Αναλύσεις

Κυπριακή οικονομία και θετικός ρυθμός ανάπτυξης

Οι τρεις τομείς που παρουσιάστηκαν ανθεκτικοί στην κρίση, τουρισμός, επαγγελματικές υπηρεσίες και ναυτιλία, συνεχίζουν να συνεισφέρουν θετικά στο ΑΕΠ της χώρας, την ώρα που δυστυχώς οι προκλήσεις φαίνεται να γίνονται εντονότερες

Θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης συνεχίζει να καταγράφει η κυπριακή οικονομία, εφόσον το πρώτο τρίμηνο του 2019 ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας είναι θετικός και υπολογίζεται σε +3,4%, σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018. Μετά τη διόρθωση του ΑΕΠ ως προς τις εποχικές διακυμάνσεις και τις εργάσιμες μέρες, ο ρυθμός ανάπτυξης υπολογίζεται στο +3,5%.


Σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία, η αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης οφείλεται κατά κύριο λόγο στους τομείς: "Ξενοδοχεία και Εστιατόρια", "Λιανικό και Χονδρικό Εμπόριο", "Κατασκευές", "Μεταποίηση", "Επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες" και "Διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες". Αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης κατέγραψε ο τομέας "Χρηματοπιστωτικές και Ασφαλιστικές Δραστηριότητες".


Την ίδια στιγμή, την προηγούμενη εβδομάδα εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο το στρατηγικό πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής 2020-2022, όπου καταγράφεται εκτίμηση για θετικό ρυθμό ανάπτυξης 3,6% και πλεονάσματα πέραν των 640 εκ. ευρώ.


Οι τρεις τομείς που παρουσιάστηκαν ανθεκτικοί στην κρίση, τουρισμός, επαγγελματικές υπηρεσίες και ναυτιλία, συνεχίζουν να συνεισφέρουν θετικά στο ΑΕΠ της χώρας, την ώρα που δυστυχώς οι προκλήσεις φαίνεται να γίνονται εντονότερες.
Ανησυχίες


Παρά το γεγονός ότι τα στατιστικά που αφορούν τον τομέα του τουρισμού τα τελευταία χρόνια ήταν ιδιαίτερα θεαματικά, με τις αφίξεις να παρουσιάζουν σημαντική αύξηση και τη συνεισφορά του τομέα στο ΑΕΠ της χώρας να παραμένει σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, οι αριθμοί για την τρέχουσα περίοδο προκαλούν ανησυχία στους φορείς του τομέα.


Το Brexit, η μείωση των αφίξεων από τη Γερμανία (μετά και το κλείσιμο συγκεκριμένης αεροπορικής εταιρείας) και το γεγονός ότι δεν έγινε κατορθωτή η ενίσχυση της αεροπορικής συνδεσιμότητας της χώρας με άλλους προορισμούς, ενισχύει τις ανησυχίες.


Σημαντική κινητικότητα παρουσιάζει ο τομέας των ακινήτων το τελευταίο διάστημα, κυρίως λόγω του γεγονότος ότι αρκετοί επενδυτές προχωρούν σε αγορές ακινήτων για σκοπούς πολιτογράφησης, για να προλάβουν τις αλλαγές στο πρόγραμμα. Υπενθυμίζεται ότι για σκοπούς πολιτογράφησης από 15 Μαΐου 2019, πέραν της επένδυσης των 2 εκ. ευρώ, θα απαιτείται και χορηγία ύψους 150 χιλιάδων ευρώ προς την Κυβέρνηση, ενώ η επένδυση θα πρέπει να διατηρείται για περίοδο πέντε αντί τριών ετών.


Ως εκ τούτου, είναι με ιδιαίτερο ενδιαφέρον που αναμένεται ο τρόπος που θα κινηθεί ο τομέας μετά τις αλλαγές στο πρόγραμμα, πάντοτε σε σχέση με ακίνητα τα οποία ενδιαφέρουν τέτοιου είδους επενδυτές/αγοραστές. Η επένδυση μπορεί να αφορά ένα ακίνητο αξίας 2 εκ. ευρώ ή πέραν του ενός, με την προϋπόθεση ότι ένα από τα ακίνητα που περιλαμβάνονται στην επένδυση είναι αξίας 500 χιλιάδων ευρώ.


Η ανάκαμψη του κατασκευαστικού τομέα είναι ένας από τους παράγοντες που οδήγησαν στην πτώση της ανεργίας και την ενίσχυση των εσόδων από τους φόρους. Αυτό αφορά κυρίως το ΦΠΑ εφόσον, για παράδειγμα, για να μπορέσει κάποιος αγοραστής ακινήτου να προχωρήσει με αίτηση πολιτογράφησης, θα πρέπει να καταβάλει όλο το ποσό της αξίας του συμβολαίου, συμπεριλαμβανομένων του ΦΠΑ και του τέλους χαρτοσήμου.


Την ίδια στιγμή, η Κύπρος ενισχύεται ως ένα διεθνές κέντρο ναυτιλιακών εταιρειών. Μεγάλος είναι ο αριθμός των πλοίων που εγγράφονται στο κυπριακό νηολόγιο, ενώ ακόμη μεγαλύτερος είναι ο αριθμός των εταιρειών πλοιοδιαχείρισης που επιλέγουν τη χώρα ως βάση τους. Σημαντικό ρόλο στην προσέλκυση αυτών των εταιρειών διαδραματίζουν το ανταγωνιστικό φορολογικό καθεστώς (που είναι εγκεκριμένο από την ΕΕ) και οι υψηλής ποιότητας υπηρεσίες που προσφέρονται.


Τα στατιστικά στοιχεία που αφορούν το λιανικό εμπόριο, τις εγγραφές σαλούν αυτοκινήτων και την κατανάλωση, όπως η χρήση των πιστωτικών καρτών, καταδεικνύουν σταδιακή ανάκαμψη του τομέα. Με τη βελτίωση των οικονομικών συνθηκών, τη μείωση της ανεργίας και την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, αυτό ήταν λίγο πολύ αναμενόμενο.


Η αφαίρεση μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) από τους ισολογισμούς των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων μπορεί να μειώνει το ποσοστό των ΜΕΔ ως αριθμό, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν ξεπεραστεί τα προβλήματα για την οικονομία και την κοινωνία. Ο υψηλός δανεισμός των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, είτε αυτά τα ποσά οφείλονται σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είτε σε εταιρείες εξαγοράς και διαχείρισης χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων, συνεχίζει να περιορίζει το διαθέσιμο οικογενειακό εισόδημα και τη ρευστότητα των επιχειρήσεων, εφόσον τα συγκεκριμένα δάνεια πρέπει να εξυπηρετηθούν.
Η Κύπρος πρέπει να θωρακιστεί


Σημειώνεται ότι πυκνώνουν οι αναλύσεις ότι η επόμενη κρίση ενδεχομένως να αρχίσει από την Ευρώπη• η Κύπρος θα πρέπει να θωρακιστεί επαρκώς για κάθε ενδεχόμενο. Η έκδοση μακροπρόθεσμων ομολόγων την προηγούμενη περίοδο κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, σε ό,τι αφορά τον συγκεκριμένο στόχο.
Το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων στην Ευρωζώνη, από τη μια βοηθά στην ευνοϊκότερη χρηματοδότηση έργων, από την άλλη επηρεάζει αρνητικά την κερδοφορία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, καθώς και τις αποδόσεις των επενδύσεων των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών ταμείων. Είναι γι' αυτόν τον λόγο που αναζητούνται άλλες μορφές επενδύσεων, εκτός των ομολόγων και των τραπεζικών καταθέσεων.


Πολλές είναι οι αναλύσεις που αφορούν την πορεία μιας οικονομίας και από ποιους παράγοντες επηρεάζεται. Φυσικά κάθε χώρα και οικονομία έχει τα δικά της χαρακτηριστικά, με κάποιες να είναι πιο ανθεκτικές στις περιόδους των κρίσεων και άλλες να είναι περισσότερο ευάλωτες σε εξωτερικούς παράγοντες.
Υπάρχουν πολλά σημεία που οι αναλύσεις συγκλίνουν, όπως τα αρνητικά αποτελέσματα που δημιουργεί η έλλειψη ρευστότητας από τις αγορές και ο περιορισμός της χρηματοδότησης. Επιπλέον, είναι δεδομένο ότι οι οικονομίες, μετά από μια παρατεταμένη περίοδο ανάκαμψης, θα παρουσιάσoυν επιβράδυνση/διόρθωση (φαινόμενο καθ'όλα υγιές), ενώ αν δεν υπάρξουν διορθωτικά μέτρα θα οδηγηθούν στην ύφεση, με αλυσιδωτές αρνητικές συνέπειες, όπως αύξηση της ανεργίας και των ΜΕΔ.


Οι ανησυχίες σχετικά με τα υψηλά ποσοστά δημόσιου και ιδιωτικού χρέους στην Ευρωζώνη παραμένουν και εστιάζονται σε συγκεκριμένα κράτη μέλη, εντός των οποίων τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα παρουσιάζουν υψηλά ποσοστά ΜΕΔ.


Η ανομοιόμορφη πορεία που παρουσιάζουν οι οικονομίες των χωρών της Ευρωζώνης καταδεικνύει την ανομοιογένεια που υπάρχει, εφόσον ακόμη βρισκόμαστε πολύ μακριά από τη δημοσιονομική ενοποίηση και τη λήψη τέτοιων μέτρων, που θα ενισχύουν τόσο την οικονομία της Ευρωζώνης όσο και των κρατών μελών. Αυτό καταδεικνύει ότι υπάρχει πρόβλημα με το μοντέλο ανάπτυξης ορισμένων χωρών σε σχέση με το σύνολο, εφόσον διατηρούνται οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης.


Το μοντέλο ανάπτυξης της Γερμανίας, με την ανάπτυξη της βιομηχανίας και την ενίσχυση των εξαγωγών, αντιμετωπίζει σημαντική δοκιμασία, καθώς διαφαίνεται πόσο ευάλωτο είναι στις προοπτικές του παγκόσμιου εμπορίου με τις τάσεις προστατευτισμού, καθώς και στις οικονομικές συνθήκες μεγάλων οικονομιών, όπως αυτή της Κίνας. Ωστόσο η χώρα έχει τη δυνατότητα να ενισχύσει την ανάπτυξη αυξάνοντας τις δημόσιες επενδύσεις, κάτι που συμβάλλει στη μερική αντιμετώπιση των ανισοσκελιών που παρουσιάζονται.
Πολλές οι προκλήσεις για την παγκόσμια οικονομία


Οι προκλήσεις για την παγκόσμια οικονομία είναι πολλές, όπως η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ, οι πολιτικές εντάσεις σε διεθνές επίπεδο, ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ των δύο κυριότερων οικονομιών του κόσμου και γενικότερα ο εθνικός προστατευτισμός που αναπτύσσεται.


Οι έντονες πολιτικές και οικονομικές διαφωνίες μεταξύ των κρατών, συμπεριλαμβανομένων και των οικονομικών κυρώσεων, δημιουργούν ένα νέο πολιτικό περιβάλλον, το οποίο οδηγεί σε αδυναμία διαμόρφωσης κοινών πολιτικών για αντιμετώπιση της επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας και αντιμετώπιση των σημαντικών συγκεντρώσεων ιδιωτικού και δημόσιου χρέους από το παρελθόν.


Το ζητούμενο για την παγκόσμια οικονομία δεν είναι μια πιθανή βραχυπρόθεσμη διόρθωση, αλλά το πλαίσιο στο οποίο αυτή συμβαίνει και το κατά πόσον θα υπάρξουν κοινές πολιτικές για τη δημιουργία προϋποθέσεων διατήρησης μιας βιώσιμης, μακροπρόθεσμης αναπτυξιακής πολιτικής. Οι πολιτικές αναταράξεις και η εξάντληση ασφαλών μέσων για πιστωτική επέκταση, καθιστούν δύσκολη τη διαχείριση ακόμα και μιας σύντομης και περιορισμένης επιβράδυνσης.