανατολικά ευρισκόμενη– τότε πρωτεύουσα, Σαλαμίνα/Κωνσταντία, αφού ο διοικητής της Συρίας Μωαβίας και οι Άραβες επιδρομείς κατέλαβαν και κατέστρεψαν την πόλη.

Είναι ενδεικτικό ότι τόσο στις προαναφερθείσες μεσαιωνικές πηγές, όσο και στα γραφόμενα περιηγητών και επισκεπτών κατά την Τουρκοκρατία και την Αγγλοκρατία, αλλά και σύγχρονων ερευνητών, δεν βρίσκεται καμιά που να συσχετίζει τη μονή με το Ισλάμ, ενώ ούτε και οι Άγγλοι ιστορικοί του 20ού αιώνα αναφέρθηκαν ποτέ σε μουσουλμανικό τάφο ή σε οποιαδήποτε σχέση του χώρου με το Ισλάμ.

Μόνο τα τελευταία χρόνια, στα τέλη του 20ού αιώνα και στις μέρες μας, ακούστηκαν μερικές ανιστόρητες εικασίες για συσχετισμό της μονής με το Ισλάμ και δήθεν «μάρτυρές» του που τάφηκαν εκεί, για προφανείς πολιτικούς λόγους και υπό το πρίσμα μιας εθνικιστικής θέασης του ζητήματος. Σε πρόσφατη κοινωνιολογική μελέτη, όπου καταγράφονται οι όψιμες αυτές αναφορές, χωρίς ωστόσο καμιά ιστορική εμβάθυνση, τεκμηρίωση ή ανάλυση, αναφέρονται ονόματα προφητών και άλλων, οι οποίοι τάχα σχετίζονται με τη μονή, όπως “Solomon, İlyas, Ali, Ahmet Bedevi, Mustafa και Haçı Aziz”. Από τις αναφορές αυτές, οι πρώτες δύο μνημονεύουν πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης και η τρίτη προφήτη του σιιτικού κλάδου του Ισλάμ, ενώ οι άλλες πρόσωπα για τα οποία δεν υπάρχει καμιά ιστορική ή άλλη επιστημονική βάση.

Σε πρόσφατη δημοσίευση ενός Οθωμανικού κατάστιχου φορολογίας (Defter-i-Mufassal) Ορθόδοξων μοναστηριών, του 1572, η Μονή του Αποστόλου Ανδρέα δεν καταγράφεται. Στην περιοχή Καρπασίας σημειώνονται οι εξής μονές: Aya Andreniko (Άγιος Ανδρόνικος), Kanakarya (Παναγία Κανακαριά), Kantara (Παναγία Κανταριώτισσα), Alagosa (;) and Liyandriranik (Παναγία Λειβαδιώτισσα;). Η παράλειψη αυτή επιβεβαιώνει την αναφορά του Donà λίγα χρόνια πριν ότι η μονή ήταν ερειπωμένη τότε, και σε κάθε περίπτωση αδιάφορη για το Ισλάμ.

Εξάλλου, ακόμα και σύγχρονα διαφημιστικά έντυπα των κατεχομένων, αναφέρονται στις χριστιανικές παραδόσεις για την αποβίβαση εκεί του αποστόλου Ανδρέα, χωρίς καμιά αναφορά σε άλλη, παράλληλη παράδοση, ενώ και σε επίσημη διαφημιστική έκδοση του λεγόμενου «Υπουργείου Τουρισμού, Περιβάλλοντος και Πολιτισμού», όπου καταγράφονται τα ισλαμικά μνημεία της βόρειας Κύπρου και ειδικά αυτά της επαρχίας Αμμοχώστου, αναφέρονται είκοσι τεμένη, με τελευταίο αυτό του χωριού Γαληνόπωρνη, χωρίς καμιά αναφορά στον Απόστολο Ανδρέα. Παραδόξως, όμως, και σε αντίθεση με τη δημοσίευση αυτή και με ό,τι γνωρίζαμε μέχρι τώρα, το Evkaf εξέδωσε πρόσφατα μεγάλους χάρτες με τα μουσουλμανικά τεμένη και νεκροταφεία της Κύπρου που υπήρχαν μέχρι το 1878. Στον χάρτη με τίτλο «Turkish cemeteries as of 1878» και «Μosques present in Cyprus in 1878», καταγράφεται ότι υπήρχαν τάχα στην περιοχή, μετά την Γαληνόπωρνη –που ήταν το τελευταίο τουρκοκυπριακό χωριό– επτά μουσουλμανικά τεμένη και νεκροταφεία, τοποθετώντας μάλιστα το τελευταίο πολύ κοντά στο Μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα, στην περιοχή Βυζακιά (Εικ. 12).

26.7 εικ. 12.png

Εικ. 12. Χάρτης του Evkaf με τίτλο: Turkish Cemeteries as of 1878.

Είναι προφανές ότι, εντελώς αυθαίρετα και σε αντίθεση με προηγούμενες δημοσιεύσεις τους, προσπαθούν τώρα να εφεύρουν και να τεκμηριώσουν ανύπαρκτους χώρους με μουσουλμανική τάχα ιστορία κοντά στο πλέον εμβληματικό Ορθόδοξο μοναστήρι της Κύπρου.

Άλλωστε όλοι οι παλαιοί συγγραφείς ή λαϊκοί ποιητάρηδες, που έγραψαν κείμενα ή ποιήματα για τον άγιο και τα θαύματά του προς χριστιανούς και μουσουλμάνους, ουδέποτε ανέφεραν κάτι που να συ- σχετίζει τα θαύματα αυτά με ισλαμική λατρεία ή παράδοση, παρά μόνο με τον Πρωτόκλητο.

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να ευσταθεί ο ισχυρισμός ότι η Μονή του Αποστόλου Ανδρέα σχετίστηκε ποτέ με τη μουσουλμανική λατρεία. Οι μουσουλμάνοι, οι οποίοι ανέκαθεν επισκέπτονταν τη μονή, εναπέθεταν τις παρακλήσεις, τις ελπίδες και τα τάματά τους στον Πρωτόκλητο απόστολο και μόνο. Αξίζει ακόμα να σημειώσουμε ότι στην Κύπρο, μετά την κατάκτησή της από τους Οθωμανούς (1571), αλλά και μετά την ανεξαρτησία της (1960), ουδέποτε υπήρξαν συγκρούσεις ή διαμάχες για θρησκευτικά θέματα μεταξύ των διαφόρων θρησκευτικών ομάδων του νησιού και ειδικά μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων. Οι ανασκαφές που διενεργήθηκαν από τη Δικοινοτική Επιτροπή για τα Μνημεία και τον Πολιτισμό και επιβλέπονταν από μία Ελληνοκύπρια και έναν Τουρκοκύπριο αρχαιολόγο δεν εντόπισαν μουσουλμανικό τάφο ή ταφή παρά μόνο αρχαιολογικά τεκμήρια, τα οποία ενισχύουν την πιθανότητα η λατρεία του Πρωτοκλήτου να υφίστατο εκεί από την παλαιοχριστιανική περίοδο (4ος-7ος αιώνας). Η οποιαδήποτε προσπάθεια «ανακάλυψης» νεοφανούς μουσουλμανικής λατρείας στην περιοχή, προκειμένου να δικαιολογηθεί η ανέγερση τεμένους πλησίον της μονής, εκτός από το ότι είναι παντελώς αντιεπιστημονική, θα αποτελέσει και ευθεία προσβολή της ιστορίας ολόκληρης της Κύπρου και βιασμό της μακραίωνης ειρηνικής και θρησκευτικά ανεκτικής παράδοσης των κατοίκων της».