Αναλύσεις

Απαιτείται προσοχή στην οικονομία

Το νέο έτος αναμένεται να συνεχίσουν να καταγράφονται θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης, σε μικρότερο βαθμό, εφόσον αναμένεται να υπάρξει επιβράδυνση

Το 2023 μπορεί να θεωρηθεί και ως χρονιά-σταθμός για την κυπριακή οικονομία, εφόσον μετά από πέραν των δέκα ετών η χώρα κατετάγη στην επενδυτική βαθμίδα απ’ όλους τους οίκους αξιολόγησης. Γενικότερα, παρουσίασε σημαντικά θετικά στοιχεία, όπως ο θετικός ρυθμός ανάπτυξης, τα δημοσιονομικά πλεονάσματα και η μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Σημαντική βελτίωση υπήρξε και στους ισολογισμούς των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι η αποξένωση μη εξυπηρετούμενων δανείων έλυσε το πρόβλημα για τους δανειολήπτες και την κοινωνία.

Το νέο έτος αναμένεται να συνεχίσουν να καταγράφονται θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης, σε μικρότερο βαθμό, εφόσον αναμένεται να υπάρξει επιβράδυνση. Οι προκλήσεις στο εξωτερικό περιβάλλον ενισχύονται, κάτι που θα επηρεάσει την οικονομία της χώρας, που είναι εξωγενής. Το ζητούμενο είναι να δημιουργηθούν εκείνα τα αντανακλαστικά, ώστε να αντιμετωπιστούν οποιαδήποτε αρνητικά γεγονότα.

Επιπλέον, το πρώτο εξάμηνο του νέου έτους αναμένεται να δούμε τον συνολικό αντίκτυπο της νομισματικής σύσφιγξης με περαιτέρω περιορισμό της κατανάλωσης, την κοινωνία να αντιμετωπίζει προβλήματα στην καθημερινότητά της και κάποια επιχειρηματικά έργα να αναβάλλονται λόγω του αυξημένου χρηματοδοτικού και άλλου κόστους.

Βασική προτεραιότητα για την Πολιτεία θα πρέπει να είναι η προώθηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων για ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα και η προώθηση της ψηφιοποίησης και της πράσινης μετάβασης.

Όσον αφορά τα επιτόκια, οι τελευταίες συνεδριάσεις των διοικητικών συμβουλίων της ΕΚΤ και της αμερικανικής FED, ειδικά της δεύτερης, άφησαν να νοηθεί ότι θα υπάρξουν μειώσεις των επιτοκίων το νέο έτος.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών εξαρτώνται από την πορεία του πληθωρισμού και των οικονομιών, δηλαδή τον βαθμό επιβράδυνσης που δημιουργούν οι αυξήσεις των επιτοκίων στις οικονομίες.

Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι, σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να δούμε μειώσεις επιτοκίων με τον ίδιο ρυθμό και επιθετικότητα που παρουσιάστηκαν οι αυξήσεις τα τελευταία δύο χρόνια. Η FED αναμένεται να ξεκινήσει νωρίτερα τον κύκλο των μειώσεων εφόσον είχε ξεκινήσει νωρίτερα από την ΕΚΤ τη νομισματική σύσφιγξη και η οικονομία της έχει προσαρμοστεί.

Είναι με ιδιαίτερο ενδιαφέρον που αναμένεται το πώς θα ολοκληρώσει τη χρονιά η ευρωπαϊκή οικονομία όσον αφορά τον ρυθμό ανάπτυξης, και ειδικότερα εθνικές οικονομίες του πυρήνα της, εφόσον η ένταση των υφεσιογενών πιέσεων ενδεχομένως να οδηγήσει σε πιο γρήγορες αποφάσεις.

Από την άλλη, με βάση τα τελευταία στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύτηκαν, ο πληθωρισμός δείχνει να μειώνεται, όμως η κατάσταση είναι μεταβαλλόμενη, λαμβάνοντας υπόψη το πρόσφατο παράδειγμα των Χούθι και τα προβλήματα που δημιούργησαν στο παγκόσμιο εμπόριο.

Όσον αφορά τον πληθωρισμό, το πώς θα κυμανθεί και τον αντίκτυπο στην κυπριακή κοινωνία, θα πρέπει να ξεχωρίσουμε τις έννοιες της ακρίβειας και του πληθωρισμού. Ο πληθωρισμός είναι η ποσοστιαία μεταβολή των τιμών μέσα σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Αν ο πληθωρισμός είναι χαμηλός και θετικός, σημαίνει ότι η ακρίβεια και οι τιμές παραμένουν σε υψηλά επίπεδα.

Ο συνδυασμός της σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής, της μείωσης της κατανάλωσης και της επιχειρηματικής δραστηριότητας, που οδηγεί σε μείωση της τιμής του πετρελαίου και άλλων παρόμοιων αγαθών, θα περιορίσει τον πληθωρισμό, όμως η ακρίβεια θα παραμείνει. Οπότε αυτό σε συνδυασμό με τα υψηλά επιτόκια, αναπόφευκτα θα οδηγήσουν στην επαναξιολόγηση των επιχειρηματικών και οικογενειακών προϋπολογισμών.

Από την άλλη έχει αποδειχθεί η «ευαισθησία» των αγορών σε γεγονότα που διαταράσσουν την εφοδιαστική αλυσίδα και το παγκόσμιο εμπόριο. Οι κυρώσεις και οι αντικυρώσεις λόγω του Ουκρανικού και τα προβλήματα για τη διέλευση των εμπορικών πλοίων από την Ερυθρά Θάλασσα, το αποδεικνύουν.

Η κατάσταση στο γειτονικό Ισραήλ, μια χώρα που τα τελευταία χρόνια στήριξε σημαντικά τους τομείς του τουρισμού και των ακινήτων, προκαλεί προβληματισμό. Απ’ ό,τι φαίνεται η διαμάχη και οι πολεμικές συγκρούσεις, αν δεν υπάρξουν σημαντικές θετικές εξελίξεις, θα συνεχιστούν. Γίνεται αντιληπτό ότι η συνέχιση του πολέμου θα επηρεάσει τους δύο τομείς για τους οποίους έγινε αναφορά

Η συζήτηση που γίνεται εντονότερη το τελευταίο διάστημα είναι σε ποιες χώρες θα πρέπει, ως κυπριακή οικονομία, να προσηλωθούμε για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Η Ευρώπη παρουσιάζει τα προβλήματά της με τους περιορισμένους ρυθμούς ανάπτυξης, κάτι που επηρεάζει όλες τις χώρες. Ενδεχομένως να υπάρξουν κάποιες επενδύσεις σε ακίνητα για διακοπές, από χώρες στην Ευρώπη, όμως προς το παρόν δεν έχουμε δει επενδύσεις μεγάλων οργανισμών (ίσως με εξαίρεση τον τομέα της υγείας όπου υπάρχουν καλές αποδόσεις και τη ναυτιλία) ή τη μεταφορά της έδρας τους.

Όσον αφορά τον τομέα των επαγγελματικών υπηρεσιών, αναμένεται να αναδιαρθρωθεί, να ενοποιηθεί και ενδεχομένως να «συμμαζευτεί», όπως έγινε με τον χρηματοπιστωτικό τομέα την τελευταία δεκαετία, κάτι που δεν είναι απαραίτητα κακό, όμως θα πρέπει να υπάρξουν οι ανάλογες αντοχές κατά την περίοδο του μετασχηματισμού. Από την άλλη, θα πρέπει να δούμε, πλέον, τι είδους χρηματοοικονομικό κέντρο θέλουμε να είμαστε και να υπάρξει ένα ολοκληρωμένο πλάνο υλοποιήσιμο.

Είναι αποδεκτό από όλους, και επισημάνθηκε και κατά τη διάρκεια της συζήτησης του κρατικού προϋπολογισμού, ότι οι ανελαστικές δαπάνες έχουν αυξηθεί σημαντικά. Άλλωστε το ίδιο το ΥΠΟΙΚ επεσήμανε ότι θα προχωρήσει στην εκπόνηση μελέτης καλύτερης διαχείρισης του κρατικού μισθολογίου.

Ο διάλογος για την ΑΤΑ εκκρεμούσε από την προηγούμενη κυβέρνηση και έκλεισε προσωρινά με την αύξηση του ποσοστού τιμαρίθμου που δίνεται. Θα πρέπει να πούμε ότι σκοπός της ΑΤΑ είναι η αποκατάσταση της αγοραστικής αξίας των μισθών.

Όμως ενδεχομένως μια καλύτερη λύση θα ήταν ο συνδυασμός της αναπροσαρμογής με την παραγωγικότητα, δηλαδή μέρος της αύξησης να συνδέεται με τον πληθωρισμό και μέρος με μετρήσιμους στόχους. Αυτό θα μετρίαζε τις ανησυχίες για αύξηση των ανελαστικών δαπανών, δηλαδή αυτών που δε μεταβάλλονται ανάλογα με την παραγωγικότητα της οικονομίας.

Διαφαίνεται να υπάρχει ένα μείγμα προκλήσεων στο εξωτερικό οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον, που αναπόφευκτα θα επηρεάσουν και την κυπριακή οικονομία. Εντός της χώρας συνεχίζουν να παρουσιάζονται στρεβλώσεις, με την προώθηση των μεταρρυθμίσεων και της ανταγωνιστικότητας να είναι απαραίτητη.

*Αναδημοσίευση από την έντυπη έκδοση της "Σημερινής της Κυριακής" ημερ. 31.12.2023