Αναλύσεις

Τα επενδυτικά ταμεία και η κυπριακή οικονομία

Τα επενδυτικά ταμεία ή οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων αποτελούν σημαντικό μέρος της παγκόσμιας αγοράς χρηματοοικονομικών μέσων. Προσελκύουν μεγάλο όγκο επενδύσεων, διότι διαθέτουν συγκεκριμένα πλεονεκτήματα

Ο τομέας των επενδυτικών ταμείων ή οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ενισχύθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια, με τον αριθμό των αδειοδοτημέων οργανισμών, αλλά και των διαχειριστών τους, καθώς και του ενεργητικού τους, να παρουσιάζει σημαντική αυξητική πορεία.

Η θέσπιση ενός ολοκληρωμένου θεσμικού πλαισίου για την αδειοδόδοτηση και λειτουργία των συγκεκριμένων οργανισμών, λαμβάνοντας υπόψη τις βέλτιστες πρακτικές που υιοθετήθηκαν από άλλα χρηματοοικονομικά κέντρα, ανταγωνιστικά προς την Κύπρο, βοήθησαν σημαντικά στην ανάπτυξη του τομέα.

Τα επενδυτικά ταμεία ή οι οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων αποτελούν σημαντικό μέρος της παγκόσμιας αγοράς χρηματοοικονομικών μέσων. Προσελκύουν μεγάλο όγκο επενδύσεων διότι διαθέτουν συγκεκριμένα πλεονεκτήματα, όπως η διασπορά του κινδύνου και η δυνατότητα επένδυσης σε έργα ή χρηματοοικονομικά μέσα στα οποία ο επενδυτής από μόνος του δεν θα είχε πρόσβαση.

Οι επενδύσεις των συγκεκριμένων οργανισμών μπορεί να είναι είτε σε κινητές αξίες όπως μετοχές, ομόλογα, χρηματοπιστωτικές διευκολύνσεις και παράγωγα ή σε ακίνητα, έργα υποδομής ή ακόμα και σε πολύτιμα μέταλλα ή άλλα αντικείμενα αξίας.

Η Κύπρος διαθέτει σημαντικά πλεονεκτήματα όπως τον χαμηλό εταιρικό φόρο, την απαλλαγή από την παρακράτηση φόρων σε μερίσματα όταν λαμβάνονται από φορολογικούς κατοίκους εξωτερικού και την απαλλαγή από τον φόρο κερδών που προέρχονται από την πώληση χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων όπως μετοχές, ομόλογα και μερίδια (units) ΟΣΕ/επενδυτικών ταμείων. Τα συγκεκριμένα κίνητρα αφορούν όχι μόνο τον τομέα των επενδυτικών ταμείων αλλά και σε όσους επενδυτές επιλέγουν τη δραστηριοποίησή τους μέσω κυπριακών εταιρικών σχημάτων.

Οι συγκεκριμένοι οργανισμοί μπορούν να χρησιμοποιηθούν για επενδύσεις στην Κύπρο αλλά και για επενδύσεις μέσω Κύπρου, εφόσον η χώρα μπορεί να δώσει πρόσβαση τόσο στα ταμεία τα ίδια όσο και στους διαχειριστές στην ευρωπαϊκή αγορά κεφαλαίων.

Τα επενδυτικά ταμεία και οι εταιρείες διαχείρισης αδειοδοτούνται από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και δίνουν τη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων από επενδυτές που δεν είναι κατά κάποιον τρόπο συνδεδεμένοι μεταξύ τους, βάσει των ιδρυτικών εγγράφων και ενημερωτικών δελτίων που εγκρίνονται από τις εποπτικές Αρχές. Αποτελούν έναν εναλλακτικό, στον τραπεζικό δανεισμό, τρόπο χρηματοδότησης επενδύσεων και έργων, κυρίως μέσω ιδίων κεφαλαίων αντί μόχλευσης.

Την ίδια στιγμή νέα δεδομένα δημιουργούνται από την πανδημία, εφόσον, πέρα από το καθαρά οικονομικό κομμάτι, υπάρχουν επιπρόσθετα στοιχεία που οι διαχειριστές κεφαλαίων αξιολογούν για να προχωρήσουν σε επενδύσεις. Μια από τις καινοτομίες που παρουσιάζει αυτό το νέο περιβάλλον είναι οι επενδύσεις που γίνονται με βάση την προσέγγιση ESG (Environment, Social, Governance).

Πέρα από την αξιοποίηση των επενδυτικών ευκαιριών, που σκοπό έχουν τη διασφάλιση θετικών αποδόσεων στα κεφάλαια στα οποία επενδύουν, οι επενδύσεις έχουν σκοπό να συμβάλουν στη βιώσιμη ανάπτυξη στηρίζοντας πολιτικές που αφορούν τη διασφάλιση του περιβάλλοντος, την ενίσχυση κοινωνικών πρωτοβουλιών (σχέσεις με τους εργαζομένους, τους προμηθευτές, τους πελάτες και τις κοινότητες στις οποίες δραστηριοποιείται, ισότητα των δύο φύλων) και φυσικά τη σωστή εταιρική διακυβέρνηση (επιχειρηματική ηθική, διαφάνεια, διαφθορά, λογοδοσία).

Σημειώνεται ότι, πέραν των αιτήσεων που έγιναν για άντληση κεφαλαίων από το Ταμείο Ανασυγκρότησης, κυβερνήσεις προχώρησαν στην ίδρυση κρατικών επενδυτικών ταμείων για χρηματοδότηση της οικονομίας. Η χρηματοδότηση του επιχειρηματικού κινδύνου μπορεί να γίνει μέσω ταμείου συμμετοχών, είτε αναλαμβάνοντας μέρος της επένδυσης που αφορά τα ίδια κεφάλαια είτε με την παραχώρηση νέων δανείων, τα οποία σε προτεραιότητα θα είναι χαμηλότερα από άλλες μορφές δανεισμού.

Είναι απαραίτητο για την οικονομική ανάπτυξη να υπάρχουν οι μηχανισμοί χρηματοδότησης αλλά και εξόδου από την επένδυση όπως, για παράδειγμα, η χρηματοδότηση των διαδικασιών έρευνας και τεχνολογίας σε άλλες χώρες γίνεται είτε από επενδυτές, οι οποίοι ευελπιστούν στην εμπορική εκμετάλλευση των προϊόντων που θα αναπτυχθούν για να πωλήσουν τις μετοχές τους με κέρδος (business angels), ίσως και μέσω ιδιωτικής τοποθέτησης με την εισαγωγή των μετοχών της εταιρείας σε κάποιο χρηματιστήριο είτε από υφιστάμενες εταιρείες, οι οποίες προσπαθούν να εμπλουτίσουν και να εκσυγχρονίσουν τα προϊόντα τους. Σημαντικό, δηλαδή, ρόλο διαδραματίζει η παρουσία αναπτυγμένων μεθόδων χρηματοδότησης και χρηματαγορών.

Επιπλέον, δίνεται η δυνατότητα ίδρυσης ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών επιχειρηματικού κινδύνου, των «Ταμείων Συμμετοχών», εκ μέρους του κράτους. Τα Ταμεία Συμμετοχών έχουν τη νομική μορφή οργανισμού εναλλακτικών επενδύσεων. Στην Κύπρο υπήρξε δημιουργία τέτοιου οργανισμού για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ενώ παρόμοια «οχήματα» μπορούν να δημιουργηθούν για τη στήριξη και άλλων τομέων, όπως η έρευνα και καινοτομία, ο πρωτογενής τομέας και η ναυτιλία.

Σημειώνεται ότι σε πολλές χώρες τέτοια ταμεία συγκροτήθηκαν για τη χρηματοδότηση νεοφυών επιχειρήσεων, εφόσον πολλές φορές καλές ιδέες ενδεχομένως να μην μπορούν να αναπτυχθούν λόγω έλλειψης κεφαλαίων. Άλλωστε είναι πολύ δύσκολο για μια νέα εταιρεία / επιχείρηση, χωρίς οικονομικό παρελθόν και με πολλές αβεβαιότητες και ρίσκα (όσον αφορά την επιτυχία του οικονομικού μοντέλου ή της «ιδέας») να έχει πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση.

Ένας άλλος μηχανισμός, ο οποίος ενισχύθηκε την τελευταία περίοδο, κυρίως λόγω της μεταβλητότητας, είναι οι οργανισμοί διαχείρισης οικογενειακής περιουσίας, τα γνωστά ως family offices.

Η προστασία των περιουσιακών στοιχείων, τα οποία θα πρέπει να προστατεύονται από τους αυξημένους κινδύνους της επιχειρηματικής και επενδυτικής δραστηριότητας προς όφελος της οικονομικής ευημερίας της οικογένειας, επιβάλλει την υιοθέτηση και την εφαρμογή στρατηγικής υψηλού σχεδιασμού, ώστε να αποφεύγεται η καθ’ οιονδήποτε τρόπο απειλή τους από πιθανές μελλοντικές αξιώσεις τρίτων.

Το εμπίστευμα, ως κατ’ εξοχήν εργαλείο διαχωρισμού των περιουσιακών στοιχείων που ο εμπιστευματοπάροχος επιθυμεί να αποξενώσει από την υπόλοιπη περιουσία του, αποτελεί το εχέγγυο προστασίας των στοιχείων αυτών από τις πιθανές αξιώσεις των πιστωτών του, νοούμενου ότι δεν υπήρχε, κατά τον χρόνο διάθεσης των περιουσιακών στοιχείων, πρόθεση καταδολίευσης των πιστωτών.

Η ευελιξία εφαρμόζεται και στις επενδύσεις, καθώς ο επίτροπος μπορεί να κατέχει, να διατηρεί ή να επενδύει σε κινητή και ακίνητη περιουσία τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένων των μετοχών σε κυπριακές εταιρείες ή εταιρείες άλλης δικαιοδοσίας, με τρόπο που ο διαχωρισμός των επιχειρηματικών και προσωπικών περιουσιακών στοιχείων να είναι ευδιάκριτος.

Μέσα από τις αρνητικές συγκυρίες που δημιουργεί η εξάπλωση της πανδημίας και τον περιορισμό της επιχειρηματικής δραστηριότητας, με την ανεργία να αυξάνεται, ενδεχομένως να δίνεται η ευκαιρία προώθησης νέων τομέων της οικονομίας όπως είναι για παράδειγμα τα επενδυτικά ταμεία και η προώθηση της Κύπρου ως κέντρου τεχνολογίας.

Οι δύο πιο πάνω τομείς, πέρα από την ανάπτυξη που μπορούν να έχουν από μόνοι τους, αναμένεται να δημιουργήσουν συνέργειες και να ενισχύσουν τους λεγόμενους παραδοσιακούς τομείς της οικονομίας. Από τη μια τα επενδυτικά ταμεία μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτικό τρόπο χρηματοδότησης επιχειρήσεων (και προσέλκυσης επενδύσεων μέσα από ένα ολοκληρωμένο και εποπτευόμενο θεσμικό πλαίσιο) και από την άλλη η τεχνολογική αναβάθμιση των οργανισμών θα τους δώσει τη δυνατότητα να περιορίσουν τις δαπάνες τους και να βελτιώσουν σημαντικά τις διαδικασίες τους.