Αναλύσεις

Δεν φτάνει μόνο το «Εστία»…

Τι πρέπει να γίνει με τους ευάλωτους δανειολήπτες που μένουν εκτός «Εστία», τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, αλλά και τους δανειολήπτες που δυσκολεύονται, αλλά πληρώνουν τις δόσεις τους

Εκτεθειμένοι συνεχίζουν να παραμένουν χιλιάδες δανειολήπτες, ακόμα και μετά την ολοκλήρωση της προθεσμίας για υποβολή αιτήσεων στο Σχέδιο Εστία, το οποίο αποδείχθηκε ότι δεν είναι αρκετό. Και δεν είναι αρκετό, όχι γιατί δεν προσέλκυσε αρκετά άτομα, αλλά γιατί εκτός των δικαιούχων του, υπάρχουν και άλλες κατηγορίες δανειοληπτών που χρήζουν προσοχής και ειδικής μεταχείρισης τόσο από το κράτος όσο και από τις ίδιες τις τράπεζες.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία και τις εξελίξεις όπως διαμορφώνονται, τα Μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) σήμερα ανέρχονται περίπου στα €9,2 δις. Αν αναλογιστούμε, λοιπόν, ότι οι αιτήσεις για το «Εστία» ανήλθαν στις 5.638, με σύνολο αξίας €1,7 δις, τότε παραμένουν εκτός οποιουδήποτε σχεδίου ή προγράμματος μη εξυπηρετούμενες χορηγήσεις ύψους €7,5 δις.

Πρόκειται για δάνεια που ανήκουν σε ευάλωτους δανειολήπτες, οι οποίοι έμειναν εκτός Σχεδίου Εστία, ή και δάνεια που ανήκουν στους λεγόμενους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Παράλληλα υπάρχει και η άλλη κατηγορία δανειοληπτών, που με δυσκολία καταφέρνουν να είναι τυπικοί και να πληρώνουν τις δόσεις τους, με αποτέλεσμα να ζουν με στερήσεις ή ακόμα σε κάποιες περιπτώσεις να ζουν στα όρια της φτώχιας.

Υπό εξέταση άλλα

κοινωνικά σχέδια

Σε δηλώσεις του στη «Σημερινή» επί του θέματος, ο Υπουργός Οικονομικών, Κωνσταντίνος Πετρίδης, ανέφερε πως το «ΕΣΤΙΑ» είναι ένα γενναιόδωρο Σχέδιο, το οποίο καταρτίστηκε με σκοπό να καλύψει όσους πραγματικά δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Τόνισε ότι μέχρι και τις 31 Δεκεμβρίου 2019 γίνονταν δεκτές αιτήσεις ακόμη και με ελλιπή στοιχεία ή με απουσία δικαιολογητικών, παρατείνοντας την περίοδο εξέτασής τους μέχρι και τις 30 Απριλίου 2020, έτσι ώστε να συμπληρωθούν πλήρως μέχρι τις 31 Μαρτίου, ενώ πρόσθεσε πως το ποσοστό συμμετοχής των δανειοληπτών που επέδειξαν ενδιαφέρον ανήλθε στο 70%.

Σύμφωνα με τον αρμόδιο Υπουργό, «δεν υπάρχει λογική γιατί κάποιος ο οποίος μπορεί να εμπίπτει στα κριτήρια και να μπορεί να βοηθηθεί, να μην κάνει αίτηση για μια τόσο σημαντική βοήθεια, παρά τις παρατάσεις, τις ανακοινώσεις, ακόμη και προσωπική ενημέρωση που είχε από τα ΧΠΙ». Αναφορικά με τους δανειολήπτες που έκαναν αίτηση και αδυνατούν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, παρά το γεγονός ότι πληρούν τα κριτήρια, ο Υπουργός υπέδειξε ότι εξετάζονται άλλοι τρόποι κάλυψής τους μέσω κοινωνικών σχεδίων, στην περίπτωση που κριθούν μη βιώσιμοι. Αυτήν τη στιγμή, όπως είπε, γίνεται η επεξεργασία των στοιχείων και, «όταν έχουμε ενώπιόν μας όλα τα δεδομένα, τότε θα προχωρήσουμε και στο τελικό στάδιο, που θα είναι αυτή η κοινωνική βοήθεια για την οποία είναι νωρίς ακόμα να πούμε περισσότερα. Το Σχέδιο φυσικά δεν καλύπτει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, οι οποίοι μπορούν να αποπληρώσουν τα δάνειά τους αλλά δεν το πράττουν και όπως έχω ήδη πει, μένουν εκτός Σχεδίου, για να μην πληρώσει ο φορολογούμενος τα δικά τους χρέη», τόνισε κλείνοντας.

Στο τραπέζι το μπόνους

στους καλοπληρωτές

Με τη σειρά του, ερωτηθείς σχετικά με το τι γίνεται με τις κατηγορίες δανειοληπτών που έμειναν εκτός «Εστία», ο Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών, Άγγελος Βότσης, αρχικά τόνισε πως ο ίδιος θεωρεί ότι οι πραγματικά ευάλωτοι δανειολήπτες αιτήθηκαν για το «Εστία». Ωστόσο, σημείωσε ότι όσοι δεν έκαναν αίτηση, θα πρέπει να δοκιμάσουν να χρησιμοποιήσουν τις άλλες νομοθεσίες που υπάρχουν. Συγκεκριμένα, σε δηλώσεις του στη «Σ», ανέφερε πως οι πραγματικά ευάλωτοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν την πρόνοια βάσει της οποίας εάν κάποιος είναι αποδεδειγμένα αφερέγγυος, του χαρίζονται μέχρι και 25 χιλιάδες ευρώ. Όσο αφορά τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, σύμφωνα με τον κ. Βότση, οι τράπεζες πρέπει να τους κυνηγήσουν. Περαιτέρω, ο κ. Βότσης, στάθηκε ιδιαίτερα στην κατηγορία των καλοπληρωτών που δυσκολεύονται ν’ αντεπεξέλθουν οικονομικά, σημειώνοντας πως ο ίδιος είχε θίξει το ζήτημα στην Κυβέρνηση και έλαβε την απάντηση ότι η Ευρωπαϊκή Τράπεζα δεν επιτρέπει την παραχώρηση οποιουδήποτε μπόνους σ’ αυτούς. «Εγώ αυτό που προτείνω είναι οι ίδιες οι τράπεζες να έρθουν και να δώσουν κάποια οφέλη ή μπόνους σε αυτούς τους πελάτες τους. Πρόκειται για μία τακτική που ακολουθήθηκε ήδη από μία τράπεζα στην Ελλάδα και είδαμε ότι πέτυχε», πρόσθεσε. «Είναι εισήγησή μου που βρίσκεται στο τραπέζι και με την πρώτη ευκαιρία θα την επαναφέρω για συζήτηση ταυτόχρονα με την ενημέρωση που γίνεται στα μέλη της Επιτροπής για το ’’Εστία’’».

Εισηγήσεις και λύσεις

Στη «Σ» τοποθετήθηκαν επί του θέματος επίσης ειδικοί, οικονομολόγοι και άλλοι, οι οποίοι κλήθηκαν να δώσουν συγκεκριμένα παραδείγματα εισηγήσεων που μπορούν να επιλύσουν από τη μια το πρόβλημα των ΜΕΔ και από την άλλη να προστατέψουν τους πραγματικά ευάλωτους δανειολήπτες. Ο Πρόεδρος του ΚΟΑΓ, Μάριος Πελεκάνος, εκ της ιδιότητάς του ως Σύμβουλος Αφερεγγυότητας, εξήγησε ότι όσον αφορά τους τυπικούς δανειολήπτες που δυσκολεύονται και κάνουν τρεις και τέσσερεις δουλειές για να πληρώνουν τις δόσεις τους, πρέπει στη βάση κάποιων κριτηρίων να αξιολογηθούν αντικειμενικά, ώστε να διαφανεί ότι στο τέλος της ημέρας εξάντλησαν τα περιθώριά τους και επιβάρυναν τα νοικοκυριά τους για να είναι σωστοί. Αυτοί είναι οι πραγματικά αδικημένοι του «Εστία», πρόσθεσε, γιατί ερχόμαστε με αυτό το Σχέδιο και τους λέμε ότι έκαναν λάθος και δεν μπορούν να επωφεληθούν της κοινωνικής πολιτικής του κράτους.

Από την άλλη, τόνισε πως αν κάποιος έχει υψηλά εισοδήματα, βεβαίως και πρέπει να πληρώνει τα δάνειά του και δεν έχει υποχρέωση το κράτος και ο φορολογούμενος να τον διευκολύνει.

Περαιτέρω, τόνισε ότι το κράτος οφείλει να εφαρμόζει μία κοινωνική πολιτική αλλά να διασφαλίζει παράλληλα και την κοινωνική συνοχή. Εξήγησε πως αν οι τράπεζες βγάλουν τον κόσμο έξω από τα σπίτια του, θα δημιουργηθεί ένα κενό, που θα κληθεί το κράτος να καλύψει με διάφορες κοινωνικές πολιτικές.

«Άρα είναι εις όφελος του κράτους να επενδύει πριν πάμε στο ακραίο αποτέλεσμα των μαζικών εκποιήσεων. Και είναι και προς όφελος της οικονομίας γενικότερα, γιατί αν γίνουν μαζικές εκποιήσεις θα επηρεαστούν οι τιμές των ακινήτων λόγω της υπερπροσφοράς που θα υπάρξει, κάτι το οποίο θα γυρίσει μπούμερανγκ στις τράπεζες, γιατί θα πρέπει να αυξήσουν τις προβλέψεις τους και θα χρειαστούν νέα κεφάλαια. Γι’ αυτό το κράτος καλείται να επέμβει», συμπλήρωσε.

Ούτως η άλλως, πρόσθεσε, περισσεύει ένα ποσό από το κονδύλι του «Εστία», αφού μιλούσαμε για 12 χιλιάδες δυνητικούς δικαιούχους, ενώ τελικά έγιναν μόνο γύρω στις 6 χιλιάδες αιτήσεις και ξέρουμε ότι περίπου οι 3 χιλιάδες από αυτές θα εγκριθούν. «Άρα περισσεύουν περίπου τα ¾ του προϋπολογισμού, τα οποία θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν γι’ αυτές τις κατηγορίες», είπε, εννοώντας τους αδικημένους αλλά και τους ευάλωτους δανειολήπτες που έμειναν εκτός Εστία.

Όσον αφορά τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, σύμφωνα με τον κ. Πελεκάνο, θα πρέπει να δοθούν τα αναγκαία εργαλεία στις τράπεζες για να τους κυνηγήσουν, ώστε να ανακτήσουν τα χρέη και να έχουν μεγαλύτερη ευρωστία και να μπορούν να εξετάσουν πιο γενναιόδωρες λύσεις για τους πραγματικά ευάλωτους. «Πολύ ορθά ο νόμος των εκποιήσεων επιτρέπει τη γρήγορη και αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτών των περιπτώσεων κι έτσι πρέπει να γίνεται. Πρέπει να είμαστε γενναίοι στις αποφάσεις μας», πρόσθεσε.

«Υπάρχουν περιπτώσεις που ο κόσμος δεν μπορεί να πληρώσει τίποτα, ενώ υπάρχουν και άλλοι που έχουν κάποια δυνατότητα και πρέπει να δούμε αυτές τις κατηγορίες. Και θεωρώ ότι ένα καλό που θα προκύψει από το ’’Εστία’’ είναι ότι θα αποσαφηνιστεί το τι κατηγορίες δανειοληπτών υπάρχουν, ώστε να μπορέσει το κράτος να εφαρμόσει σωστές λύσεις για την κάθε κατηγορία των περιπτώσεων, πάντα όμως μέσα στις οικονομικές του δυνατότητες», είπε κλείνοντας.

Από πλευράς του ο Επικεφαλής του Γραφείου Οικονομικών Μελετών του ΑΚΕΛ, Χάρης Πολυκάρπου, δήλωσε στη «Σ» πως ακόμα και στην κατηγορία των στρατηγικών κακοπληρωτών υπάρχουν διαβαθμίσεις και έφερε ως παράδειγμα τους μεγαλο-οφειλέτες, τονίζοντας ότι αυτοί έπρεπε να αποτελούσαν την προτεραιότητα των τραπεζών είτε για να γίνουν συνεπείς είτε για να προχωρήσουν με εκποιήσεις. Όσον αφορά τους συνεπείς δανειολήπτες, οι οποίοι στερούνται, σημείωσε ότι πρέπει να βοηθηθούν ώστε να έχουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, ενώ οι πραγματικά μη βιώσιμοι δανειολήπτες που θα μείνουν εκτός «Εστία», όπως είπε, θα πρέπει να περιμένουν να δουν τις προτάσεις της Κυβέρνησης για νέα σχέδια και προγράμματα.

Τέλος, ο οικονομολόγος και μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου του ΔΗΚΟ, Μαρίνος Γιαλελής, εξέφρασε την άποψη πως εκεί που είναι αποδεδειγμένο ότι ένας δανειολήπτης είναι πραγματικά ευάλωτος και δεν μπορεί να αποπληρώσει τις δόσεις του, θα πρέπει να έχει την επιλογή να προχωρήσει σε έναν διακανονισμό. Περαιτέρω, δήλωσε ότι εδώ που έφτασαν τα πράγματα δεν έμειναν και πολλά για να γίνουν. «Έγιναν μεγάλα λάθη από την αρχή. Αν όλα αυτά τα προβληματικά δάνεια έφευγαν από τις τράπεζες από τότε και περνούσαν όλα υπό τη διαχείριση μίας νέας τράπεζας, σήμερα τα πράγματα θα ήταν πολύ διαφορετικά», είπε καταληκτικά.

Η πορεία των ΜΕΔ από

το 2014 μέχρι σήμερα

Περίπου στα 9,2 δις υπολογίζεται ότι ανέρχονται σήμερα τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων της Κύπρου

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που δημοσίευσε στις 14 Ιανουαρίου 2020 η Κεντρική Τράπεζα, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια όλων των πιστωτικών ιδρυμάτων ανέρχονταν στις 31 Αυγούστου του 2019 στα €9.6 δις. Αριθμός που παραμένει υψηλός, ωστόσο είναι αισθητά μειωμένος σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία της Κεντρικής, στο τέλος του 2014 τα ΜΕΔ ανέρχονταν στα €27,3 δις, το 2015 στα €26,6 δις, το 2016 στα €23,8 δις, το 2017 στα €20,5 δις και το 2018 στα €10,2 δις. Αξίζει να σημειωθεί ότι η σημαντική μείωση στα πιο πάνω συγκεντρωτικά στοιχεία του τραπεζικού τομέα που καταγράφηκε κατά τη διάρκεια του 2018 οφείλεται, κυρίως, στη μεταφορά μεγάλου μέρους του δανειακού χαρτοφυλακίου της πρώην Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας στην Κυπριακή Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων (ΚΕΔΙΠΕΣ), καθώς και στην πώληση/μεταφορά δανειακών χαρτοφυλακίων πιστωτικών ιδρυμάτων σε εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων.

Περαιτέρω, είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι, από τα €9,6 δις που είναι σήμερα το ύψος των ΜΕΔ, σύμφωνα με τον Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, Κωνσταντίνο Ηροδότου, τα €4,3 δις είναι δάνεια της Τράπεζας Κύπρου και τα €2,3 δις αντιστοιχούν σε δάνεια της Ελληνικής. Μιλώντας ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών, την εβδομάδα που μας πέρασε, ο κ. Ηροδότου τόνισε ότι τα δύο μεγάλα ορόσημα αυτήν τη στιγμή είναι οι προσπάθειες των δύο μεγάλων τραπεζών, Τράπεζας Κύπρου και Ελληνικής, να πωλήσουν τα ΜΕΔ συνολικού ύψους περίπου €4 δις. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Διοικητή, η Τράπεζα Κύπρου αναμένεται να πωλήσει δάνεια ύψους €2,8 δις και η Ελληνική €1,2 δις.

Με βάση λοιπόν τα στοιχεία της Κεντρικής του Αυγούστου και εάν πετύχουν οι προσπάθειες των τραπεζών για πώληση των δανείων τους σύμφωνα με τα όσα προανέφερε ο διοικητής, τότε υπολογίζεται πως τα ΜΕΔ θα μειωθούν περίπου κατά το ήμισυ.

Αξίζει επίσης να σημειώσουμε πως ήδη κατά την πρώτη εβδομάδα του 2020 ο νορβηγικός Όμιλος B2Holding προχώρησε στην υπογραφή συμφωνίας με την Τράπεζα Κύπρου για την εξαγορά χαρτοφυλακίου μη εξυπηρετούμενων απαιτήσεων, ονομαστικής αξίας 400 εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο αποτελείται από καταναλωτικά και μικρά επιχειρηματικά δάνεια χωρίς εμπράγματες εξασφαλίσεις, του οποίου την ευθύνη διαχείρισης θα έχει η θυγατρική του Ομίλου στην Κύπρο, B2Kapital Cyprus. Οπότε, μετά και από αυτήν την πώληση, οι μη εξυπηρετούμενες χορηγήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων στην Κύπρο σήμερα υπολογίζεται ότι ανέρχονται στα €9,2 δις.

Τι λένε οι οικονομολόγοι

Γιώργος Θεοχαρίδης: "Να δοθούν περισσότερα εργαλεία στο κράτος"

"Το χρονικό περιθώριο για αίτηση στο σχέδιο ΕΣΤΙΑ έχει λήξει στις 31 Δεκεμβρίου 2019. Παρόλο που ο τελικός αριθμός αιτήσεων αυξήθηκε αρκετά τις τελευταίες ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας, αρκετοί δανειολήπτες έχουν μείνει εκτός σχεδίου αν και αρχικά ήταν δυνητικοί δικαιούχοι.

Αρχικά, υπάρχουν οι ευάλωτοι δανειολήπτες που έμειναν εκτός σχεδίου ΕΣΤΙΑ λόγω του ότι αδυνατούν να καταβάλουν το μέρος της δόσης προς αποπληρωμή του δανείου τους. Γι’ αυτούς θα πρέπει το κράτος να μεριμνήσει και να τους προστατεύσει, ώστε να μη χάσουν το σπίτι τους. Θα μπορούσε, επίσης, μέσω κοινωνικών προγραμμάτων να προσφέρει σ’ αυτούς τους συμπολίτες μας κατάλληλους χώρους διαμονής, ώστε αν η τράπεζα προχωρήσει σε εκποίηση, να μη μείνουν άστεγοι. Φυσικά θα πρέπει πρώτα να γίνει ο απαιτούμενος έλεγχος για εισοδήματα/περιουσιακά στοιχεία.

Μέσα στους δυνητικά δικαιούχους του σχεδίου προφανώς θα υπήρχαν και δανειολήπτες που είναι «στρατηγικοί» κακοπληρωτές (με πιθανώς κρυμμένα περιουσιακά στοιχεία και εισοδήματα), που δεν θα ήθελαν να φανερώσουν την πραγματική κατάστασή τους. Νομίζω θα πρέπει επιτέλους να γίνει ένας σωστός διαχωρισμός, ώστε να ξεχωρίσουμε αυτούς τους κακοπληρωτές (με συνεργασία Υπ. Οικονομικών, Κεντρικής Τράπεζας, και Συνδέσμου Τραπεζών). Θα έλεγα ένας τρόπος να τους ξεχωρίσουν είναι να γίνει μια ενδελεχής έρευνα σ’ αυτούς που ήταν δυνητικοί δικαιούχοι, αλλά δεν προχώρησαν σε αίτηση. Ακολούθως, οι τράπεζες θα πρέπει να ασκήσουν την απαιτούμενη πίεση σ’ αυτούς τους κακοπληρωτές, ώστε να προχωρήσουν προς εξόφληση των δανείων τους. Αλλιώς θα πρέπει να γίνει κατάσχεση της περιουσίας τους. Αν χρειάζονται περισσότερα εργαλεία από το κράτος και το Κοινοβούλιο για να το επιτύχουν αυτό, τότε θα πρέπει να τους δοθούν. Δεν είναι δυνατόν 7 χρόνια μετά την κρίση του 2013 να υπάρχουν ακόμη «στρατηγικοί» κακοπληρωτές και να ταλαιπωρούν το σύστημα.

Στη συζήτηση όμως για το σχέδιο ΕΣΤΙΑ υπήρχε επίσης η άποψη ότι θα πρέπει να υπάρχει και επιπρόσθετο σχέδιο γι’ αυτούς τους δανειολήπτες που είναι συνεπείς και πληρώνουν κανονικά τις δόσεις τους, αλλά αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα. Η άποψή μου είναι ότι αυτό θα δημιουργούσε περισσότερα προβλήματα στο σύστημα και περισσότερο ηθικό κίνδυνο. Αυτό που θα μπορούσε να γίνει όμως είναι να δοθούν κίνητρα από τις τράπεζες (π.χ. επιστροφή μέρους των τόκων που πληρώνουν, πόντοι σε διάφορα σχέδια των τραπεζών που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για διάφορες αγορές των πελατών). Αυτά τα κίνητρα είναι μια μορφή ανταμοιβής γι’ αυτούς τους δανειολήπτες και ταυτόχρονα ένας τρόπος, ώστε να συνεχίσουν να είναι συνεπείς στις δόσεις τους".

*Οικονομολόγος

Δρ Ιωάννης Βιολάρης: "Κυνηγούν τους ευάλωτους, που βαφτίστηκαν κακοπληρωτές"

"Οι ευάλωτοι δανειολήπτες είναι η πλέον αδικημένη ομάδα των δανειοληπτών. Παρά το ότι οι περισσότεροι είναι θύματα της οικονομικής κρίσης, η συμπεριφορά της Πολιτείας προς αυτούς είναι εντελώς άδικη και σε μεγάλο βαθμό απάνθρωπη. Στην ουσία τους κοροϊδεύουν πως κάτι θα γίνει γι’ αυτούς, αλλά ο χρόνος παρέρχεται και το μόνο που στην ουσία γίνεται είναι να εκποιούνται οι περιουσίες τους ή να πωλούνται σε εξευτελιστικές τιμές σε τρίτους. Οπότε άμεσα πρέπει να σταματήσουν οι εκποιητικές διαδικασίες που αφορούν τους ευάλωτους δανειολήπτες, μέχρι, επιτέλους, να προταθεί ένα πλάνο μακροπρόθεσμης εξόφλησης, έστω που να αφορά τις πρώτες κατοικίες τους, ή / και να σχεδιαστεί μια κοινωνικά αποδεκτή στεγαστική πολιτική.

Ανάμεσα σ’ αυτούς υπάρχουν και ευάλωτοι που δεν υπέβαλαν αίτηση για το ΕΣΤΙΑ, διότι γνώριζαν πως δεν θα εγκρίνονταν. Και αυτοί, λοιπόν, πρέπει να αντιμετωπιστούν με την απαιτούμενη ευαισθησία.

Όσον αφορά τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, δυστυχώς άλλος είναι ο ορθός ορισμός και άλλος των τραπεζών και όσων τις υποστηρίζουν. Τέτοιοι είναι αυτοί που έχουν υψηλά εισοδήματα και άλλα ακίνητα και σκόπιμα δεν πληρώνουν και δεν προχωρούν σε αναδιαρθρώσεις. Αυτούς, ας τους κυνηγήσουν. Αλλά φοβόμαστε πως αυτό δεν θα συμβεί, διότι τους προστατεύει το σύστημα της οικονομικής ελίτ. Αντίθετα θα κυνηγηθούν οι ευάλωτοι, που βαφτίστηκαν κακοπληρωτές.

Τέλος, όσους είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους οφείλουν οι τράπεζες να τους παραχωρήσουν τουλάχιστον κάποια έκπτωση στα δάνειά τους ή διευκολύνσεις σε μελλοντικές ανάγκες τους.

Πάντως και μετά το ΕΣΤΙΑ το θέμα των ΜΕΔ εξακολουθεί να απασχολεί την κοινωνία και να επηρεάζει την οικονομία και, δυστυχώς, είτε σκόπιμα είτε από άγνοια, η Πολιτεία, η Βουλή και η Κυβέρνηση αντιμετωπίζουν το θέμα επιφανειακά και σπασμωδικά, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να πιστεύουν ή να μας κάνουν να πιστεύουμε πως η πώληση δανείων λύνει το πρόβλημα. Αντίθετα το εντείνει και απλώς το μετατοπίζει, με απρόβλεπτες κοινωνικοοικονομικές συνέπειες".

*Οικονομολόγος, Πανεπιστημιακός Καθηγητής