Συνεχίζω από εκεί που έμεινα χθες, για το πρωτοποριακό πρόγραμμα διάσωσης μαθητών «υψηλού κινδύνου», στο Γυμνάσιο Γερίου, που πριν από το 2000 μαστιζόταν από την παραβατικότητα και τη βία, εφαρμοσμένο από τον τότε Διευθυντή του σχολείου, Νίκο Ράγκο, με υπεύθυνο τον καθηγητή Χημείας Κωστή Αχνιώτη. Το πρόγραμμα, που την τριετία 1999-2002 πέτυχε ώστε 37 παιδιά ν' αποφύγουν βέβαιη αποτυχία και εκδίωξη από το σχολείο, υλοποίησε ουσιαστικά το όραμα του έμπειρου εκπαιδευτικού ψυχολόγου Δρος Μιχάλη Παπαδόπουλου, όπως το περιγράφει στο επαναστατικό βιβλίο του, του 2011, «Θεραπεύοντας το σχολείο», για «επανεφεύρεση του ανθρωπισμού στην παιδεία». Και για συνειδητοποίηση από τους εκπαιδευτικούς, ότι «ο ρόλος τους ως παιδαγωγοί, είναι μια πολιτική πράξη που δεν είναι ποτέ ουδέτερη». Να θυμίσω μέρος της παρέμβασης του Κωστή Αχνιώτη, σε ημερίδα της Νεολαίας των Οικολόγων με θέμα τη νεανική παραβατικότητα και τη σχολική αποτυχία: «Αυτό που ονομάζουμε "παραβατικότητα" είναι σε μεγάλο βαθμό η αδυναμία του συστήματος να δώσει τρόπο μάθησης στον καθένα. Ένας αριθμός μαθητών εγκαταλείπουν το σχολείο. Ένας άλλος αριθμός, αρκετά σημαντικός, περιφέρονται μέσα στο σχολείο. Ακόμα και οι μαθητές που μένουν στην ίδια τάξη μέχρι να τελειώσουν το σχολείο, δεν είναι αδιάφοροι, είναι πικραμένοι και το σχολείο δεν μπορεί ν' αντιμετωπίσει την κατάσταση. Πρέπει να τους δώσουμε ένα σχολείο που να ταιριάζει με τις δυνατότητές τους και τις επιθυμίες τους, όπου θα χαμογελούν και θα ευχαριστιούνται. Πρέπει ν' αναδείξουμε την προσωπικότητα του μαθητή και του καθηγητή και όχι να την υποβαθμίσουμε μέσα σε ένα πλέγμα κανονισμών που περιορίζουν, μιζεριάζουν και σκοτώνουν». Eίπε, περιγράφοντας τη δική της εμπειρία, η καθηγήτρια Μαρία Κίττου: «Απουσίαζα από το Γυμνάσιο Γερίου στην αρχή της εφαρμογής του προγράμματος, γιατί ήμουν με άδεια μητρότητας και επανήλθα στο σχολείο τρεις μήνες μετά. Εκείνο που είδα, ήταν εντελώς διαφορετικό από εκείνο που είχα αφήσει όταν έφυγα με άδεια. Δηλαδή, οι συνάδελφοι είχαν ζήλο να εργαστούν, ήταν χαρούμενοι και στα πρόσωπα των παιδιών έβλεπες τέτοια χαρά, που νόμιζες ότι έγινε μια μεταμόρφωση, ότι κάποιος είχε ξαφνικά αλλάξει τα πράγματα. Είμαι πολλά χρόνια εκπαιδευτικός και θέλω να καταθέσω μια αλήθεια:
» Στο σημερινό σχολείο, λείπει πάρα πολύ η χαρά. Δεν υπάρχει χαρά ούτε στους εκπαιδευτικούς, ούτε στα παιδιά. Οι περισσότεροι μισούν το σχολείο και δεν θέλουν να έρχονται στο σχολείο. Αυτό δεν υπήρχε στο Γέρι. Σε όλους τους εκπαιδευτικούς δινόταν η ευκαιρία να κάνουν κάτι για να νιώσουν τη χαρά της προσφοράς και της δημιουργίας. Επίσης τα παιδιά γίνονταν αποδεκτά, δεν υπήρχε δυνατός και αδύνατος μαθητής, υπήρχε μαθητής ο οποίος μάς χρειαζόταν να τον φροντίσουμε, λίγο ή πολύ. Αυτό μάς έκανε να πηγαίνουμε κάθε μέρα ανανεωμένοι στο σχολείο. Νιώθαμε ότι είμαστε άνθρωποι που προσφέρουμε. Δεν ήμασταν οι εκπαιδευτικοί που θα μπαίναμε στην τάξη, θα κάναμε το μάθημα, θα παίρναμε μετά τη βαλίτσα μας και θα φεύγαμε». Είπε η καθηγήτρια Νίτσα Χατζηγεωργίου: «Δεν θα μπορούσαμε να μπούμε στο πρόγραμμα, αν δεν είχαμε την έμπνευση του Νίκου Ράγκου. Είναι πολύ δύσκολο να πείσεις όλα τα μέλη του προσωπικού να συνεργαστούν - χωρίς τη συνεργασία τους, δεν πετυχαίνεις πολλά πράγματα. Μπορεί ο ένας να κτίζει και ο άλλος να χαλά. Ήταν για όλους μας μεγάλη τύχη να έχουμε μαζί μας αυτό τον άνθρωπο - ένα ιδανικό Διευθυντή, που κατάφερε αρχικά να βγάλει από τον κάθε καθηγητή και καθηγήτρια το καλύτερο που είχαν μέσα τους».