Αναλύσεις

«Το θλιμμένο τανγκό»

Η αγορά των ομολόγων απορροφά μεγάλο μέρος των συναλλαγών διεθνώς, με τις αποδόσεις να έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια. Η απόδοση εξαρτάται εν πολλοίς από την πιστωτική διαβάθμιση του εκδότη

Tα πρόσφατα αποτελέσματα των εκλογών στην Αργεντινή κατέδειξαν πόσο επιρρεπής είναι η χώρα στη «χρεοκοπία» και στις διαθέσεις των αγορών. Η χαμηλότερη των προσδοκιών επίδοση του Προέδρου της Αργεντινής Maurisio Macri στις προκαταρκτικές εκλογές, ενός Προέδρου στον οποίο οι αγορές και οι επενδυτές επένδυσαν για την ανασυγκρότηση της χώρας, πυροδότησε μια μαζική πώληση μετοχών, νομίσματος και κρατικών ομολόγων, οδηγώντας τις αποδόσεις σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα και τα αντασφάλιστρα για την περίπτωση χρεοκοπίας (Credit Default Swaps) να καταδεικνύουν 75% πιθανότητα κατάρρευσης της χώρας.

Ο Macri ήταν ο Πρόεδρος που ανέλαβε μετά την τελευταία χρεοκοπία της χώρας το 2016 και προχώρησε σε συμφωνίες αποπληρωμής για το δημόσιο χρέος και σε ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων. Η χώρας συνεχίζει όμως να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, με τον πληθωρισμό να βρίσκεται κοντά στο 55%.

Οι αγορές φαίνεται να προεξοφλούν ότι ενδεχόμενη νίκη του ανθυποψηφίου του Macri στις τελικές εκλογές θα οδηγήσει τη χώρα σε νέα χρεοκοπία, εφόσον ενδεχομένως να προχωρήσει σε επαναδιαπραγμάτευση των συμφωνιών που έχουν γίνει με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, σε μια περίοδο όπου εντός των επόμενων δώδεκα μηνών λήγει κρατικό χρέος δισεκατομμυρίων σε ξένο νόμισμα.

Υπενθυμίζεται ότι η Αργεντινή αποτελεί μιαν από τις χώρες που προχώρησαν σε στάση πληρωμών έναντι του δημόσιου χρέους της. Μια σειρά πολιτικών λαθών, τόσο σε θέματα δημοσιονομικής αλλά και νομισματικής πολιτικής, έριξαν τη χώρα σε βαθύτατη ύφεση και δημιούργησαν τεράστια ζημιά στο χρηματοπιστωτικό της σύστημα.

Η χώρα βυθίστηκε στην ύφεση από το 1998 και, σε μια προσπάθεια επαναφοράς της οικονομίας, η κυβέρνηση αύξησε σημαντικά το δημόσιο χρέος, λαμβάνοντας κυρίως δάνεια σε δολάρια. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εκτίναξη του πληθωρισμού και την κατάληξη στην πολιτική απόφαση για «κλείδωμα» της ισοτιμίας του τοπικού νομίσματος με το δολάριο ένα προς ένα.

Η απόφαση αυτή δεν μπορούσε σε καμία περίπτωση να υποστηριχθεί από τα οικονομικά δεδομένα της χώρας και οδήγησε στη σημαντική συρρίκνωση των εξαγωγών, αφού είχε χαθεί η ανταγωνιστικότητά τους, και τη μαζική φυγή καταθέσεων από το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας, μετά τη μετατροπή τους σε δολάριο.

Η συνεχιζόμενη ύφεση σε συνδυασμό με τις μεγάλες αυξήσεις στις φορολογίες και τον κίνδυνο υποτίμησης του νομίσματος οδήγησε τη χώρα στην αστάθεια. Οι πολίτες παρουσιάζονταν δύσπιστοι ως προς το τραπεζικό σύστημα της χώρας και, με τον φόβο της χρεοκοπίας, άρχισαν να μετατρέπουν μαζικά τις καταθέσεις τους σε δολάρια, με βάση τη σταθερή ισοτιμία, και να τις μεταφέρουν στο εξωτερικό. Ως συνεπακόλουθο, το Υπουργείο Οικονομικών της χώρας αρχικά απαγόρευσε τις αναλήψεις από τις τράπεζες, επιτρέποντας αργότερα όμως την ανάληψη ενός μικρού ποσού, με σκοπό τη διάσωση του τραπεζικού συστήματος της χώρας.

Η ύφεση, η αυξημένη ανεργία, οι περιορισμοί στις αναλήψεις και το κλείσιμο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων οδήγησαν στην κοινωνική εξέγερση και στην αναρχία. Στις 25 Δεκεμβρίου 2001 ανακοινώνεται η αναστολή πληρωμών του κράτους και στις 3 Ιανουαρίου 2002 η Αργεντινή χρεοκοπεί και επίσημα. Η νέα κυβέρνηση «ξεκλειδώνει» την ισοτιμία, το νόμισμα υποτιμάται δραματικά, ο πληθωρισμός εκτοξεύεται, το βιοτικό επίπεδο διαβρώνεται και αρχίζουν οι κοινωνικές αναταραχές.

Επιπλέον αρχίζει η επαναδιαπραγμάτευση του δημόσιου χρέους, με πολλούς πιστωτές να αποδέχονται σημαντικές ζημιές στα κεφάλαιά τους. Κάποια επενδυτικά ταμεία, τα οποία αγόρασαν το χρέος από άλλους πιστωτές σε πολύ χαμηλά επίπεδα, δεν αποδέχτηκαν νέους όρους δανεισμού, προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη και ζήτησαν αποπληρωμή του, και δεκαπέντε χρόνια μετά προχωρούν σε συμφωνία με την κυβέρνηση της Αργεντινής για καταβολή του 75% του κεφαλαίου.

Υπάρχουν περιπτώσεις δημόσιου χρέους όπου παρουσιάζονται ρήτρες επιβολής της ζημιάς, αν και εφόσον ένα ποσοστό αποδεχτεί την αναδιάρθρωση, ενώ πολλές εκδόσεις γίνονται με βάση το νομικό πλαίσιο άλλης χώρα, όπως για παράδειγμα με βάση το αγγλικό δίκαιο. Στην περίπτωση της Αργεντινής και των συγκεκριμένων ταμείων, αμερικανικό δικαστήριο εφόσον εξέτασε τους όρους έκδοσης, ζήτησε την πλήρη αποπληρωμή του χρέους.

Ένα άλλο παράδειγμα αποτελεί η αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους, γνωστό και ως PSI. Ένα σχέδιο «τόσο εθελοντικό όσο και η εξομολόγηση στην Ιερά Εξέταση», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε Γερμανός τραπεζίτης. Από το συγκεκριμένο σχέδιο προκύπτουν δύο σημαντικά ζητήματα. Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας στην τελική αυξήθηκε, ενώ οι πιστωτές υπέστησαν σημαντικές ζημιές, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Κύπρου (γι’ αυτό ευθύνεται και η επενδυτική στρατηγική των ίδιων των ιδρυμάτων).

Ουσιαστικά, τα ποσοστά των ομολόγων του Δημοσίου αντικαταστάθηκαν με νέα μεγαλύτερης διάρκειας, προκαλώντας περισσότερες ζημιές. Αν ένα ομόλογο που έχει ονομαστική αξία 100 ευρώ και λήξη 5 χρόνια αντικατασταθεί με ένα άλλο ονομαστικής αξίας 100 ευρώ και λήξη τα 20 χρόνια, η ζημιά μπορεί να φτάσει μέχρι τα 36 ευρώ.

Από τις εμπειρίες των πιο πάνω χωρών αποδεικνύεται ότι δεν υπάρχει ένας διεθνής μηχανισμός που να χειρίζεται τέτοιου είδους αναδιαρθρώσεις ή πτωχεύσεις. Ως αποτέλεσμα δημιουργούνται διακρίσεις μεταξύ των πιστωτών, ενώ οι αναδιαρθρώσεις δεν επιτυγχάνουν τους στόχους τους. Αν μια εταιρεία εκκαθαρίζεται ή ένας ιδιώτης πτωχεύσει, τότε υπάρχουν κανονισμοί για τον χειρισμό των περιουσιακών στοιχείων και των πληρωμών. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση διάσωσης χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

Επιπλέον, στο όλο σκηνικό σημαντικό παράγοντα διαδραματίζουν τα παράγωγα ασφάλισης σε περίπτωση αθέτησης πληρωμών, τα λεγόμενα credit default swap (CDS). Τα συγκεκριμένα παράγωγα χρησιμοποιούνται ως ασφάλεια έναντι των ομολόγων που κατέχουν σε περίπτωση αθέτησης πληρωμών από τον εκδότη, ενώ για τους πιο τολμηρούς αποτελεί ελκυστικό χρηματοοικονομικό προϊόν, ποντάροντας στην πτώχευση του εκδότη που μπορεί να είναι κράτος ή ιδιωτική εταιρεία.

Η αγορά των ομολόγων απορροφά μεγάλο μέρος των συναλλαγών διεθνώς, με τις αποδόσεις να έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια. Η απόδοση εξαρτάται εν πολλοίς από την πιστωτική διαβάθμιση του εκδότη.

Θα πρέπει να τονιστεί ότι μόνο οι εξωγενείς παράγοντες δεν μπορούν να οδηγήσουν μια χώρα σε χρεοκοπία. Κοινό χαρακτηριστικό όλων των κρίσεων είναι οι λανθασμένες δημοσιονομικές και νομισματικές πολιτικές και το «χαλαρό» θεσμικό πλαίσιο.

Η νέα κυβέρνηση της Αργεντινής τον Μάρτιο του 2016 συμβιβάστηκε με τις αγορές και τους πιστωτές και προχώρησε σε συμφωνία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Η επόμενη «φιγούρα» για την Αργεντινή αναμένεται μετά το αποτέλεσμα των τελικών εκλογών.