Αναλύσεις

Αναβρασμός στους κόλπους της Δικαιοσύνης: Όλο το ιστορικό που οδήγησε στην παύση της Ντόριας Βαρωσιώτου

Αποδίδει τη στάση του Ανωτάτου σε άρνησή της ν’ αλλάξει το πόρισμα για τον Θανάση, η Βαρωσιώτου

Αναβρασμός επικρατεί στον νομικό κόσμο μετά την παύση της Ντόριας Βαρωσιώτου, με πολλούς νομικούς κύκλους να εκφράζουν έντονο προβληματισμό για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η απόφαση αυτή.

Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο αποφάσισε να μην επικυρώσει τον διορισμό της Ντόριας Βαρωσιώτου ως μόνιμης Επαρχιακής Δικαστού, επικαλούμενο σοβαρές ελλείψεις στην επαγγελματική της κατάρτιση και τη νοοτροπία της, που, κατά την κρίση του Συμβουλίου, υπονόμευσαν το κύρος της Δικαιοσύνης.

Η δημόσια γνωστοποίηση της απόφασης έγινε μετά από δική της ενέργεια, καθώς το Συμβούλιο, όπως αναφέρει, δεν προέβη σε δική του πρωτοβουλία για την πλήρη δημοσιοποίησή της, παρά τις σχετικές συζητήσεις. Αυτό σηματοδοτεί και τη βούληση της κ. Βαρωσιώτου να διαφυλάξει τη δική της εκδοχή και να θέσει τη δημόσια γνώμη υπέρ της ορθότητας των επιχειρημάτων της.

Το δικηγορικό γραφείο του Αχιλλέα Δημητριάδη, που εκπροσωπεί την ενδιαφερομένη, ενημέρωσε ότι ήδη εκπονούν ένσταση κατά της μη επικύρωσης, καθώς θεωρούν πως υπήρξαν νομικά και διαδικαστικά ζητήματα που χρήζουν περαιτέρω αξιολόγησης.
Σημειώνεται πως η θέση της κ. Βαρωσιώτου ήταν δοκιμαστική και ορίζεται σε δύο χρόνια, κατά τα οποία αξιολογούνται οι νομικές της γνώσεις, η δεοντολογία και η προσωπικότητα, ώστε να ληφθεί η απόφαση για τη μονιμοποίησή της.
Ακόμα κι αν ένας υποψήφιος δικαστής εργάζεται στο πλαίσιο του Δικαστηρίου και ενσωματώνεται στα προγράμματά του, αυτό δεν εξασφαλίζει ότι ο διορισμός θα επικυρωθεί. Η εκτίμηση γίνεται με βάση πιστοποιημένα κριτήρια βαθμολόγησης της επάρκειας και της δεοντολογίας.

Πάντως, όπως σημειώνουν νομικοί κύκλοι στη «Σ», είναι ασυνήθιστο έως και σπάνιο να μη μονιμοποιείται δικαστής μετά τη διετή επί δοκιμασία θητεία.

Τα τέσσερα «παραπτώματα» της Βαρωσιώτου

Με επιστολή του, ημερομηνίας 17 Ιουνίου 2025, λίγες ημέρες πριν συμπληρωθούν δύο χρόνια από την τοποθέτησή της, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, διαμέσου της Πρωτοκολλητού, ενημέρωσε την κ. Βαρωσιώτου ότι έχει στη διάθεσή του πληροφορίες που εγείρουν ερωτήματα σχετικά με τον χαρακτήρα, τη συμπεριφορά, την καταλληλότητα και τις ικανότητές της να ασκήσει τα καθήκοντα της θέσης της ως Επαρχιακής Δικαστού.

Στην επιστολή αναφέρονται τέσσερεις κύριοι λόγοι, για τους οποίους εξετάζεται το ενδεχόμενο παύσης της.

Ο πρώτος ήταν ο τρόπος που διαχειρίστηκε τις θανατικές ανακρίσεις με αριθμούς 8/18 και 71/22, κατόπιν της έκδοσης πορισμάτων από την ίδια στις 22 Απριλίου 2022 και 30 Απριλίου 2024, καθώς και οι αποφάσεις που ακολούθησαν. Τα θέματα αυτά τέθηκαν υπόψη και μέσα από επιστολές της προς τον Διοικητικό Πρόεδρο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού.

Δεύτερον, η συνολική της προσέγγιση στην υπόθεση της θανατικής ανάκρισης του Θανάση Νικολάου, περιλαμβανομένων των λαθών που εντοπίστηκαν και καταγράφηκαν στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Τρίτον, η επιστολή που απέστειλε στις 4 Ιουλίου 2024 προς την Πρόεδρο και τους Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην οποία, μεταξύ άλλων, αναφέρει την ενόχληση που της διαβιβάστηκε κατά τη διάρκεια συνάντησής της με την Πρόεδρο και τη Δικαστή κ. Ε. Εφραίμ. Η ενόχληση σχετιζόταν με τη μεγάλη προβολή που έλαβε από τα μέσα ενημέρωσης εξαιτίας της υπόθεσης Νικολάου, γεγονός που, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, δεν έχει ξανασυμβεί με άλλον δικαστή, τονίζοντας μάλιστα ότι «οι δημοσιογράφοι, όπως μας ανεβάζουν, έτσι μας κατεβάζουν».

Τέλος, η επιστολή που απέστειλε προς την Πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου με αίτημα τη διόρθωση στοιχείων που αφορούσαν σε απόφαση σχετική με αγωγή.

«Άγγιξαν» και θέματα συμπεριφοράς

Το Συμβούλιο δεν περιορίστηκε στο νομικό κομμάτι, αλλά επεκτάθηκε και στο επίπεδο του επαγγελματικού χαρακτήρα και της συμπεριφοράς της Ντόριας Βαρωσιώτου.

Τονίζει πως η κ. Βαρωσιώτου αρνείται να αναγνωρίσει τον ουσιαστικό ρόλο του Ανωτάτου, όπως αυτός περιγράφηκε σε επίσκεψη και επιστολή, επικαλείται προσωπική γραμμή ανεκτικότητας στον σχολιασμό που υπήρξε τη στιγμή εκείνη, αγνοώντας ότι ένα θεσμικό πλαίσιο απαιτεί διακριτούς ρόλους.

Η συνολική εικόνα, όπως την παρουσιάζει το Ανώτατο, είναι ότι η κ. Βαρωσιώτου παρακολούθησε μεν διαδικασίες, αλλά δεν κατάλαβε πλήρως τη θεσμική διάσταση και τις υποχρεώσεις της δικαστικής υπευθυνότητας, ανέπτυξε συμπεριφορές αντίθετες με τη θεσμική αβρότητα και, μεμονωμένα ή οργανωμένα, σε συνδυασμό με λάθη στη νομική διαχείριση, έθεσε σε κίνδυνο την αξιοπιστία της Δικαιοσύνης.

Το Συμβούλιο τόνισε πως η εμπιστοσύνη της κοινωνίας στον θεσμό της Δικαιοσύνης βασίζεται στην ακρίβεια, τη νομιμότητα, τη σταθερότητα και το ήθος των λειτουργών της. Οποιοσδήποτε από τους δύο άξονες, νομικός ή δεοντολογικός, παρουσιάζει σοβαρές ελλείψεις, οδηγεί σε απομείωση του κύρους. Σημείωσε ότι σε περιπτώσεις όπως η κ. Βαρωσιώτου, γίνονται ολοφάνερες οι υπονομεύσεις, όπως παραβιάσεις διαδικασιών χωρίς νόμιμο πλαίσιο και στάση αντιπαραθετική προς το θεσμικό πλαίσιο.

Κατά συνέπειαν, το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο θεωρεί ότι η κ. Βαρωσιώτου δεν ανταποκρίνεται στις ελάχιστες απαιτήσεις ενός Επαρχιακού Δικαστή, συνεπώς δεν μπορεί να παραμείνει σε μόνιμη θέση μετά τη δοκιμαστική περίοδο.

Στην αντεπίθεση η Βαρωσιώτου

Στις 23 Ιουνίου 2025, απαντώντας στο τελικό υπόμνημα, η κ. Βαρωσιώτου απέδωσε στο Ανώτατο «αρνητική στάση» απέναντί της, ισχυριζόμενη πως υπήρχε «εκδικητική διάθεση» ή «σκοπιμότητα» λόγω του πορίσματος που είχε εκδώσει το 2024 στη θανατική ανάκριση 104/2006, καθώς αρνήθηκε να τροποποιήσει το πόρισμα κατόπιν ωρίμου εντολής.

Η επιστολή της κατέληγε ότι «δημιουργείται έντονα η εντύπωση πως η στάση τους δεν είναι αντικειμενική» και ότι στο Ανώτατο επικρατεί «ζοφερό κλίμα» εναντίον της.

Όμως, η απάντηση αυτή όχι μόνο δεν μετρίασε τα δεδομένα, αλλά φάνηκε να ενισχύει τις εντυπώσεις επιθετικής στάσης του αιτούντος, παρά την επιθυμία υπεράσπισης.

Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο σχολίασε πως η κ. Βαρωσιώτου προέβη σε αναντίρρητους ισχυρισμούς, που συνδέουν τη μη επικύρωση με «παρακίνηση» ή «λαϊκό αίτημα», κάτι που ουδόλως βασιζόταν σε επαρκή τεκμήρια, και φάνηκε να παραμένει σε αντιπαράθεση, αντί να επανατοποθετηθεί βάσει των αξιολογήσεων και των δικαιολογημένων προβληματισμών.

Το νομικό πλαίσιο και το δικαίωμα ακρόασης

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι αναφορές περί παραβίασης του δικαιώματος ακρόασης της δικαστικού δεν φαίνεται να ευσταθούν, καθώς στις 17 Ιουνίου τής διαβιβάστηκε επιστολή από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, η οποία περιελάμβανε συγκεκριμένα ερωτήματα, στα οποία η ίδια απάντησε γραπτώς στις 23 Ιουνίου.

Σε ό,τι αφορά το νομικό πλαίσιο που διέπει τις θανατικές ανακρίσεις, προβλέπεται ότι οι πρόεδροι των Επαρχιακών Δικαστηρίων έχουν τη δυνατότητα να επανεξετάζουν πορίσματα ή καταθέσεις των ανακριτών.

Αυτή η αρμοδιότητα είναι ρητά κατοχυρωμένη από τη νομοθεσία και διασφαλίζει θεσμικά την αξιοπιστία και ακρίβεια των συμπερασμάτων, ειδικά όταν πρόκειται για περίπλοκες ή ευαίσθητες υποθέσεις.

Τα επόμενα βήματα

απόφαση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου δεν κάνει δεκτή την ένσταση, υπάρχει η δυνατότητα προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. υ Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου δεν κάνει δεκτή την ένσταση, υπάρχει η δυνατότητα προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Ωστόσο, μια τέτοια προσφυγή δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα επί της εθνικής απόφασης.

Τα επόμενα βήματα

Η ένσταση της κ. Βαρωσιώτου
αναμένεται να θέσει υπό αμφισβήτηση την ορθότητα της διαδικασίας
και την ερμηνεία των αξιολογηθέντων γεγονότων,
πιθανώς θέτοντας άξονες νέας συζήτησης για τα κριτήρια επιλογής και επιθεώρησης των δικαστών στην κυπριακή έννομη τάξη.

Όπως πληροφορείται η «Σ»,
η ένσταση πρέπει να υποβληθεί έως τις 11 Ιουλίου,
εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των δέκα εργάσιμων ημερών

Με την καταχώρισή της,
η απόφαση του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου
τίθεται αυτομάτως σε αναστολή, όπως ορίζει η σχετική νομοθεσία.

Η υπόθεση στη συνέχεια παραπέμπεται
στο Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο, το οποίο λειτουργεί ως δευτεροβάθμιος φορέας ακυρωτικού ελέγχου,
εξετάζοντας τόσο τη νομιμότητα όσο και την ορθότητα της επίμαχης απόφασης.

Αν η απόφαση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου
δεν κάνει δεκτή την ένσταση,
υπάρχει η δυνατότητα προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

Ωστόσο, μια τέτοια προσφυγή
δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα επί της εθνικής απόφασης.