Αναλύσεις

Η οικονομία της Ελλάδας μετά τον Ιούλιο

Αυτήν την περίοδο οι Ευρωπαίοι εστιάζουν κυρίως στα προβλήματα της ιταλικής οικονομίας και τις πολιτικές που εφαρμόζονται

Το Eurogroup ανέβαλε για τον Σεπτέμβριο (επίσημα, τουλάχιστον, διότι παρασκηνιακά σίγουρα θα γίνουν συζητήσεις) τη συζήτηση για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και τα αποτελέσματα της 3ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης. H συζήτηση αναμένεται να γίνει με τη νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου. Σημειώνεται πως αυτήν την περίοδο οι Ευρωπαίοι εστιάζουν κυρίως στα προβλήματα της ιταλικής οικονομίας και τις πολιτικές που εφαρμόζονται.

Τον προσεχή Σεπτέμβριο επίσης θα αρχίσει η 4η μεταμνημονιακή αξιολόγηση για την Ελλάδα, ενώ αναμένεται να περάσει από τη νέα Βουλή το Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής αναφορικά με την περίοδο 2020-2023, μέσα στο οποίο θα αποτυπωθούν οι εκτιμήσεις της νέας κυβέρνησης για τα πλεονάσματα αλλά και οι υποσχέσεις που δίνονται προεκλογικά για ελαφρύνσεις στους φορολογούμενους.

Ήδη τα τελευταία μέτρα της τωρινής κυβέρνησης για παραχώρηση επιδομάτων και φορολογικών ελαφρύνσεων αποτέλεσαν αφορμή για μουρμούρα εντός των ευρωπαϊκών Αρχών. Σημειώνεται ότι στον προεκλογικό διάλογο γίνεται αναφορά για επαναδιαπραγμάτευση των στόχων για πλεονάσματα με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς (να μειωθούν δηλαδή). Οι συγκεκριμένοι στόχοι έχουν συμφωνηθεί ώστε η αποπληρωμή του δημόσιου χρέους να είναι βιώσιμη, κάτι που σημαίνει ότι οποιεσδήποτε αλλαγές θα είναι πολύ δύσκολο να συμφωνηθούν.

Υπενθυμίζεται ότι τον Σεπτέμβριο αναμένεται να συζητηθεί και η πρόωρη αποπληρωμή του δανείου (το οποίο είναι ακριβό σε κόστος) που παραχώρησε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην Ελλάδα, στο πλαίσιο του προγράμματος δημοσιονομικής πολιτικής.

O επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), παρουσιάζοντας την έκθεση για το 2018 τη βδομάδα που μας πέρασε, επεσήμανε ως σημαντικό ορόσημο της προηγούμενης χρονιάς την ολοκλήρωση του προγράμματος προσαρμογής της Ελλάδας, υπενθυμίζοντας την ίδια στιγμή τη δέσμευση της Ελλάδας για να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις και να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022.

Την ίδια στιγμή, υπήρξε αναφορά στο γεγονός ότι, μετά το πακέτο ελάφρυνσης χρέους που αποφασίστηκε πέρυσι, η Ελλάδα δεν θα αρχίσει να πληρώνει για τα περισσότερα δάνεια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) πριν από το 2033, ενώ η μέση διάρκεια του χρέους είναι πλέον 42,5 χρόνια.

Είναι βέβαιο ότι η πορεία της οικονομίας της Ελλάδας τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια αναμένεται να αποτελέσει αντικείμενο ανάλυσης και προβληματισμού. Μέσα από τις αξιολογήσεις των δανειστών είχε φανεί ξεκάθαρα ότι η χώρα αντιμετώπιζε σωρεία δομικών προβλημάτων, με έναν υπέρογκο και σπάταλο δημόσιο τομέα και κύρια χαρακτηριστικά τη φοροδιαφυγή και τη γραφειοκρατία. Χαρακτηριστικός επίσης ήταν ο λανθασμένος υπολογισμός των δημοσιονομικών ελλειμάτων και η ξαφνική αναρρίχησή τους σε διψήφιο αριθμό στις αρχές του 2010.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τα περισσότερα μέτρα που πάρθηκαν αφορούσαν τον δημόσιο τομέα, τον ασφαλιστικό τομέα και τη φορολογική διαχείριση, χωρίς να σημαίνει ότι όλα τα μέτρα που επιβλήθηκαν ήταν σωστά. Χαρακτηριστική ήταν η παραδοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ότι ο συντελεστής ύφεσης είχε εκτιμηθεί με λανθασμένο τρόπο.

Η χώρα ήταν η πρώτη που ζήτησε οικονομική στήριξη από την Ευρώπη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ουσιαστικά ήταν η αφορμή για τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης. Ένας μηχανισμός που τελικά αποδείχθηκε στην πράξη πως έπρεπε να προϋπήρχε· η απουσία του οποίου αποδεικνύει την τότε ανικανότητα των ευρωπαϊκών δομών να διαχειριστούν τέτοιας μορφής κρίση.

«Υφεσιακό σπιράλ»…

Αλησμόνητη στην ιστορία της ελληνικής οικονομίας θα μείνει η περιβόητη απομείωση του ελληνικού χρέους, η οποία «διέλυσε» κεφαλαιακά τις ελλαδικές και κάποιες κυπριακές τράπεζες, δημιουργώντας ανάγκη ανακεφαλαιοποίησής τους. Υπενθυμίζεται ότι, μετά την απομείωση του ελληνικού χρέους, τα τραπεζικά ιδρύματα ανακεφαλαιοποιήθηκαν από το κράτος, το οποίο άντλησε κεφάλαια μέσω έκδοσης χρέους από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (από τη μια υπήρξε απομείωση και από τη άλλη νέος δανεισμός).

Από τις αρχές του 2010 και μέχρι πριν από λίγες μέρες η Ελλάδα βρισκόταν σε μνημόνιο, εφόσον υπήρξαν διαδοχικά νέα προγράμματα, ενώ το κλείσιμο της τελευταίας αξιολόγησης έγινε μετά από ένα χρόνο προσπαθειών.

Τα μέτρα του αρχικού προγράμματος ήταν τέτοια που δημιούργησαν ένα τεράστιο «υφεσιακό σπιράλ», το οποίο ουσιαστικά «γονάτισε» την ελληνική οικονομία. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την παραοικονομία και τις μεταρρυθμίσεις που ψηφίζονταν αλλά ποτέ δεν εφαρμόζονταν, οδήγησαν τη χώρα σε περισσότερα προβλήματα.

Τα εισοδήματα των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων συρρικνώθηκαν σημαντικά, με αποτέλεσμα η εγχώρια ζήτηση να φτάσει στο ναδίρ, πολλές επιχειρήσεις να κλείνουν και τα ποσοστά των μη εξυπηρετούμενων δανείων να αυξάνονται σημαντικά (σημειώνεται ότι το ποσοστό ιδιωτικού χρέους ως προς το ΑΕΠ που καταγράφει η Ελλάδα είναι μικρότερο από αυτό της Κύπρου). Οι αλλαγές στις φορολογίες αποθάρρυναν τις ξένες επενδύσεις, ενώ ο τομέας των ακινήτων αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα, κυρίως λόγω του μεγάλου κόστους αγοράς και διακράτησης περιουσίας.

Σημειώνεται όμως ότι έγιναν και κάποια βήματα σε σχέση με σημαντικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα βοηθήσουν τις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας να διατηρήσουν τους θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Παρά τις αρνητικές συνέπειες από την περικοπή συντάξεων, το ασφαλιστικό σύστημα και το σύστημα υγείας μεταρρυθμίζονται, οι διαδικασίες σε ό,τι αφορά τα ακίνητα επιταχύνονται μέσω καλύτερης λειτουργίας του κτηματολογίου, ενώ σημαντικά είναι τα βήματα που έχουν γίνει σε ό,τι αφορά τη φορολογική συμμόρφωση. Σε ό,τι αφορά τα τραπεζικά ιδρύματα, υιοθετήθηκαν νέες νομοθεσίες, όπως αυτές που αφορούν τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, ενώ σημαντικός ήταν ο αριθμός των συναλλαγών που αφορούσαν πωλήσεις χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων.

Οι σημαντικές πολιτικές αλλαγές

Η εφαρμογή των μέτρων του μνημονίου δεν ήταν εύκολο εγχείρημα, ενώ σύνηθες ήταν το φαινόμενο οι ψηφοφορίες για εφαρμογή κάποιων μέτρων να κρίνονται με μία ή δύο ψήφους, εφόσον η αντιπολίτευση, όποια και να ήταν σε αυτήν τη δεκαετή περίοδο, καταψήφιζε τα προτεινόμενα νομοσχέδια. Σημειώνεται ότι μέσα σε αυτήν τη δεκαετία υπήρξαν και σημαντικές πολιτικές αλλαγές, όπως για παράδειγμα ο εξανεμισμός των ποσοστών του ΠΑΣΟΚ και η συγκυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ. Επιπλέον ο ΣΥΡΙΖΑ, με την ανάδειξή του στην εξουσία, αναγκάστηκε να ακολουθήσει το μνημόνιο, το οποίο προεκλογικά είχε δεσμευτεί να ακυρώσει.

Υπενθυμίζεται η αποτυχημένη εφαρμογή της «Θεωρίας των Παιγνίων», με τη χώρα να βρίσκεται στον «αυτόματο πιλότο». Φυσικά, από την άλλη, θα υπάρχει πάντοτε η απορία τι θα γινόταν αν η Ελλάδα ή και η Κύπρος επέστρεφαν σε εθνικά νομίσματα, εφόσον και στις δύο χώρες ακούστηκαν τέτοιες απόψεις. Αυτό είτε θα αποτελούσε μια καλύτερη λύση είτε θα έφερνε την καταστροφή.

Σημειώνεται ότι, παρά το γεγονός ότι ενδεχομένως θα υπάρξει νέα κυβέρνηση στην Ελλάδα τον Ιούλιο, υπάρχουν μέτρα για τα οποία η ελληνική Κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να εφαρμόσει, ενώ η εποπτεία των θεσμών για την εφαρμογή τους θα είναι συνεχής.

Σημαντικό γεγονός είναι ότι η Ελλάδα παρουσιάζει θετικό ρυθμό ανάπτυξης αυτήν την περίοδο. Σε αυτό συνέδραμαν οι εξαιρετικές επιδόσεις της χώρας στον τουρισμό (άλλωστε τα ελληνικά νησιά αποτελούν έναν από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς), στη ναυτιλία, ενώ βελτιώνεται σταδιακά η κατάσταση στο λιανεμπόριο και τις κατασκευές (η χώρα φέτος έχει προχωρήσει στην υιοθέτηση προγράμματος παραχώρησης μόνιμης παραμονής μέσω επένδυσης).

Η Ελλάδα παραμένει μια χώρα με ισχυρές παραγωγικές δυνάμεις, με τις προκλήσεις όμως να παραμένουν: η έλλειψη ρευστότητας στην αγορά, το υπέρογκο δημόσιο χρέος (για το οποίο υπήρξαν πρόσφατα αποφάσεις ελάφρυνσής του με επέκταση της περιόδου αποπληρωμής), η πολιτική σταθερότητα, η αλλαγή νοοτροπίας, η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, η επαναφορά της εμπιστοσύνης των επενδυτών και των ίδιων των πολιτών, η δημιουργία ενός φιλικού φορολογικού περιβάλλοντος και ο δραστικός περιορισμός της γραφειοκρατίας.