Αναλύσεις

Την σκότωσα γιατί την αγαπούσα πολύ

Ο σύγχρονος άνθρωπος «αγαπά» εγωιστικά. Αγαπά και αποδέχεται ό,τι τον κάνει να νιώθει καλύτερα, ό,τι ικανοποιεί τις ναρκισσιστικές του ανάγκες και επιτίθεται σε ό,τι τον βάζει σε διαδικασία ν’ αλλάξει «θέση» και να αναγκαστεί να «δει» μια κατάσταση μέσα από τα μάτια του Άλλου

Σε παγκόσμιο επίπεδο, το 40% των γυναικών που έπεσαν θύματα ανθρωποκτονίας πεθαίνουν στα χέρια ενός πρώην συζύγου ή εραστή. Το έγκλημα πυροδοτεί συνήθως η λήξη ή πρόθεση λήξης της σχέσης από τον ένα σύντροφο. Ο δολοφόνος συχνά ισχυρίζεται ότι διέπραξε το έγκλημα από αγάπη. Τι είδους αγάπη όμως είναι αυτή που μπορεί να σκοτώνει;

Ο Kernberg (1995) ορίζει την ερωτική επιθυμία ως μια ευχή για συγχώνευση και την παρομοιάζει με τη λαχτάρα συμβιωτικής σχέσης με τη μητέρα. Η σεξουαλική επιθυμία έχει τις ρίζες της στο πλαίσιο των πρώιμων εμπειριών ικανοποίησης του παιδιού µε αυτόν που το φροντίζει (μητέρα). Συνεπώς η μητέρα είναι αυτή που καθορίζει τη μετέπειτα δυνατότητα του παιδιού για σεξουαλική διέγερση και ερωτική επιθυμία. Κατά τον Kernberg (1995) η ερωτική επιθυμία μετατρέπει τη γενετήσια διέγερση σε µια συγχωνευτική εμπειρία µε τον άλλο, η οποία παρέχει µια ύστατη αίσθηση πληρότητας (βίωμα τού «είμαστε ένα»). Το πάθος είναι η συγκινησιακή κατάσταση (ισχυρή κινητήρια δύναμη) που εκφράζει το ξεπέρασμα των ορίων του εαυτού και τη συμβιωτική συγχώνευση µε τον άλλο. Τι γίνεται όμως όταν το άτομο δεν έχει αίσθημα ξεχωριστού εαυτού;

Τι γίνεται όταν δεν μπορεί να «δει» τον εαυτό του πέρα από μια συμβιωτική σχέση με τον Άλλο;

Σε αυτήν την περίπτωση ο σύντροφος πιστεύει ότι η γυναίκα είναι ολόκληρος ο κόσμος του και κάθε διαχωρισμός από αυτήν συνεπάγεται την απώλεια της δικής του ταυτότητας. Στην πραγματικότητα ο θύτης είναι μια αδύναμη προσωπικότητα, ανίσχυρη να επιβιώσει χωρίς σημείο αναφοράς που να επιβεβαιώνει την υποτιθέμενη ισχύ του. Το θύμα από την άλλη μεριά βιώνει τη «μοναδικότητα» που της προσφέρει αυτή η σχέση μιας και αποτελεί το ναρκισσιστικό αντικείμενο ενός συντρόφου που την λατρεύει όταν παράλληλα την γκρεμίζει στα άδυτα της απόλυτης απαξίωσης. Θύτης και θύμα δένονται με τα δεσμά μιας απόλυτα εξαρτητικής σχέσης και απολαμβάνουν μέσα από την οδύνη και τον πόνο. Υποταγμένοι στις ενορμήσεις τους αδυνατούν να αναγνωρίσουν τη στρέβλωση και οδηγούνται στον θάνατο. Αρχικά τον ψυχικό και αργότερα στον σωματικό.

Ο θύτης μιλάει για έγκλημα από «αγάπη», «μεγάλο έρωτα». Ο ψυχαναλυτής και συγγραφέας Jacques-Alain Miller, σε μια συνέντευξή του για τον έρωτα, δηλώνει ότι για να ερωτευτείς πρέπει να παραδεχτείς την έλλειψή σου. Ο Lacan συνήθιζε να λέει: «Το να ερωτεύεσαι είναι να δίνεις κάτι που δεν έχεις», να αναγνωρίζεις την έλλειψή σου και να τη δίνεις στον άλλο, να την τοποθετείς στον άλλο. Δεν είναι να δίνεις αυτό που κατέχεις (αγαθά και δώρα), είναι να δίνεις κάτι που δεν κατέχεις, κάτι που είναι πέρα από σένα. Για να το κάνεις αυτό πρέπει να αποδεχτείς την έλλειψη, τον «ευνουχισμό» σου ( Freud).

Οι σχέσεις γίνονται όλο και πιο «δύσκολες» στις μέρες μας και λίγες παραμένουν δυνατές στο πέρασμα του χρόνου. Ο σύγχρονος άνθρωπος «αγαπά» εγωιστικά. Αγαπά και αποδέχεται ό,τι τον κάνει να νιώθει καλύτερα, ό,τι ικανοποιεί τις ναρκισσιστικές του ανάγκες και επιτίθεται σε ό,τι τον βάζει σε διαδικασία να αλλάξει «θέση» και να αναγκαστεί να «δει» μια κατάσταση μέσα από τα μάτια του Άλλου. Από την άλλη μεριά ένα ολόκληρο σύστημα προσπαθεί να ταυτίσει τον έρωτα/αγάπη με τον πόνο και την οδύνη. Μέσα από τις «αισθηματικές» ταινίες περνά το μήνυμα ότι για να βιώσεις τον απόλυτο έρωτα πρέπει να εκμηδενιστείς, να πονέσεις, να εξευτελιστείς και ίσως τελικά να χάσεις τον εαυτό σου. Τα σύγχρονα λαϊκά τραγούδια υμνούν την απόλαυση της οδύνης και τον πόνο κάθε στρεβλής σχέσης.

Η κανονική διάσταση της αγάπης, που επιβάλλει τον σεβασμό και την αναγνώριση της διαφορετικότητας του άλλου, τείνει να θεωρηθεί παλιομοδίτικη μιας και τις έντονες συγκινήσεις τις προκαλεί μια μανιακή, άρρωστη και επικίνδυνη «αγάπη», που τις περισσότερες φορές οδηγεί στον θάνατο (σωματικό ή ψυχικό).

Η πρόκληση για κάθε οικογένεια είναι να μεγαλώσει παιδιά που θα εισπράξουν σωστές προσλαμβάνουσες σε ό,τι αφορά τις σχέσεις δυο ανθρώπων και θα αναζητήσουν παρόμοια μοντέλα αργότερα στη ζωή τους. Οι γονείς έχουν τεράστια ευθύνη για την «κληρονομιά» που δίνουν στα παιδιά τους. Είναι αυτοί που θα δυναμώσουν τα παιδιά τους και θα τους δώσουν αξίες ικανές να μπορούν να προστατεύουν τον εαυτό τους ενάντια σε καθετί που θα προσπαθήσει να τα μειώσει, να τα χειριστεί και να τα υποτάξει.

Και ας μην ξεχνάμε: H αγάπη είναι θεραπευτική και εξυψώνει τον άνθρωπο. Ό,τι άλλο απλώς δεν είναι αγάπη.

*Διδάκτωρ Ψυχολογίας, Νευρογλωσσολόγος