Ανθρώπινες Ιστορίες

Στιγμές του αγώνα της ΕΟΚΑ: Η προσφορά των Νικόλα Ιωάννου και Κατίνας Πηλινά - Γιαμάκη

Η επέτειος της επιχείρησης απόδρασης των αγωνιστών της ΕΟΚΑ και του IRA από τις φυλακές Wakefield της Βρετανίας αποτελεί ευκαιρία για ανάδειξη της προσφοράς δύο αφανών ηρώων

Στις 12 Φεβρουαρίου 1959 πραγματοποιήθηκε μια από τις πιο αξιοσημείωτες επιχειρήσεις μελών της ΕΟΚΑ στο πλαίσιο του ένοπλου απελευθερωτικού κινήματος των Ελλήνων της Κύπρου, και μάλιστα στην καρδιά της Μεγάλης Βρετανίας. Επρόκειτο για την κοινή κυπρο-ιρλανδική επιχείρηση απόδρασης από τις φυλακές Wakefield του Yorkshire.

Στη διάρκεια του αγώνα της ΕΟΚΑ, μεταξύ Αυγούστου 1956 και Νοεμβρίου 1958, μεταφέρθηκαν σε βρετανικές φυλακές συνολικά 31 Έλληνες Κύπριοι αγωνιστές. Επρόκειτο (κατά τα φαινόμενα) για μια προσπάθεια της βρετανικής αποικιακής Κυβέρνησης του νησιού να εξομαλύνει την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα που είχε δημιουργηθεί στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας. Στον συγκεκριμένο χώρο παρατηρούνταν τακτικά έντονες εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, ενώ οι αποδράσεις ήταν ένας επιπλέον παράγοντας που συνέτεινε στην απόφαση των βρετανικών Αρχών για εξορία ορισμένου αριθμού κρατουμένων.

Αρχικά οι πρώτοι είκοσι εξόριστοι αγωνιστές είχαν μεταφερθεί στις φυλακές Wormwood Scrubs του Λονδίνου. Αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1957, χωρίστηκαν σε δύο δεκαμελείς ομάδες και μετακινήθηκαν στις φυλακές Maidstone του Kent και στις φυλακές Wakefield. Στον συγκεκριμένο χώρο γνωρίστηκαν με τους κρατουμένους του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού [IRA], Joseph (Joe) Doyle, Cathal Goulding, Séamus McCollum και Séamus Murphy. Από την αρχή της γνωριμίας τους συνδέθηκαν στενά και άρχισαν προσπάθειες για οργάνωση απόδρασης. Σύμφωνα με τον αγωνιστή Βία Λειβαδά (κρατούμενο στο Wakefield), μετά την απόδραση οι Κύπριοι θα μεταφέρονταν στην Ιρλανδία και, μέχρι να καθίστατο δυνατή η επιστροφή τους στην Κύπρο, θα συμμετείχαν στην εκστρατεία του IRA κατά της βρετανικής Διοίκησης της Βόρειας Ιρλανδίας. Το τελικό σχέδιο απόδρασης καταρτίστηκε με τη βοήθεια Ιρλανδών ρεπουμπλικανών, μελών της οργάνωσης που έγινε γνωστή ως «Christle Group». Ως ημέρα υλοποίησής του ορίστηκε η 12η Φεβρουαρίου 1959. Συνολικά πέντε άτομα ήταν υποψήφια για απόδραση· από πλευράς Κυπρίων θα επιχειρούσαν να εξέλθουν των φυλακών οι Νίκος Σαμψών και Γιώργος Σκοτεινός. Παρ’ όλα αυτά, ο μόνος που κατάφερε να αποδράσει ήταν ο Séamus Murphy, καθώς λόγω διαφόρων συγκυριών οι υπόλοιποι υποψήφιοι δραπέτες καθυστέρησαν να φτάσουν στον συμφωνημένο χώρο.

Οι λεπτομέρειες γύρω από το συγκεκριμένο εγχείρημα έχουν εν πολλοίς καταστεί γνωστές τα τελευταία χρόνια μέσω διαφόρων μελετών, καθώς και απομνημονευμάτων των πρωταγωνιστών της ιστορίας. Το παρόν άρθρο γράφεται με την ευκαιρία της επετείου της απόδρασης, ως οφειλόμενη τιμή σε δύο αφανείς ήρωες του Αγώνα (από τις χιλιάδες που προσέφερε η κυπριακή κοινωνία): Στον Νικόλα Ιωάννου και στην Κατίνα Πηλινά - Γιαμάκη.

Νικόλας Ιωάννου
Προσωπογραφία του Νικόλα Ιωάννου, που φιλοτέχνησε ο Γιώργος Σκοτεινός στη διάρκεια κράτησής του στις φυλακές Wakefield. Βρίσκεται στην κατοχή της Ξένιας Παπαδοπούλου (αδελφής του ήρωα).



Ο Νικόλας Ιωάννου και η οργάνωση απόδρασης

Ο Νικόλας Ιωάννου, αδελφός του φυλακισμένου στη Βρετανία αγωνιστή Γιώργου Ιωάννου, γεννήθηκε το 1937 στο Αμμάν της Ιορδανίας. Το 1955 αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο και ακολούθως μετέβη στο Ηνωμένο Βασίλειο για σπουδές σε Πολυτεχνείο του Λονδίνου. Στη διάρκεια του αγώνα της ΕΟΚΑ ανέλαβε καθήκοντα διαφώτισης της βρετανικής κοινής γνώμης για το Κυπριακό, αλλά και συλλογής πληροφοριών για υπόπτους και προδότες που μεταφέρονταν από την Κύπρο στη Βρετανία. Ακολούθως εγκατέλειψε τις σπουδές του για να αφιερωθεί στην οργάνωση απόδρασης Ιρλανδών και Κυπρίων από τις βρετανικές φυλακές. Αρχικά διαβουλευόταν με τον Tony Meade, στέλεχος του IRA, προκειμένου να διευθετηθεί απόδραση από τις φυλακές Wormwood Scrubs. Ωστόσο το σχέδιο αναβλήθηκε όταν (όπως προαναφέρθηκε) η εικοσαμελής ομάδα των κρατουμένων Κυπρίων στις συγκεκριμένες φυλακές χωρίστηκε. Η γνωριμία των δέκα αγωνιστών της ΕΟΚΑ με τους συγκρατούμενούς τους Ιρλανδούς στις φυλακές Wakefield έδωσε νέα πνοή στο εγχείρημα. Άρχισε, λοιπόν, εκ νέου προσπάθεια απελευθέρωσης ομάδας φυλακισμένων, αρχικά σε συνεργασία με τον IRA και στη συνέχεια με τα στελέχη του «Christle Group». Ο Νικόλας Ιωάννου λειτούργησε ξανά ως ο συνδετικός κρίκος, ενώ φαίνεται ότι πρόθεσή του ήταν να εγκαταλείψει τη Βρετανία με τους δραπέτες και να μεταβεί στην Κύπρο για να συμμετάσχει στο αντάρτικο.

Στη διάρκεια καταρτισμού του σχεδίου απόδρασης, στα μέσα Ιουλίου 1958, ο Νικόλας Ιωάννου μετέβη στο Δουβλίνο για συνάντηση με τον Αρχηγό Επιτελείου του IRA, Seán Cronin. Κατά την επιστροφή του στο Λονδίνο με μοτοσικλέτα, φορτηγό τού ανέκοψε τον δρόμο με αποτέλεσμα να χάσει τη ζωή του κοντά στο Banbury του Oxfordshire. Έχει υποστηριχθεί πως ο οδηγός του φορτηγού ήταν δεσμοφύλακας σε βρετανικές φυλακές ενώ, βάσει μαρτυρίας της αδελφής του Νικόλα, Ειρήνης Ιωάννου, αξιωματικός της Scotland Yard τής ανέφερε πως πρόθεσή τους ήταν να πάρουν τα σχέδια που μετέφερε και όχι να τον σκοτώσουν. Η συγκεκριμένη μαρτυρία και το γεγονός ότι τα σχέδια απόδρασης δεν εντοπίστηκαν στην κατοχή του, ενέτειναν τις υποψίες για οργάνωση του συμβάντος εκ μέρους των βρετανικών υπηρεσιών πληροφοριών.

Ο Νικόλας Ιωάννου κηδεύτηκε αρχικά στο Λονδίνο με δαπάνες του Γραφείου Εθναρχίας. Στις 8 Μαΐου 1960, κατόπιν ανακομιδής των οστών του (με τη συνδρομή του 71ου Σώματος Ελλήνων Προσκόπων Καϊμακλίου, καθώς ο ίδιος ήταν πρόσκοπος) και μεταφορά τους αρχικά στον ναό του Αγίου Ιωάννη στην Αμμόχωστο, έλαβεν χώραν ο ενταφιασμός των λειψάνων του στο Καϊμακλί της Λευκωσίας, χώρο καταγωγής της οικογένειάς του. Την κηδεία τέλεσε ο Αρχιεπίσκοπος, και Πρόεδρος της νεοσύστατης τότε Κυπριακής Δημοκρατίας, Μακάριος. Οι δρόμοι του Καϊμακλίου είχαν σημαιοστολιστεί και στρωθεί με μυρσίνη. Επικήδειο λόγο εκφώνησε, μεταξύ άλλων, ο Υπουργός Εξωτερικών Σπύρος Κυπριανού. Αναδεικνύοντας τη σημασία της θυσίας του μοναδικού μέλους της ΕΟΚΑ που σκοτώθηκε εκτός Κύπρου στη διάρκεια του Αγώνα, ο «Φιλελεύθερος» έγραφε τη 17η Απριλίου 1959: «Εις το πάνθεον των ηρώων εθνομαρτύρων του αγώνος διά την κυπριακήν ελευθερίαν, αναγράφεται από σήμερον και το τετιμημένον όνομα άλλου εκλεκτού τέκνου της Κύπρου, του Νικολάου Θ. Ιωάννου εκ Καϊμακλίου».

Γιαμάκη
Τιμητικό αναμνηστικό (2008) από τους Ιρλανδούς αγωνιστές για την προσφορά της Κατίνας Πηλινά - Γιαμάκη. Εκτίθεται στην οικία της τιμωμένης.


«Το κορίτσι της προίκας»: Η προσφορά της Κατίνας Πηλινά - Γιαμάκη

Παρά το πλήγμα που προξένησε ο θάνατος του Νικόλα Ιωάννου (σε ψυχολογικό αλλά και πρακτικό επίπεδο, καθώς αποκαλύφθηκαν τα σχέδια και χάθηκε ο βασικός σύνδεσμος των Κυπρίων με τους Ιρλανδούς εκτός φυλακών), η επιχείρηση απόδρασης συνεχίστηκε. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η Κατίνα Πηλινά (μετέπειτα Γιαμάκη), γεννημένη στο Λεονάρισσο της Αμμοχώστου το 1936 και εξαδέλφη του κρατουμένου στο Wakefield, Νίκου Σαμψών. Το 1950 η Κατίνα Πηλινά μετέβη στο Λονδίνο, όπου δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά ο πατέρας της ως ιδιοκτήτης εστιατορίου.

Στη διάρκεια του Αγώνα επισκεπτόταν τους Κύπριους αγωνιστές στις βρετανικές φυλακές, αναλαμβάνοντας χρέη μεταφοράς μηνυμάτων. Έλαβε το ψευδώνυμο «Βανέσα» (από το όνομα του εστιατορίου που διατηρούσε ο πατέρας της). Η προσφορά της στην κοινή κυπρο-ιρλανδική απόδραση έγκειται στην εκ μέρους της παραχώρηση του απαιτούμενου χρηματικού ποσού (500 λιρών). Τα χρήματα ήταν απαραίτητα για να μισθωθούν οχήματα μεταφοράς των δραπετών, να εξασφαλιστούν ρούχα και όπλα για τη διαφυγή τους, αλλά και να ενοικιαστούν διαμερίσματα έως ότου επιτυγχανόταν η μεταφορά τους στην Ιρλανδία. Το ποσό που παραχώρησε αποτελούσε, ουσιαστικά, την προίκα της. Με την κίνησή της αυτή υποθήκευσε ουσιαστικά το μέλλον της, χωρίς καμία διασφάλιση, για να εξυπηρετήσει έναν συλλογικό σκοπό.

Φαίνεται ότι η δράση της την έθεσε στο στόχαστρο των βρετανικών υπηρεσιών πληροφοριών, αφού την επομένη της απόδρασης (όταν θα ετελείτο ο γάμος της), την επισκέφθηκαν τρεις αστυνομικοί υπάλληλοι ενημερώνοντάς την πως γνώριζαν ότι παραχώρησε τα απαιτούμενα χρήματα. Η ίδια μάλιστα αναφέρει πως κάποιος ηλικιωμένος γείτονάς της προσπάθησε εμμέσως να της υποδείξει ότι παρακολουθείτο.

Πάντως, ενώ η προσφορά της δεν αναδείχθηκε ιδιαίτερα στην Κύπρο, οι Ιρλανδοί αγωνιστές φρόντισαν το 2008 να τιμήσουν το «κορίτσι της προίκας», εκτιμώντας τη θυσία που είχε υποστεί για χάρη του πανανθρώπινου ιδανικού της ελευθερίας.

Ο Νικόλας Ιωάννου και η Κατίνα Πηλινά – Γιαμάκη συμπυκνώνουν τις αρετές μιας κοινωνίας που κατάφερε να υπερβεί την καθημερινότητα και να παλέψει για τη συλλογικότητα. Στη δράση τους αντανακλάται ο τετραετής αγώνας του κυπριακού Ελληνισμού, που πρέπει να γίνει κατανοητός ως θεμελιωμένος στη μαζικότητα και όχι απλώς στις μεγάλες – ηρωικές στιγμές της αγχόνης και του ολοκαυτώματος. Οι δύο περιπτώσεις που αναδεικνύονται στο παρόν άρθρο είναι ενδεικτικές ως προς τα στοιχεία που διασφάλισαν τη βρετανική αποτυχία στην αντιμετώπιση του ένοπλου κινήματος του 1955-1959: Την ανιδιοτέλεια, το πνεύμα αυτοθυσίας, την αλληλεγγύη και τη φιλοπατρία.

* Πληροφορίες από την υπό έκδοση μελέτη του Λάμπρου Γ. Καούλλα και του γράφοντος, «Εξόριστοι για την ελευθερία: Αγωνιστές της ΕΟΚΑ στις βρετανικές φυλακές & η κυπρο-ιρλανδική συνεργασία».