Αναλύσεις

Οι εξελίξεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα

Στη σφαίρα των δημόσιων συζητήσεων βρίσκεται τις τελευταίες εβδομάδες ο τραπεζικός τομέας, λόγω της επιτοκιακής πολιτικής που εφαρμόζουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και της περαιτέρω συγχώνευσης του τομέα.

Στη σφαίρα των δημόσιων συζητήσεων βρίσκεται τις τελευταίες εβδομάδες ο τραπεζικός τομέας, λόγω της επιτοκιακής πολιτικής που εφαρμόζουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και της περαιτέρω συγχώνευσης του τομέα. Η μεγάλη αύξηση των επιτοκίων σε σύντομο χρονικό διάστημα από τις Κεντρικές Τράπεζες οδηγεί, αναπόφευκτα, σε σημαντικές αυξήσεις των δανειακών δόσεων δημιουργώντας σε αρκετές περιπτώσεις προβλήματα και προκλήσεις στους δανειολήπτες για ν’ ανταποκριθούν.

Παρά το γεγονός ότι κατά τη σύναψη δανειακής σύμβασης (μετά την αλλαγή των οδηγιών) γίνεται έλεγχος και εξετάζεται η δυνατότητα αποπληρωμής των δανειακών υποχρεώσεων από τους δανειολήπτες, οι αυξήσεις στις δόσεις είναι τέτοιες, που επιχειρήσεις και νοικοκυριά φαίνεται να αρχίζουν σταδιακά να δυσκολεύονται ν’ ανταποκριθούν.

Η μεγάλη αύξηση των επιτοκίων σε σύντομο χρονικό διάστημα οδηγεί αναπόφευκτα σε σημαντικές αυξήσεις των δανειακών δόσεων, δημιουργώντας σε αρκετές περιπτώσεις προβλήματα σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά

Αυτό φυσικά προκύπτει και από το γεγονός ότι τα εισοδήματα των νοικοκυριών και τα επιχειρηματικά κέρδη (οι τελευταίες αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων δυσχεραίνουν την κατάσταση) τον τελευταίο χρόνο παρουσιάζουν στασιμότητα, καθώς τη δική του σημασία έχει ο αρνητικός ρυθμός ανάπτυξης, που κατέγραψε η κυπριακή οικονομία το δεύτερο τρίμηνο του έτους.

Στο τέλος του έτους θα φανούν καθαρότερα οι επιπτώσεις

H σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής έχει οδηγήσει σε σημαντική μείωση της κατανάλωσης και σταδιακό περιορισμό της επιχειρηματικής δραστηριότητας εφόσον το κόστος χρηματοδότησης των έργων έχει αυξηθεί σημαντικά. Οι αναλύσεις συγκλίνουν στο γεγονός ότι ακόμη οι οικονομίες δεν έχουν βιώσει τον συνολικό αντίκτυπο των αρνητικών συνεπειών από τις αποφάσεις των Κεντρικών Τραπεζών. Αυτό ενδεχομένως να παρατηρηθεί προς το τέλος του έτους.

Ως εκ τούτου υπάρχει μια ενδεχομένως μικρή περίοδος, κατά την οποία τα τραπεζικά ιδρύματα «απολαμβάνουν» μεγάλα επιτοκιακά έσοδα, χωρίς να υπάρχει σημαντική διάβρωση στα δανειακά χαρτοφυλάκιά τους.

Στον ορίζοντα η αύξηση των ΜΕΔ

Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι υπάρχει καθυστέρηση στην εμφάνιση των αρνητικών συνεπειών στην πραγματική οικονομία (από τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν τις σημαντικές οικονομίες παγκοσμίως δεν παρουσιάζονται, προς το παρόν, τα ποσοστά επιβράδυνσης που αναμένονταν) ενδεχομένως να υπάρξει σταδιακά αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των αναγκαίων επισφαλειών. Οπότε, θα πρέπει να εξεταστεί η πορεία του τομέα στο σύνολό του προς το τέλος του έτους.

Προς το συμφέρον των Τραπεζών η στήριξη της κοινωνίας και των επιχειρήσεων

Η παρουσία ενός ισχυρού και σύγχρονου χρηματοπιστωτικού τομέα, ο οποίος να στηρίζει τις ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας, μέσα από ένα εκσυγχρονισμένο μοντέλο λειτουργίας, είναι απαραίτητη για μια οικονομία. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο υπάρχει και η «υποχρέωση» του χρηματοπιστωτικού τομέα να στηρίξει στοχευμένα την επιχειρηματικότητα και την κοινωνία. Τα έσοδα του τομέα πηγάζουν από αυτά και δεν είναι προς το συμφέρον των χρηματοπιστωτικών οργανισμών να γίνουν οι υπαίτιοι για τη σημαντική επιβράδυνση της οικονομίας και αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα οποία στην τελική θα πλήξουν τους δείκτες κεφαλαίων τους.

Οι αναλύσεις συγκλίνουν στο γεγονός ότι ακόμη οι οικονομίες δεν έχουν βιώσει τον συνολικό αντίκτυπο των αρνητικών συνεπειών από τις αποφάσεις των Κεντρικών Τραπεζών

Κερδοφορία και αλλαγές σε μια δεκαετία

Συγκρίνοντας το χρηματοπιστωτικό σύστημα πριν από μια δεκαετία σε σχέση με σήμερα, κάποιος θα διαπιστώσει ότι οι αλλαγές είναι σημαντικές. Πέρα από το κλείσιμο δύο μεγάλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών, ο τρόπος διεξαγωγής των εργασιών έχει διαφοροποιηθεί, πολλά υποκαταστήματα έχουν κλείσει και υπήρξαν διαδοχικά σχέδια εξόδου προσωπικού, με πρώτιστο μέλημα των τραπεζικών οργανισμών να είναι η προώθηση των αυτοματοποιήσεων και της μηχανογράφησης.

Για πολλά χρόνια οι κερδοφορίες ήταν ελάχιστες, αν υπήρχαν, ενώ σαφείς ήταν οι οδηγίες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), που απαγόρευαν την παραχώρηση μερισμάτων, ώστε να ενισχυθούν τα κεφάλαιά τους, κάτι που θα βοηθούσε στη στήριξη των οικονομιών αλλά θα τους έδινε και τη δυνατότητα δημιουργίας «αναχωμάτων» για μελλοντικές αρνητικές εξελίξεις. Στα ίδια πλαίσια υιοθετήθηκε και ο ειδικός φόρος χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων με μέρος των εσόδων να καταλήγει στο Ταμείο Ανακεφαλαιοποίησης και άλλο μέρος στο Πάγιο Ταμείο του κράτους.

Η εξυγίανση των ισολογισμών των κυπριακών τραπεζών και η σημαντική βελτίωση των δεικτών τους τις έχει κάνει ελκυστικές και φαίνεται να υπάρχει ενδιαφέρον από επενδυτές είτε να αποκτήσουν θέση στο μετοχικό τους κεφάλαιο είτε ακόμη και να προχωρήσουν σε εξαγορές. Φυσικά δεν πρέπει κανείς να ξεχνά ότι αυτή η βελτίωση προήλθε μέσα από τις θυσίες της κοινωνίας, συμπεριλαμβανομένων και των υπαλλήλων των τραπεζικών ιδρυμάτων.

Υπάρχει και η «υποχρέωση» του χρηματοπιστωτικού τομέα να στηρίξει στοχευμένα την επιχειρηματικότητα και την κοινωνία. Εξάλλου τα έσοδα του τομέα πηγάζουν από αυτά και δεν τον συμφέρει να γίνει υπαίτιος για τη σημαντική επιβράδυνση της οικονομίας και αύξηση των ΜΕΔ

Υποχρέωση των τραπεζών η κοινωνική ανταπόδοση

Επομένως, εύκολα μπορεί να πει κάποιος ότι, απαλλαγμένος από τα προβλήματα των τελευταίων χρόνων, ο τομέας έχει την ηθική υποχρέωση να επιστρέψει κάτι στην κοινωνία, ούτως ώστε να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στην αναχαίτιση των δυσκολιών και προκλήσεων που αναμένονται.

Ο τραπεζικός τομέας καλείται να διαδραματίσει τον δικό του ρόλο στην ανάπτυξη της οικονομίας μέσω της παροχής δανειακών διευκολύνσεων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά. Ο δανεισμός αποτελεί σημαντικό μέρος της χρηματοδότησης επενδύσεων και μέρος του κεφαλαίου κίνησης των επιχειρήσεων. Η μόχλευση στο πλαίσιο ενός λογικού χρηματοδοτικού σχεδίου είναι ένα απόλυτα υγιές φαινόμενο, το οποίο μεγιστοποιεί τα κέρδη μιας επένδυσης.

Πέρα από τη χορήγηση ρευστότητας στην αγορά, ο χρηματοπιστωτικός τομέας έχει σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει και στη στήριξη άλλων τομέων, όπως οι υπηρεσίες θεματοφυλακής για τα επενδυτικά ταμεία, υπηρεσίες private banking και παροχή εγγυητικών για ενίσχυση των εξαγωγών.

Αυτό που πρέπει να γίνει αντιληπτό είναι ότι το τραπεζικό και γενικότερα το χρηματοπιστωτικό σύστημα αποτελεί εργαλείο στήριξης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, παραμένοντας φυσικά μια κερδοφόρα επιχείρηση. Αποτελεσματικότητα, γρήγορες διαδικασίες που να διευκολύνουν τους πελάτες, απόσειση οποιωνδήποτε πολιτικών και άλλων παρόμοιων βαριδιών και ενίσχυση της λεγόμενης πραγματικής οικονομίας, πρέπει ν’ αποτελούν προτεραιότητες.

Αναγκαίος ο μηχανισμός εντοπισμού προβληματικών οφειλετών

Είναι σημαντικό, λαμβάνοντας υπόψη το επιτοκιακό περιθώριο και τους δείκτες ρευστότητας και κεφαλαίων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, σε συνεννόηση με την Κεντρική Τράπεζα, να βρεθούν μηχανισμοί γρήγορου εντοπισμού περιπτώσεων που παρουσιάζουν σημαντικά προβλήματα στην αποπληρωμή των δόσεών τους ώστε να υπάρξουν βιώσιμες αναδιαρθρώσεις, ενδεχομένως με μετατροπή του επιτοκίου και κάλυψη μέρους της αύξησης από το τραπεζικό ίδρυμα.

Διαφαίνεται επίσης πρόθεση για κάλυψη μέρους της αύξησης των τόκων για συνεπείς δανειολήπτες. Οποιεσδήποτε αλλαγές σε δανειακές συμβάσεις θα πρέπει να γίνουν με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην καταλήξουν «προσωρινά» στις μη εξυπηρετούμενες. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπάρχει ένας ισχυρός χρηματοπιστωτικός τομέας που θα στηρίζει την οικονομία και την κοινωνία με σεβασμό σε όλους τους εμπλεκόμενους δανειολήπτες, καταθέτες, μετόχους, ομολογιούχους, υπαλλήλους και γενικότερα όσους αποτελούν το χρηματοπιστωτικό μας σύστημα.