Αναλύσεις

Άμεσες και γρήγορες δράσεις

Ο σχεδιασμός που γίνεται από σχεδόν όλα τα κράτη και τους διεθνείς οργανισμούς στοχεύει στην απορρόφηση των βραχυπρόθεσμων κραδασμών από την εξάπλωση του ιού, με τα μέτρα που λαμβάνονται να έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Γίνεται αντιληπτό ότι τα ανακοινωθέντα μέτρα τέτοιου μεγέθους δεν μπορούν να έχουν μόνιμο χαρακτήρα

Όλες σχεδόν οι κυβερνήσεις των χωρών που έχουν πληγεί έχουν προχωρήσει στην ανακοίνωση γενναιόδωρων πακέτων στήριξης που κινούνται σε δύο ουσιαστικά άξονες. Ο πρώτος αφορά το δημοσιονομικό κομμάτι και ο δεύτερος την άμεση και μεγάλη παροχή ρευστότητας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Προς αυτήν την κατεύθυνση οι εποπτικές Αρχές προχωρούν σε χαλαρώσεις σε ό,τι αφορά τους δημοσιονομικούς δείκτες και τις απαιτήσεις από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, αντιλαμβανόμενοι την κρισιμότητα της κατάστασης.

Ο σχεδιασμός που γίνεται από σχεδόν όλα τα κράτη και τους διεθνείς οργανισμούς στοχεύει στην απορρόφηση των βραχυπρόθεσμων κραδασμών από την εξάπλωση του ιού, με τα μέτρα που λαμβάνονται να έχουν προσωρινό χαρακτήρα. Γίνεται αντιληπτό ότι τα ανακοινωθέντα μέτρα τέτοιου μεγέθους δεν μπορούν να έχουν μόνιμο χαρακτήρα.

Τα μέτρα που ανακοινώθηκαν από τις εθνικές κυβερνήσεις είναι παρόμοια μεταξύ τους και αφορούν κυρίως αναστολές πληρωμών φόρων και τελών, επιδόματα και χορηγίες για κάλυψη του μισθολογίου και του κεφαλαίου κίνησης των επιχειρήσεων και αύξηση του προϋπολογισμού που αφορά τον τομέα της υγείας, σε μια προσπάθεια καλύτερης διαχείρισης των κρουσμάτων και βελτίωσης των πρακτικών πρόληψης.

Τα μέτρα θα έχουν άμεσο χαρακτήρα και θα δώσουν τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να διατηρήσουν τις παραγωγικές τους μονάδες και να σχεδιάσουν με ηρεμία την επόμενη μέρα. Πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι θα υπάρξουν απώλειες∙ το ζητούμενο είναι όμως να περιοριστούν στο ελάχιστο.

Τα μέτρα που λαμβάνονται πρέπει να είναι άμεσης δράσης και με μεγάλη «δύναμη πυρός», ώστε να απορροφηθεί το σοκ των πρωτόγνωρων περιοριστικών μέτρων που έχουν επιβληθεί με το υποχρεωτικό κλείσιμο επιχειρήσεων, και να δοθεί η δυνατότητα ανάκαμψης μετά την πάροδο της κρίσης.

Στην Κύπρο το πακέτο μέτρων περιλαμβάνει μειώσεις τελών, όπως η επαναφορά των μειωμένων εισφορών για το ΓεΣΥ, αναστολές στην πληρωμή φόρων όπως το ΦΠΑ και ενισχυμένα προγράμματα επιχειρήσεων και αυτοεργοδοτουμένων για τη διατήρηση του προσωπικού και κάλυψη μέρους του κόστους εργοδότησης.

Σε ό,τι αφορά τον χρηματοπιστωτικό τομέα, οι Κεντρικές Τράπεζες προχώρησαν σε μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας μέσω των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης. FED και Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κρατούν τα επιτόκια σε πολύ χαμηλά επίπεδα και προχωρούν σε μεγάλες αγορές ομολόγων. Την ίδια στιγμή, η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή αποφάσισε ότι τα δάνεια για τα οποία επιβλήθηκε διά νόμου αναστολή δόσεων δεν θα κατηγοριοποιούνται ως μη εξυπηρετούμενα.

Το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων από τη μια βοηθά στην ευνοϊκότερη χρηματοδότηση έργων, από την άλλη επηρεάζει αρνητικά την κερδοφορία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων καθώς και τις αποδόσεις των επενδύσεων των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών ταμείων.

Σίγουρα τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης είναι έκτακτα και η διατήρησή τους για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν είναι βιώσιμη. Ούτε όμως και η απότομη απόσυρσή τους ενδείκνυται, εφόσον θα δημιουργήσει κραδασμούς στις αγορές και αλυσιδωτά προβλήματα σε αρκετές οικονομίες, όπως οι αναδυόμενες.

Στην Κύπρο δύο είναι οι κινήσεις που θα υπάρξουν μετά από συνεννόηση του Υπουργείου Οικονομικών, της Κεντρικής Τράπεζας και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Η πρώτη αφορά τη χορήγηση με γρήγορες διαδικασίες χρηματοπιστωτικών διευκολύνσεων σε επιχειρήσεις που αποδεδειγμένα έχουν πληγεί από την εξάπλωση του ιού, μέσα από την παραχώρηση κρατικών εγγυήσεων. Η δεύτερη αφορά την αναστολή δόσεων δανείων συγκεκριμένων επιχειρήσεων για εννέα μήνες.

Eίναι ξεκάθαρο ότι και τα δύο προγράμματα αναφέρονται σε επιχειρήσεις που είτε δεν είχαν δανεισμό είτε τα δάνειά τους ήταν εξυπηρετούμενα. Περιπτώσεις προβληματικών δανείων δεν μπορούν να συμπεριληφθούν στα δύο σχέδια. Την ίδια στιγμή, πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι με την αναστολή πληρωμής των δόσεων δεν σημαίνει ότι οι δόσεις χαρίζονται ή οι τόκοι δεν θα χρεώνονται. Οι τόκοι θα χρεώνονται κανονικά και θα κεφαλαιοποιούνται με τη λήξη της εννιάμηνης περιόδου. Οπότε η ένταξη στα συγκεκριμένα σχέδια θα πρέπει να γίνει από τις επιχειρήσεις που έχουν πραγματικά πρόβλημα ή ενδεχομένως να έχουν πρόβλημα ρευστότητας στο άμεσο μέλλον.

Σε άλλες χώρες διαφαίνεται πως γίνονται σκέψεις για παρέμβαση του κράτους και διάσωση επιχειρήσεων, όπως για παράδειγμα η περίπτωση της Alitalia (“bailout”). Το bailout είναι έννοια η οποία χρησιμοποιήθηκε ευρέως στην κρίση του 2008-2013, με τις διασώσεις τραπεζών μέσω χρημάτων των φορολογουμένων. Υπενθυμίζεται ότι μετά το κούρεμα καταθετών στην Κύπρο το 2013, το μέχρι τότε άγνωστο resolution έγινε ευρωπαϊκή οδηγία και τα χρήματα των φορολογουμένων αποτελούν το τελευταίο μέσο διάσωσης ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος. Επιπλέον, υπάρχει και η οδηγία περί κρατικών ενισχύσεων που δεν επιτρέπει ουσιαστικά την παρέμβαση του κράτους για ενίσχυση ιδιωτικών εταιρειών, με χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό των Κυπριακών Αερογραμμών.

Η σημερινή όμως κατάσταση διαφέρει σε έναν πολύ σημαντικό παράγοντα. Τα οικονομικά προβλήματα και η δυστοκία δεν έχουν δημιουργηθεί από την κακοδιαχείριση και τις εσφαλμένες αποφάσεις της διοίκησης των εταιρειών, αλλά μέσα από επιβολή διαταγμάτων των εθνικών κυβερνήσεων. Άρα αν θα υπάρξει οποιαδήποτε συζήτηση για τροποποίηση κανονισμών και bailout εταιρειών, θα αφορά αυτές τις εταιρείες των οποίων τα προβλήματα δημιουργήθηκαν τώρα και όχι εταιρείες που αντιμετώπιζαν ήδη προβλήματα επιβίωσης.

Άρα το πρώτο κριτήριο ενός τέτοιου εγχειρήματος θα πρέπει να αφορά το ποιες επιχειρήσεις θα ενταχθούν στο πρόγραμμα. Σίγουρα θα πρόκειται γι’ αυτές που έχουν πληγεί από τα διατάγματα, ενώ θα είναι πολύ δύσκολο να μπουν κριτήρια επιλογής για τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις (οπότε ενδεχομένως να αφορά όλες όσες έχουν επηρεαστεί από τα διατάγματα). Μετά θα πρέπει να μπουν συγκεκριμένοι κανονισμοί, όπως π.χ. το μέγιστο ποσό που πρέπει να συνεισφέρει ο φορολογούμενος, καθώς και η διασφάλιση του τρόπου αποπληρωμής ή εξόδου από την επένδυση σε περίπτωση που η κυριότητα των μετοχών μεταφερθεί στο κράτος.

Με τα δημοσιονομικά μέτρα που λαμβάνονται τα οποιαδήποτε πλεονάσματα εξαφανίζονται, οπότε για το ενδεχόμενο bailout οι εθνικές κυβερνήσεις είτε πρέπει να δανειστούν από τις αγορές ή από οποιονδήποτε μηχανισμό θεσπίσει η ΕΕ, όπως με την έκδοση ευρωομολόγου (Γερμανία και Ολλανδία αντιτίθενται σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο).

Κάτι τέτοιο, όσο ευνοϊκοί και να είναι οι όροι, αυξάνει το ύψος του δημόσιου χρέους. Από την άλλη, η παροχή εγγυήσεων (όπως για επιπλέον δανεισμό) όπως γίνεται στην Κύπρο δεν αυξάνει το δημόσιο χρέος άμεσα αλλά ενδεχομένως να το αυξήσει σε περίπτωση που τα δάνεια τα οποία έχει εγγυηθεί το κράτος δεν αποπληρώνονται και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα καταγράφουν ζημιές (δηλαδή μετά που έχουν πωλήσει την υποθήκη).