Αναλύσεις

Θα πούμε το νερό, νεράκι

Ανακούφιση από την πλούσια βροχόπτωση, αλλά προβληματισμός για το υδατικό

Στο 125% της αντίστοιχης κανονικής (από 1η Οκτωβρίου) καταγράφεται η ποσότητα βροχόπτωσης κατά τον φετινό Ιανουάριο, ποσοστό το οποίο αφήνει ιδιαίτερα ικανοποιημένους γεωργούς και αρμόδιους για την πληρότητα των φραγμάτων. Την παρατεταμένη περίοδο ανομβρίας, η οποία έπληξε τη χώρα μας κατά την περασμένη χρονιά, διαδέχτηκε κατά το φετινό φθινόπωρο και χειμώνα, η περίοδος έντονων βροχοπτώσεων. Παρ’ όλα αυτά, η μετάφραση των στατιστικών στοιχείων δεν προκαλεί αισιοδοξία όσον αφορά την πρόγνωση, καθώς η βροχόπτωση κατά τον μήνα Ιανουάριο βρίσκεται μέχρι στιγμής στο 82% σε σύγκριση με την κανονική για τον μήνα ποσότητα.
Έντονες βροχές κάθε 6 χρόνια


Ο ανώτερος μετεωρολογικός λειτουργός του Τμήματος Μετεωρολογίας, Φίλιππος Τύμβιος, ανέφερε στη «Σ» ότι οι βροχοπτώσεις των τελευταίων μηνών δεν μπορούν παρά να μας αφήνουν ικανοποιημένους από άποψη ποσότητας βροχής. Συγκεκριμένα, η βροχόπτωση κατά τον μήνα Δεκέμβριο κατατάσσεται στη 18η θέση της σειράς με τους πιο πλούσιους, από άποψη βροχοπτώσεων, Δεκεμβρίους κατά τα τελευταία 120 χρόνια και από την αρχή της βάσης δεδομένων του Τμήματος Μετεωρολογίας. Από την άλλη, οι βροχοπτώσεις παρουσιάζουν πτωτική τάση. Λαμβάνοντας υπόψη, σύμφωνα με τον κ. Τύμβιο, το γεγονός ότι κατά τα τελευταία 15 χρόνια, μόνο το έτος 2012 καταγράφηκαν υψηλές ποσότητες βροχοπτώσεων, τότε εξάγεται το συμπέρασμα, βάσει στατιστικής, ότι ανά έξι χρόνια η χώρα μας περιμένει έντονες βροχοπτώσεις.


Όπως εξήγησε στη «Σ», τα φετινά καιρικά φαινόμενα είναι αποτέλεσμα του υψηλού βαρομετρικού που έχει επεκταθεί πάνω από την κεντρική Ευρώπη, το οποίο οδηγεί τα συστήματα προς την κεντρική Μεσόγειο, ενώ συγκεκριμένα, ψυχρές αέριες μάζες οδηγούνται προς τη θερμή θάλασσα και με τον τρόπο αυτό δημιουργούνται τα χαμηλά βαρομετρικά, τα οποία επηρεάζουν την περιοχή. Όσον αφορά την πρόγνωση, ανέφερε ότι η ποσότητα της βροχόπτωσης είναι ήδη πολύ υψηλή, όμως, αναμένονται περαιτέρω βροχές.
Η κλιματική αλλαγή


Εξάλλου, παρά τις φετινές ευεργετικές βροχές, το μέλλον όσον αφορά την πρόγνωση δεν προβλέπεται ευοίωνο. Σύμφωνα με τον Ανώτερο Μετεωρολογικό Λειτουργό, θα έχουμε αύξηση της θερμοκρασίας και μείωση της βροχόπτωσης, την οποία θα λαμβάνουμε σε μικρότερο χρονικό διάστημα και με πιο έντονα καιρικά φαινόμενα, αντί με οργανωμένα συστήματα. Η κλιματική αλλαγή είναι ο κυριότερος παράγοντας της απότομης αλλαγής των καιρικών συνθηκών, της παρατεταμένης ξηρασίας και των έντονων καιρικών φαινομένων.


Σε έκθεση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος για την Κλιματική Αλλαγή το 2017, προβλέπεται να επηρεαστεί η διαθεσιμότητα νερού στην Ευρώπη, ασκώντας ακόμα μια μεγαλύτερη πίεση στις νότιες περιοχές που ήδη αντιμετωπίζουν φαινόμενα εξάντλησης των υδάτινων πόρων. Σε άλλα μέρη της Ευρώπης αναμένεται να αυξηθεί η συχνότητα εμφάνισης πλημμυρικών φαινομένων, ενώ οι περιοχές που βρίσκονται στο επίπεδο της θάλασσας κινδυνεύουν από μετεωρολογικές παλίρροιες και άνοδο της στάθμης της θάλασσας.


Συγκεκριμένα, για την περιοχή της Μεσογείου και ειδικότερα για την Κύπρο, προβλέπεται μεγάλη αύξηση των ακραίων υψηλών θερμοκρασιών, υψηλότερος κίνδυνος ξηρασιών, αύξηση του κινδύνου δασικών πυρκαγιών, αυξανόμενη ζήτηση υδάτινων πόρων για γεωργικές δραστηριότητες, χαμηλότερες αποδόσεις καλλιεργειών, ακόμη και μειωμένη τουριστική κίνηση κατά τη θερινή περίοδο. Οι προβλέψεις αυτές καταγράφονται και στην πρόσφατη Ετήσια Έκθεση του Τμήματος Περιβάλλοντος προς το Υπουργικό Συμβούλιο σχετικά με την υλοποίηση των Μέτρων Προστασίας της Στρατηγικής και του Σχεδίου Δράσης Προσαρμογής στην Κλιματική Αλλαγή (2018).


Όσον αφορά τη μεταβολή των βροχοπτώσεων, στην έκθεση καταδεικνύεται ότι η ποσότητα βροχής που πέφτει κάθε χρόνο στην περιοχή μειώνεται. Ο μέσος όρος της ετήσιας βροχόπτωσης μειώθηκε από 559 χιλιοστά (κλιματική περίοδος 1901 - 1930) σε 463 χιλιοστά (κλιματική περίοδος 1971-2000) που ανάγεται σε μείωση 17%. Η μείωση της βροχόπτωσης για την περίοδο 1905 έως 2005 ήταν περίπου 170 χιλιοστά, ενώ το 2008 η μείωση της βροχόπτωσης ήταν κατά 45% χαμηλότερη από τον μέσο όρο της περιόδου 2000-2007, οδηγώντας σε σοβαρή ξηρασία.


Μια άλλη σημαντική παράμετρος για την Κύπρο είναι η αύξηση της εξατμισοδιαπνοής, η οποία σε συνδυασμό με την αύξηση της θερμοκρασίας και τη μείωση της βροχόπτωσης, θα εντείνει την ξήρανση των εδαφών και θα οδηγήσει σταδιακά στην ερημοποίησή τους. Επισημαίνεται, επίσης, ότι όσον αφορά τις προβλεπόμενες αλλαγές, κατά την περίοδο 2021-2050, η προβλεπόμενη βροχόπτωση της Κύπρου γενικά θα μειωθεί με εποχικές και περιφερειακές διακυμάνσεις.
Καδής: «Στόχος η αύξηση των υδάτινων πόρων»
Σε δηλώσεις του στη «Σ», ο Υπουργός Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, Κώστας Καδής, ανέφερε ότι οι τελευταίες βροχοπτώσεις είναι ιδιαίτερα επωφελείς και αναμένεται να δώσουν μια σημαντική ανάσα στην κυπριακή γεωργία, η οποία ομολογουμένως υπέφερε πολύ από τη συνεχιζόμενη ανομβρία των τελευταίων ετών. Με αποθηκευμένη ποσότητα νερού στα φράγματα 82,3 εκ. κυβικά μέτρα, η πληρότητα των φραγμάτων σήμερα έχει αυξηθεί στο 28,3% από το 18,6% που ήταν στις αρχές Ιανουαρίου. Πέρυσι την ίδια περίοδο, η αποθηκευμένη ποσότητα ήταν 40,2 εκ. κυβικά μέτρα (ή 13,8% πληρότητα).


Ο κ. Καδής πάντως σημείωσε ότι το Υπουργείο δεν επαναπαύεται, αναλογιζόμενοι ότι ούτε το ένα τρίτο των φραγμάτων δεν έχει γεμίσει, αν και σημείωσε ότι οι εισροές νερού της τελευταίας περιόδου στα φράγματα, παρέχουν τη δυνατότητα και το χρονικό περιθώριο να σχεδιάσει το Υπουργείο προσεκτικά τα επόμενά βήματα για τη διαχείριση του νερού στον τόπο, λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα που προκύπτουν από την κλιματική αλλαγή και την αυξημένη ζήτηση νερού για την άμεση προώθηση της αναθεώρησης της υδατικής πολιτικής.


Στόχος, όπως ανέφερε στη «Σ», είναι η αύξηση των διαθέσιμων υδατικών πόρων, μέσω της χρήσης ανακυκλωμένου νερού και της δημιουργίας νέων ή επέκτασης υφιστάμενων μονάδων αφαλάτωσης, αλλά και η καλύτερη διαχείριση των υδάτινων πόρων που έχει το κράτος στη διάθεσή του. Επεσήμανε, τέλος, ότι η αύξηση του νερού στα φράγματα όντως αποτελεί μια σημαντική ανακούφιση για τους γεωργούς, αλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να σταματήσουμε να σκεφτόμαστε το νερό ως έναν πολύτιμο φυσικό πόρο.