Αναλύσεις

Κρατικές εγγυήσεις: ένα δίκοπο μαχαίρι

Λόγω της πανδημίας, λειτουργούν ως ένα εργαλείο παροχής ρευστότητας στις επιχειρήσεις, το οποίο έχει χρησιμοποιηθεί δεόντως από πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Παρόλ’ αυτά, η χρήση του συγκεκριμένου εργαλείου στην Κύπρο παραμένει ένα δίκοπο μαχαίρι για το κράτος.

Οι κρατικές εγγυήσεις δανείων έχουν λειτουργήσει ως ένα εργαλείο στήριξης και ανάπτυξης πολλών οικονομιών ανά το παγκόσμιο. Παλαιότερα, οι εγγυήσεις αυτές ήταν στοχευμένες κυρίως στην ανάπτυξη συγκεκριμένων κλάδων εντός της οικονομίας μιας χώρας. Τους τελευταίους μήνες, όμως, λόγω της πανδημίας, λειτουργούν ως ένα εργαλείο παροχής ρευστότητας στις επιχειρήσεις, το οποίο έχει χρησιμοποιηθεί δεόντως από πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Παρόλ’ αυτά, η χρήση του συγκεκριμένου εργαλείου στην Κύπρο παραμένει ένα δίκοπο μαχαίρι για το κράτος.

Εν μέσω της παρούσης πανδημίας, η χρήση των κρατικών εγγυήσεων δανείων αποσκοπεί στην παροχή έμμεσης ρευστότητας στις μη-χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις. Αυτή η ρευστότητα παρέχεται με ευνοϊκότερους όρους συγκριτικά με τους όρους ενός τυπικού δανείου (πιο χαμηλά επιτόκια, μεγαλύτερες περιόδους αποπληρωμής), βάσει του πλαισίου που εφάρμοσαν διάφορες χώρες της Ευρώπης. Πρέπει να διευκρινιστεί πως αυτά τα δάνεια στοχεύουν κυρίως στην παροχή ρευστότητας για κάλυψη των λειτουργικών αναγκών των επιχειρήσεων παρά για επενδύσεις, ανάγκες οι οποίες σε μεγάλο βαθμό αφορούν σταθερά έξοδα τα οποία οι επιχειρήσεις καλούνται να καλύψουν ανεξάρτητα από τη μείωση των εσόδων τους, λόγω των απαγορεύσεων κυκλοφορίας που εφαρμόστηκαν και εφαρμόζονται για τον έλεγχο της πανδημίας.

Κρατικές εγγυήσεις δανείων και τράπεζες

Έχοντας διευκρινίσει, σε γενικές γραμμές, τον σκοπό των κρατικών εγγυήσεων, αξίζει να δούμε σφαιρικά τη σχέση των κρατικών εγγυήσεων με τον τραπεζικό τομέα. Μια κοινή εσφαλμένη αντίληψη είναι πως οι κρατικές εγγυήσεις δανείων παρέχονται προς όφελος των τραπεζών. O στόχος των κρατικών εγγυήσεων που παραχωρήθηκαν και θα παραχωρηθούν (σε κυπριακό αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο) είναι η παροχή έμμεσης ρευστότητας στην οικονομία και συγκεκριμένα στις μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες δεν έχουν εύκολη πρόσβαση σε εξωτερική χρηματοδότηση.

Συγκεκριμένα, οι τράπεζες τόσο σε ευρωπαϊκό αλλά και σε κυπριακό επίπεδο έχουν την απαραίτητη ρευστότητα για την παραχώρηση των δανείων αυτών χωρίς τις κρατικές εγγυήσεις – ο δεσμευτικός περιορισμός ωστόσο που αντιμετωπίζουν με τον δανεισμό σχετίζεται με το εάν υπάρχουν τα απαραίτητα κεφάλαια (βάσει του δείκτη κεφαλαίου κοινών μετοχών κατηγορίας 1 – CET1 ratio) για να χρηματοδοτήσουν άμεσα μεγάλο όγκο νέων δάνειων. Με την παροχή των κρατικών εγγυήσεων, π.χ. στο 60%, τότε μόνο το 40% του σταθμισμένου κινδύνου θα καταλήξει στα σταθμισμένα περιουσιακά στοιχεία της τράπεζας, καταναλώνοντας έτσι λιγότερα κεφάλαια για την παροχή της αντίστοιχης ρευστότητας στην οικονομία χωρίς τις εγγυήσεις. Επίσης, με τις κρατικές εγγυήσεις οι προβλέψεις για επισφάλειες των τραπεζών μειώνονται, αφού μέρος του δανείου είναι εγγυημένο από το κράτος, προστατεύοντας έτσι ένα μέρος των κεφαλαίων των τραπεζών.

Επιπλέον, η αβεβαιότητα λόγω της πανδημίας έχει σαν αποτέλεσμα την υιοθέτηση αυστηρότερων πιστωτικών προτύπων από τις τράπεζες - με απλά λόγια αυτό σημαίνει πως βάσει των νέων δεδομένων παρατηρείται μείωση στη φερέγγυα ζήτηση δανείων και οι τράπεζες απαιτούν υψηλότερα επιτόκια δανεισμού από τις επιχειρήσεις εν μέσω της κρίσης/πανδημίας, δυσκολεύοντας ουσιαστικά την πρόσβαση των επιχειρήσεων σε ρευστότητα τη στιγμή που την έχουν περισσότερο ανάγκη. Αυτό το φαινόμενο ήδη παρατηρείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με τις τράπεζες να υιοθετούν πιο αυστηρά μέτρα για την παραχώρηση δανείων σε επιχειρήσεις, μετά τη χαλάρωση που παρατηρήθηκε κατά το 2ο εξάμηνο του 2020 λόγω των προγραμμάτων κρατικών εγγυήσεων δανείων.

Κρατικές εγγυήσεις δανείων και το ρίσκο του κράτους

Οι κρατικές εγγυήσεις δανείων έχουν ήδη εφαρμοστεί σε πολλές χώρες της Ευρώπης κατά το 2020 για παροχή ρευστότητας στην οικονομία – συνολικά αυτές οι κρατικές εγγυήσεις ανέρχονται στο 17% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης. Οι κυπριακές κρατικές εγγυήσεις ύψους €1δις αντιστοιχούν στο 5% του ΑΕΠ της Κύπρου. Παρόλο που οι κυπριακές κρατικές εγγυήσεις αντιστοιχούν μόνο στο 1/3 του ανάλογου ποσού που παραχωρήθηκε στην Ευρωζώνη, αυτό είναι δικαιολογημένο εάν λάβουμε υπόψη την οικονομική κατάσταση τόσο της κυπριακής κυβέρνησης όσο και των κυπριακών επιχειρήσεων.

Οι κυπριακές επιχειρήσεις είναι από τις πιο χρεωμένες στην Ευρωζώνη. Το συνολικό κυπριακό εταιρικό χρέος (δανείων) είναι το 3ο ψηλότερο στην Ευρωζώνη και ανέρχεται στο 171% του ΑΕΠ της χώρας (178% συμπεριλαμβανομένων και των κρατικά εγγυημένων δανείων), πίσω από το Λουξεμβούργο και την Ιρλανδία. Επίσης, ο δείκτης του καθαρού χρέους ως προς τα λειτουργικά κέρδη (Net Debt/EBITDA) των κυπριακών επιχειρήσεων ανέρχεται στις 7.0x και είναι ο πιο ψηλός στην Ευρωζώνη. Το οριακά αποδεκτό επίπεδο αυτού του δείκτη στους παγκόσμιους επενδυτικούς κύκλους ανέρχεται στο 4.0x – οτιδήποτε ψηλότερο υποδεικνύει αυξημένες πιθανότητες αντιμετώπισης οικονομικών δυσκολιών για την εταιρεία στο μέλλον. Αυτή ήταν η οικονομική εικόνα των κυπριακών επιχειρήσεων το 2019, η οποία κατά πάσα πιθανότατα χειροτέρευσε κατά το 2020 λόγω της πανδημίας. Αξίζει να σημειωθεί πως ο δείκτης ποσοστού μη-εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) προς δάνεια για τις μικρο-μεσαίες κυπριακές επιχειρήσεις ανέρχεται στο 19%, σχεδόν 3 φορές υψηλότερος από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης που βρίσκεται στο 7%.

Συνεπώς, το ρίσκο για την Κυπριακή Δημοκρατία έγκειται στην παραχώρηση εγγυημένων δανείων σε μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες ήδη φαίνεται να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο να εξυπηρετήσουν τα υφιστάμενα δάνειά τους. Οι φερέγγυες και οικονομικά βιώσιμες επιχειρήσεις μπορούν να δανειστούν απευθείας από τις τράπεζες – συνεπώς τα κρατικά εγγυημένα δάνεια σε μεγάλο ποσοστό θα πρέπει να διοχετευθούν σε μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες δεν έχουν πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση (εξ ου και τροποποιήθηκε η κατανομή των εγγυήσεων στο πρόσφατο νομοσχέδιο). Η πιθανή μη-εξυπηρέτηση έστω και των μισών δανείων με κρατικές εγγυήσεις αντιστοιχεί σε μια μέγιστη καταβολή αποζημιώσεων από το κράτος προς τις τράπεζες ίση με το 2,5% του ΑΕΠ, και συνεπώς σε ανάλογη αύξηση του δημόσιου χρέους της Κυπριακής Δημοκρατίας, το οποίο βρίσκεται ήδη στο ιστορικό υψηλό του 124% (100% σε καθαρούς όρους).

Εν κατακλείδι, εάν το τελικό αποτέλεσμα διαφέρει και βάσει των τροπολογιών που ψηφίστηκαν στη Βουλή δεν βρεθούν αρκετές φερέγγυες και βιώσιμες επιχειρήσεις για να απορροφήσουν αυτά τα δάνεια, τότε το συγκεκριμένο εργαλείο των κρατικών εγγυήσεων θα έχει αποτύχει. Εάν όμως τα κρατικά εγγυημένα δάνεια διοχετευθούν σε επιχειρήσεις οι οποίες χρειάζονται τη ρευστότητα για να επιβιώσουν αλλά δεν είχαν την απαραίτητη πιστοληπτική ικανότητα έξω από αυτό το πλαίσιο, τότε υπάρχει αυξημένος κίνδυνος τα δάνεια αυτά να καταλήξουν ως μη-εξυπηρετούμενα. Αυτός ο κίνδυνος δημιουργείται είτε λόγω μιας πιο αργής οικονομικής ανάκαμψης της κυπριακής οικονομίας είτε λόγω αδυναμίας των επιχειρήσεων να εξυπηρετήσουν τις ολοένα και αυξανόμενες υποχρεώσεις τους. Σε αυτήν την περίπτωση το κράτος θα κληθεί να αποζημιώσει τις τράπεζες με το αντίστοιχο ποσό της κρατικής εγγύησης. Γι’ αυτούς τους λόγους η χρήση του συγκεκριμένου εργαλείου των κρατικών εγγυήσεων στην Κύπρο παραμένει ένα δίκοπο μαχαίρι.

*Ανώτερος χρηματοοικονομικός αναλυτής τραπεζών, Λονδίνο (CFA, ACCA)