Αναλύσεις

Πολύ μεγάλος για να καταρρεύσεις;

«Υπάρχουν παραδείγματα σε πολλές χώρες μεγάλων οργανισμών, με μεγάλη ιστορία, οι οποίοι κήρυξαν πτώχευση μέσα σε μια νύχτα»

Τα τελευταία χρόνια πολλοί είναι αυτοί που αναθεώρησαν τη θεωρία του «Too big to fail». Υπάρχουν παραδείγματα σε πολλές χώρες μεγάλων οργανισμών, με μεγάλη ιστορία, οι οποίοι κήρυξαν πτώχευση μέσα σε μια νύχτα. Κάποιοι από αυτούς χαρακτηρίστηκαν συστημικοί και το κράτος τούς διέσωσε με λεφτά του φορολογούμενου, άλλοι διασπάστηκαν και συγχωνεύτηκαν με άλλες εταιρείες και άλλοι προχώρησαν σε εκκαθάριση.

Οργανισμοί που κάποτε μεσουρανούσαν όπως η Lehman Brothers, η Carillion, η Northern Rock, η Λαϊκή Τράπεζα, βρέθηκαν εκτεθειμένες στην οικονομική κρίση, αναδεικνύοντας την αδυναμία των διοικούντων στη διαχείριση του ρίσκου και της υψηλής μόχλευσης.

Κυβερνήσεις και πιστωτές, ανάλογα με τη συστημικότητα κάθε οργανισμού, προχώρησαν στη διάσωση (bail out) και αναδιάρθρωση κάποιων από αυτούς τους οργανισμούς. Φυσικά πρώτη προτεραιότητα ήταν η απομάκρυνση των διοικήσεων.

Το παράδειγμα της Thomas Cook

Η ιστορία, τα τελευταία χρόνια, καταγράφει πολλά παραδείγματα μεγάλων οργανισμών με μακρά ιστορία που κατέρρευσαν σε μια νύχτα, με τελευταία παραδείγματα την Thomas Cook και την εταιρεία Wrightbus (τον μεγαλύτερο εργοδότη στη Βόρειο Ιρλανδία), οι οποίες απέτυχαν να εξασφαλίσουν τη ρευστότητα που χρειάζονταν.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι καταρρεύσεις αυτές δεν οφείλονται μόνο στο οικονομικό περιβάλλον στο οποίο δραστηριοποιούνταν και στην οικονομική κρίση, αλλά και στις δομικές αλλαγές και τα προβλήματα που είχαν οι ίδιοι οι οργανισμοί.

Η Thomas Cook αποτελεί ακόμη ένα θύμα της υψηλής μόχλευσης και της αδυναμίας της να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα στην αγορά ταξιδιού (π.χ. εισιτήρια μέσω διαδικτύου) και στις νέες συνήθειες των πελατών της (κάτι που έκαναν αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους και οι εταιρείες ενοικίασης ακινήτων όπως η Aibnb). Αυτό σε συνδυασμό με το Brexit αποτελούσε συνταγή κατάρρευσης.

To 2007, η απόφαση του οργανισμού να συγχωνευτεί με τη ΜyTravel (ιδιοκτήτρια των εμπορικών σημάτων Airtours και Going Places), ώστε να μπορέσει να αντιμετωπίσει τους αναδυόμενους ανταγωνιστές που αναφέρθηκαν πιο πάνω, κατέληξε σε διαγραφές από τον ισολογισμό πέραν του ενός δις στερλινών.

Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία, μόνο 15% των τουριστών επιλέγουν ταξιδιωτικά πρακτορεία όπως η Thomas Cook, ενώ ολοένα και αυξανόμενος είναι ο αριθμός αυτών που κανονίζουν τις διακοπές τους μέσω διαδικτύου. Η εταιρεία δεν μπόρεσε ποτέ να ανταποκριθεί στις αλλαγές του τουριστικού τομέα ή στις αλλαγές των συνηθειών των πολιτών. Έμεινε βραχυκυκλωμένη σε ένα παραδοσιακό μοντέλο λειτουργίας και εξυπηρέτησης των πελατών.

Η συγκεκριμένη εταιρεία αντιμετώπισε ξανά το φάσμα της χρεοκοπίας, εφόσον κρατικοποιήθηκε το 1948 λόγω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ παρέμεινε ως δημόσιος οργανισμός μέχρι το 1972, ως μέρος των Βρετανικών Σιδηροδρόμων. Το 2011 είχε φθάσει ξανά ένα βήμα πριν από την κατάρρευση, όταν το χρέος της είχε ήδη φθάσει το 1,1 δις στερλίνες.

Τον περασμένο Αύγουστο η εταιρεία ανακοίνωσε την κατ’αρχήν συμφωνία με την κινεζική Fosun για άντληση ρευστότητας 450 εκ. στερλινών με αντάλλαγμα το πλειοψηφικό πακέτο μετοχών και την αναδιάρθρωση της οργανωτικής δομής και του χρέους της εταιρείας. Η συμφωνία κατέρρευσε την περασμένη Κυριακή (ζήτημα κρατικοποίησης δεν υπήρξε, εφόσον θεωρήθηκε μια επιχειρηματική αποτυχία – κάτι που έγινε και στην περίπτωση της Air Monarch).

Η κατασκευαστική εταιρεία Carillion

Πολύ πρόσφατο είναι και το παράδειγμα της δεύτερης μεγαλύτερης κατασκευαστικής εταιρείας του Ηνωμένου Βασιλείου με ιστορία από το 1900 και με σημαντικά έργα στο παλμαρέ της, της Carillion. Η συγκεκριμένη εταιρεία αναλάμβανε πολλά και σημαντικά έργα του Δημοσίου όπως εκπαιδευτικά κέντρα, νοσοκομεία, δρόμους, φυλακές και άλλα. Κάποιος θα έλεγε ότι εταιρεία με κύριο πελάτη της το κράτος είναι πολύ δύσκολο να αποτύχει. Όμως τα σημάδια μιας αυτοκαταστροφικής πορείας άρχισαν να διαφαίνονται ήδη από το 2017.

Η εταιρεία τον Ιούνιο του 2017, με ανακοίνωση προειδοποίησης κέρδους, αναφερόταν σε αρνητικές εξελίξεις και σημαντικές απώλειες στην κερδοφορία. Την ίδια στιγμή ο διευθυντής της εταιρείας αποχωρεί με πέραν του ενός εκ. στερλινών ωφελήματα, ενώ οι επενδυτές παίρνουν μια καθαρά «short position» (καθαρή θέση πώλησης) για τη μετοχή της εταιρείας.

Επιπλέον, οι λογαριασμοί της εταιρείας αποκάλυπταν σημαντικά ελλείμματα στο συνταξιοδοτικό και υψηλή μόχλευση, με σημαντικές υποχρεώσεις να κρύβονται στους «άλλους πιστωτές» (οι λογαριασμοί των εταιρειών έχουν γίνει ογκωδέστατοι, ενώ συγκεκριμένα λογιστικά πρότυπα, που από φέτος έχουν τροποποιηθεί, έδιναν ευελιξία στην ταξινόμηση κάποιων υποχρεώσεων).

Κλασικό το early repayment scheme, στο οποίο είχαν δικαίωμα να συμμετέχουν οι πιστωτές της Carillion. Σύμφωνα με το συγκεκριμένο πρόγραμμα, οι πιστωτές της εταιρείας μπορούσαν να παρουσιάσουν σε τραπεζικά ιδρύματα τα τιμολόγια που είχαν εκδώσει προς αυτή και να τα πληρωθούν με έκπτωση, η οποία αντιστοιχούσε στις χρεώσεις των τραπεζών.

Τα ποσά αυτά γίνονταν αυτόματα υποχρεώσεις προς τις τράπεζες αλλά λογιστικά παρουσιάζονταν στους «άλλους πιστωτές», αντί στον δανεισμό, που ξεπερνούσε τα εννιακόσια εκ. στερλίνες. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι πολλοί από τους υπεργολάβους της εταιρείας είχαν χρησιμοποιήσει το συγκεκριμένο σχήμα για να εισπράξουν τα οφειλόμενα, εφόσον η εταιρεία καθυστερούσε όλο και περισσότερο τις πληρωμές.

Την ίδια στιγμή, λόγω του ανταγωνισμού τα περιθώρια κέρδους είχαν μειωθεί σημαντικά, ενώ το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους παρέμενε υψηλό. Στα προβλήματα προστέθηκαν και αναπάντεχες αρνητικές εξελίξεις σε ό,τι αφορά την εκτέλεση των συμβολαίων που η εταιρεία είχε αναβάλει, όπως το πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Λίβερπουλ.

Εφόσον αξιολόγησαν την κατάσταση, οι σημαντικοί πιστωτές της εταιρείας (τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του Ηνωμένου Βασιλείου) αρνήθηκαν την περαιτέρω στήριξή της οδηγώντας την στην κατάρρευση (οι αξιολογήσεις των τραπεζών ήταν ότι οι ζημιές τους θα ήταν πολλαπλάσιες μεσομακροπρόθεσμα, αν συνέχιζαν την επαναχρηματοδότηση της εταιρείας στην υπάρχουσά της δομή).

Σημαντικές αρνητικές συνέπειες

H κατάρρευση της Thomas Cook και της Carillion έχουν σημαντικές αρνητικές συνέπειες τόσο στο Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και σε άλλες χώρες. Ειδικά στην περίπτωση της Thomas Cook, σημαντικός αναμένεται να είναι ο αντίκτυπος σε τουριστικούς προορισμούς στους οποίους δραστηριοποιείτο, συμπεριλαμβανομένης και της Κύπρου.

Η συγκεκριμένη εταιρεία, όπως και οι άλλες παρόμοιες περιπτώσεις κατάρρευσης μεγάλων οργανισμών, αποτελεί παράδειγμα λανθασμένης διαχείρισης των κινδύνων, αδυναμίας εκτίμησης του περιβάλλοντος στο οποίο δραστηριοποιείτο η εταιρεία και υπερβολικής έκθεσης σε δανεισμό. Οι καιροί σίγουρα αλλάζουν. Πριν από κάποια χρόνια στο πανεπιστήμιο αναλύαμε τη θετική πορεία των εταιρειών αυτών, ενώ τώρα διενεργούμε τη «νεκροψία» για την εξακρίβωση των αιτιών «θανάτου». Ελπίζω τα μηνύματα αυτά να είναι ξεκάθαρα και στον επιχειρηματικό κόσμο της Κύπρου.

Φυσικά, μιλώντας για διαχείριση κινδύνου (δεν είμαι ο ειδικός επί του θέματος, πρόκειται για προβληματισμό) πώς γίνεται μια ξενοδοχειακή μονάδα να εξαρτάται πέραν του 50% από ένα και μόνο τουριστικό οργανισμό του εξωτερικού (με δεδομένο πως δημοσιεύτηκε ότι υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις); Η ιστορία φαίνεται να επαναλαμβάνεται, εφόσον γνωστές είναι οι συνέπειες σε πιστωτές με την κατάρρευση μεγάλης αλυσίδας υπεραγορών στην Κύπρο.