Αναλύσεις

«Ωρολογιακή βόμβα» και η εντός των τειχών Λευκωσία

Όπως στην περίπτωση της Χλώρακας, έτσι και σε άλλες περιοχές της Κύπρου η πάροδος του χρόνου και η αμέλεια των κυβερνώντων για επιτήρηση τέτοιων περιοχών δημιουργούν «ωρολογιακές βόμβες»

Σε «ωρολογιακή βόμβα» μετατράπηκε η Χλώρακα τις τελευταίες μέρες, με τα όσα διαδραματίστηκαν στην περιοχή να αναδεικνύουν δύο ζητήματα. Πρώτον, την αγανάκτηση της τοπικής κοινωνίας, η οποία αισθάνεται τη δημογραφική αλλοίωση του τόπου της, και δεύτερον την ανικανότητα της Πολιτείας να διαχειριστεί ένα ζήτημα, το οποίο μετατρέπεται σε φαύλο κύκλο.

Από το 2021 υπάρχουν σχετικά διατάγματα για την κοινότητα της Χλώρακας, τα οποία, όμως, δεν εφαρμόστηκαν. Εδώ και χρόνια μετανάστες διέμεναν παράνομα σε ένα κτηριακό συγκρότημα με ακατάλληλες συνθήκες διαβίωσης και υγιεινής. Έπρεπε να φτάσουμε στο 2023, για να παρθεί η πολιτική απόφαση για οριστικό λουκέτο ενός ερειπίου.

Μπορεί η κατάσταση να εκτονώθηκε σε κάποιο βαθμό και η κοινότητα να επέστρεψε στην καθημερινότητά της, όμως ποιος μπορεί να εγγυηθεί ότι δεν θα ξαναδούμε τα όσα καταδικαστέα σημειώθηκαν τις τελευταίες μέρες σε άλλες περιοχές της Κύπρου; Μία εξ αυτών των περιοχών, που μπορούν να παρομοιαστούν ως μία άλλη Χλώρακα, αποτελεί και το κέντρο της πρωτεύουσας και πιο συγκεκριμένα οι περιοχές της Λευκωσίας που βρίσκονται κοντά στην Πράσινη Γραμμή.

«Φτάνουν στην Κύπρο οργανωμένα»

Στη «Σ» μίλησε ο Ομότιμος Καθηγητής Εγκληματολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, Ανδρέας Καπαρδής, για τα όσα συνέβησαν στη Χλώρακα. Ο κ. Καπαρδής μίλησε γενικότερα για το ζήτημα του μεταναστευτικού στην Κύπρο, τονίζοντας ότι χρειάζεται συγκεκριμένη στρατηγική, ώστε να αποφευχθούν παρόμοιες καταστάσεις.

Αρχικά ανέφερε ότι το μεταναστευτικό είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο και κυρίως του 21ου αιώνα, όπου άνθρωποι από διάφορες ηπείρους, όπως η Αφρική και η Ασία, κινούνται προς τις εύπορες χώρες και από το Μεξικό προς τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. «Όσον αφορά την Ευρώπη, το πρόβλημα το αντιμετωπίζουν οι χώρες της Μεσογείου και κυρίως η Κύπρος, η Ιταλία, η Ισπανία και η Μάλτα, επειδή είμαστε κοντά στις ακτές της Αφρικής. Αυτό σημαίνει ότι σε μια ενωμένη Ευρώπη δεν μπορεί να είναι πρόβλημα μόνο για μερικά κράτη-μέλη».

Συμπλήρωσε ότι οι μετανάστες θα πρέπει να μοιράζονται στις χώρες σύμφωνα με το μέγεθος του πληθυσμού τους. «Θα πρέπει να σκορπίζονται σε όλες τις χώρες της Ευρώπης και να επωμίζονται όλα τα κράτη-μέλη το πρόβλημα με τους αιτητές ασύλου».

Επεσήμανε ότι στην Κύπρο υπάρχει το πρόβλημα της Πράσινης Γραμμής από το 1974. «Η Πράσινη Γραμμή είναι πάρα πολύ μεγάλη και είναι δύσκολη η αστυνόμευσή της. Υπάρχει η τεχνολογία με drones, κάμερες, μοτοσικλετιστές και φύλακες που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν, ώστε να αστυνομεύεται καλύτερα εξ αέρος και από το έδαφος». Υπογράμμισε ότι οι κυβερνήσεις άργησαν να το πράξουν, με αποτέλεσμα η Κυπριακή Δημοκρατία να πληρώνει το τίμημα.

Εξήγησε ότι οι περισσότεροι φτάνουν στην Κύπρο οργανωμένα. «Δεν είναι όλοι αιτητές ασύλου. Μόνο μια μικρή μειονότητα είναι πραγματικά αιτητές ασύλου. Ο αιτητής ασύλου ορίζεται σε διεθνείς συμβάσεις, τις οποίες έχουμε υπογράψει και έχουμε υποχρεώσεις. Όμως ταυτόχρονα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στο κοσκίνισμα των κατηγοριών και να τους διαφοροποιούμε».

Πρόσθεσε ότι όταν ένας αιτητής ασύλου φεύγει από μια δυτική χώρα της Αφρικής και πληρώνει ένα πακέτο το οποίο θα τον πάρει στην Κωνσταντινούπολη, μετά στα κατεχόμενα και θα καταλήξει στις ελεύθερες περιοχές, τότε δεν είναι αιτητής ασύλου. «Μια λύση που έχει εφαρμόσει η Βρετανία είναι η αποστολή αυτών των ανθρώπων στη Ρουάντα. Πληρώνει το κόστος της διαχείρισής τους και έτσι γίνεται λιγότερο ελκυστικός ο προορισμός».

Συνεχίζοντας, ανέφερε ότι «ο αιτητής ασύλου γνωρίζει ότι μόλις φτάσει στην Κύπρο δικαιούται κάποια ωφελήματα, όπως ενοίκιο και άλλα επιδόματα, με αποτέλεσμα να καταντάς ένας ελκυστικός προορισμός. Χρειάζεται η διαφοροποίηση και η καλύτερη μεταχείριση με βάση την κατηγοριοποίηση που θα κάνουμε», είπε.

«Δημιουργούνται ωρολογιακές βόμβες»

Μιλώντας για την περίπτωση της Χλώρακας, ανέφερε ότι, «όπως και σε άλλες περιοχές της Κύπρου, η πάροδος του χρόνου και η αμέλεια στο να πράξουμε κάτι για επιτήρηση τέτοιων περιοχών δημιουργούν ‘‘ωρολογιακές βόμβες’’. Όταν βάζεις πολλούς ανθρώπους μαζί κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, δημιουργούνται ‘‘ωρολογιακές βόμβες’’ και μια μέρα εκρήγνυνται. Μαλώνουν μεταξύ τους, ενώ ανάμεσά τους υπάρχουν εγκληματικά στοιχεία, με αποτέλεσμα ο τοπικός πληθυσμός δικαιολογημένα να μην τους θέλει στα πέριξ του».

Υπογράμμισε ότι πρέπει να αποφεύγεται η δημιουργία «ωρολογιακών βομβών» σε διάφορα μέρη της Κύπρου. «Χρειάζεται μια στρατηγική που λείπει για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Τουρκία τούς προωθεί από τα κατεχόμενα στις ελεύθερες περιοχές».

Συμπλήρωσε ότι στην Κύπρο δεν υπάρχει ομαλή ένταξη στον πληθυσμό, όπως στη Γερμανία και σε άλλες χώρες. «Πρέπει να πιστώσουμε στην Κυβέρνηση ότι πλέον εξετάζει πιο γρήγορα τις αιτήσεις ασύλου, όμως υστερούμε στην ομαλή ενσωμάτωση. Δεν μαθαίνουν την γλώσσα, τους νόμους και γι’ αυτό δεν λειτουργούν με σεβασμό. Έπρεπε να γνωρίζουν ότι η παρανομία θα τους οδηγήσει στην απέλαση».

Ερωτηθείς για τους παράγοντες που οδήγησαν στα επεισόδια της Χλώρακας, ανέφερε ότι η μάζωξη πολλών ανθρώπων σε μια συγκεκριμένη περιοχή δημιουργεί οχληρία, με αποτέλεσμα να ενοχλούνται οι ντόπιοι. «Δημιουργείται μια συγκρουσιακή σχέση ανάμεσα στις δύο πλευρές και είναι εύκολο μια σπίθα να ανάψει την πιο μεγάλη φωτιά».

Τόνισε ότι δεν δικαιολογείται η χρήση βίας από οποιονδήποτε, εκτός από αυτούς που είναι εντεταλμένοι στον νόμο και κάτω από ορισμένες συνθήκες που ορίζει ο νόμος. «Τέτοιες καταστάσεις και ειδικά σε περιόδους οικονομικής κρίσης ενθαρρύνουν την ξενοφοβία και τον ρατσισμό. Αυτό το κλίμα ελκύει άτομα αντικοινωνικά, άτομα με νεοναζιστικά πιστεύω και το εκμεταλλεύονται. Το ίδιο πράγμα συμβαίνει και σε άλλες χώρες και δεν δικαιολογείται».

«Οι περιοχές κοντά στην Πράσινη Γραμμή δεν μας τιμούν»

Ο κ. Καπαρδής αναφέρθηκε και σε άλλες περιοχές, οι οποίες παρουσιάζουν αυξημένη συγκέντρωση μεταναστών. «Αν πας το βράδυ Λευκωσία, κοντά στις περιοχές που είναι η Πράσινη Γραμμή, θα δεις ότι είναι περιοχές που δεν μας τιμούν. Μαζεύονται όλοι εκεί επειδή είναι παλιά τα σπίτια με φθηνά ενοίκια. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες περιοχές της Κύπρου. Αυτό πρέπει να το παρεμποδίσουμε. Όταν λέμε ότι δημιουργείται γκέτο, είναι επειδή τους δίνεται η ευκαιρία».

Διευκρίνισε ότι δεν είναι όλοι αθώοι επειδή είναι αιτητές ασύλου. «Υπάρχουν έμποροι ναρκωτικών, αλλά και αυτοί που πουλούν προστασία. Υπάρχουν εγκληματικά στοιχεία και πρέπει να προστατεύσουμε τον τοπικό πληθυσμό και τους ίδιους από την εκμετάλλευση».

Ακόμη, ρωτήθηκε αν στην Κύπρο υπάρχουν περιοχές που μπορούν να χαρακτηριστούν γκέτο. «Το γκέτο σημαίνει ότι μερικοί άνθρωποι φοβούνται να πάνε σε ένα μέρος ή η Αστυνομία δεν εφαρμόζει εκεί τον νόμο. Δεν φτάσαμε σε αυτό το σημείο στην Κύπρο. Είμαι σίγουρος ότι η Αστυνομία περιπολεί και δεν φοβάται να πάει σε οποιαδήποτε περιοχή. Η λέξη γκέτο χρησιμοποιείται στις περιπτώσεις όπου υπάρχει μεγάλος αριθμός πληθυσμού από μία συγκεκριμένη χώρα, με αποτέλεσμα να ξεχωρίζουν. Αν πας το βράδυ κοντά στην Πράσινη Γραμμή, θα δεις ότι ένας στους δέκα είναι Κύπριος».

«Πιθανόν να δούμε και σε άλλες περιοχές παρόμοια επεισόδια»

Επιπλέον, είπε ότι πιθανόν να δούμε και σε άλλες περιοχές παρόμοια επεισόδια, επειδή δημιουργείται ένα τεταμένο κλίμα. «Χρειάζεται προσοχή και πρέπει να επενδύσουμε στην πρόληψη με γρηγορότερη εξέταση των αιτήσεων, αλλά και να περνούν από ένα στάδιο ενσωμάτωσης μέχρι να πάνε σε άλλη χώρα. Να μαθαίνουν Ελληνικά, να μαθαίνουν για τη χώρα μας και να εργάζονται για το επίδομα που παίρνουν. Δεν νομίζω ότι θα στερήσουν τη δουλειά από άλλους ανθρώπους. Υπάρχουν εργασίες που θα μπορούσαν να βοηθήσουν».

Καταληκτικά, είπε ότι «εμείς ως λαός περάσαμε εισβολή, κατοχή και προσφυγιά. Πρέπει να βλέπουμε το ζήτημα ανθρωπιστικά, αλλά ταυτόχρονα να σκεφτόμαστε και πιο αποτελεσματικά. Χρειαζόμαστε μια εθνική στρατηγική, που θα χειρίζεται το θέμα άμεσα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Πρέπει τα Υπουργεία να αξιοποιήσουν την εμπειρογνωμοσύνη και να αξιολογούνται τα μέτρα που λαμβάνονται ώστε να βελτιωνόμαστε. Να δίνουμε λύσεις που θα έχουν διάρκεια και αποτελεσματικότητα. Αυτό γίνεται με την αξιοποίηση της επιστημονικής γνώσης».