Τα πενήντα χρόνια της κατοχής

Συμπληρώνονται φέτος 50 χρόνια από την απεχθή προδοσία της χούντας, που είχε ως αποτέλεσμα την τουρκική εισβολή και την κατάληψη του 36% του εδάφους της Κ.Δ. Η πλειοψηφία των κατοίκων που ζουν σήμερα στις ελεύθερες περιοχές έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει μέσα στις συνθήκες της κατοχής και των αποτελεσμάτων της. Δεν έζησαν τα εγκλήματα και το δράμα της εισβολής, του εκτοπισμού και του κατατρεγμού, που υπέστημεν εμείς οι μεγαλύτεροι. Για τούτο σε κάποιο βαθμό θεωρούν την κατοχή ως κάτι φυσιολογικό. Και αντιμετωπίζουν την προδοσία της χούντας, την παράνομη τρομοκρατική δραστηριότητα της ΕΟΚΑ Β’ και την τουρκική εισβολή ως μια φυσική κατάσταση. Μάλιστα, η νεολαία αντιμετωπίζει τα γεγονότα της τραγωδίας τροποποιημένα από την προπαγάνδα, που παρουσιάζει την ΕΟΚΑ Β’ ως πατριωτική οργάνωση και τον Μακάριο ως τον κύριο συντελεστή της καταστροφής.

Ο λαός έχει χάσει το αγωνιστικό του φρόνημα, που ήταν ακμαίο τις πρώτες δεκαετίες της κατοχής. Σήμερα η απόφαση για αντίσταση στην Τουρκία και τα σχέδιά της αντιμετωπίζεται περίπου ως εθνικισμός και σοβινισμός. Πολλοί είναι που προσβλέπουν σε κάποια λύση, φτάνει να τους επιτραπεί η επιστροφή στην Αμμόχωστο. Και αρκετοί θεωρούν ότι την ευθύνη της μη λύσης έχει η πλευρά μας και όχι η κατοχική Τουρκία, που καταπατά όλες τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου.

Οι εκδηλώσεις για τα πενήντα χρόνια της κατοχής πρέπει να στοχεύουν στην αφύπνιση του λαού με τη γνώση των ιστορικών γεγονότων που κατέστρεψαν την Κύπρο το 1974. Η χούντα οργάνωσε και εκτέλεσε το πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου με σκοπό να εφαρμόσει ένα σχέδιο διχοτόμησης, που θα το παρουσίαζε ως την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και θα εξύψωνε το ανύπαρκτο εθνικό γόητρό της. Για τούτο άφησε ανοχύρωτα τα παράκτια πολυβολεία της Κερύνειας και διέταξε τις δυνάμεις της Ε.Φ. να μη ανοίξουν πυρ εναντίον των εισβολέων, ακόμα και όταν αποβιβάστηκαν στην Κερύνεια και όταν οι Τούρκοι αλεξιπτωτιστές έπεφταν στη Μια Μηλιά.

Αλλά, κυρίως, πρέπει να επικεντρωθεί στην προσπάθεια του εισβολέα το 1974 να μας αναγκάσει να αποδεχτούμε την κατάργηση της Κ.Δ. και την αποδοχή ομοσπονδίας με την παραχώρηση του 35% του εδάφους της Κύπρου στην τουρκική κοινότητα και τον τουρκικό στρατό. Η εντολή ήταν να μην ανοίξουν πυρ κατά των Τούρκων, γιατί η παρουσία τους στην Κύπρο ήταν μέρος ασκήσεως. Αντίσταση προέβαλαν μόνο μερικοί λόχοι και πυροβολαρχίες και Κύπριοι έφεδροι. Οι μόνοι αξιωματικοί που ενήργησαν πατριωτικά και πολλοί θυσιάστηκαν, ήταν όσοι δεν ανήκαν στην ομάδα των χουντικών, οι οποίοι είχαν αποδεχθεί τη διχοτόμηση, που θα παρουσίαζαν ως ένωση.

Η διάσωση του Μακαρίου ανέτρεψε τα σχέδιά τους. Η συμφωνία χάλασε. Και οι Τούρκοι, που εκμεταλλεύτηκαν την προδοτική στάση της χούντας, κατέλαβαν το 35% του εδάφους της Κύπρου και απαιτούσαν διάλυση της Κ.Δ. Ο Μακάριος αποτελούσε τη νόμιμη έκφραση της Κ.Δ. και της διεθνούς αναγνώρισής της. Και η χούντα, που δεν κατάφερε να τον δολοφονήσει, κατάλαβε ότι τα σχέδιά της απέτυχαν. Η χούντα έπεσε υπό το βάρος της προδοσίας και της εθνικής τραγωδίας που προκάλεσε. Η Κύπρος αντιμετώπισε τη μεγαλύτερη τραγωδία της Ιστορίας της. Έμεινε μόνη και αβοήθητη.

Και η Τουρκία βρήκε την ευκαιρία ν’ αποκτήσει περισσότερα απ’ όσα περιελάμβανε η συμφωνία που έκανε, με τους χουντικούς αξιωματικούς να δίνουν διαταγή να μην αποκρουστούν οι εισβολείς γιατί έκαναν άσκηση. Δεν περιορίστηκαν στο συμφωνημένο προγεφύρωμα. Αξιοποίησαν την πτώση της χούντας και απαίτησαν το 35% του εδάφους της Κ.Δ., τη διάλυση της Κ.Δ. και την ίδρυση μιας ομοσπονδίας με παραμονή των τουρκικών στρατευμάτων.

Όσοι ζήσαμε την τραγωδία του Ιουλίου του 1974, θυμούμαστε την απελπισία του κυπριακού λαού. Οι εκτοπισμένοι από την Κερύνεια και τις περιοχές της βόρειας ακτής έτρεχαν για να σωθούν από τη βαρβαρότητα του τουρκικού στρατού τις πρώτες μέρες της εισβολής. Οι μονάδες της Ε.Φ. αποδεκατίζονταν και υποχωρούσαν ατάκτως. Οι εκτοπισμένοι έψαχναν προσωρινή, νόμιζαν, διαμονή, μέχρι να μπορέσουν να επιστρέψουν. Τα αεροπλάνα και οι βομβαρδισμοί έγιναν ο φόβος και ο τρόμος όλων μας. Έγινε η εκεχειρία και όλοι αναμέναμε την έκβαση των διαπραγματεύσεων, που κατέληξαν στο αδιέξοδο της Γενεύης και της β’ φάσης της εισβολής.

Η Ε.Φ. άρχισε μιαν άτακτη υποχώρηση. Οι λόχοι της πρώτης γραμμής αποδεκατίζονταν. Η προδομένη Ε.Φ. εγκατέλειψε ατάκτως την Καρπασία και τις περιοχές δυτικά της Λευκωσίας. Οι κάτοικοι της Αμμοχώστου την εγκαταλείπαμε ατάκτως και αναμέναμε να επιστρέψουμε σε λίγες μέρες. Πέρασαν, όμως, πενήντα χρόνια. Πολλά έφυγαν για πάντα. Και η Αμμόχωστος είναι πόλη φάντασμα.

Οι νέοι θεωρούν σήμερα την κατοχή μια συνηθισμένη κατάσταση. Και πολλοί, ακόμα και εκτοπισμένοι, έγιναν τακτικοί επισκέπτες της κατεχόμενης περιοχής για να δουν τα σπίτια τους, να προσκυνήσουν στις εκκλησίες και για να προμηθευτούν φτηνά προϊόντα και υπηρεσίες.

Και εμείς οι ηλικιωμένοι θυμούμαστε τις τραγικές συνθήκες που ζήσαμε τότε. Θυμούμαστε τη μεγαλύτερη προδοσία της Ιστορίας μας από την ξενοκίνητη χούντα και τους εδώ υποστηρικτές της. Θυμούμαστε τον κατατρεγμό, τον εκτοπισμό και τη μέχρι σήμερα κατοχή. Και ζούμε με την ελπίδα και την πίστη να ανατείλουν καλύτερες μέρες και να υπάρξει δικαιοσύνη και ελευθερία.