Αναλύσεις

Ούτε ο Σωκράτης, ούτε η Αντιγόνη θα χτύπαγαν τον «Δία»

Η Κύπρος τού 2021 είναι δημοκρατική. Σε αυτό οφείλεται η ευημερία της και έτσι το θέλει η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών της. Όποιοι δεν θέλουν να συμμορφωθούν με αυτήν την πολιτική κατάσταση, καλά θα κάνουν να μεταναστεύσουν. Οι παραμένοντες θα πρέπει να αποδεχθούν πως κάποιες φορές, μέσα στη δημοκρατία, η άποψή τους μπορεί να ανήκει στη μειοψηφία και τότε θα πρέπει να σεβαστούν την πλειοψηφία

Με αφορμή τα επεισόδια που σημειώθηκαν στα γραφεία του οργανισμού Δίας την Κυριακή, 18 Ιουλίου κρίνεται αναγκαία η επανεξέταση προτύπων κοινωνικής συμπεριφοράς. Η αρχαία ελληνική γραμματεία παρέχει δύο πρότυπες συμπεριφορικές κατευθύνσεις μέσα από δύο ανεπανάληπτα κείμενα. Το πρώτο κείμενο είναι ο διάλογος «Κρίτων» του Πλάτωνα. Αυτός ο διάλογος διαδραματίζεται μέσα στο κελί όπου κρατείται ο Σωκράτης, μετά την καταδίκη του σε θάνατο από το δικαστήριο της Ηλιαίας και συμμετέχει ο Σωκράτης και ο Κρίτων. Ο Κρίτων είναι στενός φίλος του Σωκράτη και τυχαίνει να είναι πολύ πλούσιος. Δεν μπορεί να δεχθεί ότι θα χάσει έναν τόσο σημαντικό δάσκαλο και φίλο, γι’ αυτό και έχει δωροδοκήσει τους φρουρούς, προκειμένου να ελευθερώσει μυστικά τον Σωκράτη. Πιστεύει ότι δεν είναι δίκαιο να λείψει ο Σωκράτης από την πόλη. Μέσα σ’ έναν σύντομο διάλογο ο Σωκράτης προσπαθεί να πείσει τον Κρίτωνα ότι δεν πρέπει να αποδράσει. Κεντρικό του επιχείρημα είναι ότι δεν είναι καθόλου δίκαιο να αποδράσει, γιατί τότε θα κάνει μεγαλύτερο κακό στην πόλη. Δηλώνει ότι όσο σεβόταν τους νόμους της πολιτείας πριν από την καταδίκη του, το ίδιο τους σέβεται και μετά. Δεν μπορεί και δεν πρέπει κανείς να ακυρώνει, κατά το δοκούν, τους νόμους όταν πλήττεται το προσωπικό του συμφέρον. Η ελευθερία της έκφρασης, που απολάμβανε εβδομήντα χρόνια, οφειλόταν στην τήρηση των νόμων που την όριζαν. Εξάλλου, λέει, μέσα σε τόσα χρόνια είχε την ευκαιρία, αν δεν του άρεζαν οι νόμοι της πόλης, να φύγει ή να προσπαθήσει να τους αλλάξει μέσα από τις διαδικασίες που οι «καλοί νόμοι» προνοούν. Στην απολογία του, μάλιστα, του ζητήθηκε να προτείνει την ποινή του και είχε την ευκαιρία να διαλέξει την εξορία και έτσι να σωθεί. Ο Σωκράτης, όμως, προτίμησε τον θάνατο από την εξορία, γιατί τη θεώρησε υποκρισία. Αν ήθελε να αποφύγει τους νόμους, θα είχε αποδημήσει νεότερος. Έτσι, την επόμενη ημέρα ο μεγάλος φιλόσοφος πίνει το κώνειο και πεθαίνει. Είχε καταφέρει να εκφράσει τον απόλυτο σεβασμό στους νόμους του κράτους, δεχόμενος με παρρησία τον θάνατο που αυτοί οι ίδιοι νόμοι τού επέβαλαν.

Το δεύτερο κείμενο που αξίζει να μελετηθεί για την κοινωνική συμπεριφορά που προάγει είναι η «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Το πασίγνωστο αυτό δράμα του αρχαίου ελληνικού θεάτρου, που ανεβαίνει συχνά στα θερινά φεστιβάλ, προβάλλει την επαναστατική συμπεριφορά της Αντιγόνης απέναντι στον νόμο του Κρέοντα. Μετά την πολιορκία τών «Επτά επί Θήβας» οι αδερφοί Ετεοκλής και Πολυνείκης κείτονται νεκροί από ταυτόχρονο χτύπημα. Ο Κρέοντας, ως νέος άρχοντας των Θηβών, αποφασίζει να αποδοθούν τιμές στον Ετεοκλή που υπερασπιζόταν την πόλη και να αφήσει άταφο τον Πολυνείκη που επιτέθηκε, γιατί αδικήθηκε από τον αδερφό του. Όποιος παραβεί το «διάταγμα» θα υποστεί λιθοβολισμό μέχρι θανάτου. Η Αντιγόνη είναι η αδερφή των δύο νεκρών. Ο νόμος του Κρέοντα συγκρούεται ευθέως με τον ηθικό νόμο, που επιβάλλει την ταφή σε κάθε νεκρό. Η αδερφή δεν μπορεί να παραβεί τον εσωτερικό και αιώνιο νόμο της τιμής του νεκρού. Αντιτίθεται, γιατί κρίνει ότι η ανθρώπινη εξουσία έχει ξεπεράσει τα όρια και νομοθετεί αντίθετα από τους πανανθρώπινους νόμους της τιμής. Νιώθει την υποχρέωση να εναντιωθεί με κάθε τίμημα στην καταπάτηση της ιερότητας του νεκρού. Θάβει και αποδίδει πρόχειρα τιμές στον Πολυνείκη, αλλά σύντομα συλλαμβάνεται. Χατιρικώς η ποινή μεταβάλλεται και τελικά αφήνεται σε μια σπηλιά να πεθάνει από ασιτία. Έτσι η Αντιγόνη πεθαίνει, γιατί αντιτάχθηκε στον νόμο της πόλης, που απαιτούσε να απαρνηθεί βασικές ηθικές της αξίες.

Βλέποντας αυτά τα συμπεριφορικά πρότυπα ως ακραίες εκφράσεις του αυτονόητου θα πρέπει ο κάθε πολίτης να αναλογιστεί τη θέση του μέσα στην κοινωνία. Η διαφοροποίηση της άποψης είναι καθόλα θεμιτή σε μια δημοκρατία, με την προϋπόθεση ύπαρξης ενός ελάχιστου επιπέδου κοινής αποδοχής. Αυτό το ελάχιστο καθορίζεται από τους νόμους που διέπουν το πολίτευμα. Οι υπόλοιποι είναι προς συνεχή έλεγχο και επεξεργασία μέσα στα όρια των πρώτων. Ας σημειωθεί, δε, ότι η σθεναρή υπεράσπιση των «πιστεύω», στις παραπάνω περιπτώσεις, κόστισε τη ζωή στους «υπερασπιστές», όχι στους «αντιπάλους», και δεν εκφράστηκε με βία. Παρά τη βαθιά αυτογνωσία του, ο Σωκράτης δεν έκρινε σημαντικότερη την επιβίωσή του από τον σεβασμό στους νόμους. Η αμφισβήτηση των νόμων κάθε φορά που πλήττεται το προσωπικό συμφέρον ανοίγει το παράθυρο προς την αναρχία. Από την άλλη, όμως, είναι και ευθύνη των πολιτών να ελέγχουν και να εναντιώνονται στην αυθαιρεσία της εξουσίας. Η γυναίκα-Αντιγόνη, βέβαια, πρόβαλε τα δικά της στήθη, ενώ στη Λευκωσία του 2021 επιτέθηκαν οι «άντρες-αρνητές» στα σπλάχνα αστυνομικού.

Όλα τα παραπάνω γράφονται με βαθιά θλίψη και έντονο αποτροπιασμό για τα γεγονότα της Κυριακής. Η Κύπρος τού 2021 είναι δημοκρατική. Σε αυτό οφείλεται η ευημερία της και έτσι το θέλει η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών της. Όποιοι δεν θέλουν να συμμορφωθούν με αυτήν την πολιτική κατάσταση, καλά θα κάνουν να μεταναστεύσουν. Οι παραμένοντες θα πρέπει να αποδεχθούν πως κάποιες φορές, μέσα στη δημοκρατία, η άποψή τους μπορεί να ανήκει στη μειοψηφία και τότε θα πρέπει να σεβαστούν την πλειοψηφία. Αυτό θα ήθελαν να συμβεί και αν πλειοψηφούσε η άποψή τους. Αυτά τα λέει ένας κάτοικος της Κύπρου που δεν έχει (ακόμη) το δικαίωμα ψήφου στην Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά αποδέχεται, σέβεται και τηρεί ευλαβικά τους νόμους του κράτους που τον φιλοξενεί.

*Πολιτισμιολόγος